Σύνταγμα της Αυστρίας

Ομοσπονδιακός Συνταγματικός Νόμος της Αυστρίας (2018)
Συνταγματική Εθνοσυνέλευση της Αυστρίας
μεταφράστηκε από συντάκτες της Βικιθήκης
Υιοθετήθηκε την 1η Οκτωβρίου 1920. Αναθεωρήθηκε το 2018


Πίνακας περιεχομένων 
Άρθρα:
Κεφάλαιο Ι. Γενικές διατάξεις. Ευρωπαϊκή Ένωση
Κεφάλαιο II. Ομοσπονδιακά νομοθετικά σώματα
Κεφάλαιο III. Ομοσπονδιακή Εκτελεστική Εξουσία
Κεφάλαιο IV. Νομοθέτηση και εκτέλεση από τα κρατίδια
Κεφάλαιο V. Αυτοδιοίκηση
Κεφάλαιο VI. Έλεγχος των δημοσίων λογαριασμών και της διοίκησης των δημοσίων πόρων
Κεφάλαιο VII. Συνταγματικές και διοικητικές εγγυήσεις
Κεφάλαιο VIII. Συμβούλιο Διαμεσολαβητή
Κεφάλαιο IX. Τελικές διατάξεις

Κεφάλαιο Ι. Γενικές διατάξεις. Ευρωπαϊκή Ένωση Επεξεργασία

Α. Γενικές διατάξεις Επεξεργασία

Άρθρο 1

Η Αυστρία είναι λαϊκή δημοκρατία. Το δίκαιό της πηγάζει από τον λαό.

Άρθρο 2

  1. Η Αυστρία είναι ομοσπονδιακό κράτος.
  2. Το ομοσπονδιακό κράτος απαρτίζεται από τα αυτόνομα κρατίδια του Μπούργκενλαντ, της Καρινθίας, της Κάτω Αυστρίας, της Άνω Αυστρίας, του Σάλτσμπουργκ, της Στυρίας, του Τιρόλου, του Φόραρλμπεργκ και της Βιέννης.
  3. Οι αλλαγές στη σύνθεση των κρατιδίων ή ο περιορισμός της συμμετοχής των κρατιδίων που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο και στο άρθρο 3 απαιτούν επίσης συνταγματικούς κανονισμούς των κρατιδίων.

Άρθρο 3

  1. Το ομοσπονδιακό έδαφος περιλαμβάνει τα εδάφη των ομοσπονδιακών κρατιδίων.
  2. Οι κρατικές συμβάσεις που αλλάζουν τα ομοσπονδιακά σύνορα μπορούν να συνάπτονται μόνο με την έγκριση του ενδιαφερόμενου κρατιδίου.
  3. Οι τροποποιήσεις των ορίων εντός της ομοσπονδιακής επικράτειας απαιτούν ταυτόχρονους νόμους της Ομοσπονδίας και των κρατιδίων που επηρεάζονται. Οι επικυρώσεις των ορίων εντός της ομοσπονδιακής επικράτειας απαιτούν μόνο ταυτόχρονους νόμους του επηρεαζόμενου κρατιδίου.
  4. Οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου σχετικά με τις τροποποιήσεις των ορίων σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, στο βαθμό που δεν αφορούν την οριοθέτηση των συνόρων, απαιτούν τουλάχιστον τις ψήφους των μισών μελών και την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.

Άρθρο 4

  1. Το ομοσπονδιακό έδαφος αποτελεί ενιαίο νομισματικό, οικονομικό και τελωνειακό χώρος.
  2. Ενδιάμεσα τελωνειακά εμπόδια ή άλλοι περιορισμοί κυκλοφορίας δεν επιτρέπεται να επιβληθούν εντός της ομοσπονδιακής επικράτειας.

Άρθρο 5

  1. Η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα και έδρα των ανώτατων ομοσπονδιακών αρχών είναι η Βιέννη.
  2. Κατά τη διάρκεια έκτακτων περιστάσεων, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος μπορεί, μετά από αίτηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, να μεταφέρει την έδρα των ανώτατων ομοσπονδιακών αρχών σε άλλη θέση στην ομοσπονδιακή επικράτεια.

Άρθρο 6

  1. Για τη Δημοκρατία της Αυστρίας ισχύει κοινή εθνικότητα.
  2. Οι υπήκοοι είναι πολίτες του ομόσπονδου κρατιδίου στο οποίο έχουν την κύρια κατοικία τους. Οι νόμοι του κρατιδίου μπορούν ωστόσο να προβλέπουν ότι και οι υπήκοοι που έχουν την κατοικία, αλλά όχι την κύρια κατοικία τους στο ομόσπονδο κρατίδιο, είναι πολίτες του εν λόγω κρατιδίου.
  3. Ο κύριος τόπος κατοικίας του ατόμου βρίσκεται στον τόπο όπου έχει εγκατασταθεί με την πρόθεση, αποδεδειγμένη ή αναδυόμενη από τις περιστάσεις, να εγκαταστήσει εκεί το κέντρο των σχέσεων της ζωής του. Αν η απαίτηση αυτή, με βάση μια γενική θεώρηση των επαγγελματικών, οικονομικών και κοινωνικών σχέσεων ενός ατόμου, συναντάται σε περισσότερες από μία κατοικίες, το πρόσωπο αυτό πρέπει να ορίσει ως την κύρια κατοικία του εκείνη με την οποία έχει τη στενότερη σχέση.
  4. Στα θέματα που αφορούν την εκλογή του Ομοσπονδιακού Προέδρου, τις εκλογές για τα γενικά αντιπροσωπευτικά όργανα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την εκλογή του δημάρχου από τους εκλογείς του δημοτικού συμβουλίου, σε θέματα δημοψηφίσματος, και δημοσκοπήσεις βάσει του ομοσπονδιακού συντάγματος ή του συντάγματος ενός ομόσπονδου κρατιδίου, καθώς και σε θέματα άμεσης συμμετοχής των ατόμων που έχουν δικαίωμα να εκλέξουν το δημοτικό συμβούλιο κατά την εξέταση των θεμάτων της δικής τους αρμοδιότητας του δήμου, η διάρκεια κράτησης ή σύλληψης υπό την έννοια του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου για την προστασία της προσωπικής ελευθερίας, ομοσπονδιακού νόμου αριθ. 684/1988, οι τελευταίες κατοικίες εκτός του τόπου σύλληψης ή κράτησης ή η τελευταία κύρια κατοικία εκτός τον τόπο της σύλληψης ή της κράτησης, πριν από την κράτηση ή τη σύλληψη θεωρούνται οι κατοικίες αντίστοιχα της κύριας κατοικίας του κρατουμένου ή συλληφθέντος.

Άρθρο 7

  1. Όλοι οι υπήκοοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Προνόμια που βασίζονται στη γέννηση, το φύλο, την περιουσία, την τάξη ή τη θρησκεία αποκλείονται. Κανείς δεν πρέπει να υφίσταται διακρίσεις λόγω της αναπηρίας του. Η Δημοκρατία (Ομοσπονδία, Κρατίδια και Δήμοι) δεσμεύεται να διασφαλίσει την ίση μεταχείριση των ατόμων με αναπηρία και των μη αναπήρων σε όλες τις σφαίρες της καθημερινής ζωής.
  2. Η Ομοσπονδία, τα Κρατίδια και οι Δήμοι συνυπογράφουν την εκ των πραγμάτων ισότητα ανδρών και γυναικών. Τα μέτρα για την προώθηση της πραγματικής ισότητας γυναικών και ανδρών, ιδίως με την εξάλειψη των πραγματικών ανισοτήτων, είναι παραδεκτά.
  3. Οι επίσημοι τίτλοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τρόπο που να δηλώνει το φύλο του κατόχου αξιωματούχου. Το ίδιο ισχύει και για τίτλους, ακαδημαϊκούς τίτλους και περιγραφές επαγγελμάτων.
  4. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, συμπεριλαμβανομένων των μελών του Ομοσπονδιακού Στρατού, εγγυώνται την απεριόριστη άσκηση των πολιτικών τους δικαιωμάτων.

Άρθρο 8

  1. Η γερμανική είναι η επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα που παρέχει το ομοσπονδιακό δίκαιο για τις γλωσσικές μειονότητες.
  2. Η Δημοκρατία (Ομοσπονδία, Κρατίδια και Δήμοι) προσυπογράφουν τη γλωσσική και πολιτισμική πολυμορφία που έχει αναπτυχθεί και εκφράζεται στις αυτόχθονες εθνικές ομάδες. Η γλώσσα και ο πολιτισμός, η ύπαρξη και η διατήρηση αυτών των εθνοτικών ομάδων πρέπει να γίνονται σεβαστά, να προστατεύονται και να υποστηρίζονται.
  3. Η αυστριακή νοηματική γλώσσα αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητη γλώσσα. Οι λεπτομέρειες ρυθμίζονται από τους νόμους.

Άρθρο 8α

  1. Τα χρώματα της Δημοκρατίας της Αυστρίας είναι κόκκινο-λευκό-κόκκινο. Η σημαία αποτελείται από τρεις ίσες ευρείες οριζόντιες λωρίδες των οποίων το ενδιάμεσο είναι λευκό, το άνω και το κάτω είναι κόκκινο.
  2. Το εθνόσημο της Δημοκρατίας της Αυστρίας (το ομοσπονδιακό εθνόσημο) αποτελείται από ένα αποδεσμευμένο, μονοκέφαλο, μαύρο, επιχρυσωμένο και αετό με κόκκινη γλώσσα, στο στήθος του οποίου βρίσκεται κόκκινη ασπίδα που τέμνει μία ασημένια διαδοκίδα. Στο κεφάλι του ο αετός φέρει στέμμα με τρία ορατά τμήματα πολεμιστρών. Ξεχωριστή μεταλλική αλυσίδα βρίσκεται γύρω και από τα δύο νύχια. Το δεξί κρατά ένα χρυσό δρεπάνι με λεπίδα προς τα μέσα, το αριστερό χρυσό σφυρί.
  3. Λεπτομερείς διατάξεις, ιδίως όσον αφορά τη διασφάλιση των χρωμάτων, του εθνοσήμου και της σφραγίδας της Δημοκρατίας, ρυθμίζονται από το ομοσπονδιακό δίκαιο.

Άρθρο 9

  1. Οι γενικά αναγνωρισμένοι κανόνες του διεθνούς δικαίου θεωρούνται αναπόσπαστα μέρη του ομοσπονδιακού δικαίου.
  2. Με νόμο ή κρατική συνθήκη που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1, μπορεί να μεταφερθούν συγκεκριμένες ομοσπονδιακές αρμοδιότητες σε άλλους κρατικούς ή διακυβερνητικούς οργανισμούς. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να ρυθμιστεί η δραστηριότητα των υπαλλήλων ξένων κρατών ή διακυβερνητικών οργανισμών εντός της Αυστρίας και η δραστηριότητα των αυστριακών αξιωματούχων στο εξωτερικό, καθώς και η μεταφορά μεμονωμένων ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων άλλων κρατών ή διακυβερνητικών οργανισμών σε αυστριακούς αξιωματούχους. Στο πλαίσιο αυτό μπορεί να προβλεφθεί ότι οι αυστριακοί αξιωματούχοι υπόκεινται στην εξουσία αντιπροσώπων άλλων κρατικών ή διακυβερνητικών οργανισμών ή υπόκεινται στην εξουσία αυστριακών αξιωματούχων.

Άρθρο 9α

  1. Η Αυστρία προσυπογράφει την πλήρη εθνική άμυνα. Το καθήκον της είναι να διατηρήσει την εξωτερική ανεξαρτησία της ομοσπονδιακής επικράτειας καθώς και το απαραβίαστο και την ενότητά της, ιδίως όσον αφορά τη διατήρηση και την υπεράσπιση της μόνιμης ουδετερότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, επίσης, οι συνταγματικοί θεσμοί και η ικανότητά τους να λειτουργούν καθώς και οι δημοκρατικές ελευθερίες των κατοίκων πρέπει να προστατεύονται και να υπερασπίζονται από εξωτερικές ένοπλες επιθέσεις.
  2. Η παγκόσμια εθνική άμυνα περιλαμβάνει στρατιωτική, πνευματική, αστική και οικονομική εθνική άμυνα.
  3. Κάθε άνδρας υπήκοος υπόκειται σε στρατιωτική θητεία. Οι γυναίκες υπήκοοι μπορούν να συμμετέχουν με εθελοντική θητεία στον Ομοσπονδιακό Στρατό ως στρατιώτες και έχουν το δικαίωμα να διακόψουν την υπηρεσία τους.
  4. Οι αντιρρησίες συνείδησης που αρνούνται την εκπλήρωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας και απαλλάσσονται από αυτήν πρέπει να εκτελέσουν εναλλακτική θητεία (πολιτική θητεία).

Άρθρο 10

  1. Η Ομοσπονδία έχει εξουσίες νομοθεσίας και εκτέλεσης στα ακόλουθα θέματα:
1. το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα, ιδίως εκλογές για το Εθνικό Συμβούλιο, και λαϊκή υποβολή νόμων, λαϊκό δημοψήφισμα, όπως προβλέπονται από το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα, το Συνταγματικό Δικαστήριο, το διοικητικό δικαστήριο, με εξαίρεση την οργάνωση των διοικητικών δικαστηρίων των κρατιδίων.
1α. εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ομάδες δράσης ευρωπαίων πολιτών.
2. εξωτερικά θέματα, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής και οικονομικής εκπροσώπησης σε άλλες χώρες, ιδίως της σύναψης διεθνών συνθηκών, παρά την αρμοδιότητα των κρατιδίων σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1, οριοθέτηση των συνόρων, εμπόριο αγαθών και ζώων με άλλες χώρες, δασμοί.
3. ρύθμιση και έλεγχος της εισόδου και εξόδου από την ομοσπονδιακή επικράτεια, εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, διαβατήρια, απαγόρευση διαμονής, απέλαση, άσυλο, έκδοση εγκληματία.
4. ομοσπονδιακά οικονομικά, ιδίως φόροι που εισπράττονται αποκλειστικά ή εν μέρει για λογαριασμό της Ομοσπονδίας, μονοπώλια.
5. το νομισματικό, πιστωτικό, χρηματιστηριακό και τραπεζικό σύστημα, μέτρα και σταθμά, πρότυπα και σύστημα σημάτων.
6. υποθέσεις αστικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν την οικονομική ένωση αλλά εξαιρουμένων των κανονισμών που καθιστούν συναλλαγές σε ακίνητα, νόμιμη κληρονομιά από άτομα εκτός του κύκλου των νομικών κληρονόμων, με αλλοδαπούς και συναλλαγές σε ενσωματωμένα ακίνητα ή όπως προορίζεται για ανάπτυξη υπό την επιφύλαξη περιορισμών από τις διοικητικές αρχές, ιδιωτικές υποθέσεις ποινικού δικαίου, εξαιρουμένου του διοικητικού ποινικού δικαίου και της διοικητικής ποινικής διαδικασίας σε θέματα που εμπίπτουν στην αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητας των κρατιδίων, απονομή δικαιοσύνης, εγκαταστάσεις για την προστασία της κοινωνίας από εγκληματικά ή με άλλο τρόπο επικίνδυνα στοιχεία, πνευματική ιδιοκτησία, υποθέσεις τύπου, απαλλοτρίωση στον βαθμό που δεν αφορά θέματα που εμπίπτουν στην αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητας των κρατιδίων, θέματα που αφορούν συμβολαιογράφους, δικηγόρους και συναφή επαγγέλματα.
7. διατήρηση της ειρήνης, της τάξης και της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης της πρωτοβάθμιας βοήθειας γενικά, αλλά εξαιρουμένων των τοπικών θεμάτων δημόσιας ασφάλειας, το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και της συγκέντρωσης, θέματα που αφορούν την προσωπική κατάσταση, συμπεριλαμβανομένης της καταχώρησης γεννήσεων, γάμων και θανάτων και αλλαγή ονόματος, αστυνόμευση και διαμονή αλλοδαπών, θέματα που αφορούν όπλα, πυρομαχικά και εκρηκτικά και τη χρήση πυροβόλων όπλων.
8. θέματα που αφορούν το εμπόριο και τη βιομηχανία, δημόσια διαφήμιση και εμπορική μεσιτεία, συγκράτηση του αθέμιτου ανταγωνισμού, θέματα αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας σχετικά με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και την προστασία σχεδίων, εμπορικών σημάτων και άλλων περιγραφών προϊόντων, θέματα που αφορούν τους πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, θέματα που αφορούν την πολιτική μηχανική, εμπορικά και βιομηχανικά επιμελητήρια, δημιουργία επαγγελματικών ενώσεων στον βαθμό που επεκτείνονται στην ομοσπονδιακή επικράτεια στο σύνολό της, με εξαίρεση εκείνες στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας.
9. σύστημα κυκλοφορίας που σχετίζεται με τους σιδηροδρόμους, την αεροπορία και τη ναυτιλία, εφόσον το τελευταίο από αυτά δεν εμπίπτει στο άρθρο 11, ζητήματα κυκλοφορίας αυτοκινήτων, με εξαίρεση την αστυνομία των αυτοκινητόδρομων, που αφορούν δρόμους που έχουν δηλωθεί από την ομοσπονδιακή νομοθεσία ως ομοσπονδιακοί αυτοκινητόδρομοι λόγω της σημασίας τους για τη διαμετακόμιση, αστυνόμευση ποταμών και ναυσιπλοΐας, εφόσον δεν εμπίπτουν στο άρθρο 11, ταχυδρομικό και τηλεπικοινωνιακό σύστημα, αξιολόγηση περιβαλλοντικής συμβατότητας για έργα που σχετίζονται με αυτά τα θέματα όπου πρέπει να αναμένονται υλικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.

εξορύξεις, δασοκομία, συμπεριλαμβανομένης της ξυλείας, δικαιώματα νερού, έλεγχος και διατήρηση των υδάτων για την ασφαλή εκτροπή των πλημμυρών ή για τη ναυσιπλοΐα, ρύθμιση των χειμάρρων, κατασκευή και συντήρηση πλωτών οδών, ρύθμιση και τυποποίηση υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεων, καθώς και μέτρα ασφαλείας σε αυτόν τον τομέα, διατάξεις σχετικά με τη μετάδοση ηλεκτρικής ενέργειας στον βαθμό που η μετάδοση εκτείνεται σε δύο ή περισσότερα κρατίδια, θέματα που αφορούν κινητήρες κινούμενους με ατμό ή άλλον τρόπο, τοπογράφηση,

10. εξορύξεις, δασοκομίας, συμπεριλαμβανομένης της πλωτής μεταφοράς ξυλείας, έλεγχος και διατήρηση των υδάτων για την ασφαλή εκτροπή των πλημμυρών ή για τη μεταφορά και ράφτινγκ σε ποταμούς, ρύθμιση των χείμαρρων, κατασκευή και συντήρηση πλωτών οδών, ρύθμιση και τυποποίηση υδατοηλεκτρικών εγκαταστάσεων και, καθώς και μέτρα ασφαλείας σε αυτόν τον τομέα, διατάξεις σχετικά με τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας στον βαθμό που η μεταφορά εκτείνεται σε δύο ή περισσότερα κρατίδια, θέματα που αφορούν την ατμοκίνηση και άλλου είδους κινητήρες, χωρομέτρηση,
11. εργατική νομοθεσία στο βαθμό που δεν εμπίπτει στο άρθρο 12, κοινωνική και συμβατική ασφάλιση, νομικές διατάξεις κοινωνικής αποζημίωσης, χρηματική ενίσχυση, σώματα για εργαζομένους και μισθωτούς με εξαίρεση εκείνα που σχετίζονται με τη γεωργία και τη δασοκομία,
12. δημόσια υγεία, με εξαίρεση την ταφή και τη διάθεση των νεκρών και τις υπηρεσίες υγιεινής και πρώτων βοηθειών, αλλά μόνο την υγειονομική επίβλεψη όσον αφορά τα νοσοκομεία, τα γηροκομεία, τα θέρετρα υγείας και τους φυσικούς θεραπευτικούς πόρους, μέτρα για την αντιμετώπιση παραγόντων επικίνδυνων για το περιβάλλον μέσω της παραβίασης των ορίων εκπομπών, διατήρηση του καθαρού αέρα παρά την αρμοδιότητα των κρατιδίων για εγκαταστάσεις θέρμανσης, απόρριψη απορριμμάτων για επικίνδυνα απορρίμματα, αλλά για άλλα απορρίμματα μόνο εφόσον υπάρχει ανάγκη για έκδοση ομοιόμορφων κανονισμών, κτηνιατρικές υποθέσεις, διατροφικές υποθέσεις, συμπεριλαμβανομένης της επιθεώρησης τροφίμων, ρύθμιση εμπορικών συναλλαγών σε προϊόντα σπόρων προς σπορά και φυτά, σε ζωοτροφές και λιπάσματα καθώς και σε συντηρητικά φυτών, και σε συσκευές ασφάλειας φυτών, συμπεριλαμβανομένης της εισδοχής τους και, στην περίπτωση των προϊόντων σπόρου και φυτών, η αποδοχή τους.
13. υπηρεσίες αρχείων και βιβλιοθηκών για τις επιστήμες και ειδικούς σκοπούς, θέματα που αφορούν τις ομοσπονδιακές συλλογές και ιδρύματα που εξυπηρετούν τις τέχνες και τις επιστήμες, θέματα που αφορούν τα ομοσπονδιακά θέατρα με εξαίρεση τις οικοδομικές υποθέσεις, διατήρηση των μνημείων, θρησκευτικές υποθέσεις απογραφή καθώς και - επιτρέποντας στα δικαιώματα των κρατιδίων να συμμετέχουν στην επικράτειά τους σε κάθε είδος στατιστικής δραστηριότητας - άλλες στατιστικές, στο βαθμό που δεν εξυπηρετούν μόνο τα συμφέροντα ενός κρατιδίου, κληροδοτήματα και θεμέλια όταν οι σκοποί τους εκτείνονται πέρα ​​από μια σφαίρα συμφερόντων ενός μόνο ομόσπονδου κράτους και μέχρι στιγμής δεν έχουν διατεθεί αυτόνομα από τα κρατίδια.
14. οργάνωση και διοίκηση της ομοσπονδιακής αστυνομίας, διευθέτηση των όρων που αφορούν την ίδρυση και οργάνωση άλλων προστατευτικών δυνάμεων, με εξαίρεση τους δημοτικούς αστυνομικούς, διευθέτηση των όρων που σχετίζονται με τον εξοπλισμό των δυνάμεων προστασίας και το δικαίωμά τους να χρησιμοποιούν τα όπλα τους.
15. στρατιωτικές υποθέσεις, θέματα που αφορούν την πολιτική θητεία, πολεμικές φθορές, μέριμνα των πολεμικών τάφων, όποια μέτρα φαίνονται απαραίτητα λόγω λογικού ή συνεπαγόμενου πολέμου για τη διασφάλιση της ομοιόμορφης συμπεριφοράς των οικονομικών υποθέσεων, ιδίως όσον αφορά τον εφοδιασμό του πληθυσμού με προϊόντα πρώτης ανάγκης.
16. σύσταση ομοσπονδιακών αρχών και άλλων ομοσπονδιακών υπηρεσιών, κώδικες υπηρεσίας και δικαιώματα εκπροσώπησης προσωπικού των ομοσπονδιακών υπαλλήλων.
17. πληθυσμιακή πολιτική όσον αφορά τη χορήγηση επιδομάτων παιδιών και τη δημιουργία εξισορρόπησης των βαρών για λογαριασμό των οικογενειών.
18. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 12/2012)
  1. Σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς νόμους σχετικά με το δικαίωμα της κληρονομικής διαδοχής στην αδιαίρετη αγροτική περιουσία, καθώς και στους ομοσπονδιακούς νόμους που εκδόθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 10 ανωτέρω, οι νομοθετικοί φορείς των κρατιδίων μπορούν να εξουσιοδοτήσουν να εκδίδουν εκτελεστικές διατάξεις σε σχέση με μεμονωμένες διατάξεις που πρέπει να οριστούν συγκεκριμένα. Οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 6 θα εφαρμόζονται αναλόγως σε αυτούς τους νόμους περί γης. Η εκτέλεση των εκτελεστικών νόμων που εκδίδονται σε τέτοιες περιπτώσεις εμπίπτει στην Ομοσπονδία, αλλά οι διατάξεις που επιτρέπουν, στο βαθμό που σχετίζονται με τις διατάξεις εφαρμογής του νόμου περί γης, χρειάζονται προηγούμενη συμφωνία με την οικεία κυβέρνηση του κρατιδίου.
  2. Η Ομοσπονδία πρέπει να δώσει στα κρατίδια την ευκαιρία να παρουσιάσουν τις απόψεις τους πριν από τη σύναψη συνθηκών, οι οποίες κατά την έννοια του άρθρου 16 καθιστούν αναγκαία μέτρα που επιτρέπουν ή επηρεάζουν με άλλο τρόπο την αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητας του κρατιδίου. Η Ομοσπονδία όντας ένα ομοιόμορφο στοιχείο το οποίο καλύπτει όλα τα κρατίδια, δεσμεύεται κατά τη σύναψη της κρατικής συνθήκης. Μπορεί να αποκλίνει από αυτό μόνο για επιτακτικούς λόγους εξωτερικής πολιτικής. Η Ομοσπονδία πρέπει να ενημερώσει χωρίς καθυστέρηση τα κρατίδιαι για αυτούς τους λόγους.
  3. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 1013/1994)
  4. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 1013/1994)
  5. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 1013/1994)

Άρθρο 11

  1. Στα ακόλουθα θέματα, η νομοθεσία είναι αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας, ενώ η εκτέλεση τους των κρατιδίων:
    1. εθνικότητα,
    2. επαγγελματικές ενώσεις στο βαθμό που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 10, αλλά με εξαίρεση εκείνες στον τομέα της γεωργίας και της δασοκομίας, καθώς και στον τομέα του προσανατολισμού στις Άλπεις και της εκπαίδευσης για σκι και στον τομέα της αθλητικής διδασκαλίας που εμπίπτει στην αυτόνομη αρμοδιότητα των κρατιδίων,
    3. κοινωνικές υποθέσεις εκτός από την προώθηση της κατασκευής αστικών κατοικιών και οικιακής αποκατάστασης,
    4. αστυνόμευση των οδών,
    5. αποχέτευση
    6. εσωτερική ναυσιπλοΐα όσον αφορά τις άδειες πλεούμενων, τις εγκαταστάσεις πλοίων και τα υποχρεωτικά μέτρα που αφορούν τέτοιες διευκολύνσεις, εφόσον δεν ισχύει για τον Δούναβη, τη λίμνη Κωνσταντία, τη λίμνη Νόιζιντλ και τα μεθόρια τμήματα άλλων παραμεθόριων υδάτων, αστυνόμευση ποταμών και ναυσιπλοΐας στα εσωτερικά ύδατα, με εξαίρεση τον Δούναβη, τη λίμνη Κωνσταντία, τη λίμνη Νόιζιντλ και τα μεθόρια τμήματα άλλων παραμεθόριων υδάτων,
    7. εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων για έργα που σχετίζονται με αυτά τα θέματα, όπου αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, στο βαθμό που θεωρείται αναγκαία η έκδοση ομοιόμορφων κανονισμών, η έγκριση τέτοιων έργων,
    8. Προστασία των ζώων, στο βαθμό που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ομοσπονδιακής νομοθεσίας σύμφωνα με άλλους κανονισμούς, με εξαίρεση την άσκηση του κυνηγιού ή της αλιείας.
  2. Στον βαθμό που θεωρείται αναγκαία η έκδοση ομοιόμορφων κανονισμών, η διοικητική διαδικασία, οι γενικές διατάξεις του διοικητικού ποινικού δικαίου, η διοικητική ποινική διαδικασία και η διοικητική εκτέλεση επίσης σε θέματα όπου η νομοθεσία ανήκει στα κρατίδια, ορίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Μπορούν να θεσπιστούν αποκλίνοντες κανονισμοί σε ομοσπονδιακούς ή κρατιδιακούς νόμους που διευθετούν τους επιμέρους τομείς διοίκησης μόνο όταν είναι απαραίτητοι για την τακτοποίηση του υπό εξέταση θέματος.
  3. Η ενεργοποίηση διατάξεων στους ομοσπονδιακούς νόμους που εκδίδονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 ανωτέρω εκδίδεται, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε αυτούς τους νόμους, από την Ομοσπονδία. Ο τρόπος δημοσίευσης για την ενεργοποίηση διατάξεων των οποίων το ζήτημα από τα κρατίδια σε θέματα που αφορούν τις παραγράφους 1, εδάφια 4 και 6 είναι εξουσιοδοτημένα από την ομοσπονδιακή νομοθεσία μπορεί να καθορίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.
  4. Η εφαρμογή των νόμων που εκδόθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 2 και των διατάξεων που εκδίδονται σύμφωνα με αυτήν εμπίπτει στην Ομοσπονδία ή στα κρατίδια, ανάλογα με το αν η πράξη που αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας είναι ζήτημα εκτέλεσης από την Ομοσπονδία ή τα κρατίδια.
  5. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι μπορούν να ορίζουν ομοιόμορφα όρια παραγωγής για ατμοσφαιρικούς ρύπους, εφόσον υπάρχει ανάγκη για την έκδοση ομοιόμορφων κανονισμών. Αυτοί δεν μπορούν να υπερβληθούν από τους ομοσπονδιακούς και κρατιδιακούς κανονισμούς που προβλέπονται για τους επιμέρους τομείς της διοίκησης.
  6. Εφόσον θεωρείται ότι υπάρχει ανάγκη για την έκδοση ομοιόμορφων κανονισμών, η ομοσπονδιακή νομοθεσία ορίζει επίσης τη διαδικασία συμμετοχής των πολιτών για σχέδια που διέπονται από το ομοσπονδιακό δίκαιο, τη συμμετοχή στις διοικητικές διαδικασίες μετά τη διαδικασία της συμμετοχής των πολιτών και εξέταση των αποτελεσμάτων της διαδικασίας συμμετοχής των πολιτών κατά τη στιγμή της έκδοσης των απαιτούμενων αδειών για τα εν λόγω έργα καθώς και την έγκριση των έργων που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 εδάφιο 9. Όσον αφορά την εκτέλεση ισχύει η παράγραφος 4.
  7. Στα θέματα που ορίζονται στην παράγραφο 1 εδάφιο 7 και 8, τα ακόλουθα καθήκοντα ανατίθενται στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και στα επιμέρους ομοσπονδιακά υπουργεία έναντι της κρατιδιακής κυβέρνησης:
    1. εξουσία επιθεώρησης μέσω ομοσπονδιακών υπηρεσιών εγγράφων των κρατικών αρχών,
    2. εξουσία να απαιτούνται τη διαβίβαση αναφορών σχετικά με την εκτέλεση των νόμων και διατάξεων που εκδίδονται από την Ομοσπονδία,
    3. εξουσία να απαιτούνται για την προετοιμασία της έκδοσης νόμων και διατάξεων από την Ομοσπονδία όλων των απαραίτητων πληροφοριών σχετικά με την εκτέλεση,
    4. εξουσία σε ορισμένες περιπτώσεις να απαιτούνται πληροφορίες και την παρουσίαση εγγράφων στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την άσκηση άλλων εξουσιών.

