Λόγος ΟΔ'
Περί του υποδείγματος και της παραβολής της κατά Κυριακήν και Σάββατον θεωρίας.

Συγγραφέας:


Η Κυριακή μυστήριον εστί της γνώσεως της αληθείας, ήτις μετά σαρκός και αίματος ου προσδέχεται, καν υπέρκειται των ενθυμήσεων. Εν τούτω τω αιώνι ουκ εστίν ογδόη, ουδέ σάββατον αληθώς. Ο γαρ ειπών «κατέπαυσεν ο Θεός τη ημέρα τη εβδόμη», την κατάπαυσιν του δρόμου ταύτης της ζωής εδήλωσε. Διότι ο τάφος σώμα εστί και εκ του κόσμου εστίν. Έξ ημέραι εν τη γεωργία της ζωής δια της φυλακής των εντολών τελειούνται, και το έβδομον εν τω τάφω ολοκληρούται, και το όγδοον εν τη εξόδω αυτού.

Ώσπερ τα μυστήρια της Κυριακής εν παραβολή δέχονται ενταύθα οι αξιούμενοι και ουκ αυτήν την ημέραν σωματικώς, ούτω και τα μυστήρια του σαββάτου εν παραβολή δέχονται οι αγωνισταί, και ουκ αυτό το σάββατον εν αληθεία όπερ εστί κατάπαυσις από παντός λυπηρού και ανάπαυσις τελεία των οχληρών. Μυστήριον γαρ δέδωκεν ημίν ο Θεός, και ουχί ενέργειαν αληθινήν, πολιτεύεσθαι ενθάδε. Το σάββατον το αληθινόν και ασύγκριτον το μνήμα εστί, το υπεμφαίνον και σημαίνον την τελείαν κατάπαυσιν από των θλίψεων των παθών και της γεωργίας της εναντιουμένης αυτής. Πάσα η ανθρωπότης εκεί σαββατίζει, η τε ψυχή και το σώμα.

Εν εξ ημέραις έταξεν ο Θεός την σύστασιν τουδε του κόσμου, και συνεστήσαντο τα στοιχεία, και δέδωκε την σύστασιν αυτών αεικινήτω κινήσει προς λειτουργίαν, και ου μη παύσωνται του δρόμου προ της αναλύσεως, και εκ της δυνάμεως τούτων, λέγω δη των αρχεγόνων στοιχείων, συνέστη τα σώματα ημών. Αλλ’ ουδέ αυτοίς δέδωκε κατάπαυσιν της κινήσεως αυτών, ουδέ τοις ημετέροις σώμασι τοις εξ αυτών γεγενημένοις του καταπεύειν της γεωργίας. Όρον δε της καταπαύσεως αυτής εν ημίν τέθεικεν, έως αν ακολουθήσωσι τη ιδία συγγενεία τη πρώτη, ήτις εστί κατάλυσις από της ζωής. Ούτω και τω Αδάμ είπεν «εν ίδρώτι του προσώπου σου φαγή τον άρτον σου». Και μέχρι τίνος; Έως αν στραφής εις την γήν, εξ ης ελήφθης, ήτις ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι, άτινα εστί μυστήρια της γεωργίας τούδε του βίου, εν όσω ζή.

Εξ εκείνης γαρ της νυκτός, εν η ίδρυσεν ο Κυριος, μετήλλαξε τον ιδρώτα εξαγαγόντα ακάνθας και τριβόλους, εις το ιδρώσαι εν τη προσευχή ομού και εν τη γεωργία της δικαιοσύνης

Πεντακισχιλίους και πεντακόσιους χρόνους και περαιτέρω κατέλιπε τον Αδάμ μοχθήσαι εν αυτή, διότι μέχρι τότε ουκ ην η των αγίων οδός αποκαλυφθείσα, καθώς έφησεν ο θείος Απόστολος, εν εσχάταις δε ημέραις επεδήμησε και ενετείλατο τω αυτεξουσίω μεταλλάξαι ιδρώτα ιδρώτι, και εκ παντός ουκ επέτρεψε κατάπαυσιν, αλλά μεταλλαγήν, καθότι εφιλανθρωπεύσατο εις ημάς δια το επίμονον της εν τη γη κακοπαθείας ημών. Εάν ούν καταπαύσωμεν του ιδρώσθαι εν ταύτη, εξ ανάγκης ακάνθας θεριούμεν. Η γαρ εξ αυτής της προσευχής κατάλειψις γεωργία εστί της σωματώσεως της γης, ήτις ακάνθας κατά φύσιν ανατέλλει. Επ’ αληθείας γαρ τα πάθη άκανθαι εισί και εκ του εν τω σώματι σπόρου είς ημάς ανατέλλουσιν. Εν όσω την εικόνα του Αδάμ φέρομεν, ανάγκη και τα πάθη αυτού. Αδύνατον γαρ τη γη αργείν του βλαστάνειν βλάστην κατά την ιδίαν φυσιν. Έκγονον δε της φυσεως ταύτης εστίν η γη των σωμάτων ημών, ως η μαρτυρία του Θεού’ «η γη εξ ης ελήφθης». Εκείνη ακάνθας ανατελεί, αύτη δε η λογική πάθη.

Εί ο Κύριος εν πάσι τύπος ην ημίν εν τω μυστηρίω εν πάσαις ταίς διαφοραίς της οικονομίας αυτού, και έως ενάτης ώρας της παρασκευής ου κατέπαυσεν από του έργου και του μόχθου (όπερ εστί μυστήριον της δι ‘ όλ της ζωής ημών γεωργίας), τω δε σαββάτω εν τω τάφω κατέπαυσε, που είσιν οι λέγοντες, ότι εν τω βίω σάββατον, ήγουν κατάπαυσις από των παθών;

Περί δε της Κυριακής μέγα το ειπείν. Το σάββατον ημών εστίν η ημέρα της ταφής εκεί εν αληθεία σαββατίζει η φύσις ημών. Λοιπόν καθ’ ημέραν ανάγκη ημίν επίκειται, εκτίλαι εξ αυτής τάς ακάνθας, έως ου αυτή η γη ίσταται. Και οία το επίμονον ημών εν τη γεωργία υστερούσιν αι άκανθαι. Ου γαρ ολοτελώς κεκαθάρισται εκ τούτων. Και ει τουτο ούτως έχει, ότι εν τη προς καιρόν ραθυμία ή τη μικρα αμελεία πληθύνονται αι άκανθαι και το πρόσωπον αυτής καλύπτει και τον σπόρον σου πνίγει και τον κόπον σου ποιεί ως μη οντά, λοιπόν δέον εστί καθ’ ημέραν αυτήν καθαρίζειν. Η γαρ εκ τούτου κατάπαυσις, πλήθη ακανθών αυξάνει.

Ων καθαρισθείημεν χάριτι του ομοουσίου και μονογενους Υιού του Θεού, ω η δόξα συν τω ανάρχω Πατρί και τω ζωοποιώ Πνεύματι εις τους αιώνας. Αμήν.