Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1887/Βίβλος γενέσεως του ελληνικού ζητήματος

Ἐτήσιον Ἡμερολόγιον τοῦ Ἔτους 1887
Συγγραφέας: Το χέρι
Βίβλος γενέσεως τοῦ ἑλληνικοῦ ζητήματος


ΒΙΒΛΟΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ
ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ


ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ πρὸς ΜΟΥΙ

Mon cher Moui, εὐχαριστῶ ἀπὸ καρδίας μέσης
γιὰ τὰς λαμπράς σας πρὸς ἐμὲ καὶ πάλιν διαθέσεις.
Τὰς συμβουλάς σας δέχομαι μετὰ χαρᾶς μεγάλης,
πλὴν πρέπει νὰ γνωρίζετε, ἀκόμη σὺν τοῖς ἄλλοις,
ὅτι ἐμπέρδεψαν πολὺ τὰ πράγματα ἐσχάτως,
κι’ οὕτως εἰπεῖν ἀνάστατον εὑρίσκεται τὸ κράτος!
Οἱ Ἕλληνες ἐπιθυμοῦν, quand même, νὰ πολεμήσουν,
κι’ ἀλλοίμονο στὰ χάλια μας ἂν δὲν μᾶς ἐμποδίσουν!…

ΜΟΥΙ πρὸς ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΝ

Mon cher Ministre, χθὲς ἔλαβον ἀπάντησίν σας ἄλλην
καὶ εἶδον πῶς εὑρίσκεσθε εἰς σύγχυσιν μεγάλην!
Καθὼς καὶ στὰς προτέρας μου, σᾶς ἐπαναλαμβάνω
πῶς μὲ παλάβραις σας καιρὸν δὲν ἠμπορῶ νὰ χάνω.
Ἂν εἴπατε στοὺς Ἕλληνας πῶς πόλεμον ποθεῖτε,
πολὺ εὐκόλως δύνασθε καὶ νὰ τοὺς τὸ ξεπῆτε.

ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ πρὸς ΜΟΥΙ

Mon cher Moui, parole d’ honneur δὲν ἤλπιζον ποτέ μου
πῶς μὲ τ’ ἀστεῖα θὰ βρεθῶ ἀπέναντι πολέμου!
εἶδον σημαίας κυανὰς μ’ ἐνθουσιώδη πλήθη
ἤκουσα τὰν ἢ ἐπὶ τὰν ἀπὸ Ἀρκάδων στήθη·
Εἶδον λαμπρὰ βεγγαλικὰ ἐν μέσῳ τῆς σκοτίας
ἤκουσα ζήτ’ ὁ πόλεμος, ἄνευ τινος αἰτίας!
ἤκουσα..... τὶ δὲν ἤκουσα ἕνας θεὸς τὸ ξέρη,
κι’ εἶπ’ ἂν δὲν γίνη πόλεμος νὰ μοῦ κοπῆ τὸ χέρι!
Ἄνευ ὑμῶν ὡς βλέπετε εἶμαι σχεδὸν χαμένος
οὕτως εἰπεῖν εὑρίσκομαι ἀκρωτηριασμένος!…

ΜΟΥΙ πρὸς ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΝ

Mon cher Ministre! Ἀνέγνωσα ἐν ἀπορίᾳ πάσῃ,
ὅσας καὶ πάλιν γράφετε παλάβρας ἐν ἐκτάσει!

Ἐξ ὅσων κατενόησα εἰλικρινῶς ποθεῖτε,
νὰ εὕρητε τὴν ἀφορμὴν διὰ ν’ ἀφοπλισθῆτε.
Τὴν κεφαλήν σας ξύσατε… σᾶς συμβουλεύω μόνον,
νὰ παύσετε τὸ στάδιον τῶν κωμικῶν ἀγώνων.
Αὐτὰ πρὸς τὸ συμφέρον σας σᾶς λέγουν ὅλ’ οἱ Γάλλοι,
κι’ εἶν’ ἡ φωνή των φιλική… Κανεὶς μὴν ἀμφιβάλλῃ…

ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ πρὸς ΜΟΥΙ

Τὴν θελκτικὴν ὑμῶν φωνὴν παρήκουσα πιστεύω,
καὶ πῶς τὸ ζήτημα πολὺ καὶ πάλιν τὸ μπερδεύω…
Εἶπον ὅτι προσφέρονται οἱ Γάλλοι νὰ μᾶς σώσουν,
καὶ, ἂν ἀφοπλιζώμεθα, πῶς κἄτι θὰ μᾶς δώσουν!
Τὴν εἴδησιν ἐδέχθησαν χορδαῖς τε καὶ ὀργάνοις,
καὶ ἡ δευτέρα φαίνεται χείρων τῆς πρώτης πλάνης.

ΜΟΥΙ πρὸς ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΝ

Oh mille tonnéres! oh sapristi! καὶ κἄτι παραπάνω…
Mon cher Ministre, μὰ τὸν Χριστὸν δὲν σᾶς καταλαμβάνω!
Εἶδον τὴν φρενοβλάβειαν κι’ ἐγὼ τῆς πρωτευούσης,
ἀλλὰ δὲν εἶμ’ ὑπεύθυνος διὰ τὰς παρακρούσεις.
Ἂν ἤξευρα πῶς πόλεμος θὰ πῇ γιὰ σᾶς εἰρήνη,
θὰ ἔλεγα ὁ πόλεμος αὐτοστιγμὶ νὰ γίνῃ…
Τώρα στοὺς συναδέλφους μου θὰ πῶ νὰ σᾶς συνδράμουν,
τοὐτέστιν τὸν ἀποκλεισμὸν ὡς τάχιον νὰ κάμουν…

ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΣ πρὸς ΜΟΥΙ

Mon cher Moui, εὐχαριστῶ ἐξ ὅλης μου καρδίας,
διότι μᾶς ἐσώσατε ἀπὸ τῆς κωμῳδίας!
Εἶδον μετ’ ἄκρας μου χαρᾶς τοὺς ἡνωμένους στόλους,
στὰς γραφικὰς θαλάσσας μας ὡς εἶδος περιπόλους!
Ἤμεθα ὅλοι ἔξαλλοι… γυναῖκες μετὰ παίδων,
ζητωκραυγάζουν μετ’ ἐμοῦ τὸν ναύαρχον Ἀλφρέδον.
Ἐγὼ δὲ ὡς ἐκ θαύματος σωθεὶς ἐκ καταιγίδος,
τὴν ἐξουσίαν παραιτῶ πρὸς χάριν τῆς πατρίδος!
Ἀλλ’ ὅμως καὶ μακρὰν αὐτῆς, παμφίλτατε Moui.
θὰ κράζω πῶς μὲ ἐσώσατε, oui, oui, oui....

Τὸ χέρι