Άρθρο 12

  1. Στα ακόλουθα θέματα, η νομοθεσία όσον αφορά τις αρχές είναι το καθήκον της Ομοσπονδίας, το ζήτημα της εφαρμογής των νόμων και της εκτέλεσης τους αφορά τα κρατίδια:
    1. κοινωνική πρόνοια, πληθυσμιακή πολιτική στο βαθμό που δεν εμπίπτει στο άρθρο 10, δημόσια κοινωνικά και προνοιακά ιδρύματα, πρόνοια μητρότητας, βρεφών και εφήβων, νοσοκομεία και γηροκομεία, απαιτήσεις που πρέπει να επιβληθούν για λόγους υγείας σε θέρετρα υγείας, σανατόρια και κέντρα υγείας, φυσικοί θεραπευτικοί πόροι,
    2. δημόσια όργανα για την προσαρμογή των διαφορών εκτός δικαστηρίου,
    3. μεταρρύθμιση της γης, ιδίως μέτρα εξυγίανσης και επανεγκατάσταση,
    4. προστασία των φυτών από ασθένειες και παράσιτα,
    5. θέματα που αφορούν την ηλεκτρική ενέργεια στο βαθμό που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 10,
    6. εργατική νομοθεσία και προστασία των εργαζομένων και των υπαλλήλων στο βαθμό που πρόκειται για εργαζόμενους και υπαλλήλουςς που ασχολούνται στη γεωργία και στη δασοκομία.
  2. Οι θεμελιώδεις νόμοι και οι θεμελιώδεις διατάξεις της ομοσπονδιακής νομοθεσίας καθορίζονται ρητά ως τέτοιες.

Άρθρο 13

  1. Οι αρμοδιότητες της Ομοσπονδίας και των κρατιδίων στον τομέα της φορολογίας θα ορίζονται σε ειδικό ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο («Νόμος περί συνταγματικών οικονομικών»).
  2. Η Ομοσπονδία, τα κρατίδια και οι δήμοι πρέπει να στοχεύουν στην εξασφάλιση ενός συνολικού ισοζυγίου και βιώσιμων ισορροπημένων προϋπολογισμών κατά τη διεξαγωγή των οικονομικών τους υποθέσεων. Πρέπει να συντονίσουν τον προϋπολογισμό τους σε σχέση με αυτούς τους στόχους.
  3. Ομοσπονδία, κρατίδια και δήμοι πρέπει να στοχεύουν στην ισότιμη κατάσταση γυναικών και ανδρών στη χρηματοδότηση.

Άρθρο 14

  1. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις ακόλουθες παραγράφους, η νομοθεσία και η εκτέλεση στον τομέα της σχολικής εκπαίδευσης και στον τομέα της εκπαίδευσης σε θέματα που αφορούν τους ξενώνες μαθητών και σπουδαστών ανήκουν στην Ομοσπονδία. Τα ζητήματα που διευθετούνται στο άρθρο 14α δεν αφορούν τη σχολική εκπαίδευση και την εκπαίδευση κατά την έννοια του παρόντος άρθρου.
  2. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από την παρ. 4, υποπαράγραφο α παρακάτω, η νομοθεσία είναι έργο της Ομοσπονδίας, η εκτέλεση της νομοθεσίας αρμοδιότητα των κρατιδίων σε θέματα που σχετίζονται με τον κωδικό υπηρεσίας και τα δικαιώματα εκπροσώπησης των εκπαιδευτικών σε δημόσια υποχρεωτικά σχολεία. Αυτοί οι ομοσπονδιακοί νόμοι μπορούν να εξουσιοδοτήσουν τα νομοθετικά σώματα των κρατιδίων να εκδίδουν εκτελεστικές διατάξεις σε μεμονωμένες διατάξεις που θα προσδιορίζονται με ακρίβεια. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 6 εφαρμόζονται ανάλογα. Οι εξουσιοδοτικές διατάξεις σχετικά με αυτούς τους νόμους της Ομοσπονδίας, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν, εκδίδονται από την Ομοσπονδία.
  3. Στα ακόλουθα θέματα, η νομοθεσία όσον αφορά τις αρχές είναι καθήκον της Ομοσπονδίας, το ζήτημα της εφαρμογής των νόμων και της εκτέλεσης της δραστηριότητας τους, των κρατιδίων:
    1. σύνθεση και διάταξη, συμπεριλαμβανομένου του διορισμού και της αμοιβής των μελών τους, των διοικητικών συμβουλίων που θα συσταθούν ως μέρος των ομοσπονδιακών σχολικών αρχών,
    2. οργάνωση-πλαίσιο (δομή, οργανωτικά έντυπα, εγκατάσταση, συντήρηση, διάλυση, περιοχές αρμοδιότητας, μεγέθη τάξεων και περίοδοι διδασκαλίας) δημόσιων υποχρεωτικών σχολείων,
    3. οργάνωση πλαισίου ξενώνων μαθητών που διατηρούνται δημόσια και παρέχονται αποκλειστικά ή κυρίως για μαθητές υποχρεωτικών σχολείων,
    4. επαγγελματικά προσόντα απασχόλησης για νηπιαγωγούς και εκπαιδευτικούς βοηθούς που θα απασχοληθούν από τα κρατίδια, δήμους ή δημοτικούς συλλόγους στα κέντρα και ξενώνες σπουδαστών που παρέχονται αποκλειστικά ή κυρίως για μαθητές υποχρεωτικών σχολείων.
  4. Στα ακόλουθα ζητήματα, η νομοθεσία και η εκτέλεση είναι έργο των κρατιδίων:
    1. αρμοδιότητα των αρχών, βάσει των νόμων που θεσπίστηκαν σύμφωνα με την παρ. 2 ανωτέρω, να ασκούν το προνόμιο της υπηρεσίας έναντι των εκπαιδευτικών σε δημόσια υποχρεωτικά σχολεία, νόμοι των κρατιδίων που προβλέπουν ότι οι ομοσπονδιακές σχολικές αρχές πρέπει να συμμετέχουν σε διορισμούς, άλλες επιλογές για θέσεις υπηρεσίας και βραβεύσεις, καθώς και σε επιλεξιμότητα και πειθαρχικές διαδικασίες. Συμμετοχή σε διορισμούς, άλλες επιλογές για θέσεις υπηρεσίας και βραβεύσεις θα περιλαμβάνουν σε κάθε περίπτωση δικαίωμα διορισμού εκ μέρους της αρχικής ομοσπονδιακής σχολικής αρχής. Σύμφωνα με τους νόμους του κρατιδίου μπορεί να αποδειχθεί ότι η προνομιακή υπηρεσία έναντι των εκπαιδευτικών για δημόσια υποχρεωτικά σχολεία εκπληρώνεται από την αντίστοιχη σχολική υπηρεσία της Ομοσπονδίας, η οποία δεσμεύεται από οδηγίες της κυβέρνησης της γης.
    2. το σύστημα νηπιαγωγείου και το σύστημα ολοήμερων σχολείων.
  5. Στα ακόλουθα ζητήματα, η νομοθεσία και η εκτέλεση είναι, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των παραγράφων 2 έως 4 ανωτέρω, υπόθεση της Ομοσπονδίας:
    1. δημόσια σχολεία πρακτικής, πρότυπα νηπιαγωγεία, πρότυπα ολοήμερα σχολεία και ξενώνες μαθητών πρότυπων σχολείων που συνδέονται με ένα δημόσιο σχολείο με σκοπό την πρακτική διδασκαλία, όπως παρέχεται από το πρόγραμμα σπουδών,
    2. δημόσιοι ξενώνες σπουδαστών που προορίζονται αποκλειστικά ή κυρίως για μαθητές των σχολείων πρακτικής που αναφέρονται στην υποπαράγραφο παραπάνω,
    3. κώδικας υπηρεσίας και δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εκπαιδευτικών, βοηθών εκπαίδευσης και δασκάλων στα δημόσια ιδρύματα που αναφέρονται στις υποπαραγράφους 1 και 2 παραπάνω.
5α. Η δημοκρατία, η ανθρωπότητα, η αλληλεγγύη, η ειρήνη και η δικαιοσύνη, καθώς και η διαφάνεια και η ανοχή απέναντι στους ανθρώπους είναι οι στοιχειώδεις αξίες του σχολείου, βάσει των οποίων διασφαλίζει για ολόκληρο τον πληθυσμό, ανεξάρτητα από την καταγωγή, την κοινωνική κατάσταση και το οικονομικό υπόβαθρο το ανώτατο εκπαιδευτικό επίπεδο, μόνιμη προστασία και ανάπτυξη της βέλτιστης ποιότητας. Σε μια συνεργατική σχέση μεταξύ μαθητών, γονέων και δασκάλων, τα παιδιά και οι ανήλικοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα για βέλτιστη πνευματική, διανοητική και σωματική ανάπτυξη που τους επιτρέπει να γίνουν υγιείς, να έχουν αυτοπεποίθηση, χαρά, προσανατολισμό στην απόδοση, να είναι αξιέπαινοι, ταλαντούχοι και δημιουργικοί άνθρωποι ικανοί να αναλάβουν την ευθύνη για τον εαυτό τους, τους συνανθρώπους τους, το περιβάλλον και τις επόμενες γενιές, προσανατολισμένοι σε κοινωνικές, θρησκευτικές και ηθικές αξίες Οποιοσδήποτε ανήλικος, σύμφωνα με την εξέλιξη και την εκπαιδευτική του πορεία, οδηγείται σε ανεξάρτητη κρίση και κοινωνική κατανόηση, είναι ανοιχτός στην πολιτική, θρησκευτική και ιδεολογική σκέψη των άλλων και μπορεί να συμμετάσχει στην πολιτιστική και οικονομική ζωή της Αυστρίας, της Ευρώπης και του κόσμου και συμμετέχει στα κοινά καθήκοντα της ανθρωπότητας, στην αγάπη για την ελευθερία και την ειρήνη.
6. Τα σχολεία είναι ιδρύματα στα οποία οι μαθητές πρέπει να εκπαιδεύονται μαζί σύμφωνα με ένα ολοκληρωμένο σταθερό πρόγραμμα σπουδών και στο οποίο, σε σχέση με τη μετάδοση γνώσεων και δεξιοτήτων, επιδιώκεται ένας ολοκληρωμένος εκπαιδευτικός στόχος. Δημόσια σχολεία είναι εκείνα τα σχολεία που ιδρύονται και συντηρούνται από τις αρχές που απαιτείται με βάση τον νόμο. Η Ομοσπονδία είναι η αρχή που απαιτείται από τον νόμο στον βαθμό που η νομοθεσία και η εκτέλεση σε θέματα που σχετίζονται με την ίδρυση, τη συντήρηση και τη διάλυση δημόσιων σχολείων είναι έργο της Ομοσπονδίας. Το ομόσπονδο κράτος ή, σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις των κρατιδίων, ο δήμος ή ένας δημοτικός σύλλογος είναι η αρχή που απαιτείται από τον νόμο, στον βαθμό που η νομοθεσία ή η εκτελεστική νομοθεσία και η εκτέλεση σε θέματα που αφορούν την ίδρυση, τη συντήρηση και τη διάλυση δημόσιων σχολείων είναι έργο του η γη. Η είσοδος στο δημόσιο σχολείο είναι ανοιχτή σε όλους χωρίς διάκριση γέννησης, φύλου, φυλής, περιουσίας, τάξης, γλώσσας και θρησκείας, και από άλλες απόψεις εντός των ορίων των νόμιμων απαιτήσεων. Το ίδιο ισχύει ανάλογα με τα νηπιαγωγεία, τα ημερήσια σχολεία και τους ξενώνες σπουδαστών.
6α. Η νομοθεσία πρέπει να παρέχει ένα διαφοροποιημένο σχολικό σύστημα το οποίο οργανώνεται σύμφωνα με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα τουλάχιστον στα γενικά εκπαιδευτικά και επαγγελματικά σχολεία και σύμφωνα με το επίπεδο εκπαίδευσης στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, στο οποίο θα παρέχεται περαιτέρω επαρκής διάκριση για τα σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
7. Τα ιδιωτικά σχολεία είναι διαφορετικά από τα δημόσια σχολεία. Αποκτούν καθεστώς δημόσιου σχολείου σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις.
7α. Η υποχρεωτική σχολική φοίτηση είναι τουλάχιστον εννέα χρόνια και υπάρχει επίσης υποχρεωτική επαγγελματική σχολική φοίτηση.
8. Η Ομοσπονδία έχει το δικαίωμα, σε θέματα τα οποία σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 που εκτελούνται από τα κρατίδια, λαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την τήρηση των νόμων και διατάξεων που εκδίδονται βάσει αυτών των παραγράφων και μπορεί για το σκοπό αυτό να διορίσει υπαλλήλους σε σχολεία και ξενώνες σπουδαστών. Εάν παρατηρηθούν ελλείψεις, μπορεί να δοθεί εντολή στον κυβερνήτη (άρθρο 20 παράγραφος 1) να αποκαταστήσει τις ελλείψεις εντός της κατάλληλης προθεσμίας. Ο κυβερνήτης πρέπει να μεριμνήσει για την αποκατάσταση των ελλείψεων σύμφωνα με τις νομοθετικές διατάξεις και, για να πραγματοποιήσει την εκτέλεση αυτών των οδηγιών, υποχρεούται επίσης να χρησιμοποιήσει τα μέσα που έχει στη διάθεσή του ως αρχή που ενεργεί για λογαριασμό του ομόσπονδου κράτους σε αυτόνομη σφαίρα αρμοδιοτήτων.
9. Οι γενικοί κανόνες των άρθρων 10 και 21 σχετικά με την κατανομή αρμοδιοτήτων για τη νομοθεσία και την εκτέλεση σχετικά με τους όρους υπηρεσίας με την Ομοσπονδία, τα κρατίδια, τους δήμους και τους δημοτικούς συλλόγους ισχύουν όσον αφορά τον κώδικα υπηρεσίας για εκπαιδευτικούς, βοηθούς εκπαίδευσης και νηπιαγωγούς, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τις προηγούμενες παραγράφους. Το ίδιο ισχύει και για τα δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εκπαιδευτικών, των βοηθών εκπαίδευσης και των νηπιαγωγών.
10. Σε θέματα που αφορούν την ελεύθερη παρακολούθηση των σχολείων και τη σχέση μεταξύ σχολείου και εκκλησιών (θρησκευτικών συλλόγων), συμπεριλαμβανομένης της θρησκευτικής διδασκαλίας στο σχολείο, το Εθνικό Συμβούλιο, όσον αφορά θέματα που αφορούν πανεπιστήμια και κολέγια, μπορεί να ψηφίσει ομοσπονδιακή νομοθεσία μόνο παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών και με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων. Το ίδιο ισχύει εάν οι αρχές της παραγράφου 6α παραμεριστούν και για την επικύρωση κρατικών συνθηκών που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στα προαναφερθέντα θέματα και που εμπίπτουν στην κατηγορία που ορίζεται στο άρθρο 50.
11. (Σημείωση: καταργήθηκε από το άρθρο 1 υποπαράγραφος 2 BVG, F. L. G. αρ. 316/1975)

Άρθρο 14α

  1. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις ακόλουθες παραγράφους, η νομοθέτηση και η εκτέλεση των νόμων αποτελούν αρμοδιότητα των κρατιδίων όσον αφορά τη γεωργική και δασική εκπαίδευση καθώς και τη γεωργική και δασική εκπαίδευση σε θέματα που αφορούν ξενώνες σπουδαστών και σε θέματα που σχετίζονται με τον κώδικα της υπηρεσίας και τα δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εκπαιδευτικών και των βοηθών εκπαίδευσης στα σχολεία και τους ξενώνες σπουδαστών που εμπίπτουν στο παρόν άρθρο Τα θέματα που αφορούν την κατάρτιση στο κολέγιο και το πανεπιστήμιο δεν εμπίπτουν στη γεωργική και δασική εκπαίδευση.
  2. Η νομοθέτηση και η εκτέλεση των νόμων είναι αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας στα ακόλουθα θέματα:
    1. δευτεροβάθμια γεωργικά και δασοκομικά σχολεία και σχολεία για την κατάρτιση και τη συμπληρωματική κατάρτιση των εκπαιδευτικών σε αγροτικές και δασοκομικές σχολές,
    2. τεχνικά κολέγια για την εκπαίδευση υπαλλήλων δασοκομίας,
    3. δημόσια γεωργικά και δασοκομικά τεχνικά κολέγια που συνδέονται οργανωτικά με ένα από τα δημόσια σχολεία που αναφέρονται στα εδάφια 1 και 2 παραπάνω ή με ένα ομοσπονδιακό ινστιτούτο γεωργικών και δασικών ερευνών για τη διασφάλιση της παροχής των μαθημάτων που έχουν προγραμματιστεί στα προγράμματα σπουδών,
    4. ξενώνες σπουδαστών αποκλειστικά ή κυρίως για μαθητές των σχολείων που αναφέρονται στα εδάφια 1 έως 3 παραπάνω.
    5. κώδικας υπηρεσίας και δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εκπαιδευτικών και των εκπαιδευτικών βοηθών στους θεσμούς που αναφέρονται στις υποπαραγράφους 1 έως 4,
    6. επιχορηγήσεις για δαπάνες προσωπικού των παραπάνω γεωργικών και δασοκομικών σχολών,
    7. Ομοσπονδιακά γεωργικά και δασονομικά ινστιτούτα τα οποία συνδέονται οργανωτικά με μια γεωργική και δασική σχολή που υποστηρίζεται από την Ομοσπονδία για να διασφαλιστεί η παροχή των μαθημάτων που έχουν προγραμματιστεί στα προγράμματα σπουδών αυτών των σχολείων.
  3. Εκτός από τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παραπάνω, η νομοθέτηση είναι έργο της Ομοσπονδίας, ενώ η εκτέλεση της, έργο των κρατιδίων, στα εξής θέματα:
    1. θρησκευτική διδασκαλία,
    2. κώδικας υπηρεσίας και τα δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εκπαιδευτικών σε δημόσια γεωργικά και δασοκομικά επαγγελματικά σχολεία και τεχνικά κολέγια και εκπαιδευτικών βοηθών σε ξενώνες σπουδαστών που διατηρούνται δημόσια αποκλειστικά ή κυρίως για μαθητές αυτών των σχολών, εκτός από θέματα επίσημης αρμοδιότητας για την άσκηση του προνόμιο υπηρεσίας έναντι αυτών των δασκάλων και εκπαιδευτικών βοηθών.

Τα νομοθετικά σώματα των κρατιδίων μπορούν να εξουσιοδοτηθούν σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς νόμους που εκδίδονται βάσει των διατάξεων του εδαφίου 2 ανωτέρω για την έκδοση εκτελεστικών διατάξεων για μεμονωμένους κανονισμούς που θα προσδιορίζονται επακριβώς σχετικά. Οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 6 εφαρμόζονται ανάλογα. Η Ομοσπονδία θα εκδίδει, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, τις διατάξεις για την ομοσπονδιακή νομοθεσία.

  1. Η νομοθεσία όσον αφορά τις αρχές είναι καθήκον της Ομοσπονδίας, ενώ το ζήτημα της εφαρμογής των νόμων και της εκτέλεσης τους είναι καθήκον των κρατιδίων στα εξής:
    1. όσον αφορά τις γεωργικές και δασοκομικές επαγγελματικές σχολές σε θέματα που αφορούν τους ορισμούς του εκπαιδευτικού στόχου, τα υποχρεωτικά μαθήματα, και τα δωρεάν δίδακτρα, καθώς και σε θέματα που αφορούν την υποχρεωτική εκπαίδευση και τη μεταφορά από σχολείο σε ένα κρατίδιο σε σχολείο σε άλλο κρατίδιο,
    2. όσον αφορά τις γεωργικές και δασοκομικές τεχνικές σχολές σε θέματα που σχετίζονται με τον ορισμό των προϋποθέσεων εισδοχής, τους εκπαιδευτικούς στόχους, τις οργανωτικές φόρμες, την έκταση της διδασκαλίας και τα υποχρεωτικά μαθήματα, δωρεάν δίδακτρα και τη μεταφορά από σχολείο σε ένα κρατίδιο σε σχολείο σε άλλο κρατίδιο,
    3. σε θέματα που αφορούν το δημόσιο καθεστώς των ιδιωτικών σχολών επαγγελματικής γεωργίας και δασοκομίας και των κολλεγίων κατάρτισης, με εξαίρεση τα σχολεία που εμπίπτουν στην παράγραφο 2 εδάφιο 2 ανωτέρω,
    4. Όσον αφορά την οργάνωση και την αρμοδιότητα των συμβουλευτικών συμβουλίων τα οποία στα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραπάνω συμμετέχουν στην εκτέλεση από τα κρατίδια.
  2. Η ίδρυση των γεωργικών και δασοκομικών τεχνικών κολεγίων και ερευνητικών ιδρυμάτων που ορίζονται στις παραγράφους 2, εδάφια 3 και 7, είναι παραδεκτή μόνο εάν η κυβέρνηση του κρατιδίου στο οποίο βρίσκεται η επαγγελματική σχολή ή αντίστοιχα το τεχνικό κολέγιο έχει την τοποθεσία που έχει συμφωνηθεί με το ίδρυμα. Αυτή η συμφωνία δεν είναι απαραίτητη εάν το ίδρυμα αφορά μια γεωργική και δασοκομική σχολή η οποία πρόκειται να συνδεθεί οργανωτικά με ένα σχολείο για την κατάρτιση και τη συμπληρωματική κατάρτιση των δασκάλων και των γεωργικών και δασοκομικών σχολών για να εξασφαλιστεί η παροχή των μαθημάτων που έχουν προγραμματιστεί στα προγράμματα σπουδών τους.
  3. Εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας να μεριμνά για την τήρηση των κανονισμών που εκδίδει σε θέματα των οποίων η εκτέλεση σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 ισχύει για τα κρατίδια.
  4. Οι διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 5α, 6, 6α, 7, 7α και 9 ισχύουν επίσης αντίστοιχα για τις καθορισμένες σφαίρες
  5. Το άρθρο 14 παρ. 10 ισχύει ανάλογα.

