Γυναίκα-Διάολος
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1887 του Κωνσταντίνου Σκόκου


ΓΥΝΑΙΚΑ-ΔΙΑΟΛΟΣ.

Λύκαινα, φώκια, ὀχιά, μαϊμοῦ, καὶ δείχτεις πεταλούδα·
Μέσ’ ’ς τὰ γλυκά σου τὰ φιλιὰ ζῇ τὸ φιλὶ τοῦ Γιούδα.
Εἶναι πικρὸ τὸ μέλι τους, φιλεῖς καὶ φαρμακόνεις·
’Σ τὰ ῥοδαρένια χείλη σου κρύφτεις κεντρί, σκοτόνεις.
’Σ τὰ ψεύτικα τὰ λόγια σου, κρύφτεις ψυχὴ πειὸ ψεύτρα,
Καὶ κρύφτ’ ἡ κλέφτρα σου ματιά, μαύρη καρδιά, πειὸ κλέφτρα.
Τὸ δάκρυ σου ’ποῦ ῥέει γλυκὸ καὶ παραπονεμένο,
Εἶν’ ὅλο ’ξεῖδι καὶ χολὴ μὲ λάβα ζυμωμένο,
Κι’ ὅπου νὰ πέσῃ ἀλλοίμονο!… φυτρόνει, ζωντανεύει,
Κι’ ἀναστατώνει τὰ στοιχειά, μὲ τὸ Θεὸ παλεύει·
Καὶ δείχτει μυροστάλαμα, δροσιά, μαργαριτάρι,
Κ’ εἶναι φωτιά, περίδρομος, ξεκουμισμός, ληοντάρι!
Εἶσαι γυναῖκα πειρασμός· βυζάστρα τοῦ θανάτου,
Μάνα καὶ θυγατέρα του, καὶ σκλάβα, καὶ κυρά του,
Κ’ εἶσαι ζωὴ καὶ θάνατος, κι’ ὅσο ’ποῦ ὑπάρχ’ ἡ χτίση,
Θὰ φθείρῃς, θὰ ποδοκυλᾷς τὴ μάνα σου τὴ φύση!

(Ἀπό ἀνέκδοτό μου ποίημα)

Ἐν Ζακύνθῳ, Αὔγουστος 1886.

Ι. Γ. Τσακασιανοσ.