Άρθρο 14β

  1. Η νομοθέτηση σχετικά με θέματα δημοσίων διαγωνισμών, στον βαθμό που δεν υπόκειται στην παράγραφο 3, είναι αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας.
  2. Η εκτέλεση της νομοθεσίας στα θέματα της παραγράφου 1 είναι
    1. Αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας σχετικά με
      1. την ανάθεση συμβάσεων από την Ομοσπονδία,
      2. την ανάθεση συμβάσεων από δωρεές, κεφάλαια και ιδρύματα κατά την έννοια του άρθρου 126β παράγραφος 1,
      3. την ανάθεση συμβάσεων από επιχειρήσεις με την έννοια του άρθρου 126β παράγραφος 2, εάν το χρηματοοικονομικό μερίδιο ή η επιρροή της Ομοσπονδίας που προκαλείται από άλλα χρηματοοικονομικά ή άλλα οικονομικά ή οργανωτικά μέτρα, είναι τουλάχιστον ίση με το χρηματοοικονομικό μερίδιο ή την επιρροή του κρατιδίου,
      4. την ανάθεση συμβάσεων από αυτοδιοικούμενους οργανισμούς που ορίζονται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία,
      5. η ανάθεση συμβάσεων από νομικά πρόσωπα που δεν αναφέρονται στα εδάφια 1 έως 4 και υποπαρ. 2 α έως δ,
        1. χρηματοδοτείται από την Ομοσπονδία, εάν η οικονομική συνεισφορά της Ομοσπονδίας είναι τουλάχιστον ίση με εκείνη του κρατιδίου,
        2. που αφορούν τη διαχείριση υπόκεινται σε έλεγχο από την Ομοσπονδία, στο βαθμό που η ανάθεση δεν υπόκειται στις υποπαραγράφους παραπάνω,
        3. της οποίας τα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά όργανα αποτελούνται από μέλη που έχουν διοριστεί από την Ομοσπονδία, εάν η Ομοσπονδία έχει διορίσει τουλάχιστον ίσο αριθμό μελών όπως το κρατίδιο, στο βαθμό που η ανάθεση δεν υπόκειται στις υποπαραγράφους παραπάνω,
      6. την από κοινού ανάθεση συμβάσεων από την Ομοσπονδία και τα κρατίδια, στο βαθμό που δεν υπόκεινται στην υποπαράγραφο 1, καθώς και την από κοινού ανάθεση συμβάσεων από διάφορα κρατίδια,
      7. την ανάθεση συμβάσεων από νομικές οντότητες που δεν κατονομάζονται στα εδάφια 1 έως 6 και στην υποπαράγραφο 2,
    2. αρμοδιότητα των κρατιδίων σχετικά με
      1. την ανάθεση συμβάσεων από το ομόσπονδο κρατίδιο, τους δήμους και τις ενώσεις δήμων,
      2. την ανάθεση συμβάσεων από δωρεές, κεφάλαια και ιδρύματα κατά την έννοια του άρθρου 127 παράγραφος 1 και του άρθρου 127 α παράγραφος 1 και 8,
      3. την ανάθεση συμβάσεων από επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 126β παράγραφος 2, στο βαθμό που δεν υπόκειται στην υποπαράγραφο 1 εδάφιο 3, καθώς και στην ανάθεση συμβάσεων από επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 127 παρ. 3 και του άρθρου 127α παρ. 3 και 8,
      4. την ανάθεση συμβάσεων από αυτοδιοικούμενες νομικές οντότητες που έχουν δημιουργηθεί από το κρατιδιακό νόμο,
      5. η ανάθεση συμβάσεων από νομικά πρόσωπα που δεν αναφέρονται στην υποπαράγραφο 1 εδαφ. 1 έως 4,
        1. χρηματοδοτείται από το ομόσπονδο κράτος ή από κοινού με την Ομοσπονδία ή άλλο κρατίδιο, στον βαθμό που δεν υπόκειται στην υποπαράγραφο 1 εδάφ. 5 υποπαράγραφος 1,
        2. σε ότι αφορά τη διαχείρισή του υπόκειται στον έλεγχο από το ομόσπονδο κράτος, στον βαθμό που τη ανάθεση δεν υπόκειται στην υποπαράγραφο 1 εδάφ. 5 υποπαράγραφος 1 ή 2,
        3. στα διοικητικά, διαχειριστικά ή εποπτικά όργανα που αποτελούνται από μέλη που έχουν διοριστεί από το ομόσπονδο κράτος στον βαθμό που δεν υπόκεινται στην υποπαράγραφο 1 εδάφ. 5 υποπαράγραφοι 1 έως 3 ή υποπαράγραφοι 1 ή 2,
      6. την από κοινού ανάθεση συμβάσεων από την Ομοσπονδία και τα κρατίδια, στον βαθμό που δεν υπόκεινται στην υποπαράγραφο 1 εδάφ. 6, καθώς και την από κοινού ανάθεση συμβάσεων από διάφορα κρατίδια.

Οι δήμοι, ανεξάρτητα από τον αριθμό των κατοίκων τους, θεωρούνται νομικές οντότητες οι οποίες κατά την έννοια της υποπαραγράφου 1 εδάφια 2 και 3 και της υποπαραγράφου 2 εδάφια 2 και 3 υπόκεινται στη δικαιοδοσία της δημόσιας υπηρεσίας ελέγχου. Στο πλαίσιο της υποπαραγράφου 1 εδάφια 2, 3, 5 και 6, οι διαγωνισμοί υπό την έννοια της υποπαραγράφου 1 κατανέμονται στην Ομοσπονδία και οι διαγωνισμοί κατά την έννοια της υποπαραγράφου 2 στο αντίστοιχο κρατίδιο. Εάν σύμφωνα με την υποπαράγραφο 2 εδάφια 3, 5 ή 6 εμπλέκονται αρκετά κρατίδια, η αρμοδιότητα για την εκτέλεση εξαρτάται από την υπεροχή του κριτηρίου το οποίο είναι ή σύμφωνα με το αντίστοιχο εδάφιο (υποεδάφιο) της υποπαραγράφου 1 όπως νοείται για την οριοθέτηση της αρμοδιότητας για την εκτέλεση της Ομοσπονδίας από τη θέση του κρατιδίου, μετά από την έδρα του διαγωνιζόμενου, στη συνέχεια από την κεντρική τοποθεσία της επιχειρηματικής δραστηριότητας του διαγωνισμού, και μετά από την έδρα (κύρια κατοικία) του ιδρύματος ανάθεσης. Εάν, ωστόσο, δεν μπορεί να προσδιοριστεί η αρμοδιότητα, το συμμετέχον κρατίδιο είναι αρμόδιο, το οποίο, κατά τη στιγμή του θεσμού της διαδικασίας ανάθεσης, ή πλέον πρόσφατα προεδρεύει του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.

  1. Αρμοδιότητα του κρατιδίου είναι η νομοθεσία και η εκτέλεση σε θέματα επανεξέτασης στο πλαίσιο της ανάθεσης συμβάσεων από διαγωνιζόμενους κατά την έννοια της παραγράφου 2 εδάφιο 2.
  2. Η Ομοσπονδία πρέπει να δώσει στα κρατίδια την ευκαιρία να συμμετάσχουν στην προετοιμασία των νομοσχεδίων στα θέματα της παραγράφου 1. Ομοσπονδιακός νόμος βάσει της παραγράφου 1 που πρόκειται να εκδοθεί, που διέπει θέματα των οποίων η εκτέλεση ανήκει στα κρατίδια, μπορεί να δημοσιευθεί μόνο μετά την έγκριση των κρατιδίων.
  3. Οι εκτελεστικές διατάξεις σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία σύμφωνα με την παράγραφο 1 εκδίδονται από την Ομοσπονδία, στο βαθμό που οι νόμοι αυτοί δεν προβλέπουν διαφορετικά. Η παράγραφος 4 και το άρθρο 42α πρέπει να εφαρμόζονται αναλόγως σε τέτοιες διατάξεις εκτέλεσης.
  4. (Σημείωση: καταργήθηκε από το F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 15

  1. Εφόσον ένα ζήτημα δεν εκχωρείται ρητά από το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα στην Ομοσπονδία για νομοθέτηση ή και για εκτέλεση, παραμένει εντός της αυτόνομης σφαίρας αρμοδιότητας των κρατιδίων.
  2. Σε θέματα τοπικής διοίκησης δημόσιας ασφάλειας, όπως το τμήμα της διοίκησης δημόσιας ασφάλειας που επηρεάζει αποκλειστικά ή υπερισχύει τα συμφέροντα της τοπικής κοινότητας που εξατομικεύεται από τον δήμο και το οποίο, όπως η διατήρηση της δημόσιας αξιοπρέπειας και της άμυνας κατά της διατάραξης της τάξης, μπορεί να αναληφθεί κατάλληλα από την κοινότητα εντός των τοπικών της ορίων, αλλά η Ομοσπονδία έχει την εξουσία να εποπτεύει την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων από τον δήμο και να αποκαθιστά τυχόν παρατηρούμενες ελλείψεις με οδηγίες προς τον κυβερνήτη (άρθρο 103). Οι επιθεωρητικές αρχές της Ομοσπονδίας μπορούν για το σκοπό αυτό να ανατεθούν στον δήμο. Σε κάθε περίπτωση ο κυβερνήτης ενημερώνεται σχετικά.
  3. Οι διατάξεις της κρατιδιακής νομοθεσίας σε θέματα που σχετίζονται με θέατρα και κινηματογράφους, δημόσιες παραστάσεις, παραστάσεις και ψυχαγωγίες, ανατίθενται, για περιοχές ενός δήμου στις οποίες η αστυνομική διεύθυνση ενός κρατιδίου είναι ταυτόχρονα αρχή ασφαλείας, στην αστυνομική διεύθυνση του ομόσπονδου κράτους, τουλάχιστον στην εποπτεία των εκδηλώσεων, στο βαθμό που αυτό δεν επεκτείνεται στην τεχνική λειτουργία, στη σύσταση της αστυνομίας και πυροσβεστικής, καθώς και στη συμμετοχή της διοίκησης στο αρχικό στάδιο της χορήγησης αδειών όπως ορίζεται από τη σχετική νομοθεσία.
  4. Ο βαθμός στον οποίο ισχύει η εκτελεστική ευθύνη στον τομέα της τροχαίας αστυνόμευσης, εκτός από την τοπική αστυνομία (άρθρο 118 παρ. 3 εδάφιο 4) και την αστυνόμευση των ποταμών και της ναυσιπλοΐας στον Δούναβη, τη λίμνη Κωνσταντία, τη λίμνη Νόιζιντλ και τα όρια άλλων παραμεθόριων υδάτων, για περιοχές ενός δήμου όπου η αστυνομική διεύθυνση ενός εδάφους είναι ταυτόχρονα αρχή ασφαλείας, που ανατίθεται στην αστυνομική διεύθυνση του ομόσπονδου κράτους, ορίζεται στους αντίστοιχους νόμους της Ομοσπονδίας και του σχετικού κρατιδίου.
  5. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)
  6. Στο μέτρο που μόνο η νομοθέτηση όσον αφορά τις αρχές έχει οριστεί στην Ομοσπονδία, η λεπτομερής εφαρμογή στο πλαίσιο που ορίζει ο ομοσπονδιακός νόμος εναπόκειται στα νομοθετικά σώματα των κρατιδίων. Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να ορίσει για το ζήτημα της εκτελεστικής νομοθεσίας προθεσμία που δεν μπορεί, χωρίς τη συγκατάθεση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, να είναι μικρότερη των έξι μηνών και όχι μεγαλύτερη από ένα έτος. Εάν ένα ομόσπονδο κράτος δεν τηρήσει αυτήν την προθεσμία, η αρμοδιότητα για την έκδοση της εκτελεστικής νομοθεσίας μεταβιβάζεται από το εν λόγω κρατίδιο στην Ομοσπονδία. Μόλις το κρατίδιο εκδώσει την εκτελεστική νομοθεσία, η Ομοσπονδία αποσύρεται. Εάν η Ομοσπονδία δεν έχει θεσπίσει θεσμούς, το νομοθετικό σώμα του κρατιδίου είναι ελεύθερο να διευθετήσει τέτοια ζητήματα. Μόλις η Ομοσπονδία θεσπίσει αρχές, οι διατάξεις των νόμων του κρατιδίου πρέπει εντός της προθεσμίας που θα ορίσει ο ομοσπονδιακός νόμος να προσαρμοστούν στη νομοθεσία όσον αφορά το βασικό δίκαιο.
  7. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)
  8. Σε θέματα που διέπονται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12, η ​​Ομοσπονδία έχει το δικαίωμα να ελέγχει την τήρηση των κανονισμών που έχει εκδώσει.
  9. Στο πλαίσιο της νομοθέτησής τους, τα κρατίδια εξουσιοδοτούνται να προβούν στις αναγκαίες διατάξεις και στον τομέα του ποινικού και αστικού δικαίου για τη ρύθμιση ενός θέματος.
  10. Η κρατιδιακή νομοθεσία που μεταβάλλει ή ρυθμίζει με νέους τρόπους την υπάρχουσα οργάνωση της κοινής δημόσιας διοίκησης στο κρατίδιο, μπορεί να εκδοθεί μόνο με τη συγκατάθεση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Σε μια τέτοια κρατιδιακή νομοθεσία, η διασυνοριακή συνεργασία των περιφερειακών διοικητικών αρχών, συμπεριλαμβανομένων των πόλεων με δική τους χάρτα (άρθρο 116 παράγραφος 3), μπορεί επίσης να προβλεφθεί η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων των αρχών,
    1. εάν αφορά διαδικασίες, οι οποίες δεν είναι συχνές και απαιτούν υψηλό βαθμό εμπειρογνωμοσύνης, ή,
    2. προκειμένου να διευκολυνθεί ο χειρισμός των αρμοδιοτήτων εκτός των ωρών γραφείου για το ευρύ κοινό.

Άρθρο 15α

  1. Η Ομοσπονδία και τα κρατίδια μπορούν να συνάπτουν μεταξύ τους συμφωνίες για θέματα που εμπίπτουν στην αντίστοιχη αρμοδιότητά τους. Η σύναψη τέτοιων συμφωνιών στο όνομα της Ομοσπονδίας, εξαρτάται από το θέμα, από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή τους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς. Οι συμφωνίες που είναι δεσμευτικές και για τις αρχές του ομοσπονδιακού νομοθετικού σώματος μπορούν να συναφθούν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση μόνο με την έγκριση του εθνικού συμβουλίου. Το άρθρο 50 παράγραφος 3 εφαρμόζεται κατ' αναλογία σε τέτοια ψηφίσματα του Εθνικού Συμβουλίου, τα οποία δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
  2. Οι συμφωνίες μεταξύ των κρατιδίων μπορούν να γίνουν μόνο για θέματα που σχετίζονται με την αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητάς τους και πρέπει να γνωστοποιηθούν χωρίς καθυστέρηση στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
  3. Οι αρχές του διεθνούς δικαίου σχετικά με τις συνθήκες εφαρμόζονται σε συμφωνίες κατά την έννοια της παραγράφου 1 ανωτέρω. Το ίδιο ισχύει και για συμφωνίες κατά την έννοια της παραγράφου 2 παραπάνω, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από τους αντίστοιχους συνταγματικούς νόμους του εν λόγω κρατιδίου.

Άρθρο 16

  1. Σε θέματα που εμπίπτουν στη δική τους αρμοδιότητα, τα κρατίδια μπορούν να συνάπτουν συνθήκες με κράτη ή τα συστατικά τους κρατίδια, που συνορεύουν με την Αυστρία.
  2. Ο κυβερνήτης πρέπει να ενημερώσει την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση πριν από την έναρξη διαπραγματεύσεων σχετικά με μια τέτοια συνθήκη. Η έγκριση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης πρέπει να ληφθεί από τον κυβερνήτη πριν από τη σύναψή της. Η έγκριση θεωρείται ότι έχει δοθεί εάν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση σε διάστημα οκτώ εβδομάδων από την ημέρα αποστολής της αίτηση φτάσει στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία, αναφερθεί στον Κυβερνήτη ότι η αίτηση δεν εγκρίνεται. Η εξουσιοδότηση για την έναρξη διαπραγματεύσεων και τη σύναψη της συνθήκης ανατίθεται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο μετά από σύσταση της κυβέρνησης του κρατιδίου και με την αντιπροσώπευση του κυβερνήτη.
  3. Οι συνθήκες που συνάπτονται από ένα ομόσπονδο κράτος σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανωτέρω ανακαλούνται κατόπιν αιτήματος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Εάν ένα ομόσπονδο κράτος δεν συμμορφώνεται δεόντως με αυτήν την υποχρέωση, η αρμοδιότητα στο θέμα μεταβιβάζεται στην Ομοσπονδία.
  4. Το κρατίδιο υποχρεούται να λάβει μέτρα τα οποία στο πλαίσιο της αυτόνομης αρμοδιότητάς τους καθίστανται απαραίτητα για την εφαρμογή διεθνών συνθηκών. Σε περίπτωση που ένα ομόσπονδο κράτος δεν συμμορφωθεί έγκαιρα με αυτήν την υποχρέωση, η αρμοδιότητα για τέτοια μέτρα, ιδίως για την έκδοση των απαραίτητων νόμων, μεταβιβάζεται στην Ομοσπονδία. Ένα μέτρο που λαμβάνεται από την Ομοσπονδία σύμφωνα με την παρούσα διάταξη, ιδίως το ζήτημα αυτού του νόμου ή η έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος καθίσταται άκυρο μόλις το ομόσπονδο κράτος λάβει τα απαραίτητα μέτρα.
  5. Με τον ίδιο τρόπο, η Ομοσπονδία είναι στην περίπτωση εφαρμογής κρατικών συνθηκών που δικαιούνται εποπτεία και σε θέματα που ανήκουν στη σφαίρα αρμοδιότητας των ίδιων των κρατιδίων. Οι εξουσίες που έχουν ανατεθεί στην Ομοσπονδία ενάντια στο κρατίδιο είναι εν προκειμένω οι ίδιες με εκείνες που αφορούν την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση (άρθρο 102).
  6. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F. L. G. No. 1013/1994)

Άρθρο 17 Οι διατάξεις των άρθρων 10 έως 15 όσον αφορά την αρμοδιότητα της νομοθεσίας και την εκτέλεση σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζουν τη θέση της Ομοσπονδίας και των κρατιδίων ως κατόχων αστικών δικαιωμάτων.

Άρθρο 18

  1. Ολόκληρη η δημόσια διοίκηση βασίζεται στο δίκαιο.
  2. Κάθε διοικητική αρχή μπορεί, βάσει του νόμου, να εκδίδει διατάξεις εντός της αρμοδιότητάς της.
  3. Εάν το άμεσο ζήτημα των μέτρων, που απαιτούν, σύμφωνα με το Σύνταγμα, ψήφισμα του Εθνικού Συμβουλίου, καθίσταται απαραίτητο για την αποφυγή προφανών και ανεπανόρθωτων ζημιών στην κοινότητα τη στιγμή που το Εθνικό Συμβούλιο δεν έχει συστηθεί, δεν μπορεί να συνεδριάσει, ή παρεμποδίζεται λόγω ανωτέρας βίας, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί μετά από σύσταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και με δική του ευθύνη να λάβει αυτά τα μέτρα μέσω προσωρινών διατάξεων τροποποίησης του νόμου. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να παρουσιάσει τη σύστασή της με τη συγκατάθεση της μόνιμης υποεπιτροπής που θα διοριστεί από την κύρια επιτροπή του εθνικού συμβουλίου (άρθρο 55, παράγραφος 2). Ένα τέτοιο διάταγμα απαιτεί την αντιυπογραφή της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης.
  4. Κάθε διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 ανωτέρω υποβάλλεται χωρίς καθυστέρηση από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση στο Εθνικό Συμβούλιο, το οποίο εάν δεν συνεδριάζει αυτή τη στιγμή, συγκαλείται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο, εκτός εάν συνέρχεται από τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου μία από τις οκτώ ημέρες μετά την υποβολή. Εντός τεσσάρων εβδομάδων από την υποβολή, το Εθνικό Συμβούλιο πρέπει είτε να ψηφίσει έναν αντίστοιχο ομοσπονδιακό νόμο αντί του διατάγματος είτε να εγκρίνει ψήφισμα που να απαιτεί την ακύρωση του διατάγματος. Στην τελευταία περίπτωση, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να ανταποκριθεί αμέσως σε αυτό το αίτημα. Προκειμένου να εγκριθεί εγκαίρως το ψήφισμα του Εθνικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος υποβάλλει το αργότερο την πρόταση ψηφοφορίας την τελευταία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας των τεσσάρων εβδομάδων. Λεπτομερείς διατάξεις θα οριστούν στον ομοσπονδιακό νόμο για τις Διαρκείς Διατάξεις του Εθνικού Συμβουλίου. Εάν το διάταγμα, σύμφωνα με τις προηγούμενες διατάξεις, ακυρωθεί από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, οι νομικές διατάξεις που είχαν ακυρωθεί από το διάταγμα αρχίζουν να ισχύουν και πάλι την ημέρα έναρξης ισχύος της ακύρωσης.
  5. Οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 παραπάνω ενδέχεται να μην περιέχουν τροποποίηση των διατάξεων του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου και ενδέχεται να έχουν ως προς το θέμα τους ούτε μόνιμη οικονομική επιβάρυνση για την Ομοσπονδία ούτε οικονομική επιβάρυνση για τα κρατίδια ή τους δήμους ούτε οικονομικές δεσμεύσεις για πολίτες ούτε δέσμευση των ομοσπονδιακών περιουσιακών στοιχείων ούτε μέτρα που αφορούν ζητήματα που ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 υποπαράγραφος 11 ούτε, τέλος, όσον αφορά το δικαίωμα συλλογικής ένωσης ή την προστασία των ενοικίων.

Άρθρο 19

  1. Οι ανώτερες εκτελεστικές αρχές είναι ο ομοσπονδιακός πρόεδρος, οι ομοσπονδιακοί υπουργοί και οι υπουργοί, καθώς και τα μέλη των κρατιδιακών κυβερνήσεων.
  2. Το παραδεκτό των δραστηριοτήτων στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας από τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραπάνω και από άλλους δημόσιους λειτουργούς μπορεί να περιοριστεί από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.

Άρθρο 20

  1. Υπό την καθοδήγηση των ανώτερων αρχών της Ομοσπονδίας και των εκλεγμένων λειτουργών των κρατιδίων, οι διορισμένοι ειδικοί λειτουργοί ή οι συμβασιούχοι διορισμένοι λειτουργοί εξασκούν τη διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων. Είναι υπεύθυνοι έναντι των ανωτέρων τους για την άσκηση του αξιώματός τους και, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τους νόμους σύμφωνα με την παράγραφο 2, δεσμεύονται από τις οδηγίες αυτών. Ο υφιστάμενος αξιωματικός μπορεί να αρνηθεί τη συμμόρφωση με μια οδηγία εάν η εντολή δόθηκε από μια αρχή που δεν είναι αρμόδια στο θέμα ή η συμμόρφωση με αυτήν θα παραβίαζε τον ποινικό κώδικα.
  2. Σύμφωνα με τον νόμο, οι λειτουργοί μπορούν
    1. για αξιολόγηση από ειδικούς,
    2. για τον έλεγχου της νομιμότητας της διοίκησης,
    3. με ατζέντα διαιτησίας, διαμεσολάβησης και εκπροσώπησης συμφερόντων,
    4. για τη διασφάλιση του ανταγωνισμού και την εφαρμογή της οικονομικής επιθεώρησης,
    5. για να εποπτεύουν και να ρυθμίζουν τα ηλεκτρονικά μέσα και να υποστηρίζουν τα μέσα ενημέρωσης,
    6. για την εφαρμογή ορισμένων θεμάτων υπηρεσίας και πειθαρχικών κανόνων,
    7. για την εφαρμογή και οργάνωση εκλογών, ή
    8. στον βαθμό που απαιτείται σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

να απαλλαγούν από τις δεσμεύσεις των ανώτερων λειτουργών τους. Οι συνταγματικοί νόμοι των κρατιδίων μπορούν να δημιουργήσουν περαιτέρω κατηγορίες λειτουργών που απαλλάσσονται από τις δεσμεύσεις. Σύμφωνα με τον νόμο, παρέχεται δικαίωμα εποπτείας των ανώτατων αρχών που επαρκεί για το καθήκον των λειτουργών που απαλλάσσονται από δεσμεύσεις, τουλάχιστον το δικαίωμα ενημέρωσης σχετικά με όλες τις πράξεις της δραστηριότητας του λειτουργού να απαλλάσσεται από δεσμεύσεις και - στον βαθμό που τα όργανα δεν υπόκεινται στις υποπαραγράφους 2, 5 και 8 - το δικαίωμα απομάκρυνσης των λειτουργών που απαλλάσσονται από δεσμεύσεις από το αξίωμά τους.

  1. Όλοι οι λειτουργοί στους οποίους έχουν ανατεθεί διοικητικά καθήκοντα ομοσπονδιακού, κρατιδιακού και δημοτικού δικαίου, καθώς και οι λειτουργοί άλλων εταιρειών δημοσίου δικαίου, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τον νόμο, δεσμεύονται για εμπιστευτικότητα για όλες τις πράξεις για τις οποίες έχουν αποκτήσει γνώσεις αποκλειστικά από την επίσημη δραστηριότητά τους, και τα οποία πρέπει να παραμείνουν εμπιστευτικά προς το συμφέρον της διατήρησης της δημόσιας ειρήνης, της τάξης και της ασφάλειας, της συνολικής εθνικής άμυνας, των εξωτερικών σχέσεων, προς το συμφέρον ενός εταιρικού οργανισμού δημοσίου δικαίου, για την προετοιμασία μιας απόφασης ή υπέρ του συμφέροντος των εμπλεκομένων μερών (επίσημο απόρρητο). Δεν υπάρχει επίσημο απόρρητο για τους λειτουργούς που διορίζονται από λαϊκό αντιπροσωπευτικό φορέα εάν ζητούν ρητά τέτοιες πληροφορίες.
  2. Όλοι οι λειτουργοί στους οποίους έχουν ανατεθεί διοικητικά καθήκοντα Ομοσπονδίας, κρατιδίου και δήμου, καθώς και οι λειτουργοί άλλων εταιρειών δημοσίου δικαίου, παρέχουν πληροφορίες σχετικά με θέματα που αφορούν τη σφαίρα αρμοδιότητάς τους, εφόσον αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με νομική υποχρέωση διατήρησης του απορρήτου. Η ευθύνη των επαγγελματικών ενώσεων να παρέχουν πληροφορίες καλύπτει μόνο τα μέλη των αντίστοιχων οργανισμών τους και αυτό στο μέτρο που δεν παρεμποδίζεται η εκπλήρωση των νόμιμων καθηκόντων τους. Οι λεπτομερείς κανονισμοί είναι, όσον αφορά τις ομοσπονδιακές αρχές και την αυτοδιοίκηση που πρέπει να ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο σε σχέση με τη νομοθεσία και την εκτέλεση, καθήκον της Ομοσπονδίας. Όσον αφορά τα κρατίδια και τις δημοτικές αρχές και την αυτοδιοίκηση που ορίζονται από κρατιδιακό νόμο όσον αφορά τη νομοθεσία-πλαίσιο, αυτές είναι δραστηριότητες της Ομοσπονδίας, ενώ η εκτελεστική νομοθεσία και η εκτέλεση είναι καθήκον του κρατιδίου.

Άρθρο 21

  1. Η νομοθέτηση και εκτέλεση σε θέματα που σχετίζονται με τον κώδικα υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων των κανονισμών σχετικά με τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, καθώς και τα δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εργαζομένων των κρατιδίων, των δήμων και των δημοτικών ενώσεων, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στην περίπτωση όλων αυτών όπως στην παράγραφο 2 παρακάτω, και το άρθρα 14 παρ. 2 και 3 εδάφιο 4 και παράγραφο 5 εδάφιο γ και το άρθρο 14α παρ. 2 υποπαράγραφος και την παράγραφο 3 υποπαράγραφο 2, ανήκει στα κρατίδια. Οι διαφορές που προκύπτουν λόγω συμβατικής απασχόλησης διευθετούνται από τα δικαστήρια.
  2. Η νομοθέτηση και η εκτέλεση σε θέματα που αφορούν την προστασία των υπαλλήλων για τους λειτουργούς (παράγραφος 1) και την εκπροσώπηση του προσωπικού των υπαλλήλων των κρατιδίων, στον βαθμό που δεν ασχολούνται με επιχειρήσεις, είναι αρμοδιότητα των κρατιδίων. Στον βαθμό που σύμφωνα με την πρώτη πρόταση τα κρατίδια δεν είναι αρμόδια, τα προαναφερθέντα θέματα εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας.
  3. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τον παρόντα νόμο, η προνομιακή υπηρεσία για τους υπαλλήλους της Ομοσπονδίας ασκείται από τις υψηλότερες αρχές της Ομοσπονδίας. Το προνόμιο της υπηρεσίας σε σχέση με τους υπαλλήλους των κρατιδίων ασκείται από τις υψηλότερες αρχές των κρατιδίων. Στο μέτρο που ο νόμος αυτός προβλέπει εξαιρέσεις όσον αφορά τους υπαλλήλους της Ομοσπονδίας, μπορεί να θεσπιστεί από το συνταγματικό νόμο του κρατιδίου ότι η προνομιακή υπηρεσία έναντι των υπαλλήλων του κρατιδίου ασκείται από αντίστοιχες αρχές.
  4. Η δυνατότητα εναλλαγής της υπηρεσίας μεταξύ της Ομοσπονδίας, των κρατιδίων, των δήμων και των δημοτικών ενώσεων παραμένει εγγυημένη ανά πάσα στιγμή στους δημόσιους υπαλλήλους. Οι νομικές διατάξεις, σύμφωνα με τις οποίες οι χρόνοι υπηρεσίας λαμβάνονται υπόψη διαφορετικά ανάλογα με το εάν είχαν επιδοθεί στην Ομοσπονδία, σε ένα ομόσπονδο κράτος, σε έναν δήμο ή σε μια δημοτική ένωση, δεν είναι αποδεκτές. Προκειμένου να ενεργοποιηθεί ο κώδικας υπηρεσίας, οι κανονισμοί εκπροσώπησης του προσωπικού και το σύστημα προστασίας των εργαζομένων της Ομοσπονδίας, των κρατιδίων και των δήμων αναπτύσσονται παράλληλα, και η Ομοσπονδία και τα κρατίδια ενημερώνουν για τα σχέδιά τους σε αυτά τα θέματα.
  5. Η νομοθεσία μπορεί να το προβλέπει πως:
    1. οι δημόσιοι υπάλληλοι διορίζονται προσωρινά για την εκτέλεση συγκεκριμένων διευθυντικών καθηκόντων ή σε περιπτώσεις όπου αυτό οφείλεται στη φύση του καθήκοντος,
    2. μετά τη λήξη της προσωρινής θητείας ή μετά από αλλαγή στην οργάνωση των αρχών ή των δομών του κώδικα υπηρεσίας από τον νόμο, δεν απαιτείται διορισμός,
    3. δεν απαιτείται διορισμός σε περίπτωση μεταβίβασης ή αλλαγής στην απασχόληση στο βαθμό που η αρμοδιότητα για τον διορισμό ανατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1.
  6. Στις περιπτώσεις της παραγράφου 5 κανείς δεν δικαιούται ισότιμη θέση.

Άρθρο 22 Όλες οι αρχές της Ομοσπονδίας, τα κρατίδια, οι δήμοι και οι δημοτικές ενώσεις καθώς και άλλες αυτοδιοικούμενες οντότητες δεσμεύονται στο πλαίσιο της νομικής τους αρμοδιότητας να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή μεταξύ τους.

Άρθρο 23

  1. Η Ομοσπονδία, τα κρατίδια, οι δήμοι και τα άλλα όργανα και θεσμοί που έχουν συσταθεί βάσει του δημοσίου δικαίου ευθύνονται για τη ζημία που υπέστησαν πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό τους κατά την εκτέλεση των νόμων από παράνομη συμπεριφορά σε οποιονδήποτε.
  2. Τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό μίας από τις νομικές οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραπάνω ευθύνονται γι' αυτό, στο βαθμό που μπορεί να επιβληθεί πρόθεση ή βαριά αμέλεια, για τη ζημία για την οποία το νομικό πρόσωπο έχει αποζημιώσει τον ζημιωθέντα.
  3. Τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό μίας από τις νομικές οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραπάνω ευθύνονται για τη ζημία η οποία προκαλείται στη νομική οντότητα κατά την εκτέλεση των νόμων υπό έκνομη συμπεριφορά.
  4. Οι λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τις παραγράφους 1 έως 3 ανωτέρω θα γίνουν από ομοσπονδιακό νόμο.
  5. Ένας ομοσπονδιακός νόμος μπορεί επίσης να προβλέπει σε ποιο βαθμό ισχύουν ειδικές διατάξεις που αποκλίνουν από τις αρχές που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 3 ανωτέρω στον τομέα των ταχυδρομείων και των τηλεπικοινωνιών.

Β. Ευρωπαϊκή Ένωση Επεξεργασία

Άρθρο 23α

  1. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται στην Αυστρία σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικής εκπροσώπησης με βάση ίση, άμεση, προσωπική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία ανδρών και γυναικών που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας τους την ημέρα των εκλογών και την ημέρα που έχει οριστεί για τις εκλογές είτε κατέχουν αυστριακή ιθαγένεια και δεν αποκλείονται από την ψηφοφορία βάσει των διατάξεων του νόμου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή έχουν την ιθαγένεια άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχουν δικαίωμα ψήφου σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Νόμου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
  2. Η ομοσπονδιακή επικράτεια αποτελεί για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενιαία εκλογική περιφέρεια.
  3. Δικαίωμα να θέσουν υποψηφιότητα έχουν όλοι όσοι έχουν δικαίωμα ψήφου για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην Αυστρία, που έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας τους την ημέρα των εκλογών.
  4. Το άρθρο 26 παρ. 5 έως 8 πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως.
  5. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 27/2007)
  6. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 27/2007)

Άρθρο 23β

  1. Δημόσιοι υπάλληλοι που θέτουν υποψηφιότητα για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνουν τον απαιτούμενο χρόνο για τη διεξαγωγή προεκλογικής εκστρατείας. Οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν εκλεγεί μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τίθενται σε αναστολή κατά τη διάρκεια των βουλευτικών καθηκόντων τους από τα καθήκοντά τους, μαζί με διακοπή της μισθοδοσίας τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις ρυθμίζονται με νόμο.
  2. Οι καθηγητές πανεπιστημίου μπορούν να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους στην έρευνα και τη διδασκαλία και την εξεταστική τους δραστηριότητα, ενώ είναι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι απολαβές τους για αυτή τη δραστηριότητα υπολογίζονται σύμφωνα με τις υπηρεσίες που έχουν πράγματι εκτελεστεί, αλλά δεν μπορούν να υπερβαίνουν το 25% του μισθού ενός καθηγητή πανεπιστημίου.
  3. Εφόσον αυτός ο ομοσπονδιακός συνταγματικός νόμος ορίζει το ασυμβίβαστο των καθηκόντων με την ιδιότητα μέλους ή πρώην μέλους του Εθνικού Συμβουλίου, αυτές οι λειτουργίες θα είναι επίσης ασυμβίβαστες με την ιδιότητα μέλους ή πρώην μέλους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 23γ

  1. Η σύσταση των αυστριακών προτάσεων για τον διορισμό μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μελών του Δικαστηρίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μελών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, μελών της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, μελών της Επιτροπής των Περιφερειών και οι αναπληρωτές τους και μέλη της διαχειριστικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων είναι αρμοδιότητα της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης.
  2. Πριν από τις προτάσεις των διορισμών των μελών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Δικαστηρίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της Διαχειριστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση οφείλει να ενημερώσει το Εθνικό Συμβούλιο και τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο σχετικά με τα πρόσωπα τα οποία προτίθεται να παρουσιάσει. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα καταλήξει σε συμφωνία με την κύρια επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου.
  3. Πριν από τις προτάσεις για τον διορισμό των μελών της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ζητά προτάσεις από τους νόμιμους και άλλους επαγγελματικούς φορείς των διαφόρων ομάδων που αποτελούν την οικονομική και κοινωνική κοινότητα.
  4. Οι προτάσεις για τον διορισμό των μελών της Επιτροπής των Περιφερειών και των αναπληρωτών τους πραγματοποιούνται από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση βάσει των προτάσεων από τα κρατίδια καθώς και από την Αυστριακή Ένωση Δήμων και την Αυστριακή Ένωση Κοινοτήτων. Κάθε κρατίδιο πρέπει να προτείνει ένα μέλος και τον αναπληρωτή του. Τα άλλα μέλη και οι αναπληρωτές τους προτείνονται από την Αυστριακή Ένωση Δήμων και την Αυστριακή Ένωση Κοινοτήτων.
  5. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ενημερώνει το Εθνικό Συμβούλιο για τον καθορισμό των προσώπων των παραγράφων 3 και 4 και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο για τον καθορισμό των προσώπων των παραγράφων 2, 3 και 4.

Άρθρο 23δ

  1. Η Ομοσπονδία υποχρεούται να ενημερώσει χωρίς καθυστέρηση τα κρατίδια σχετικά με όλα τα έργα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επηρεάζουν την αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητας των κρατιδίων ή άλλως θα τα ενδιαφέρει και πρέπει να τους επιτρέψει να παρουσιάσουν τις απόψεις τους σε εύλογο διάστημα που καθορίζεται από την Ομοσπονδία. Αυτές οι κρίσεις απευθύνονται στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία. Το ίδιο ισχύει για τους δήμους στο βαθμό που επηρεάζονται οι δικές τους αρμοδιότητες ή άλλα σημαντικά συμφέροντα των δήμων. Η εκπροσώπηση των δήμων ανήκει στα θέματα αυτά στην Αυστριακή Ένωση Πόλεων και Κωμοπόλεων (Αυστριακή Δημοτική Ομοσπονδία) και στην Αυστριακή Ένωση Δήμων (Αυστριακή Κοινοτική Ομοσπονδία) (άρθρο 115 παράγραφος 3).
  2. Εάν τα κρατίδια παρουσιάσουν κοινό σχόλιο για ένα έργο που αφορά θέματα όπου η νομοθεσία είναι αρμοδιότητα τους, η Ομοσπονδία μπορεί κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων και της ψηφοφορίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί μόνο να αποκλίνει από το κοινό σχόλιο για επιτακτικούς λόγους ολοκλήρωσης και εξωτερικής πολιτικής. Η Ομοσπονδία πρέπει να ενημερώσει χωρίς καθυστέρηση τα κρατίδια για αυτούς τους λόγους.
  3. Εάν ένα έργο επηρεάζει επίσης θέματα όπου η νομοθεσία είναι αρμοδιότητα των κρατιδίων, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση μπορεί να εκχωρήσει το δικαίωμα συμμετοχής στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και σε ένα τέτοιο πλαίσιο για τη διαπραγμάτευση του έργου και την ψηφοφορία, σε ένα μέλος μιας κυβέρνησης του κρατιδίου που προτείνεται από ένα από τα κρατίδια. Η άσκηση αυτής της εξουσίας μέσω του εκπροσώπου των κρατιδίων θα πραγματοποιηθεί σε συνεργασία και σε συντονισμό με τον αρμόδιο ομοσπονδιακό υπουργό. Η παράγραφος 2 ισχύει και για αυτόν. Σε θέματα που σχετίζονται με την ομοσπονδιακή νομοθεσία, ο εκπρόσωπος των κρατιδίων είναι υπεύθυνος έναντι του Εθνικού Συμβουλίου, σε θέματα που αφορούν τη κρατιδιακή νομοθεσία στα βουλευτικά σώματα των κρατιδίων σύμφωνα με το άρθρο 142.
  4. Πιο λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τις παραγράφους 1 έως 3 ανωτέρω θεσπίζονται σε συμφωνία μεταξύ της Ομοσπονδίας και των κρατιδίων (άρθρο 15α παράγραφος 1).
  5. Τα κρατίδια υποχρεούνται να λάβουν μέτρα τα οποία, στο πλαίσιο της αυτόνομης σφαίρας αρμοδιότητάς τους, καθίστανται απαραίτητα για την εφαρμογή δικαστικών πράξεων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σε περίπτωση που ένα ομόσπονδο κράτος δεν συμμορφωθεί έγκαιρα με αυτήν την υποχρέωση και αυτό αποδειχθεί εναντίον της Αυστρίας από δικαστήριο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρμοδιότητα για τέτοια μέτρα, ιδίως η έκδοση των απαραίτητων νόμων, μεταβιβάζεται στην Ομοσπονδία. Ένα μέτρο που λαμβάνει η Ομοσπονδία σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ιδίως το ζήτημα αυτού του νόμου ή το ζήτημα αυτού του διατάγματος, καθίσταται άκυρο μόλις το ομόσπονδο κράτος λάβει τα απαραίτητα μέτρα.

Άρθρο 23ε

  1. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο για όλα τα σχέδια στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους παρέχει την ευκαιρία να παρουσιάσουν τη γνώμη τους.
  2. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός οφείλει να ενημερώνει ρητά και έγκαιρα το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο σχετικά με ένα επερχόμενο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή του Συμβουλίου σχετικά με
    1. αλλαγή από ομοφωνία σε ειδική πλειοψηφία ή
    2. αλλαγή από μια ειδική νομοθετική διαδικασία στην τακτική νομοθετική διαδικασία

έτσι ώστε το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο να είναι σε θέση να ενεργούν εντός των αρμοδιοτήτων τους σύμφωνα με αυτό το άρθρο.

  1. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο έχει υποβάλει παρατηρήσεις σε ένα σχέδιο που αποσκοπεί στη διαβίβαση μιας νομικής πράξης που θα επηρέαζε την έκδοση ομοσπονδιακών πράξεων στον τομέα που διέπεται από τη νομική πράξη, ο αρμόδιος Ομοσπονδιακός Υπουργός μπορεί να παρεκκλίνει από τις διαπραγματεύσεις και τις ψηφοφορίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ένα τέτοιο σχόλιο μόνο για λόγους ενοποίησης και εξωτερικής πολιτικής. Εάν ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός σκοπεύει να παρεκκλίνει από τη θέση του Εθνικού Συμβουλίου, πρέπει να επικοινωνήσει ξανά με το Εθνικό Συμβούλιο. Εάν το έργο έχει ως στόχο τη θέσπιση δεσμευτικής νομικής πράξης που είτε απαιτεί την έγκριση ομοσπονδιακών συνταγματικών κανονισμών είτε περιέχει κανόνες που μπορούν να εγκριθούν μόνο με τέτοιους κανονισμούς, μια τέτοια απόκλιση είναι παραδεκτή μόνο εάν το Εθνικό Συμβούλιο δεν αντιταχθεί εντός επαρκούς χρονικού διαστήματος. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός πρέπει να υποβάλει αναφορά φστο Εθνικό Συμβούλιο αμέσως μετά την ψηφοφορία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τελικά να αναφέρει τους λόγους, για τους οποίους παρέκκλινε από τη θέση.
  2. Εάν το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο έχει υποβάλει σχόλια σε ένα έργο που στοχεύει στην έγκριση μιας δεσμευτικής νομικής πράξης που είτε απαιτεί την έγκριση ομοσπονδιακών συνταγματικών κανονισμών που περιορίζουν την αρμοδιότητα των κρατιδίων στη νομοθέτηση και τις εκτελεστικές εξουσίες σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2, ή περιέχει κανονισμούς που μπορούν να εγκριθούν μόνο με τέτοιους κανονισμούς, ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός μπορεί να παρεκκλίνει από αυτή τη θέση σε διαπραγματεύσεις ή να ψηφίζει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μόνο για επιτακτικούς διεθνείς πολιτικούς λόγους και λόγους εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, η απόκλιση είναι αποδεκτή μόνο εάν το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο δεν αντιταχθεί εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός πρέπει να υποβάλει αναφορά στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο αμέσως μετά την ψηφοφορία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τελικά να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους παρεκκλίνει από αυτή τη θέση.

Άρθρο 23στ

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο ασκούν τις αρμοδιότητες που προβλέπονται στη σύμβαση για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στη σύμβαση για τον τρόπο εργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στα πρωτόκολλα που επισυνάπτονται στις συμβάσεις αυτές, όπως τροποποιούνται, των εθνικών κοινοβουλίων.
  2. Οποιοσδήποτε ομοσπονδιακός υπουργός υποβάλλει αναφορά στο Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο στις αρχές κάθε έτους σχετικά με τα σχέδια του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναμένονται κατά τη διάρκεια του έτους και επίσης σχετικά με τη θέση της Αυστρίας σε αυτά τα έργα που αναμένονται.
  3. Περαιτέρω καθήκοντα πληροφόρησης καθορίζονται από ομοσπονδιακό νόμο.
  4. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο μπορούν να εκφράσουν τις απόψεις τους για σχέδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέσεις τους προς τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 23ζ

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο παρουσιάζουν τη θέση τους σε εύλογο σχόλιο σε σχεδιαζόμενη νομική πράξη στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την οποία το σχέδιο είναι ασυμβίβαστο με την αρχή της αποκέντρωσης.
  2. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο μπορούν να ζητήσουν από τον αρμόδιο ομοσπονδιακό υπουργό να προβεί σε δήλωση σχετικά με τη συμβατότητα των σχεδίων σύμφωνα με την παράγραφο 1 με την αρχή της αποκέντρωσης, η οποία, γενικά, πρέπει να υποβληθεί εντός δύο εβδομάδων από την υποβολή του αιτήματος.
  3. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο πρέπει να ενημερώνει αμέσως τα κοινοβούλια των κρατιδίων για όλα τα σχέδια σύμφωνα με την παράγραφο 1 και να τους δώσει την ευκαιρία να υποβάλουν σχόλια. Κατά τη λήψη εύλογης δήλωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο πρέπει να λάβει υπόψη τα σχόλια των κοινοβουλίων των κρατιδίων και να τα ενημερώσει σχετικά για αυτά τα ψηφίσματα.

Άρθρο 23η

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο μπορούν να αποφασίσουν να εγείρουν αξιώσεις κατά νομικής πράξης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για παραβίαση της αρχής της αποκέντρωσης.
  2. Το γραφείο του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου αποστέλλει αμέσως την αξίωση στο όνομα του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 23θ

  1. Το μέλος της Αυστρίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να συμφωνήσει σε μια πρωτοβουλία σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε με τη συμφωνία της Λισαβόνας, μόνο αφού είχε εγκριθεί από το Εθνικό Συμβούλιο, με την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, βάσει πρότασης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Τέτοιες αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου απαιτούν το καθένα την παρουσία τουλάχιστον του μισού του αριθμού των μελών και της πλειοψηφίας των δύο τρίτων των ψηφισάντων.
  2. Στον βαθμό που ο νόμος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα εθνικά κοινοβούλια παρέχει τη δυνατότητα απόρριψης πρωτοβουλίας ή πρότασης σχετικά με
    1. αλλαγή από ομοφωνία σε ειδική πλειοψηφία ή
    2. αλλαγή από μια ειδική νομοθετική διαδικασία στην τακτική νομοθετική διαδικασία,

το Εθνικό Συμβούλιο, με την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, μπορεί να αρνηθεί τέτοια πρωτοβουλία ή πρόταση σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται από τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

  1. Ψηφίσματα του Συμβουλίου με τα οποία εισάγονται νέες κατηγορίες μέσων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαιτούν την έγκριση από το Εθνικό Συμβούλιο και την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Το άρθρο 50 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο εφαρμόζεται ανάλογα. Άλλα ψηφίσματα του Συμβουλίου που καθορίζουν κανονισμούς για το σύστημα των ιδίων μέσων της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτούν την έγκριση από το Εθνικό Συμβούλιο. Το άρθρο 23ε παράγραφος 2 εφαρμόζεται ανάλογα.
  2. Το άρθρο 50 παράγραφος 4 εφαρμόζεται ανάλογα με άλλα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή του Συμβουλίου, τα οποία τίθενται σε ισχύ σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνο μετά από έγκριση από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες.
  3. Τα ψηφίσματα του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου βάσει αυτού του άρθρου δημοσιεύονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.

Άρθρο 23ι

  1. Η Αυστρία συμμετέχει στην Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει της Ενότητας V κεφάλαιο 1 και 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε από τη συμφωνία της Λισαβόνας, η οποία προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 5 και άρθρο 21 παράγραφος 1, ιδίως την τήρηση σεβασμός των αρχών του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό περιλαμβάνει τη συμμετοχή σε δασμούς σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 της παρούσας σύμβασης και σε μέτρα με τα οποία οι οικονομικές και χρηματοοικονομικές σχέσεις με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες αναστέλλονται, περιορίζονται ή διακόπτονται εντελώς. Το άρθρο 50 παράγραφος 4 εφαρμόζεται ανάλογα με τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την κοινή άμυνα.
  2. Το άρθρο 23ε παράγραφος 3 εφαρμόζεται ανάλογα με τα ψηφίσματα στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης βάσει της ενότητας V κεφάλαιο 2 της σύμβασης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε με τη συμφωνία της Λισαβόνας.
  3. Το δικαίωμα ψήφου σχετικά με ψηφίσματα σχετικά με την έναρξη αποστολής εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα καθήκοντα στρατιωτικής διαβούλευσης και υποστήριξης, καθήκοντα πρόληψης των συγκρούσεων και διατήρησης της ειρήνης ή των μαχητικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο της διαχείρισης κρίσεων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων και επιχειρήσεων ειρήνης η σταθεροποίηση της κατάστασης μετά από συγκρούσεις, καθώς και για αποφάσεις δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως τροποποιήθηκε από τη Συνθήκη της Λισαβόνας σχετικά με τον σταδιακό καθορισμό μιας κοινής αμυντικής πολιτικής, πρέπει να ασκείται με συντονισμό μεταξύ του ομοσπονδιακού καγκελάριου και του αρμόδιου Υπουργού Εξωτερικών.
  4. Εάν η απόφαση που θα ληφθεί ενδέχεται να συνεπάγεται υποχρέωση αποστολής εκ μέρους της Αυστρίας μονάδων ή μεμονωμένων προσώπων, τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με την παράγραφο 3 μπορούν να εγκριθούν μόνο με την επιφύλαξη ότι αυτό εξακολουθεί να απαιτεί τη διεξαγωγή της προβλεπόμενης διαδικασίας σύμφωνα με το συνταγματικό δίκαιο που διέπει την αποστολή μονάδων ή μεμονωμένων ατόμων σε άλλες χώρες.

Άρθρο 23ια

  1. Λεπτομερέστερες διατάξεις σχετικά με τα άρθρα 23ε, 23στ παρ. 1, 2 και 4 καθώς και 23ζ έως 23ι διατυπώνονται με ομοσπονδιακή πράξη σχετικά με την πάγια εντολή του Εθνικού Συμβουλίου και την πάγια εντολή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
  2. Οι αρμοδιότητες του Εθνικού Συμβουλίου βάσει των άρθρων 23ε, 23στ παρ. 4, 23γ και 23ι παρ. 2 ανήκουν στην κύρια επιτροπή του. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τη μόνιμη επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να προβλέπει ότι η μόνιμη επιτροπή εκλέγει μόνιμη υποεπιτροπή, στην οποία εφαρμόζεται το άρθρο 55 παράγραφος 3. Η κύρια επιτροπή μπορεί να αναθέσει αρμοδιότητες σε αυτήν τη μόνιμη υποεπιτροπή σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Τέτοια αλλαγή μπορεί να ανακληθεί πλήρως ή εν μέρει ανά πάσα στιγμή. Σύμφωνα με τον ομοσπονδιακό νόμο, η αρμοδιότητα της μόνιμης επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να μεταφερθεί υπό το πρώτο εδάφιο στο Εθνικό Συμβούλιο ή στη μόνιμη υποεπιτροπή του κύριου συμβουλίου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο.
  3. Οι αρμοδιότητες του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου σύμφωνα με τα άρθρα 23ε, 23στ, παρ. 4 και 23ζ μπορούν να μεταβιβάζονται με πάγια εντολή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου σε επιτροπή που πρέπει να εκλέξει.

Κεφάλαιο II. Ομοσπονδιακά νομοθετικά σώματα Επεξεργασία

Α. Εθνικό Συμβούλιο Επεξεργασία

Άρθρο 24

Η νομοθετική εξουσία της Ομοσπονδίας ασκείται από το Εθνικό Συμβούλιο από κοινού με το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.

Άρθρο 25

  1. Η έδρα του Εθνικού Συμβουλίου είναι η Βιέννη, η ομοσπονδιακή πρωτεύουσα.
  2. Κατά τη διάρκεια έκτακτων περιστάσεων, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί, κατόπιν αιτήματος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, να συγκαλέσει το Εθνικό Συμβούλιο αλλού εντός της ομοσπονδιακής επικράτειας.

Άρθρο 26

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο εκλέγεται από τον ομοσπονδιακό λαό σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικής εκπροσώπησης με βάση ίση, άμεση, προσωπική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία ανδρών και γυναικών που έχουν συμπληρώσει το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας τους την ημέρα των εκλογών.
  2. Η ομοσπονδιακή επικράτεια χωρίζεται σε αυτόνομες εκλογικές περιφέρειες των οποίων τα όρια ενδέχεται να μην αλληλεπικαλύπτονται με τα όρια των κρατιδίων. Αυτές οι εκλογικές περιφέρειες υποδιαιρούνται σε αυτόνομες επαρχιακές περιφέρειες. Ο αριθμός των βουλευτών κατανέμεται μεταξύ των ψηφοφόρων των εκλογικών περιφερειών που πληρούν τα απαραίτητα προσόντα (εκλογικά όργανα) ανάλογα με τον αριθμό των υπηκόων που σύμφωνα με το αποτέλεσμα της τελευταίας απογραφής είχαν την κύρια κατοικία τους σε μια συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια συν τον αριθμό εκείνων που την ημέρα της απογραφής δεν είχαν την κύρια κατοικία τους στην ομοσπονδιακή επικράτεια, αλλά εγγράφηκαν στο εκλογικό μητρώο ενός δήμου που αφορά τη συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια. Ο αριθμός των βουλευτών που κατανέμονται σε μια εκλογική περιφέρεια κατανέμεται με τον ίδιο τρόπο μεταξύ των επαρχιακών εκλογικών περιφερειών. Οι εκλογικοί κανονισμοί του Εθνικού Συμβουλίου προβλέπουν μια τελική διαδικασία κατανομής που σχετίζεται με ολόκληρη την ομοσπονδιακή επικράτεια, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικής εκπροσώπησης που εξασφαλίζει ισορροπία μεταξύ των εδρών που διατίθενται στα κόμματα που εκλέγονται στις εκλογές και της κατανομής των μέχρι στιγμής μη κατανεμημένων εδρών. Δεν επιτρέπεται η κατανομή του εκλογικού σώματος σε άλλα εκλογικά σώματα.
  3. Η ημέρα των εκλογών πρέπει να είναι Κυριακή ή νόμιμη αργία. Εάν προκύψουν άλλες περιστάσεις που εμποδίζουν την έναρξη, τη συνέχιση ή το τέλος των εκλογών, η εκλογική επιτροπή μπορεί να εγκρίνει παράταση για την επόμενη ημέρα ή να αναβάλει τις εκλογές
  4. Δικαίωμα για υποψηφιότητα έχουν εκείνοι που έχουν δικαίωμα ψήφου για το Εθνικό Συμβούλιο, οι οποίοι κατέχουν την αυστριακή ιθαγένεια κατά την ημέρα των εκλογών και έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος ζωής τους την ημέρα των εκλογών.
  5. Ο αποκλεισμός από το δικαίωμα εκλέγειν ή εκλέγεσθαι, επίσης και σε διαφορετικό βαθμό, μπορεί να προβλεφθεί μόνο από ομοσπονδιακό νόμο ως συνέπεια τελικής ποινής από τα δικαστήρια.
  6. Τα άτομα που έχουν δικαίωμα ψήφου και ενδεχομένως παρεμποδίζονται κατά την ημέρα της εκλογής να ψηφίσουν ενώπιον της εκλογικής αρχής, για παράδειγμα για απουσία, για λόγους υγείας ή διαμονής στο εξωτερικό, μπορούν να κάνουν χρήση του δικαιώματος ψήφου τους μέσω ταχυδρομείου μετά από αίτηση που αναφέρει τον λόγο. Η ταυτότητα του αιτούντος πρέπει να αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως. Ο ψηφοφόρος που πληροί τα κριτήρια πρέπει να δηλώσει με υπογραφή αντί όρκου, ότι η ψήφος του διεξήχθη προσωπικά και εμπιστευτικά.
  7. Το εκλογικό μητρώο καταρτίζεται από τους δήμους ως μέρος των αρμοδιοτήτων τους.
  8. Περαιτέρω λεπτομέρειες της εκλογικής διαδικασίας καθορίζονται από ομοσπονδιακό νόμο.

Άρθρο 26α

Η υλοποίηση και διοργάνωση των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Εθνικό Συμβούλιο, τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο και τα δημοψηφίσματα καθώς και η συμμετοχή στον έλεγχο των λαϊκών πρωτοβουλιών, των λαϊκών διαβουλεύσεων καθώς και της συμμετοχής στην εφαρμογή των ευρωπαϊκών ομάδες δράσης των πολιτών είναι υποχρέωση των εκλογικών αρχών που συγκροτούνται πριν από κάθε εκλογή του Εθνικού Συμβουλίου. Τα μέλη των συμμετεχόντων κομμάτων πρέπει να συμμετέχουν στην εκλογική αρχή, καθώς τα μέλη της επιτροπής, έχοντας δικαίωμα ψήφου, στην ομοσπονδιακή εκλογική αρχή και είναι επίσης ενεργοί ή συνταξιούχοι δικαστές. Ο αριθμός των μελών της επιτροπής καθορίζεται στους εκλογικούς κανόνες του Εθνικού Συμβουλίου. Τα μέλη που δεν είναι δικαστές διορίζονται βάσει προτάσεων των συμμετεχόντων κομμάτων ανάλογα με το ποσοστό τους κατά τις προηγούμενες εκλογές του Εθνικού Συμβουλίου. Τα κόμματα που εκπροσωπούνται στο πρόσφατα εκλεγμένο Εθνικό Συμβούλιο που δεν δικαιούνται διορισμό μελών στην επιτροπή δικαιούνται ωστόσο να προτείνουν ένα μέλος της επιτροπής για την ομοσπονδιακή εκλογική αρχή.

Άρθρο 27

  1. Η νομοθετική περίοδος του Εθνικού Συμβουλίου διαρκεί πέντε έτη, υπολογιζόμενη από την ημέρα της πρώτης συνεδρίασης, αλλά σε κάθε περίπτωση μέχρι την ημέρα κατά την οποία συνέρχεται το νέο Εθνικό Συμβούλιο.
  2. Το νεοεκλεγμένο Εθνικό Συμβούλιο συγκαλείται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο εντός τριάντα ημερών μετά τις εκλογές. Αυτές πρέπει να διευθετηθούν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ώστε να επιτρέψουν στο νεοεκλεγέν Εθνικό Συμβούλιο να συνεδριάσει την επομένη της λήξης του πέμπτου έτους της νομοθετικής περιόδου.

Άρθρο 28

  1. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος συγκαλεί κάθε χρόνο το Εθνικό Συμβούλιο για μια τακτική σύνοδο η οποία δεν θα ξεκινήσει πριν από τις 15 Σεπτεμβρίου και δεν θα διαρκέσει περισσότερο από τις 15 Ιουλίου του επόμενου έτους.
  2. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί επίσης να συγκαλέσει το Εθνικό Συμβούλιο για έκτακτες συνόδους. Εάν το ζητήσει η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών του Εθνικού ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος υποχρεούται να καλέσει το Εθνικό Συμβούλιο για έκτακτη σύνοδο για να συνεδριάσει επιπλέον εντός δύο εβδομάδων από την απαίτηση που έχει οριστεί. Η σύγκληση δεν χρειάζεται προσυπογραφή. Ένα αίτημα από μέλη του Εθνικού Συμβουλίου ή από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο δεν απαιτεί σύσταση από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος κηρύσσει τη λήξη των συνόδων του Εθνικού Συμβουλίου κατόπιν ψηφοφορίας του Εθνικού Συμβουλίου.
  4. Μετά την έναρξη μιας νέας συνόδου του Εθνικού Συμβουλίου εντός της ίδιας νομοθετικής περιόδου, οι εργασίες θα συνεχιστούν σύμφωνα με το στάδιο που έφτασε στο τέλος της τελευταίας συνόδου. Στο τέλος της συνόδου, οι εθνικές επιτροπές μπορούν να ζητήσουν από το Εθνικό Συμβούλιο να συνεχίσουν τις εργασίες τους. Από την αρχή μιας νομοθετικής περιόδου, οι λαϊκές πρωτοβουλίες και οι πρωτοβουλίες πολιτών που υποβάλλονται στο Εθνικό Συμβούλιο θεωρούνται υποχρεώσεις για το νεοεκλεγέν Εθνικό Συμβούλιο. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να καθορίσει το ίδιο για περαιτέρω εργασίες.
  5. Κατά τη διάρκεια της συνόδου, ο Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου συγκαλεί τις ατομικές συνεδριάσεις. Εάν κατά τη διάρκεια μιας συνόδου ο αριθμός των μελών που ορίζει ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου ή την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση όπως το απαιτεί, ο Πρόεδρος υποχρεούται να συγκαλέσει συνεδρίαση. Λεπτομερέστερες διατάξεις ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο σχετικά με τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου που ορίζει επίσης μια περίοδο εντός της οποίας πρέπει να συγκαλέσει το Εθνικό Συμβούλιο.
  6. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου ορίζει ειδικές διατάξεις για τη σύγκλησή του σε περίπτωση που ο εκλεγμένος Πρόεδρος παρεμποδίζεται από την άσκηση της θητείας του ή στερείται των καθηκόντων του.

Άρθρο 29

  1. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να διαλύσει το Εθνικό Συμβούλιο, αλλά μπορεί να κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος μόνο μία φορά για τον ίδιο λόγο. Σε αυτήν την περίπτωση, οι νέες εκλογές θα διευθετηθούν από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ώστε το νεοεκλεγμένο Εθνικό Συμβούλιο να μπορεί να συνέρχεται το αργότερο την εκατοστή ημέρα μετά τη διάλυση.
  2. Πριν από τη λήξη της νομοθετικής περιόδου, το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να ψηφίσει τη δική του διάλυση με απλό νόμο.
  3. Μετά τη διάλυση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ανωτέρω καθώς και μετά τη λήξη της περιόδου για την οποία εκλέχθηκε το Εθνικό Συμβούλιο, η νομοθετική περίοδος διαρκεί μέχρι την ημέρα κατά την οποία συνεδριάζει το νεοεκλεγέν Εθνικό Συμβούλιο.

Άρθρο 30

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο εκλέγει μεταξύ των μελών του τον Πρόεδρο, τον δεύτερο και τον τρίτο πρόεδρο.
  2. Οι εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου διεξάγονται σύμφωνα με ειδικό ομοσπονδιακό νόμο. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να ψηφιστεί μόνο παρουσία των μισών μελών και με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.
  3. Το κοινοβουλευτικό προσωπικό, το οποίο υπόκειται στον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου, είναι αρμόδιο για τη συνδρομή με τα κοινοβουλευτικά καθήκοντα και τη διεξαγωγή διοικητικών θεμάτων εντός του πεδίου εφαρμογής των αρχών του νομοθετικού σώματος της Ομοσπονδίας, καθώς και για παρόμοια καθήκοντα και διοικητικά θέματα σχετικά με τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχουν εκλεγεί στην Αυστρία. Η εσωτερική οργάνωση του κοινοβουλευτικού προσωπικού για θέματα που αφορούν το ομοσπονδιακό συμβούλιο διευθετείται σε συμφωνία με τον πρόεδρο του ομοσπονδιακού συμβουλίου, ο οποίος έχει επίσης την εξουσία να εκδίδει οδηγίες σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στο ομοσπονδιακό συμβούλιο βάσει του νόμου.
  4. Ο διορισμός του κοινοβουλευτικού προσωπικού και όλες οι άλλες αρμοδιότητες σε θέματα προσωπικού ανήκουν στον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου.
  5. Ο Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να αποσπάσει υπαλλήλους του κοινοβουλευτικού προσωπικού σε κοινοβουλευτικά κόμματα για βοήθεια στην εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων.
  6. Ο Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου είναι η ανώτατη διοικητική αρχή στην εκτέλεση των διοικητικών θεμάτων για τα οποία είναι σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρμόδιος και ασκεί αυτές τις εξουσίες από μόνος του. Εκδίδει διατάγματα στο μέτρο που αφορούν αποκλειστικά διοικητικά θέματα που ρυθμίζονται από το παρόν άρθρο.

Άρθρο 31

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε αυτόν τον νόμο ή όπως ορίζεται διαφορετικά στον ομοσπονδιακό νόμο για τις Διαρκείς Επιτροπές σε σχέση με μεμονωμένα θέματα, η παρουσία τουλάχιστον ενός τρίτου των μελών και η απόλυτη πλειοψηφία των ψηφισάντων απαιτείται για ψηφοφορία από το Εθνικό Συμβούλιο.

Άρθρο 32

  1. Οι σύνοδοι του Εθνικού Συμβουλίου είναι δημόσιες.
  2. Το κοινό αποκλείεται εάν το ζητήσει ο Πρόεδρος ή ο αριθμός των μελών που ορίζονται στον ομοσπονδιακό νόμο για τις Διαρκείς Επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου το ζητήσουν και το Εθνικό Συμβούλιο το ψηφίσει υπέρ του αποκλεισμού του κοινού.

Άρθρο 33

Κανείς δεν καλείται να λογοδοτήσει για τη δημοσίευση των καταγραφών των διαδικασιών στις δημόσιες συνόδους του Εθνικού Συμβουλίου και των επιτροπών του.

Β. Ομοσπονδιακό Συμβούλιο Επεξεργασία

Άρθρο 34

  1. Σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις, τα κρατίδια εκπροσωπούνται στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο ανάλογα με τον πληθυσμό κάθε ομόσπονδου κρατιδίου.
  2. Το κρατίδιο με τον υψηλότερο πληθυσμό εκπροσωπείται από δώδεκα μέλη, κάθε άλλο κρατίδιο ανάλογα με τον αριθμό των κατοίκων προς εκείνους του μεγαλύτερου κρατιδίου, με τα ποσοστά που υπερβαίνουν το μισό του συντελεστή να προσμετράται ως πλήρες. Ωστόσο, κάθε κρατίδιο έχει δικαίωμα εκπροσώπησης τουλάχιστον τριών μελών. Ένας αναπληρωτής διορίζεται για κάθε μέλος.
  3. Ο αριθμός των μελών εκπροσωπούν κάθε ομόσπονδο κρατίδιο καθορίζεται μετά από κάθε γενική απογραφή από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο.

Άρθρο 35

  1. Τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και οι αναπληρωτές τους εκλέγονται από τα κοινοβούλια κατά τη διάρκεια των αντίστοιχων νομοθετικών περιόδων τους σύμφωνα με την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης, αλλά τουλάχιστον μία έδρα πρέπει να καταλάβει το κόμμα που έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό εδρών στο κοινοβούλιο ή, εάν πολλά κόμματα έχουν τον ίδιο αριθμό εδρών, τον δεύτερο υψηλότερο αριθμό ψήφων κατά τις τελευταίες εκλογές για το κοινοβούλιο. Όταν οι αξιώσεις πολλών κομμάτων είναι ίσες, το ζήτημα διευθετείται με κλήρωση.
  2. Τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δεν χρειάζεται να ανήκουν στο κοινοβούλιο που τους αναθέτει. Ωστόσο, πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις για αυτό το κοινοβούλιο.
  3. Μετά τη λήξη της νομοθετικής περιόδου ενός κοινοβουλίου ή μετά τη διάλυσή του, τα μέλη που του που έχουν ανατεθεί στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο παραμένουν στην αρχή έως ότου το νέο κοινοβούλιο πραγματοποιήσει την εκλογή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
  4. Οι διατάξεις των άρθρων 34 και 35 μπορούν να τροποποιηθούν μόνο - πέρα από την πλειοψηφία των απαιτούμενων ψήφων γενικότερα για την έγκριση ψηφίσματος στο Συμβούλιο - εάν στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο η πλειοψηφία των εκπροσώπων από τουλάχιστον τέσσερα κρατίδια ενέκρινε την τροποποίηση.

Άρθρο 36

  1. Τα κρατίδια αναλαμβάνουν την προεδρία του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου διαδοχικά κατά αλφαβητική σειρά κάθε έξι μήνες.
  2. Ως πρόεδρος ενεργεί, ο κορυφαίος εκπρόσωπος του κρατιδίου που έχει αναλάβει την προεδρία, η εντολή του οποίου πηγαίνει στο κόμμα που έχει τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στο κοινοβούλιο ή, εάν πολλά κόμματα έχουν ίσο αριθμό εδρών, είχε τον υψηλότερο αριθμό ψήφων στις πιο πρόσφατες εκλογές του κοινοβουλίου· σε περίπτωση ίσων αξιώσεων πολλών κομμάτων, η απόφαση λαμβάνεται με κλήρωση. Ωστόσο, το κοινοβούλιο μπορεί να αποφασίσει, ότι πρόεδρος θα αναλάβει άλλος εκπρόσωπος του κρατιδίου, του οποίου η εντολή στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο είναι με το ίδιο κόμμα. Ωστόσο, ένα τέτοιο ψήφισμα απαιτεί την έγκριση της πλειοψηφίας των μελών του κοινοβουλίου, που ανήκουν στο ίδιο κόμμα στο κοινοβούλιο. Ο διορισμός των αναπληρωτών του προέδρου διέπεται από τις Διατάξεις του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Ο πρόεδρος φέρει τον τίτλο «Πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου», οι αναπληρωτές του φέρουν τον τίτλο «Αντιπρόεδρος του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου».
  3. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο θα συγκληθεί από τον πρόεδρό του στην έδρα του Εθνικού Συμβουλίου. Ο Πρόεδρος υποχρεούται αμέσως να συγκαλέσει το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο εάν το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο των μελών του ή η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.
  4. Οι Διοικητές έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε όλες τις διαδικασίες του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Σύμφωνα με τους ειδικούς κανόνες των Μόνιμων Διατάξεων του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, έχουν, κατόπιν αιτήματός τους, το δικαίωμα ακρόασης για ζητήματα που σχετίζονται με το κρατιδίο τους.

Άρθρο 37

  1. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τον παρόντα νόμο ή όπως ορίζεται διαφορετικά στις Μόνιμες Διατάξεις του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου για μεμονωμένα θέματα, απαιτείται η παρουσία τουλάχιστον ενός τρίτου των μελών και η απόλυτη πλειοψηφία των μελών που απαιτούνται για την έγκριση του ψηφίσματος από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.
  2. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο λαμβάνει Μόνιμες Διατάξεις μέσω απόφασης. Αυτό το ψήφισμα μπορεί να εγκριθεί μόνο παρουσία των μισών μελών με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων. Διατάξεις που ισχύουν και πέραν του εσωτερικού πεδίου εφαρμογής του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου μπορούν να γίνουν με τις Διατάξεις, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο για τη διαχείριση των δραστηριοτήτων του. Οι Μόνιμες Διατάξεις έχουν το καθεστώς ομοσπονδιακού νόμου. Δημοσιεύονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
  3. Οι συνεδριάσεις του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου είναι δημόσιες. Ωστόσο, το κοινό μπορεί, σύμφωνα με τις Μόνιμες Διατάξεις, να αποκλειστεί με απόφαση. Οι διατάξεις του άρθρου 33 εφαρμόζονται επίσης σε δημόσιες συνεδριάσεις του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και των επιτροπών του.

Γ. Ομοσπονδιακή Συνέλευση Επεξεργασία

Άρθρο 38

Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο συνέρχονται ως Ομοσπονδιακή Συνέλευση σε κοινή δημόσια συνεδρίαση στην έδρα του Εθνικού Συμβουλίου για την επιβεβαίωση του ομοσπονδιακού προέδρου καθώς και για την έγκριση ψηφίσματος σχετικά με την κήρυξη πολέμου.

Άρθρο 39

  1. Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα άρθρα 60 παρ. 6, 63 παρ. 2, 64 παρ. 4 και 68 παρ. 2, η Ομοσπονδιακή Συνέλευση συγκαλείται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Η προεδρία εναλλάσσεται μεταξύ του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου και του Προέδρου του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, ξεκινώντας από τον πρώτο.
  2. Ο Ομοσπονδιακός Νόμος για τις Μόνιμες Διατάξεις του Εθνικού Συμβουλίου εφαρμόζεται ανάλογα στην Ομοσπονδιακή Συνέλευση.
  3. Οι διατάξεις του άρθρου 33 ισχύουν και για τις συνόδους της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης.

Άρθρο 40

  1. Τα ψηφίσματα της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης επικυρώνονται από τον Πρόεδρό της και προσυπογράφονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  2. Τα ψηφίσματα της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης μετά από δήλωση πολέμου δημοσιεύονται επίσημα από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.

Δ. Ομοσπονδιακή νομοθετική διαδικασία Επεξεργασία

Άρθρο 41

  1. Οι νομοθετικές προτάσεις υποβάλλονται στο Εθνικό Συμβούλιο ως προτάσεις από τα μέλη του, από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο ή από το ένα τρίτο των μελών του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και ως νομοσχέδια από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.
  2. Κάθε πρόταση 100.000 ψηφοφόρων ή κατά το ένα έκτο καθένας από τους ψηφοφόρους σε τρία κρατίδια (εφεξής «λαϊκή πρωτοβουλία») υποβάλλεται από την ομοσπονδιακή εκλογική επιτροπή στο Εθνικό Συμβούλιο για τις περαιτέρω ενέργειες. Το δικαίωμα ψηφοφορίας, ως προς τις λαϊκές πρωτοβουλίες, ανήκει σε εκείνους που την τελευταία ημέρα εγγραφής στο Εθνικό Συμβούλιο ψηφίζουν και έχουν την κύρια κατοικία τους σε έναν δήμο στην ομοσπονδιακή επικράτεια. Η λαϊκή πρωτοβουλία πρέπει να αφορά ένα ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί από το ομοσπονδιακό δίκαιο και μπορεί να προταθεί με τη μορφή σχεδίου νόμου.
  3. Οι λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία της λαϊκής πρωτοβουλίας θα γίνονται από το ομοσπονδιακό δίκαιο.

Άρθρο 42

  1. Κάθε νόμος του Εθνικού Συμβουλίου διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση από τον Πρόεδρό του στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.
  2. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από το συνταγματικό δίκαιο, μια πράξη μπορεί να επικυρωθεί και να δημοσιευτεί μόνο εάν το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο δεν έχει προβάλει αιτιολογημένη αντίρρηση για την εν λόγω νομοθεσία.
  3. Η ένσταση αυτή πρέπει να διαβιβαστεί γραπτώς στο Εθνικό Συμβούλιο από τον Πρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου εντός οκτώ εβδομάδων από την άφιξη του κανονισμού. Ο ομοσπονδιακός καγκελάριος ενημερώνεται σχετικά.
  4. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών του για άλλη μια φορά φέρει το αρχικό του ψήφισμα, αυτό επικυρώνεται και δημοσιεύεται. Εάν το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο αποφασίσει να μην διατυπώσει αντιρρήσεις ή αν δεν εγείρει αιτιολογημένη ένσταση εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 3 ανωτέρω, η απόφαση θα επικυρωθεί και θα δημοσιευθεί.
  5. Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο δεν έχει καμία αξίωση για συμμετοχή στο βαθμό που οι εθνικές αποφάσεις του Συμβουλίου αφορούν τις Μόνιμες Διατάξεις του Εθνικού Συμβουλίου, τη διάλυση του Εθνικού Συμβουλίου, έναν ομοσπονδιακό νόμο που παρέχει λεπτομερείς κανονισμούς για τη σύνταξη του ομοσπονδιακού χρηματοοικονομικού νόμου-πλαισίου, τον νόμο της ομοσπονδιακής χρηματοδότησης νόμο, έναν ομοσπονδιακό νόμο περί οικονομικών, μια προσωρινή διάταξη σύμφωνη με το άρθρο 51α παράγραφος 4 ή τη διάθεση ομοσπονδιακής περιουσίας, την ανάληψη ή τη μετατροπή μιας ομοσπονδιακής ευθύνης, τη συστολή ή τη μετατροπή ενός ομοσπονδιακού νομισματικού χρέους, κύρωση τελικού σχεδίου νόμου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού.

Άρθρο 42α

Στον βαθμό που η θέσπιση του Εθνικού Συμβουλίου απαιτεί την έγκριση του κρατιδίου, πρέπει να κοινοποιηθεί από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο σύμφωνα με το άρθρο 42 αμέσως μετά την περάτωση της διαδικασίας από τις κυβερνήσεις των σχετιζόμενων κρατιδίων. Η έγκριση θεωρείται ότι χορηγείται εάν ο Κυβερνήτης του κρατιδίου δεν ειδοποιήσει τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο εντός οκτώ εβδομάδων μετά την ημέρα κατά την οποία επιδόθηκε στην κυβέρνηση του κρατιδίου, ότι η έγκριση απορρίπτεται. Πριν από τη λήξη αυτής της περιόδου, η απόφαση μπορεί να δημοσιευτεί μόνο εάν οι κυβερνήτες των σχετικών κρατιδίων έχουν κοινοποιήσει τη ρητή έγκριση από το ομόσπονδο κράτος.

Άρθρο 43

Εάν το Εθνικό Συμβούλιο το αποφασίσει ή εάν το ζητήσει η πλειοψηφία των μελών του Εθνικού Συμβουλίου, κάθε διάταξη του Εθνικού Συμβουλίου υποβάλλεται σε δημοψήφισμα μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σύμφωνα με τα άρθρα 42 και 42α αλλά πριν από την επικύρωσή του από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο.

Άρθρο 44

  1. Οι συνταγματικοί νόμοι ή οι συνταγματικές διατάξεις που περιέχονται σε απλούς νόμους μπορούν να ψηφίζονται από το Εθνικό Συμβούλιο μόνο παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών και με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων. Θα προσδιορίζεται ρητά ανάλογα («συνταγματικός νόμος», «συνταγματική διάταξη»).
  2. Οι συνταγματικοί νόμοι ή οι συνταγματικές διατάξεις που περιέχονται σε απλούς νόμους που περιορίζουν την αρμοδιότητα των κρατιδίων στη νομοθέτηση ή την εκτέλεση απαιτούν επιπλέον την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου που πρέπει να παρέχεται παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών και με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.
  3. Οποιαδήποτε ολική αναθεώρηση του Ομοσπονδιακού Συντάγματος πρέπει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 42 παραπάνω, αλλά πριν από την επικύρωσή του από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο να υποβληθεί σε δημοψήφισμα στον λαό της Ομοσπονδίας, ενώ οποιαδήποτε μερική αναθεώρηση απαιτεί αυτό μόνο εάν το ένα τρίτο των μελών του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου το απαιτεί.

Άρθρο 45

  1. Για ένα δημοψήφισμα, η απόλυτη πλειοψηφία των έγκυρων ψήφων είναι καθοριστική.
  2. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ανακοινώνεται επίσημα.

Άρθρο 46

  1. Το δημοψήφισμα πραγματοποιείται με εντολή του Ομοσπονδιακού Προέδρου.

$Δικαίωμα ψήφου σε δημοψηφίσματα έχουν εκείνοι που έχουν δικαίωμα ψήφου για το Εθνικό Συμβούλιο την ημέρα του δημοψηφίσματος.

  1. Οι λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία του δημοψηφίσματος θα γίνονται από ομοσπονδιακό νόμο. Το άρθρο 26 παράγραφος 6 πρέπει να εφαρμοστεί ανάλογα.

Άρθρο 47

  1. Η συνταγματική θέσπιση των ομοσπονδιακών νόμων επικυρώνεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο.
  2. Η υποβολή για έλεγχο ταυτότητας πραγματοποιείται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  3. Η επαλήθευση υπογράφεται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.

Άρθρο 48

Οι ομοσπονδιακοί νόμοι και οι πολιτειακές συνθήκες που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 θα δημοσιευθούν με αναφορά στην υιοθέτησή τους από το Εθνικό Συμβούλιο. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι βασίζονται σε δημοψήφισμα με αναφορά στο αποτέλεσμα αυτού του δημοψηφίσματος.

Άρθρο 49

  1. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι δημοσιεύονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας. Εκτός εάν ορίζεται ρητώς διαφορετικά, η έναρξη ισχύος τους αρχίζει με τη λήξη της ημέρας δημοσίευσής τους και έχουν ισχύ σε ολόκληρη την ομοσπονδιακή επικράτεια.
  2. Οι κρατικές συνθήκες σύμφωνα με το άρθρο 50 παρ. 1 δημοσιεύονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας. Σε περίπτωση που μια κρατική συνθήκη σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 υποπαράγραφος 1 έχει οριστεί σε περισσότερες από δύο γλώσσες αυθεντικά, αρκεί εάν
    1. δύο αυθεντικές γλωσσικές εκδόσεις και μετάφραση στη γερμανική γλώσσα,
    2. εάν, ωστόσο, η γερμανική έκδοση είναι η αυθεντική, αυτή και μια άλλη γνήσια γλωσσική έκδοση

δημοσιεύονται. Το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί, με την ευκαιρία της έγκρισης των κρατικών συνθηκών σύμφωνα με το άρθρο 50, παράγραφος 1, να αποφασίσει με διαφορετικό τρόπο εκτός από την Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας, τη δημοσίευση της κρατικής συνθήκης ή μεμονωμένων τμημάτων που θα καθοριστούν ακριβώς. Τέτοια ψηφίσματα του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δημοσιεύονται από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας. Εκτός εάν ορίζεται ρητώς διαφορετικά, οι κρατικές συνθήκες σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 1 τίθενται σε ισχύ μετά τη λήξη της ημέρας της δημοσίευσής τους - στην περίπτωση του τρίτου εδαφίου περίπτωσης κατά τη λήξη της ημερομηνίας διακήρυξης του ψηφίσματος του Εθνικού Συμβουλίου - και έχουν ισχύ σε ολόκληρη την ομοσπονδιακή επικράτεια. Αυτό δεν ισχύει για κρατικές συνθήκες που πρέπει να εφαρμοστούν με τη θέσπιση νόμων (άρθρο 50 παρ. 2 υποπαράγραφος 4).

  1. Οι ανακοινώσεις στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας και σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο πρέπει να είναι προσιτές στο ευρύ κοινό και να εξακριβώνεται πλήρως και για πάντα στη δημοσιευμένη μορφή.
  2. Οι αναλυτικές διατάξεις σχετικά με τη διακήρυξη στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας θα τεθούν από ομοσπονδιακό νόμο.

Άρθρο 49α

  1. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος εξουσιοδοτείται από κοινού με τους αρμόδιους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς να επαναδιατυπώσει τους ομοσπονδιακούς νόμους, με εξαίρεση τον παρόντα Νόμο, και τις συνθήκες που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας στην έγκυρη έκδοσή τους με διακήρυξη στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
  2. Στη διακήρυξη για την αναδημοσίευση
    1. οι παρωχημένες ορολογικές εκφράσεις μπορούν να διορθωθούν και να διορθωθούν ορθογραφικά ώστε να εξομοιώνονται με τον νέο τρόπο γραφής,
    2. μπορούν να διορθωθούν οι αναφορές σε άλλους κανονισμούς που δεν ανταποκρίνονται πλέον στην ισχύουσα νομοθεσία καθώς και σε άλλες ασυνέπειες,
    3. οι διατάξεις που έχουν ακυρωθεί από μεταγενέστερους κανονισμούς ή έχουν καταστεί άκυρες με άλλο τρόπο μπορούν να κηρυχθούν πλέον άκυρες,
    4. μπορούν να καθοριστούν συντομεύσεις τίτλων και αλφαβητικές συντομογραφίες τίτλων,
    5. οι ορισμοί των άρθρων, των τμημάτων, των παραγράφων και των παρόμοιων κουτιών σε περίπτωση εξάλειψης ή εισαγωγής μπορούν να τροποποιηθούν αντίστοιχα και, στο πλαίσιο αυτό, οι σχετικές αναφορές στο κείμενο του κανονισμού να διορθωθούν κατάλληλα,
    6. οι προσωρινές διατάξεις καθώς και οι παλαιότερες ακόμη ισχύουσες εκδοχές του ομοσπονδιακού νόμου (κρατική συνθήκη) μπορούν να συνοψιστούν με τον καθορισμό του πεδίου τους.
  3. Εκτός αν ορίζεται ρητώς διαφορετικά αναδημοσιευμένος ομοσπονδιακός νόμος (η αναδημοσιευμένη κρατική συνθήκη) και οι άλλοι κανονισμοί που περιέχονται στη διακήρυξη τίθενται σε ισχύ μετά τη λήξη της ημέρας της διακήρυξης.

Άρθρο 49β

  1. Η λαϊκή διαβούλευση του λαού για θέμα θεμελιώδους και συνολικής εθνικής σημασίας για την επίλυση του οποίου είναι αρμόδια η βουλή πρέπει να πραγματοποιηθεί εάν το Εθνικό Συμβούλιο το ψηφίσει λόγω πρότασης από τα μέλη του ή από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση. Οι εκλογές και τα θέματα που υπόκεινται σε απόφαση δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο λαϊκής διαβούλευσης.
  2. Μια πρόταση σύμφωνα με την παράγραφο 1 παραπάνω πρέπει να περιλαμβάνει πρόταση για τη διατύπωση του ζητήματος που θα τεθεί βασικά σε λαϊκή διαβούλευση. Αυτό πρέπει να αποτελείται είτε από μια ερώτηση που πρέπει να απαντηθεί με «Ναι» είτε «Όχι» είτε από δύο εναλλακτικές προτάσεις.
  3. Οι λαϊκές διαβουλεύσεις θα πραγματοποιούνται με τρόπο ανάλογο προς τα άρθρα 45 και 46. Το δικαίωμα ψήφου, όσον αφορά τις λαϊκές διαβουλεύσεις, ισχύει σε εκείνους που την ημέρα που ορίστηκε για τη διαβούλευση έχουν δικαίωμα ψήφου για το εθνικό Συμβούλιο. Η ομοσπονδιακή εκλογική επιτροπή πρέπει να υποβάλει το αποτέλεσμα της διαβούλευσης στο Εθνικό Συμβούλιο και στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.

Ε. Συμμετοχή του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου στην Εκτέλεση από την Ομοσπονδία Επεξεργασία

Άρθρο 50

  1. Τα πορίσματα από
    1. πολιτικές κρατικές συνθήκες και κρατικές συνθήκες, το περιεχόμενο των οποίων τροποποιεί ή συμπληρώνει υφιστάμενους νόμους και δεν εμπίπτουν στο άρθρο 16 παράγραφος 1, καθώς και
    2. κρατικές συνθήκες με τις οποίες τροποποιούνται οι συμβατικές βάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

απαιτούν την έγκριση του Εθνικού Συμβουλίου.

  1. Για να δηλωθούν οι συνθήκες σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 επιπλέον ισχύουν τα ακόλουθα:
    1. Σε περίπτωση που μια κρατική συνθήκη παρέχει την απλοποιημένη τροποποίησή της, η τροποποίηση αυτή δεν απαιτεί έγκριση σύμφωνα με την παράγραφο 1, εκτός εάν το Εθνικό Συμβούλιο έχει επιφυλαχθεί για την εν λόγω έγκριση.
    2. Στον βαθμό που μια κρατική συνθήκη διευθετεί θέματα που εμπίπτουν στην αυτόνομη σφαίρα αρμοδιότητας των κρατιδίων, απαιτεί την έγκριση από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο.
    3. Σε περίπτωση που μια κρατική συνθήκη έχει καθοριστεί αυθεντικά σε περισσότερες από δύο γλώσσες, αρκεί, εάν χορηγηθεί η έγκριση βάσει της παραγράφου 1
      1. βάσει δύο αυθεντικών γλωσσικών εκδόσεων και μετάφρασης στη γερμανική γλώσσα,
      2. εάν, ωστόσο, η γερμανική έκδοση είναι αυθεντική, βάσει αυτής και μιας άλλης γνήσιας γλωσσικής έκδοσης.
    4. Κατά τη στιγμή της έγκρισης μιας κρατικής συνθήκης, το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει σε ποιο βαθμό η εν λόγω συνθήκη θα εφαρμοστεί με την έκδοση νόμων.
  2. Το άρθρο 42 παράγραφοι 1 έως 4 συμπεριλαμβάνεται ανάλογα στα ψηφίσματα του Εθνικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις παραγράφους 1 υποπαράγραφος 1 και παράγραφος 2 υποπαράγραφος 4 παραπάνω.
  3. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 44 παράγραφος 3, οι κρατικές συνθήκες σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 2 μπορούν να συναφθούν μόνο με την έγκριση του Εθνικού Συμβουλίου και την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Αυτά τα ψηφίσματα απαιτούν το καθένα την παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών του και την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.
  4. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο πρέπει να ενημερώνονται χωρίς καθυστέρηση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων για μια κρατική συνθήκη σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 50α

Το Εθνικό Συμβούλιο συμμετέχει σε θέματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

Άρθρο 50β

Ένας Αυστριακός εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας μπορεί μόνο να συμφωνήσει ή να απέχει από την ψηφοφορία για

  1. πρόταση ψηφίσματος για τη χορήγηση ενίσχυσης σταθερότητας σε ένα κράτος μέλος κατ' αρχήν
  2. τροποποίηση του εγκεκριμένου μετοχικού κεφαλαίου και προσαρμογή του μέγιστου όγκου δανείων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, καθώς και η ζήτηση εγκεκριμένου μετοχικού κεφαλαίου που δεν έχει καταβληθεί και
  3. τροποποιήσεις των μέσων χρηματοδοτικής βοήθειας,

εάν το Εθνικό Συμβούλιο τον έχει εξουσιοδοτήσει να το πράξει βάσει πρότασης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός μπορεί να συμβουλευτεί το Εθνικό Συμβούλιο. Χωρίς έγκριση από το Εθνικό Συμβούλιο, ο αυστριακός εκπρόσωπος πρέπει να αρνηθεί την πρόταση σε ένα τέτοιο ψήφισμα.

Άρθρο 50γ

  1. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός Υπουργός πρέπει να ενημερώσει αμέσως το Εθνικό Συμβούλιο για θέματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας σύμφωνα με τους κανονισμούς του Ομοσπονδιακού Νόμου για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου πρέπει να παρέχει το δικαίωμα σχολιασμού από το εθνικό συμβούλιο.
  2. Στον βαθμό που το Εθνικό Συμβούλιο έχει κάνει σχολιασμούς σε θέματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας εγκαίρως, ο Αυστριακός εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας πρέπει να τους σεβαστεί στις διαπραγματεύσεις και στις ψηφοφορίες. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός πρέπει να υποβάλει έκθεση στο Εθνικό Συμβούλιο αμέσως μετά την ψηφοφορία και τελικά να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους ο Αυστριακός εκπρόσωπος δεν σεβάστηκε τους σχολιασμούς.
  3. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός υποβάλλει τακτικά αναφορές στο Εθνικό Συμβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

Άρθρο 50δ

  1. Περαιτέρω λεπτομέρειες για τα άρθρα 50β και 50γ παράγραφοι 2 και 3 καθορίζονται στον Ομοσπονδιακό Νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.
  2. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου μπορεί να παρέχει πρόσθετες αρμοδιότητες του Εθνικού Συμβουλίου για τη συμμετοχή στην άσκηση του δικαιώματος ψήφου από αυστριακούς εκπροσώπους στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
  3. Για τη συμμετοχή σε θέματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, η Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι υπεύθυνη για τις προπαρασκευαστικές συμβουλές για την ομοσπονδιακή χρηματοοικονομική νομοθεσία εκλέγει μόνιμες Υποεπιτροπές. Τουλάχιστον ένα μέλος οποιουδήποτε κόμματος που εκπροσωπείται στην κύρια επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου πρέπει να συμμετέχει σε οποιαδήποτε από αυτές τις υποεπιτροπές. Οι αρμοδιότητες του Εθνικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις παραγράφους 2, άρθρα 50β και 50γ μπορούν να μεταβιβαστούν σε αυτές τις μόνιμες Υποεπιτροπές από τον Ομοσπονδιακό Νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου πρέπει να προβλέπει ότι οι μόνιμες Υποεπιτροπές μπορούν να συγκαλούνται και να συνεδριάζουν ανά πάσα στιγμή. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο διαλυθεί από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1, η συμμετοχή σε θέματα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας βαρύνει τις μόνιμες Υποεπιτροπές.

Άρθρο 51

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο ψηφίζει τον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικού Πλαισίου και εντός των ορίων του τον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών. Το αντίστοιχο προσχέδιο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα αποτελέσει τη βάση των συζητήσεων.
  2. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση πρέπει να υποβάλλει στο Εθνικό Συμβούλιο κάθε χρόνο το αργότερο εντός προθεσμίας που ορίζεται σε ομοσπονδιακό νόμο, το σχέδιο νόμου περί Οικονομικού Πλαισίου ή το σχέδιο ομοσπονδιακού νόμου με τον οποίο τροποποιείται ο ομοσπονδιακός νόμος περί Οικονομικού Πλαισίου. Ο ομοσπονδιακός νόμος περί Οικονομικού Πλαισίου πρέπει να περιέχει ανώτατα όρια για τα οικονομικά μέσα που θα εγκριθούν από το Εθνικό Συμβούλιο στον αντίστοιχο νόμο περί Οικονομικού Πλαισίου που θα εγκριθεί βάσει κατηγοριών καθώς και των βασικών στοιχείων του προσωπικού προγραμματισμού. Εξαιρείται από αυτό η χρήση μέσων για την αποπληρωμή χρηματοοικονομικών χρεών και νομισματικών δεσμεύσεων για την προσωρινή ενίσχυση των ταμειακών κεφαλαίων και η χρήση μέσων ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής κεφαλαίων σε περίπτωση συμφωνιών συναλλάγματος. Για περαιτέρω υποκατηγορίες πρέπει να προβλέπονται ανώτατα όρια για το επόμενο οικονομικό έτος και τα επόμενα επόμενα τρία οικονομικά έτη.
  3. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση πρέπει να υποβάλει στο Εθνικό Συμβούλιο το σχέδιο ενός Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου για το επόμενο οικονομικό έτος για το οποίο αυτός ο νόμος πρόκειται να ψηφιστεί το αργότερο δέκα εβδομάδες πριν από την έναρξη του οικονομικού έτους. Κατ' εξαίρεση, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μπορεί να υποβάλει το σχέδιο ενός Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου και για το επακόλουθο και το επόμενο οικονομικό έτος, χωριστά σύμφωνα με τα έτη, στο Εθνικό Συμβούλιο.
  4. Σε περίπτωση που ψηφιστεί ομοσπονδιακός νόμος για τα οικονομικά για το επακόλουθο και το επόμενο οικονομικό έτος, στο δεύτερο μισό του επόμενου οικονομικού έτους, το σχέδιο ομοσπονδιακού νόμου, που τροποποιεί τον ομοσπονδιακό νόμο περί οικονομικών, πρέπει να υποβληθεί από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση το αργότερο δέκα εβδομάδες πριν από την έναρξη του επόμενου οικονομικού έτους, στο Εθνικό Συμβούλιο. Οι τροποποιήσεις του Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου που περιέχονται σε αυτόν πρέπει σε κάθε περίπτωση να κάνουν αναφορά στο επόμενο οικονομικό έτος. Το σχέδιο θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης από το Εθνικό Συμβούλιο μέχρι το τέλος του επόμενου οικονομικού έτους. Το άρθρο 51α παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως.
  5. Ο ομοσπονδιακός νόμος περί οικονομικών περιλαμβάνει ως παραρτήματα τις εκτιμήσεις του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού και τον προσωπικό προγραμματισμό καθώς και άλλα στοιχεία υλικού για τη διαχείριση των εσωτερικών ζητημάτων.
  6. Για τη διαχείριση των εσωτερικών ζητημάτων της Ομοσπονδίας ισχύουν:
    1. Τα ανώτατα όρια των κατηγοριών του ομοσπονδιακού νόμου περί Οικονομικού Πλαισίου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τα εγκεκριμένα.
    2. Τα ανώτατα όρια των υποκατηγοριών, που θα καθοριστούν από ομοσπονδιακό νόμο σύμφωνα με την παράγραφο 7 του ομοσπονδιακού νόμου περί Οικονομικών Πλαισίων για το επόμενο οικονομικό έτος, δεν πρέπει να υπερβαίνονται, εκτός εάν ομοσπονδιακός νόμος σύμφωνα με την παράγραφο 9 προβλέπει ότι αυτά τα ανώτατα όρια μπορούν να ξεπεραστούν με την έγκριση του Ομοσπονδιακού Υπουργού Οικονομικών.

Εάν κατ' εξαίρεση εγκριθεί ένας ομοσπονδιακός νόμος περί οικονομικών για το επακόλουθο και το επόμενο οικονομικό έτος, οι κανονισμοί της παραγράφου 2 πρέπει να εφαρμόζονται με την προϋπόθεση ότι τα ανώτατα όρια που αναφέρονται στην παράγραφο 2 τελευταίο εδάφιο ισχύουν για το επακόλουθο και το επόμενο επόμενο έτος.

  1. Τα ανώτατα όρια της παραγράφου 6 υποπαράγραφος 1 και 2 μπορούν να ξεπεραστούν στις ακόλουθες περιπτώσεις:
    1. Σε περίπτωση επικείμενου κινδύνου, βάσει διατάγματος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, σε συγκατάθεση της Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με προκαταρκτική διαβούλευση με τους Ομοσπονδιακούς Δημοσιονομικούς Νόμους, απρόβλεπτα και ανεπίλυτα πρόσθετα μέσα στο μέγιστο των 2/1000 που μπορούν να παρέχονται από τα μέσα από τον ομοσπονδιακό νόμο περί οικονομικών, εάν προστατεύεται η κάλυψη. Εάν η Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με την προκαταρκτική διαβούλευση δεν αποφασίσει εντός δύο εβδομάδων, θεωρείται ότι πρέπει να δοθεί συγκατάθεση.
    2. Σε περίπτωση υπεράσπισης, για σκοπούς ολοκληρωμένης στρατιωτικής άμυνας (άρθρο 9α), αδιαμφισβήτητα πρόσθετα μέσα εντός του οικονομικού έτους έως το συνολικό ποσό των 10/100 των μέσων που προβλέπονται από την Ομοσπονδιακή Οικονομική Νομοθεσία για δαπάνες μπορεί να παρέχεται βάσει διατάγματος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης με συγκατάθεση με την Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι υπεύθυνη για προκαταρκτική διαβούλευση για τους Ομοσπονδιακούς Οικονομικούς Νόμους. Στον βαθμό που η κατανομή τέτοιων πρόσθετων μέσων δεν μπορεί να διασφαλιστεί με εξοικονόμηση μέσων ή επιπλέον αυξημένα μέσα, το διάταγμα της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης πρέπει να εξουσιοδοτήσει τον Υπουργό Οικονομικών να φροντίσει για την απαραίτητη κατανομή των μέσων με την πραγματοποίηση ή τη μετατροπή χρηματοοικονομικών χρεών.
  2. Κατά τη διαχείριση των ομοσπονδιακών προϋπολογισμών, οι αρχές της προσπάθειας για αποτελεσματικότητα, κυρίως με σεβασμό τον στόχο της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών, τη διαφάνεια, την αποτελεσματικότητα και την πραγματική εικόνα της οικονομικής κατάστασης της Ομοσπονδίας, πρέπει να γίνονται όσο το δυνατόν περισσότερο σεβαστές.
  3. Οι πιο λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την προετοιμασία του ομοσπονδιακού νόμου για τα χρηματοοικονομικά πλαίσια, του ομοσπονδιακού νόμου για τα οικονομικά και της άλλης διαχείρισης των ομοσπονδιακών ζητημάτων ρυθμίζονται σύμφωνα με τις ομοιόμορφες αρχές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 από τον ομοσπονδιακό νόμο. Ο τελευταίος ορίζει ειδικότερα:
    1. τα μέτρα για μια διοίκηση που επιδιώκει την αποτελεσματικότητα, ιδίως επίσης σε σχέση με τον στόχο της ίσης μεταχείρισης γυναικών και ανδρών,
    2. τα μέτρα διασφάλισης της διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης υποβολής εκθέσεων στην Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με την προκαταρκτική διαβούλευση σχετικά με τους Ομοσπονδιακούς Οικονομικούς Νόμους
    3. τη διαμόρφωση, τη δομή και τη δεσμευτική επίδραση του ομοσπονδιακού νόμου περί χρηματοοικονομικών πλαισίων,
    4. τη διάρθρωση του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού,
    5. το δεσμευτικό αποτέλεσμα του ομοσπονδιακού χρηματοοικονομικού νόμου, κυρίως όσον αφορά τις πτυχές του χρόνου και του ποσού,
    6. τα επιχειρήματα για τα χρέη εκ των προτέρων, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων που, εάν πληρούνται, απαιτούν εκ των προτέρων διάταγμα του Ομοσπονδιακού Υπουργού Οικονομικών σε συγκατάθεση με την Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι υπεύθυνη για την προκαταρκτική διαβούλευση με τους Ομοσπονδιακούς Οικονομικούς Νόμους ή την εκ του νόμου εξουσιοδότηση,
    7. τη δημιουργία θετικών και αρνητικών αποθεματικών του προϋπολογισμού,
    8. τη διάθεση των ομοσπονδιακών περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των προϋποθέσεων οι οποίες, εάν πληρούνται, απαιτούν διάταγμα του Ομοσπονδιακού Υπουργού Οικονομικών με συγκατάθεση με την επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με την προκαταρκτική διαβούλευση με τους ομοσπονδιακούς νόμους περί οικονομικών ή τη νόμιμη εξουσιοδότηση,
    9. την ανάληψη υποχρεώσεων από την Ομοσπονδία,
    10. την πραγματοποίηση ή μετατροπή υποχρεώσεων με προμήθεια οικονομικών μέσων, τα οποία δεν εξαργυρώνονται εντός του ίδιου οικονομικού έτους ή μέσω μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης (χρηματοοικονομικά χρέη),
    11. τους μηχανισμούς κινήτρων και κυρώσεων,
    12. τον έλεγχο,
    13. τη συμμετοχή του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την ορθότητα της λογιστικής.

Άρθρο 51α

  1. Σε περίπτωση που η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει στο Εθνικό Συμβούλιο σε εύθετο χρόνο (άρθ. 51 παρ. 2 και 3) το σχέδιο ενός Ομοσπονδιακού Νόμου περί Ομοσπονδιακών Οικονομικών ή ενός Ομοσπονδιακού Νόμου περί Χρηματοοικονομικών, ένα σχέδιο Ομοσπονδιακού Νόμου Πλαισίου Οικονομικών ή Ομοσπονδιακό Οικονομικός νόμος μπορεί επίσης να ασκηθεί από τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου.
  2. Σε περίπτωση που η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση παρουσιάσει το σχέδιο νόμου περί Ομοσπονδιακού Οικονομικού Πλαισίου ή Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου μετά την υποβολή αυτής της πρότασης, το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει να εξετάσει οποιοδήποτε σχέδιο στις συζητήσεις του.
  3. Σε περίπτωση που το Εθνικό Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει ομοσπονδιακό νόμο για τα οικονομικά σε ένα οικονομικό έτος, εξακολουθούν να ισχύουν τα ανώτατα όρια του πιο πρόσφατου οικονομικού έτους, για τα οποία είχαν καθοριστεί ανώτατα όρια.
  4. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο δεν εγκρίνει έναν Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών για ένα οικονομικό έτος και ομοίως δεν προβλέψει προσωρινή διάταξη μέσω ενός Ομοσπονδιακού νόμου, η διαχείριση των ομοσπονδιακών οικονομικών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του πιο πρόσφατα νόμου περί Ομοσπονδιακών Οικονομικών. Στη συνέχεια, τα νομισματικά χρέη μπορούν να προκύψουν μόνο στα μισά από τα αντίστοιχα αναμενόμενα ανώτατα ποσά, καθώς και σε βραχυπρόθεσμες δεσμεύσεις για την προσωρινή ενίσχυση των διαθεσίμων σε μετρητά.

Άρθρο 51β

  1. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών πρέπει να προβλέπει ότι κατά τη διαχείριση του προϋπολογισμού θα καλύπτονται οι οφειλόμενες υποχρεώσεις και στη συνέχεια θα πραγματοποιούνται οι άλλες δαπάνες μέσων, ωστόσο υπό τον όρο ότι μπορούν να καλυφθούν και σύμφωνα με τις αρχές σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 8.
  2. Εάν η ανάπτυξη του Ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού το απαιτεί ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους αρχίζει να εμφανίζεται μια ουσιαστική αλλαγή της εθνικής οικονομικής ανάπτυξης, ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών, με την έγκριση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή βάσει εξουσιοδότησης σύμφωνα με τον Ομοσπονδιακό Οικονομικό Νόμο, προκειμένου να ελεγχθεί ο Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός μπορεί να διαθέσει ένα ορισμένο ποσοστό των δαπανών των μέσων που προβλέπονται από τον Ομοσπονδιακό Οικονομικό Νόμο, στο βαθμό που αυτό δεν επηρεάζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της Ομοσπονδίας. Μέσα σε ένα μήνα μετά την καταβολή του ποσού, πρέπει να υποβάλει έκθεση στην Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι υπεύθυνη για τις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις για τους Ομοσπονδιακούς Οικονομικούς Νόμους.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών πρέπει να ενημερώνει τακτικά τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και τα άλλα κορυφαία όργανα του προϋπολογισμού σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

Άρθρο 51γ

  1. Η χρήση μέσων, που δεν προβλέπονται από τον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών ή η υπέρβαση της χρήσης μέσων που έχουν εγκριθεί από το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να γίνει μόνο βάσει εξουσιοδότησης από τον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών.
  2. Το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον Ομοσπονδιακό Υπουργό Οικονομικών και τον Ομοσπονδιακό Νόμο Οικονομικών να εγκρίνει την υπέρβαση της χρήσης των μέσων που προβλέπονται στον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών. Η άδεια αυτή μπορεί να χορηγηθεί μόνο στον βαθμό που η απαλλαγή συνδέεται με προϋποθέσεις για υλικούς λόγους και προσδιορίζεται ή υπολογίζεται σε ποσό. Επιπλέον, κατόπιν συμφωνίας του Ομοσπονδιακού Υπουργού Οικονομικών, μπορεί να γίνει υπέρβαση της χρήσης των μέσων που προβλέπονται στον Ομοσπονδιακό Νόμο περί Οικονομικών,
    1. βάσει νομικής υποχρέωσης,
    2. σε περίπτωση υφιστάμενου χρηματοοικονομικού χρέους ή βάσει συμβάσεων ανταλλαγής νομισμάτων ή
    3. βάσει μιας άλλης υποχρέωσης που υπήρχε ήδη κατά την έναρξη ισχύος του Ομοσπονδιακού Νόμου περί Οικονομικών.

Η έγκριση βάσει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου μπορεί να χορηγηθεί μόνο σε περίπτωση απρόβλεπτης απαίτησης και μόνο στο βαθμό που διασφαλίζεται η κάλυψη και τα αντίστοιχα δεσμευτικά ανώτατα όρια σύμφωνα με τα άρθρα 51 παρ. 2 και 6 για το σχετικό οικονομικό έτος δεν γίνεται υπέρβαση. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών μπορεί να μεταβιβάσει τις άδειες που χορηγούνται βάσει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου για την έγκριση υπέρβασης της χρήσης μέσων που έχουν προβλεφθεί με τις εξαιρέσεις αυτών σύμφωνα με την υποπαράγραφο 2 - σε συγκατάθεση με τα κορυφαία όργανα προϋπολογισμού επιβάρυνση, στους αρχηγούς των επίσημων αρχών, στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για την εφαρμογή μιας διοίκησης που επιδιώκει την αποτελεσματικότητα.

  1. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομικών πρέπει να υποβάλλει τριμηνιαία έκθεση στην Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι υπεύθυνη για τις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις για τους Ομοσπονδιακούς Οικονομικούς Νόμους σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Άρθρο 51δ

  1. Η συμμετοχή του Εθνικού Συμβουλίου στη διαχείριση του προϋπολογισμού είναι αρμοδιότητα της Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με τις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις για τους Ομοσπονδιακούς Νόμους περί Οικονομικών. Μπορεί να μεταφέρει ορισμένη ημερήσια διάταξη σε μια μόνιμη υποεπιτροπή στην οποία ανατίθεται επίσης η συμμετοχή στη διαχείριση του προϋπολογισμού, σε περίπτωση που το Εθνικό Συμβούλιο διαλύεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1. Η επιτροπή που είναι αρμόδια για τις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις για τους Ομοσπονδιακούς Νόμους περί Οικονομικών και η μόνιμη υποεπιτροπή του θα συγκληθούν επίσης όταν το Εθνικό Συμβούλιο (άρθρο 28) δεν είναι σε σύνοδο, εάν είναι απαραίτητο. Ο Ομοσπονδιακός Νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες.
  2. Οποιεσδήποτε περαιτέρω εκθέσεις πέραν των άρθρων 51β παράγραφος 2 και 51γ παράγραφος 3 πρέπει να υποβάλλονται στην Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου που είναι επιφορτισμένη με τις προκαταρκτικές διαβουλεύσεις για τους Ομοσπονδιακούς Νόμους περί Οικονομικών σχετικά με συγκεκριμένες ομοσπονδιακές νομικές διατάξεις.

Άρθρο 52

1. Το Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο έχουν το δικαίωμα να εξετάζουν τη διαχείριση των υποθέσεων από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, να ανακρίνουν τα μέλη της για όλα τα θέματα που σχετίζονται με την εκτέλεση, και να απαιτούν όλες τις σχετικές πληροφορίες, καθώς και να εγκρίνουν σε ψηφίσματα τις βουλήσεις τους για άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας.
1α. Οι αρμόδιες επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν την παρουσία του προϊσταμένου ενός ιδρύματος που δεν έχει οδηγίες σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 στις συνόδους των επιτροπών και να τον ανακρίνει σε όλα τα θέματα των διοικητικών υποθέσεων.
2. Τα δικαιώματα ελέγχου σύμφωνα με την παράγραφο 1 ισχύουν όσον αφορά την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και τα μέλη της, επίσης, όσον αφορά επιχειρήσεις στις οποίες η Ομοσπονδία συμμετέχει τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό στο μετοχικό κεφάλαιο και το οποίο υπόκειται στον έλεγχο της Υπηρεσίας Δημόσιου Ελέγχου. Η εν λόγω χρηματοδοτική συμμετοχή θεωρείται ισοδύναμη με την κυριαρχία των επιχειρήσεων μέσω διαφορετικών χρηματοοικονομικών ή άλλων οικονομικών ή οργανωτικών μέτρων. Αυτό ισχύει και για τις επιχειρήσεις σε κάθε περαιτέρω επίπεδο, όπου υπάρχουν οι προϋποθέσεις σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
3. Κάθε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου έχει το δικαίωμα κατά τη διάρκεια των συνόδων του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου να απευθύνει σύντομες προφορικές ερωτήσεις στα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης.
4. Οι λεπτομερείς κανονισμοί όσον αφορά το δικαίωμα ανάκρισης θα ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο, από τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου καθώς και από τις μόνιμες εντολές του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.

Άρθρο 52α

  1. Οι αρμόδιες επιτροπές του Εθνικού Συμβουλίου εκλέγουν κάθε μόνιμη εξεταστική επιτροπή για την αναθεώρηση των μέτρων για τη διασφάλιση των συνταγματικά εγκατεστημένων οργανισμών, καθώς και τα επιχειρησιακά τους μέσα και τα μέτρα πληροφοριών για τη διασφάλιση της στρατιωτικής άμυνας της χώρας. Κάθε υποεπιτροπή πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα μέλος από κάθε ένα από τα κόμματα που εκπροσωπούνται στην κύρια επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου.
  2. Οι μόνιμες υποεπιτροπές έχουν την εξουσία να απαιτούν από τους αρμόδιους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς όλες τις σχετικές πληροφορίες και πληροφορίες για το σχετικό υλικό. Αυτό δεν ισχύει για πληροφορίες και υλικό, ιδίως για πηγές, των οποίων η αποκάλυψη θα έθετε σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια ή την ασφάλεια ατόμων.
  3. Οι μόνιμες υποεπιτροπές μπορούν, εάν χρειαστεί, να συνεδριάζουν άλλες φορές πέρα από αυτές των συνόδων του Εθνικού Συμβουλίου.
  4. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου ρυθμίζει λεπτομερείς διατάξεις.

Άρθρο 52β

  1. Για τον έλεγχο μιας συγκεκριμένης διαδικασίας σε ένα θέμα που σχετίζεται με την ομοσπονδιακή οικονομική διοίκηση, η επιτροπή που συγκροτήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 126δ παράγραφος 2 εκλέγει μόνιμη υποεπιτροπή. Τουλάχιστον ένα μέλος από κάθε κόμμα που εκπροσωπείται στην Κεντρική Επιτροπή του Εθνικού Συμβουλίου πρέπει να ανήκει σε αυτήν την Υποεπιτροπή.
  2. Οι λεπτομερείς διατάξεις ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.

Άρθρο 53

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο μπορεί, με ψήφισμα, να συγκροτήσει εξεταστικές επιτροπές.
  2. Οι λεπτομερείς κανονισμοί που αφορούν τη σύσταση και τη διαδικασία των εξεταστικών επιτροπών θα ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.
  3. Τα δικαστήρια και όλες οι άλλες αρχές είναι υποχρεωμένες να συμμορφωθούν με το αίτημα αυτών των επιτροπών προς απόδειξη στοιχείων. Όλα τα δημόσια τμήματα πρέπει κατά παραγγελία να παραδώσουν τα αρχεία τους.

Άρθρο 54

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 2/1997)

Άρθρο 55

  1. Το Εθνικό Συμβούλιο εκλέγει την κύρια επιτροπή του από τα μέλη του σύμφωνα με την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης.
  2. Σε περίπτωση ανάγκης, η κύρια επιτροπή συγκαλείται επίσης μεταξύ των συνόδων του Εθνικού Συμβουλίου (άρθρο 28).
  3. Η κύρια επιτροπή εκλέγει από τα μέλη της μόνιμη υποεπιτροπή στην οποία αναθέτει τις εξουσίες που ορίζονται από τον παρόντα νόμο. Οι εκλογές πραγματοποιούνται σύμφωνα με την αναλογική εκπροσώπηση. Ωστόσο, ο σεβασμός αυτής της αρχής πρέπει να επιτρέπει την ένταξη στην υποεπιτροπή τουλάχιστον ενός μέλους από κάθε κόμμα που εκπροσωπείται στην κύρια επιτροπή. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου πρέπει να προβλέπει ότι η μόνιμη υποεπιτροπή μπορεί να συγκαλείται και να συνεδριάζει ανά πάσα στιγμή. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 διαλύεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο, η συμμετοχή στην εκτελεστική εξουσία η οποία σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο εναπόκειται διαφορετικά στο Εθνικό Συμβούλιο (Κύρια Επιτροπή) ανατίθεται στη Μόνιμη Υποεπιτροπή.
  4. Μπορεί να ορίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία ότι ορισμένες γενικές πράξεις της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή ενός Ομοσπονδιακού Υπουργού χρειάζονται τη συμφωνία της Κεντρικής Επιτροπής, καθώς και ότι οι εκθέσεις διαβιβάζονται στην Κεντρική Επιτροπή από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή από έναν Ομοσπονδιακό Υπουργό. Λεπτομερέστερες διατάξεις, ειδικά εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία, ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.
  5. Όσον αφορά τις διατάξεις του αρμόδιου Ομοσπονδιακού Υπουργού σχετικά με μέτρα ελέγχου για τη διασφάλιση της αδιάτακτης παραγωγής ή της προμήθειας του πληθυσμού και άλλων καταναλωτών με βασικά οικονομικά και καταναλωτικά αγαθά, πρέπει να προβλεφθεί η έγκριση της κύριας επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και για την κατάργηση τέτοιων διατάξεων, μπορούν να εκδοθούν ειδικοί κανονισμοί. Τα ψηφίσματα της κύριας επιτροπής για την έγκριση τέτοιων διατάξεων μπορούν να εγκριθούν μόνο παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών της και με πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.

ΣΤ. Καθεστώς των μελών του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου Επεξεργασία

Άρθρο 56

  1. Τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου και τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου δεσμεύονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους χωρίς εντολή.
  2. Εάν ένα μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή ένας Υφυπουργός έχει παραιτηθεί από την έδρα του ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, η αρμόδια εκλογική επιτροπή του εκχωρεί και πάλι την έδρα όταν έχει αποχωρήσει, υπό τις συνθήκες του άρθρου 71 μετά την αποφυλάκισή του εμπιστεύεται τη συνέχιση της διοίκησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει ενημερώσει εντός οκτώ ημερών το Συμβούλιο για την αποποίηση ευθυνών του για την ανανεωμένη άσκηση της εντολής του.
  3. Αυτή η ανανεωμένη αποστολή τερματίζει την εντολή αυτού του μέλους του Εθνικού Συμβουλίου που κατείχε την έδρα του προσωρινά παυμένου μέλους στο βαθμό που άλλο, επόμενο μέλος του Εθνικού Συμβουλίου με την ευκαιρία του διορισμού της έδρας στην ίδια εκλογική περιφέρεια δεν δηλώσει στην εκλογική επιτροπή την επιθυμία του να ασκήσει την εντολή ως αναπληρωτής για το προσωρινά παυμένο μέλος του Εθνικού Συμβουλίου.
  4. Οι παράγραφοι 2 και 3 ισχύουν επίσης εάν ένα μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή ένας Υφυπουργός δεν έχει αποδεχτεί την εκλογή του ως μέλους του Εθνικού Συμβουλίου.

Άρθρο 57

  1. Τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου δεν μπορούν ποτέ να θεωρηθούν υπεύθυνα για τις ψήφους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και μόνο από το Εθνικό Συμβούλιο για προφορικές ή γραπτές δηλώσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της αποστολής τους.
  2. Τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου μπορούν να υποστούν ποινικό αδίκημα - εξαιρουμένης της υπόθεσης αυτόφορης σύλληψης για διάπραξη εγκλήματος - και να συλληφθούν μόνο με τη συγκατάθεση του Εθνικού Συμβουλίου. Οι κατ' οίκων έλεγχοι των μελών του Εθνικού Συμβουλίου απαιτούν επίσης τη συναίνεση του Εθνικού Συμβουλίου.
  3. Η νομική αγωγή λόγω ποινικού αδικήματος δίδεται, διαφορετικά, χωρίς τη συγκατάθεση του Εθνικού Συμβουλίου κατά των μελών του Εθνικού Συμβουλίου μόνο εάν δεν προφανώς συνδέεται με την πολιτική δραστηριότητα του εν λόγω μέλους. Ωστόσο, η αρμόδια αρχή πρέπει να ζητήσει απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη μιας τέτοιας σχέσης, εάν το ζητήσει το εν λόγω μέλος ή το ένα τρίτο των μελών που ανήκουν στη μόνιμη επιτροπή που είναι επιφορτισμένη με αυτά τα θέματα. Κάθε πράξη νομικής διαδικασίας, σε περίπτωση τέτοιας απαίτησης, παύει αμέσως ή διακόπτεται.
  4. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η συγκατάθεση του Εθνικού Συμβουλίου θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί εάν εντός οκτώ εβδομάδων δεν έχει αποφανθεί σχετικά με κατάλληλο αίτημα της αρμόδιας αρχής για την ανάληψη νομικής αγωγής. Ο Πρόεδρος, ενόψει της έγκρισης ψηφίσματος από το Εθνικό Συμβούλιο εγκαίρως, υποβάλλει το αίτημα αυτό σε ψηφοφορία το αργότερο μία ημέρα πριν από τη λήξη της προθεσμίας. Το τελευταίο δεν περιλαμβάνει την περίοδο κατά την οποία το Εθνικό Συμβούλιο δεν βρίσκεται σε σύνοδο.
  5. Σε περίπτωση αυτόφωρης σύλληψης ενός μέλους για διάπραξη εγκλήματος, η ενδιαφερόμενη αρχή πρέπει αμέσως να ενημερώσει τον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου για τη σύλληψη. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο ή όταν δεν βρίσκεται σε σύνοδο, η Μόνιμη Επιτροπή που έχει αναλάβει αυτά τα ζητήματα το ζητήσει, η σύλληψη πρέπει να ανασταλεί ή να ακυρωθεί η νομική διαδικασία στο σύνολό της.
  6. Η ασυλία των μελών λήγει με την ημέρα της συνεδρίασης του νεοεκλεγέντος Εθνικού Συμβουλίου, εκείνης των λειτουργών του Εθνικού Συμβουλίου των οποίων η θητεία παρατείνεται πέραν αυτής της ημερομηνίας κατά τη λήξη της θητείας αυτής.
  7. Οι λεπτομερείς διατάξεις ρυθμίζονται από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.

Άρθρο 58

Τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου απολαμβάνουν καθ' όλη τη διάρκεια της θητείας τους την ασυλία των μελών της Βουλής που υπηρετούν.

Άρθρο 59

Κανένα μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν μπορεί ταυτόχρονα να ανήκει σε ένα από τα δύο άλλα αντιπροσωπευτικά όργανα.

Άρθρο 59α

  1. Σε οποιονδήποτε δημόσιο υπάλληλο θέτει υποψηφιότητα για έδρα στο Εθνικό Συμβούλιο, παρέχεται ο απαραίτητος χρόνος για τη διεξαγωγή προεκλογικού αγώνα.
  2. Σε δημόσιο υπάλληλο που είναι μέλος του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, κατόπιν αιτήματός του, χορηγείται άδεια απουσίας ή συνταξιοδοτείται για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων του ως μέλους. Κατά τη διάρκεια της άδειας απουσίας, η αμοιβή αντιστοιχεί στο ποσό της εργασίας που πράγματι εκτελέστηκε στο πλαίσιο των καθηκόντων υπηρεσίας, αλλά δεν πρέπει να υπερβαίνει το 75% της συνολικής αμοιβής. Αυτό το όριο ισχύει επίσης εάν δεν γίνει χρήση άδειας απουσίας ή συνταξιοδότησης. Η συνταξιοδότηση συνεπάγεται τον τερματισμό όλων των πληρωμών που σχετίζονται με τις υπηρεσίες.
  3. Εάν δεν είναι δυνατόν να διοριστεί δημόσιος υπάλληλος στην προηγούμενη θέση του λόγω της εκπλήρωσης των καθηκόντων του ως μέλους, δικαιούται να του δοθεί μια λογικά ισοδύναμη - εάν συμφωνεί, επίσης μια μη ισοδύναμη - δραστηριότητα. Η αμοιβή καθορίζεται από τη δραστηριότητα που πραγματικά εκτελείται από τον εργαζόμενο.

Άρθρο 59β

  1. Για τον έλεγχο των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων που έχουν εκλεγεί μέλη του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, θα συσταθεί Επιτροπή υπό την αιγίδα του Κοινοβουλευτικού Προσωπικού. Η Επιτροπή αποτελείται από:
    1. έναν εκπρόσωπο που ορίζεται από καθέναν από τους προέδρους του Εθνικού Συμβουλίου,
    2. δύο εκπροσώπους που ορίζονται από τον Πρόεδρο του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου με τη συγκατάθεση των Αντιπροέδρων,
    3. δύο εκπροσώπου των κρατιδίων,
    4. δύο εκπροσώπους των δήμων, και
    5. ένα μέλος που είχε προηγουμένως ασκήσει δικαστική λειτουργία.

Τα μέλη σύμφωνα των εδαφίων 3 έως 5 διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Κατά τη σύστασή της (άρθρο 67) σχετικά με το εδάφιο 3, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δεσμεύεται από κοινή σύσταση των κυβερνητικών αρχών της Λαϊκής Δημοκρατίας και σχετικά με το εδάφιο 4 από σύσταση της Αυστριακής Ομοσπονδίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης και σύσταση της Αυστριακής Ένωσης Πόλεων. Τα μέλη της Επιτροπής σύμφωνα με τα εδάφια 1 έως 4 πρέπει να είναι άτομα που είχαν προηγουμένως ασκήσει καθήκοντα κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 2. Ένα άτομο που ασκεί κερδοφόρο επάγγελμα δεν μπορεί να είναι μέλος της Επιτροπής. Η ιδιότητα μέλους στην Επιτροπή λήγει με τη λήξη της νομοθετικής περιόδου, αλλά όχι πριν οριστεί ή διοριστεί νέο μέλος.

  1. Κατόπιν αιτήματος ενός δημόσιου υπαλλήλου, ο οποίος είναι μέλος του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, ή κατόπιν αιτήματος της απασχολούμενης αρχής του, η Επιτροπή γνωμοδοτεί για τις διαφορές που προκύπτουν μεταξύ του δημόσιου υπαλλήλου και της αρχής του στην εκτέλεση του άρθρου 59α ή σε σχέση με κανονισμούς που εκδίδονται κατά την εφαρμογή του. Η Επιτροπή γνωμοδοτεί επίσης για τέτοιες διαφορές που προκύπτουν μεταξύ δικαστή και τμήματος ή επιτροπής κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 2, καθώς και για διαφορές που προκύπτουν μεταξύ μέλους του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και του Προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου κατά την εκτέλεση του άρθρου 30, παράγραφος 3.
  2. Το μέλος του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου που είναι δημόσιος υπάλληλος υποχρεούται να ενημερώνει κάθε χρόνο την Επιτροπή σχετικά με τη ρύθμιση που έχει κάνει σχετικά με την άδεια απουσίας ή τη συνταξιοδότησή του σύμφωνα με το άρθρο 59α και τον τρόπο εργασίας που εκτελείται από αυτόν. Το άρθρο 53 παράγραφος 3 εφαρμόζεται ανάλογα στις έρευνες της Επιτροπής. Η Επιτροπή καθορίζεται από τις Πάγιες Εντολές. Κάθε χρόνο, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Εθνικό Συμβούλιο - όσον αφορά τα μέλη του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο - η οποία δημοσιεύεται.

Κεφάλαιο III. Ομοσπονδιακή Εκτελεστική Εξουσία Επεξεργασία

Α. Διοίκηση Επεξεργασία

1. Ομοσπονδιακός Πρόεδρος Επεξεργασία

Άρθρο 60

  1. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος εκλέγεται από τον λαό της Ομοσπονδίας με βάση ίση, άμεση, προσωπική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία από άνδρες και γυναίκες που έχουν δικαίωμα ψήφου στο Εθνικό Συμβούλιο. Εάν υπάρχει μόνο ένας υποψήφιος, οι εκλογές θα διεξαχθούν με δημοψήφισμα. Το άρθρο 26 παράγραφοι 5 έως 8 εφαρμόζεται ανάλογα.
  2. Ο υποψήφιος που λαμβάνει περισσότερες από τις μισές από τις έγκυρες ψήφους έχει εκλεγεί. Εάν δεν υπάρξει τέτοια πλειοψηφία, πραγματοποιείται δεύτερη ψηφοφορία. Οι ψήφοι σε αυτό μπορούν να υπολογιστούν ως έγκυρες μόνο για έναν από τους δύο υποψηφίους που έχει λάβει τις περισσότερες ψήφους στην πρώτη ψηφοφορία.
  3. Μόνο ένα άτομο που έχει δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα για το Εθνικό Συμβούλιο και έχει συμπληρώσει το τριακοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του την ημέρα των εκλογών μπορεί να εκλεγεί Ομοσπονδιακός Πρόεδρος.
  4. Το αποτέλεσμα της εκλογής του Ομοσπονδιακού Προέδρου δημοσιεύεται επίσημα από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  5. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος κατέχει το αξίωμά του για έξι χρόνια. Η επανεκλογή για την αμέσως επόμενη θητεία επιτρέπεται μόνο μία φορά.
  6. Πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να αμφισβητηθεί μέσω δημοψηφίσματος. Το δημοψήφισμα θα διεξαχθεί εάν το ζητήσει η Ομοσπονδιακή Συνέλευση. Η Ομοσπονδιακή Συνέλευση θα κληθεί από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο για το σκοπό αυτό εάν το Εθνικό Συμβούλιο έχει εγκρίνει μια τέτοια πρόταση. Η ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου απαιτεί την παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών και την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων. Με τέτοια ψηφοφορία στο Εθνικό Συμβούλιο, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος εμποδίζεται από την περαιτέρω άσκηση του αξιώματος του. Η απόρριψη της κατηγορίας από το δημοψήφισμα ισχύει ως νέα εκλογή και συνεπάγεται τη διάλυση του Εθνικού Συμβουλίου (άρθρο 29 παρ. 1). Σε αυτήν την περίπτωση και η συνολική θητεία του ομοσπονδιακού προέδρου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δώδεκα χρόνια.

Άρθρο 61

  1. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος δεν μπορεί να ανήκει σε κανένα γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο ούτε να ασκεί οποιαδήποτε άλλη εργασία.
  2. Ο τίτλος «Ομοσπονδιακός Πρόεδρος» δεν μπορεί - ακόμη και με προσθήκη ή στο πλαίσιο άλλης ονομασίας - να χρησιμοποιείται από οποιονδήποτε άλλο. Προστατεύεται από τον νόμο.

Άρθρο 62

  1. Κατά την ανάληψη της θητείας του, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος υποβάλλει τον ακόλουθο όρκο ενώπιον της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης:

«Υπόσχομαι κατηγορηματικά ότι θα τηρήσω πιστά το Σύνταγμα και όλους τους νόμους της Δημοκρατίας και θα εκπληρώσω το καθήκον μου όσο καλύτερα γνωρίζω και πιστεύω.»

  1. Η προσθήκη θρησκευτικού όρκου είναι αποδεκτή.

Άρθρο 63

  1. Ο θεσμός της νομικής διαδικασίας κατά του Ομοσπονδιακού Προέδρου είναι παραδεκτός μόνο εάν έχει συμφωνήσει η Ομοσπονδιακή Συνέλευση.
  2. Η αίτηση για την άσκηση νομικής διαδικασίας κατά του Ομοσπονδιακού Προέδρου υποβάλλεται από την αρμόδια αρχή στο Εθνικό Συμβούλιο που αποφασίζει εάν η Ομοσπονδιακή Συνέλευση θα ασχοληθεί με το θέμα. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο αποφανθεί υπέρ αυτού, ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος πρέπει αμέσως να συγκαλέσει την Ομοσπονδιακή Συνέλευση.

Άρθρο 64

  1. Όλες οι αρμοδιότητες του Ομοσπονδιακού Προέδρου, σε περίπτωση που αυτός αδυνατεί να τις εκπληρώσει, μεταβιβάζονται πρωτίστως στον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο. Η διαμονή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θεωρείται εμπόδιο. Εάν το εμπόδιο διαρκεί περισσότερο από είκοσι ημέρες ή εάν, σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 6, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος εμποδιστεί από την εκπλήρωση της θητείας του, ο πρόεδρος, ο δεύτερος πρόεδρος και ο τρίτος πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου που ενεργούν ως επιτροπή αναλαμβάνουν την αρμοδιότητες του Ομοσπονδιακού Προέδρου. Το ίδιο ισχύει και εάν η θέση του Ομοσπονδιακού Προέδρου βρίσκεται σε συνεχή αναστολή.
  2. Η επιτροπή που έχει αναλάβει σύμφωνα με την παράγραφο 1 παραπάνω την άσκηση των καθηκόντων του Ομοσπονδιακού Προέδρου αποφασίζει με πλειοψηφία. Η προεδρία της επιτροπής ανατίθεται στον Πρόεδρο του Εθνικού Συμβουλίου, όπως επίσης και η δημόσια εκπροσώπησή της.
  3. Εάν ένας ή δύο από τους Προέδρους του Εθνικού Συμβουλίου παρεμποδίζονται από την εκπλήρωση των ευθυνών τους ή η θέση τους είναι σε αναστολή, η επιτροπή εξακολουθεί να αποτελεί απαρτία ακόμη και χωρίς τη συμμετοχή τους. Σε περίπτωση ισοψηφία, ο πρεσβύτερος Πρόεδρος έχει την καθοριστική ψήφο.
  4. Σε περίπτωση που η θέση του Ομοσπονδιακού Προέδρου παραμένει συνεχόμενα κενή, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση κανονίζει αμέσως την εκλογή του νέου Ομοσπονδιακού Προέδρου. Μετά την επόμενη εκλογή, η επιτροπή συγκαλεί χωρίς καθυστέρηση την Ομοσπονδιακή Συνέλευση για τη διαβεβαίωση του Ομοσπονδιακού Προέδρου.

Άρθρο 65

  1. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος εκπροσωπεί τη Δημοκρατία διεθνώς, δέχεται και πιστοποιεί απεσταλμένους, κυρώνει τον διορισμό ξένων προξένων, διορίζει τους προξενικούς εκπροσώπους της Δημοκρατίας στο εξωτερικό και συνάπτει κρατικές συνθήκες. Με τη σύναψη κρατικής συνθήκης που δεν εμπίπτει στο άρθρο 50 ή κρατικής συνθήκης σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1, η οποία ούτε τροποποιεί ούτε συμπληρώνει υφιστάμενους νόμους, μπορεί να ορίσει ότι η εν λόγω συνθήκη θα εφαρμοστεί με την έκδοση διατάξεων.
  2. Επιπλέον, του ανατίθεται - εκτός από τις εξουσίες που του έχουν ανατεθεί σύμφωνα με άλλες διατάξεις του παρόντος Συντάγματος - εξουσία:
    1. να διορίζει ομοσπονδιακούς δημόσιους υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων αξιωματούχων καθώς και άλλων ομοσπονδιακών λειτουργών, και να τους απονέμει επίσημους τίτλους,
    2. να δημιουργεί και να παραχωρεί επίτιμους τίτλους,
    3. σε μεμονωμένες υποθέσεις: να συγχωρεί άτομα που καταδικάστηκαν χωρίς περαιτέρω δικαίωμα έφεσης, να μετριάζει και να μετακινεί ποινές που εκδόθηκαν από τα δικαστήρια, ως πράξη χάριτος για την ακύρωση των ποινών και τη χορήγηση διαγραφής από τις νομικές τους συνέπειες, και επιπλέον για την κατάργηση ποινικών διαδικασιών σε υποθέσεις στην αυτεπάγγελτη δίωξη,
    4. σχετικά με την αναφορά των γονέων να κηρύξουν τα παράνομα παιδιά νόμιμα.
  3. Οι ειδικοί νόμοι προβλέπουν σε ποιο βαθμό οι εξουσίες ανατίθενται επιπλέον στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο όσον αφορά τη χορήγηση τιμητικών προνομίων, έκτακτων ικανοτήτων, επιδομάτων και συντάξεων, του δικαιώματος διορισμού και επιβεβαίωσης προσώπων σε διορισμούς και άσκησης άλλων εξουσιών σε θέματα προσωπικού.

Άρθρο 66

  1. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να αναθέσει στα αρμόδια μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης το δικαίωμα που του έχει ανατεθεί να ορίσει ορισμένες κατηγορίες Ομοσπονδιακών δημοσίων υπαλλήλων και να τους εξουσιοδοτήσει να μεταβιβάζουν, όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες Ομοσπονδιακών δημοσίων υπαλλήλων, αυτή την αρμοδιότητα στις αρχές που υπάγονται σε αυτόν
  2. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να εξουσιοδοτήσει την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή τα αρμόδια μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης να συνάψουν ορισμένες κατηγορίες κρατικών συνθηκών που δεν εμπίπτουν στο άρθρο 16 παράγραφος 1 ούτε στο άρθρο 50. Μια τέτοια εξουσιοδότηση επεκτείνεται επίσης στην εξουσία να διατάσσει την εφαρμογή αυτών των συνθηκών με την έκδοση διατάξεων.
  3. Ο ομοσπονδιακός πρόεδρος μπορεί, μετά από σύσταση μιας κυβέρνησης ενός κρατιδίου και με την υπογραφή του κυβερνήτη, να εξουσιοδοτήσει την κυβέρνηση του κρατιδίου να συνάψει συνθήκες σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 όταν δεν τροποποιούν ούτε συμπληρώνουν τους ισχύοντες νόμους. Μια τέτοια εξουσιοδότηση επεκτείνεται επίσης στην εξουσία να διευκρινίζει ότι αυτές οι συνθήκες θα εφαρμόζονται με την έκδοση διατάξεων.

Άρθρο 67

  1. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από το Σύνταγμα, όλες οι επίσημες πράξεις του Ομοσπονδιακού Προέδρου βασίζονται σε σύσταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή του Ομοσπονδιακού Υπουργού που έχει εξουσιοδοτηθεί από αυτήν. Ο νόμος προβλέπει σε ποιο βαθμό η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή ο αρμόδιος Ομοσπονδιακός Υπουργός εξαρτάται στο παρόν από συστάσεις από άλλα κόμματα.
  2. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από το Σύνταγμα, όλες οι επίσημες πράξεις του Ομοσπονδιακού Προέδρου απαιτούν για την εγκυρότητά τους την αντιπροσώπευση του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου ή του αρμόδιου Ομοσπονδιακού Υπουργού.

Άρθρο 67α

  1. Το αξίωμα του Ομοσπονδιακού Προέδρου, του υφιστάμενου του Ομοσπονδιακού Προέδρου, καλείται να τον βοηθήσει να εκτελέσει τις επίσημες υποθέσεις του. Λεπτομέρειες σχετικά με την πορεία των εργασιών στο αξίωμα του Προέδρου μπορεί να ρυθμίζονται με πάγια εντολή που θα εκδίδεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο.
  2. Το άρθρο 67 δεν ισχύει για την πάγια εντολή του Προέδρου, για το διορισμό υπαλλήλων του Προέδρου και την παραχώρηση επίσημων τίτλων κατά την άσκηση της ανώτερης εξουσίας.

Άρθρο 68

  1. Σύμφωνα με το άρθρο 142, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος είναι υπεύθυνος έναντι της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης για την άσκηση των καθηκόντων του.
  2. Για την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος, η Ομοσπονδιακή Συνέλευση συγκαλείται με την ψήφο του Εθνικού Συμβουλίου ή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου από τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  3. Η παρουσία περισσότερων από τα μισά μέλη καθενός από τα δύο αντιπροσωπευτικά όργανα και η πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων είναι απαραίτητη για μια ψηφοφορία, σύμφωνα με την οποία μια κατηγορία, σύμφωνα με το άρθρο 142, προτιμάται έναντι του Ομοσπονδιακού Προέδρου.

2. Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση Επεξεργασία

Άρθρο 69

  1. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος, ο Αντικαγκελάριος και οι άλλοι Ομοσπονδιακοί Υπουργοί είναι επιφορτισμένοι με την ανώτατη διοικητική δραστηριότητα της Ομοσπονδίας στον βαθμό που αυτή δεν ανατίθεται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Αποτελούν ως σώμα την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση υπό την προεδρία του Ομοσπονδιακού Καγκελαρίου.
  2. Ο Αντικαγκελάριος έχει το δικαίωμα να αναπληρώνει τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο σε ολόκληρη την αρμοδιότητά του. Σε περίπτωση που ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος και ο Αντικαγκελάριος εμποδίζονται ταυτόχρονα από την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων τους, το πιο πρεσβύτερο - και σε περίπτωση ίσης αρχαιότητας, το παλαιότερο - μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης που δεν εμποδίζεται από την άσκηση των καθηκόντων του, αναπληρώνει τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  3. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση έχει απαρτία όταν είναι παρόντα περισσότερα από τα μισά μέλη της.

Άρθρο 70

  1. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος και, μετά από σύστασή του, τα άλλα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Δεν απαιτείται σύσταση για την παύση του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου ή ολόκληρης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Η παύση μεμονωμένων μελών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης γίνεται μετά από σύσταση του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου. Ο διορισμός του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου ή ολόκληρης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης υπογράφεται από τον νεοεκλεγέντα Ομοσπονδιακό Καγκελάριο. Η παύση δεν απαιτεί αντίθετη προσυπογραφή.
  2. Μόνο τα άτομα που μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα για το Εθνικό Συμβούλιο μπορούν να διορισθούν Ομοσπονδιακοί Καγκελάριοι, Αντιπρόεδροι ή Ομοσπονδιακοί Υπουργοί. Τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης δεν χρειάζεται να ανήκουν στο Εθνικό Συμβούλιο.
  3. Σε περίπτωση που διοριστεί νέα Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο τη στιγμή που το Εθνικό Συμβούλιο δεν βρίσκεται σε σύνοδο, το Εθνικό Συμβούλιο πρέπει να συγκληθεί σε έκτακτη σύνοδο (άρθρο 28 παράγραφος 2) και να συνεδριάσει εντός μίας εβδομάδας, με σκοπό την παρουσίαση της νέας Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης.

Άρθρο 71

Εάν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αποχωρήσει, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος αναθέτει στα μέλη της απερχόμενης κυβέρνησης τη συνέχιση της διοίκησης και σε ένα από αυτά την προεδρία της προσωρινής Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Ένας Υφυπουργός που είναι συνδεδεμένος με έναν απερχόμενο Ομοσπονδιακό Υπουργό ή έναν ανώτερο δημόσιο υπάλληλο του οικείου Ομοσπονδιακού Υπουργείου μπορεί επίσης να αναλάβει τη συνέχιση της διοίκησης. Αυτή η διάταξη εφαρμόζεται ανάλογα εάν μεμονωμένα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης έχουν αποχωρήσει. Όποιος είναι επιφορτισμένος με τη συνέχιση της διοίκησης φέρει την ίδια ευθύνη με τον Ομοσπονδιακό Υπουργό (άρθρο 76).

Άρθρο 72

  1. Πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους, τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ορκίζονται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Η προσθήκη θρησκευτικού όρκου είναι αποδεκτή.
  2. Τα έγγραφα διορισμού για τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο, τον Αντιπρόεδρο και τους άλλους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς εκτελούνται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο την ημέρα της ορκωμοσίας και προσυπογράφονται από τον νεοδιορισμένο Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  3. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται ανάλογα στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 71 ανωτέρω.

Άρθρο 73

  1. Εάν ένας Ομοσπονδιακός Υπουργός εμποδιστεί προσωρινά στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του, δίνει εντολή, κατόπιν συναίνεσης με έναν άλλο Ομοσπονδιακό Υπουργό, σε έναν Υφυπουργό που είναι συνδεδεμένος μαζί του ή έναν ανώτερο δημόσιο υπάλληλο του αντίστοιχου Ομοσπονδιακού Υπουργείου να τον αναπληρώσει. Οι εντολές για αναπλήρωση πρέπει να κοινοποιούνται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο και στον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο. Η διαμονή σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θεωρείται εμπόδιο. Εάν ένας Ομοσπονδιακός Υπουργός δεν είναι σε θέση να αναπληρώσει στην έννοια του πρώτου εδαφίου, ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος, σε συγκατάθεση με τον Αντικαγκελάριο, δίνει εντολή σε έναν άλλο Ομοσπονδιακό Υπουργό, έναν Υφυπουργό συνδεδεμένο με τον εμποδιζόμενο Ομοσπονδιακό Υπουργό ή έναν ανώτερο δημόσιο υπάλληλο του αντίστοιχου Ομοσπονδιακού Υπουργείου να τον αναπληρώσει. Τέτοιες οδηγίες για αναπλήρωση πρέπει να κοινοποιούνται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Ο αναπληρωτής φέρει την ίδια ευθύνη με τον Ομοσπονδιακό Υπουργό (άρθρο 76).
  2. Ο αρμόδιος Ομοσπονδιακός Υπουργός για ένα θέμα μπορεί να αναθέσει σε άλλο Ομοσπονδιακό Υπουργό ή υφυπουργό την εξουσία να συμμετάσχει στις συνόδους του Συμβουλίου και εντός αυτού του πλαισίου να διεξάγει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με ένα συγκεκριμένο έργο και να ψηφίσει σχετικά.
  3. Ένα μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης που διαμένει σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αφήσει τα καθήκοντά του στο Εθνικό Συμβούλιο ή στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο να υλοποιούνται από υφυπουργό που είναι συνδεδεμένος με αυτόν ή από άλλο Ομοσπονδιακό Υπουργό. Ένα μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, το οποίο δεν αναπληρώνεται, μπορεί να εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου του στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση σε άλλο Ομοσπονδιακό Υπουργό. Αυτό δεν επηρεάζει την ευθύνη του. Το δικαίωμα ψήφου μπορεί να ανατεθεί μόνο σε ένα μέλος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης που δεν έχει ήδη αναλάβει την ανάθεση ενός άλλου μέλους της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και στο οποίο δεν έχει ήδη εκχωρηθεί δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 74

  1. Εάν το Εθνικό Συμβούλιο περάσει ρητή ψήφο δυσπιστίας στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή σε μεμονωμένα μέλη της, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή ο ενδιαφερόμενος Ομοσπονδιακός Υπουργός απομακρύνονται από τα καθήκοντά τους.
  2. Η παρουσία των μισών μελών του Εθνικού Συμβουλίου απαιτείται για την ψήφο δυσπιστίας στο Εθνικό Συμβούλιο. Ωστόσο, η ψηφοφορία διακόπτεται μέχρι την επόμενη εργάσιμη ημέρα, αλλά ένα εάν ο αριθμός των μελών που ορίζει ο ομοσπονδιακός νόμος για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου το απαιτεί. Μια νέα αναβολή της ψηφοφορίας μπορεί να προκύψει μόνο με απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου.
  3. Ανεξάρτητα από την εξουσία που ορίζεται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 1, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή τα μεμονωμένα μέλη της θα παυθούν από τα καθήκοντά τους από νομικά καθορισμένα απρόοπτα ή με δική τους επιθυμία.

Άρθρο 75

Τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, καθώς και οι Υπουργοί, έχουν δικαίωμα συμμετοχής σε όλες τις συζητήσεις του Εθνικού Συμβουλίου, του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης, καθώς και των επιτροπών (υποεπιτροπών) αυτών των αντιπροσωπευτικών οργάνων, αλλά μόνο κατόπιν ειδικής πρόσκλησης στις συζητήσεις της Μόνιμης Υποεπιτροπής της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου και των Εξεταστικών Επιτροπών του Εθνικού Συμβουλίου. Σε κάθε περίπτωση πρέπει, σύμφωνα με τις λεπτομερείς διατάξεις του ομοσπονδιακού νόμου για τις Πάγιες Εντολές του Εθνικού Συμβουλίου και των Πάγιων Εντολών του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, κατόπιν αιτήσεώς τους. Το Εθνικό Συμβούλιο, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο και η Ομοσπονδιακή Συνέλευση καθώς και οι επιτροπές τους (υποεπιτροπές) μπορούν να απαιτήσουν τη συμμετοχή μελών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και να τους ζητήσουν να ξεκινήσουν έρευνες.

Άρθρο 76

  1. Σύμφωνα με το άρθρο 142, τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης (άρθρα 69 και 71) είναι υπεύθυνα έναντι του Εθνικού Συμβουλίου.
  2. Η παρουσία περισσότερων από τα μισά μέλη είναι απαραίτητη για πρόταση που ευνοεί κατηγορία σύμφωνα με το άρθρο 142.

Άρθρο 77

  1. Τα Ομοσπονδιακά Υπουργεία και οι αρμόδιες αρχές ασκούν τις εργασίες της ομοσπονδιακής διοίκησης.
  2. Ο αριθμός των Ομοσπονδιακών Υπουργείων, η αρμοδιότητά τους και η εσωτερική τους οργάνωση θα καθορίζονται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος είναι επιφορτισμένος με τη διεύθυνση της Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας και ένας Ομοσπονδιακός Υπουργός έχει την ευθύνη καθενός από τα άλλα Ομοσπονδιακά Υπουργεία. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να αναθέσει σε ειδικούς Ομοσπονδιακούς Υπουργούς την κατεύθυνση συγκεκριμένων θεμάτων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ομοσπονδιακής Καγκελαρίας, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης προσωπικού και της οργάνωσης τέτοιων δραστηριοτήτων, παρά το γεγονός ότι αυτά τα θέματα εξακολουθούν να ισχύουν για την Ομοσπονδιακή Καγκελαρία. Αυτοί οι Ομοσπονδιακοί Υπουργοί έχουν για τα εν λόγω θέματα το καθεστώς του αρμόδιου Ομοσπονδιακού Υπουργού.
  4. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος και άλλοι Ομοσπονδιακοί Υπουργοί μπορούν κατ' εξαίρεση να αναλάβουν τη διεύθυνση ενός δεύτερου Ομοσπονδιακού Υπουργείου.

Άρθρο 78

  1. Σε ειδικές περιπτώσεις μπορούν να διορίζονται Ομοσπονδιακοί Υπουργοί χωρίς ταυτόχρονα να είναι υπεύθυνοι για Ομοσπονδιακό Υπουργείο.
  2. Οι Υφυπουργοί, οι οποίοι διορίζονται και απομακρύνονται από τα καθήκοντα με τον ίδιο τρόπο όπως οι Ομοσπονδιακοί Υπουργοί, μπορούν να προσαχθούν στους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς για βοήθεια στη διεξαγωγή των εργασιών και για να τους αναπληρώσουν στο Κοινοβούλιο. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος μπορεί να αφήσει τις δραστηριότητές του στο Εθνικό Συμβούλιο και στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, σύμφωνα με τον Αντικαγκελάριο που είναι επιφορτισμένος ως επικεφαλής ενός Ομοσπονδιακού Υπουργείου, να φροντίζεται από Υφυπουργό που είναι συνδεδεμένος με αυτόν. Ο Αντικαγκελάριος, ο οποίος αναλαμβάνει να διευθύνει ένα Ομοσπονδιακό Υπουργείο μπορεί να αφήσει τα καθήκοντά του στο Εθνικό Συμβούλιο και στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο ώστε να αναληφθούν από έναν Υφυπουργό που είναι συνδεδεμένος με αυτόν, σε συγκατάθεση με τον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός μπορεί, με τη συγκατάθεσή του, να αναθέσει επίσης στον Υφυπουργό την εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων. Κατά την εκπλήρωση αυτών, ο Υφυπουργός εξαρτάται επίσης από τον Ομοσπονδιακό Υπουργό και δεσμεύεται από τις οδηγίες του.

3. Ομοσπονδιακές Αρχές Ασφαλείας Επεξεργασία

Άρθρο 78α

  1. Η ανώτατη αρχή ασφαλείας είναι ο ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών. Υφιστάμενες σε αυτόν είναι οι αστυνομικές διευθύνσεις των κρατιδίων και ακολουθούν οι περιφερειακές διοικητικές αρχές υπό την ιδιότητά τους ως αρχών ασφαλείας.
  2. Εάν η ζωή, η υγεία, η ελευθερία ή η περιουσία των ατόμων κινδυνεύουν πραγματικά ή τέτοιος κίνδυνος είναι άμεσα επικείμενος, οι υπάλληλοι ασφαλείας είναι, ανεξάρτητα από την αρμοδιότητα άλλης αρχής για την αντιμετώπιση του κινδύνου, αρμόδιοι να παρέχουν πρωτοβάθμια βοήθεια μέχρι την παρέμβαση του την αντίστοιχη αρμόδια αρχή.
  3. Οι ομοσπονδιακοί νόμοι προβλέπουν σε ποιο βαθμό οι αρχές των δήμων πρέπει να αναλαμβάνουν δράση ως αρχές ασφαλείας.

Άρθρο 78β

  1. Κάθε κρατίδιο διαθέτει αστυνομική διεύθυνση. Επικεφαλής της είναι ο διευθυντής της αστυνομίας του κρατιδίου. Στη Βιέννη, ο αστυνομικός διευθυντής της αστυνομικής διεύθυνσης του κρατιδίου έχει τον τίτλο «Πρόεδρος της αστυνομίας του κρατιδίου».
  2. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών διορίζει τον αστυνομικό διευθυντή του κρατιδίου σε συμφωνία με τον Κυβερνήτη.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών πρέπει να ενημερώνει τον Κυβερνήτη για κάθε εθνικά σημαντική εντολή ή οτιδήποτε είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της ειρήνης, της τάξης και της ασφάλειας σε ολόκληρο το κρατίδιο, την οποία εκδίδει στον διευθυντή της αστυνομίας του κρατιδίου.

Άρθρο 78γ

Ο ομοσπονδιακός νόμος προβλέπει σε ποιο βαθμό η αστυνομική διεύθυνση ενός κρατιδίου είναι ταυτόχρονα αρχή ασφαλείας για την περιοχή ενός δήμου.

Άρθρο 78δ

  1. Η αστυνομική δύναμη είναι οπλισμένη ή ενδεδυμένη ή με άλλο τρόπο στρατιωτικά διαμορφωμένη μονάδα με καθήκοντα αστυνομικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, δεν πρέπει να προσμετράται στη χωροφυλακή το προσωπικό φρουράς που έχει συσταθεί για την προστασία ορισμένων κλάδων καλλιέργειας εδάφους, όπως η γεωργία και η δασοκομία (χωράφια, καλλιέργειες και δασική προστασία), για εξόρυξη, κυνήγι, ψάρεμα ή άλλες εγκεκριμένες χρήσεις νερού, αξιωματούχοι εποπτείας της αγοράς και πυροσβεστικές υπηρεσίες.
  2. Στην περιοχή ενός δήμου, όπου η αστυνομική διεύθυνση του ομόσπονδου κρατιδίου είναι ταυτόχρονα αρχή ασφαλείας, καμία άλλη περιφερειακή αρχή δεν μπορεί να συστήσει αστυνομική δύναμη.

4. Ομοσπονδιακός Στρατός Επεξεργασία

Άρθρο 79

  1. Η στρατιωτική άμυνα της χώρας είναι καθήκον του Ομοσπονδιακού Στρατού. Διεξάγεται βάσει των αρχών ενός συστήματος πολιτοφυλακής.
  2. Ο Ομοσπονδιακός Στρατός, στο βαθμό που η νόμιμη πολιτική εξουσία διεκδικεί τη συνεργασία του, έχει επιπλέον το καθήκον
    1. πέρα από το πεδίο της στρατιωτικής άμυνας της χώρας
      1. να προστατεύει τους συνταγματικά καθορισμένους θεσμούς καθώς και την ικανότητά τους να λειτουργούν και τις δημοκρατικές ελευθερίες του πληθυσμού,
      2. να διατηρεί την τάξη και την ασφάλεια στο εσωτερικό της χώρας γενικά,
    2. παροχής βοήθειας σε περίπτωση φυσικών καταστροφών και καταστροφών εξαιρετικού μεγέθους.
  3. Πρόσθετα καθήκοντα του Ομοσπονδιακού Στρατού θα καθορίζονται από ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο.
  4. Ο νόμος περί άμυνας ρυθμίζει ποιοι αξιωματούχοι και αρχές μπορούν να διεκδικήσουν άμεσα τη συνεργασία του ομοσπονδιακού στρατού για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παραπάνω.
  5. Η παρέμβαση του στρατού με δική του πρωτοβουλία για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ανωτέρω είναι παραδεκτή μόνον εάν περιστάσεις που βρίσκονται εκτός του ελέγχου τους καθιστούν πέραν της ικανότητας των αρμόδιων αξιωματούχων να ζητήσουν επέμβαση από τον στρατό και να προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημία στην κοινότητα γενικά από μια περαιτέρω αναμονή ή εάν αφορά την απώλεια μιας πραγματικής επίθεσης ή την εξάλειψη της ενεργητικής αντίστασης που στρέφεται εναντίον τμήματος του Ομοσπονδιακού Στρατού.

Άρθρο 80

  1. Ο αρχηγός του ομοσπονδιακού στρατού είναι ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος.
  2. Εκτός από τον βαθμό που ο νόμος περί άμυνας διατηρεί τη διάθεση του Ομοσπονδιακού Στρατού στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο, η διάθεσή του εναπόκειται στον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό εντός των ορίων της εξουσιοδότησης που του έχει ανατεθεί από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.
  3. Η ανώτατη διοίκηση του ομοσπονδιακού στρατού ασκείται από τον αρμόδιο ομοσπονδιακό υπουργό (άρθρο 76 παράγραφος 1).

Άρθρο 81

Ο ομοσπονδιακός νόμος ορίζει σε ποιο βαθμό τα κρατίδια συμμετέχουν στην πρόσληψη, στην προμήθεια και στη στέγαση του Στρατού και την παροχή των άλλων απαιτήσεων του.

5. Ομοσπονδιακές σχολικές αρχές Επεξεργασία

Άρθρο 81α

  1. Η διοίκηση της Ομοσπονδίας στον τομέα της σχολικής εκπαίδευσης και στον τομέα της εκπαίδευσης σε θέματα που αφορούν φοιτητικούς ξενώνες αναλαμβάνεται από τον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό και - στο βαθμό που ούτε το πανεπιστήμιο και το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ούτε το γεωργικό και το δασολογικό σχολικό σύστημα ούτε το δασολογικό και γεωργικό εκπαιδευτικό σύστημα σε θέματα που αφορούν φοιτητικούς ξενώνες και κεντρικά εκπαιδευτικά γραφεία αφορούν - από τις σχολικές αρχές της Ομοσπονδίας που υπάγονται στον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό. Οι δήμοι μπορούν, ως μέρος της αρμοδιότητας της Ομοσπονδίας, να κληθούν να τηρούν μητρώα όσων είναι ηλικίας σχολικής φοίτησης.
  2. Ιδρύεται σχολική αρχή σε κάθε κρατίδιο και είναι γνωστή ως σχολικό συμβούλιο του κρατιδίου. Στη Βιέννη, το σχολικό συμβούλιο του κρατιδίου είναι γνωστό ως σχολικό συμβούλιο της πόλης της Βιέννης. Η εφαρμοστέα σφαίρα αρμοδιότητας για τα μέλη των σχολικών συμβουλίων του κρατιδίου καθορίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.
  3. Οι ακόλουθες κατευθυντήριες αρχές ισχύουν για την ίδρυση, σύμφωνα με τον νόμο, των ομοσπονδιακών σχολικών αρχών:
    1. Οι επιτροπές διορίζονται στο πλαίσιο της δομής των ομοσπονδιακών σχολικών αρχών. Τα μέλη της σχολικής επιτροπής του κρατιδίου, με δικαίωμα ψήφου, διορίζονται ανάλογα με τη δύναμη του κόμματος στο κοινοβούλιο. Ο διορισμός όλων ή ορισμένων από τα μέλη της επιτροπής από το κοινοβούλιο είναι αποδεκτός.
    2. Ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του κρατιδίου είναι ο κυβερνήτης. Σε περίπτωση που ο διορισμός ενός εκτελεστικού προέδρου της σχολικής επιτροπής του κρατιδίου, ο οποίος προβλέπεται από τον νόμο, αναπληρώνει τον πρόεδρο σε όλες τις εργασίες που ο πρόεδρος δεν διατηρεί για τον εαυτό του. Εάν ο διορισμός αντιπροέδρου προβλέπεται από τον νόμο, έχει το δικαίωμα να επιθεωρεί έγγραφα και να παρέχει συμβουλές. Ένας τέτοιος αντιπρόεδρος διορίζεται σε κάθε περίπτωση για τα πέντε κρατίδια τα οποία, σύμφωνα με το αποτέλεσμα της τελευταίας απογραφής πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου, έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό κατοίκων.
    3. Οι όροι της εντολής για τις επιτροπές και τους προέδρους των σχολικών συμβουλίων του κρατιδίου ρυθμίζονται από τον νόμο. Οι επιτροπές είναι αρμόδιες για την έκδοση κανόνων και γενικών οδηγιών, για τον διορισμό υπαλλήλων και για την υποβολή προτάσεων για υποψηφιότητες καθώς και για τη γνωμοδότηση για σχέδια νόμων και διατάξεων.
    4. Σε επείγουσες περιπτώσεις που δεν επιδέχονται αναβολή μέχρι την επόμενη συνεδρίαση της επιτροπής, ο πρόεδρος αναλαμβάνει δράση στον τομέα αρμοδιοτήτων που έχει ανατεθεί στην επιτροπή ως προς τις δραστηριότητές της και χωρίς καθυστέρηση ενημερώνει την επιτροπή σχετικά.
    5. Εάν για περισσότερους από δύο μήνες μια επιτροπή δεν έχει απαρτία, τα καθήκοντα της επιτροπής για την περαιτέρω περίοδο της αριθμητικής ανικανότητάς της ανατίθενται στον πρόεδρο. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο πρόεδρος αντικαθιστά την επιτροπή.
  4. Οι οδηγίες (άρθρο 20 παρ. 1) δεν μπορούν να δοθούν σε θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των επιτροπών. Αυτό δεν ισχύει για οδηγίες που απαγορεύουν την εφαρμογή ενός ψηφίσματος επιτροπής ως αντίθετου προς τον νόμο ή που οδηγούν την κατάργηση διατάγματος που εκδίδεται από την επιτροπή. Πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι για αυτές τις οδηγίες.
  5. Ο αρμόδιος Ομοσπονδιακός Υπουργός μπορεί να πεισθεί αυτοπροσώπως ή μέσω υπαλλήλων του Ομοσπονδιακού Υπουργείου που είναι υπεύθυνοι για την κατάσταση και την απόδοση των σχολείων και των μαθητικών ξενώνων που υπάγονται στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο μέσω της σχολικής επιτροπής του κρατιδίου. Οι διαπιστωθείσες αδυναμίες - στο μέτρο που δεν τις αφορούν κατά την έννοια του άρθρου 14 παράγραφος 8 - θα κοινοποιούνται στο σχολικό συμβούλιο του κρατιδίου για τους σκοπούς της επανόρθωσής τους.

Άρθρο 81β

  1. Το διοικητικό συμβούλιο του κρατιδίου υποβάλλει τρεις κατηγορίες προτάσεων:
    1. για την πλήρωση κεντρικών κενών θέσεων για διευθυντές/διευθύντριες καθώς και για άλλους δασκάλους και εκπαιδευτικούς βοηθούς σε σχολεία και μαθητικού ξενώνες που υπάγονται στα διοικητικά συμβούλια του κρατιδίου.
    2. για την πλήρωση κεντρικών κενών θέσεων για τους εποπτικούς υπαλλήλους του σχολείου που υπηρετούν στα σχολικά συμβούλια του κρατιδίου καθώς και για το διορισμό δασκάλων με σχολικά εποπτικά καθήκοντα.
  2. Οι προτάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανωτέρω υποβάλλονται, σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 1 ή το άρθρο 67 παράγραφος 1 ή λόγω άλλων διατάξεων, στον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό. Η επιλογή των ατόμων μεταξύ αυτών που προτείνονται ανατίθεται στον Ομοσπονδιακό Υπουργό.
  3. Κάθε σχολικό συμβούλιο του κρατιδίου δημιουργεί το δικαίωμα επιλογής και πειθαρχικά σχολικά συμβούλια για διευθυντές/διευθύντριες και άλλους δασκάλους, καθώς και εκπαιδευτικούς βοηθούς που είναι υπάλληλοι δημοσίου δικαίου της Ομοσπονδίας και απασχολούνται σε σχολείο (μαθητικός ξενώνας) που υπάγεται στο διοικητικό συμβούλιο του κρατιδίου. Οι λεπτομέρειες καθορίζονται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.

6. Πανεπιστήμια Επεξεργασία

Άρθρο 81γ

  1. Τα δημόσια πανεπιστήμια είναι χώροι δωρεάν επιστημονικής έρευνας, διδασκαλίας και ανακάλυψης των τεχνών. Ενεργούν αυτόνομα στο πλαίσιο των νόμων και μπορούν να καταστήσουν το καταστατικό τους. Τα μέλη των πανεπιστημιακών συλλογικών φορέων απαλλάσσονται από οδηγίες.
  2. Ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει ότι η δραστηριότητα στο πανεπιστήμιο καθώς και η συμμετοχή σε φορείς του πανεπιστημίου και η εκπροσώπηση των φοιτητών από άτομα που δεν έχουν την αυστριακή ιθαγένεια είναι αποδεκτά.
  3. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Β. Δικαιοδοσία των δικαστηρίων Επεξεργασία

Άρθρο 82

  1. Η Ομοσπονδία είναι η πηγή της δικαιοδοσίας των Δικαστηρίων.
  2. Τα βουλεύματα και οι αποφάσεις εκδίδονται και συντάσσονται στο όνομα της Δημοκρατίας.

Άρθρο 83

  1. Η οργάνωση και η αρμοδιότητα των Δικαστηρίων καθορίζονται από ομοσπονδιακό νόμο.
  2. Κανείς δεν μπορεί να στερηθεί ενός σύννομου δικαστή.
  3. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 73/1968)

Άρθρο 84

Η στρατιωτική δικαιοδοσία - εκτός από περίοδο πολέμου - καταργείται.

Άρθρο 85

Καταργείται η θανατική ποινή.

Άρθρο 86

  1. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά από τον παρόντα νόμο, οι δικαστές διορίζονται σύμφωνα με την πρόταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο ή, με την εξουσιοδότησή του, από τον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή ο Ομοσπονδιακός Υπουργός λαμβάνουν προτάσεις για διορισμό από τα αρμόδια τμήματα σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία.
  2. Εάν υπάρχει επαρκής αριθμός υποψηφίων, η πρόταση διορισμού που πρέπει να υποβληθεί στον αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργό και να διαβιβαστεί από αυτόν στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση περιλαμβάνει τουλάχιστον τρία ονόματα, αλλά εάν υπάρχουν περισσότερες από μία κενές θέσεις συμπληρώνονται τουλάχιστον δύο φορές περισσότεροι υποψήφιοι από τους δικαστές που πρέπει να διοριστούν.

Άρθρο 87

  1. Οι δικαστές είναι ανεξάρτητοι κατά την άσκηση της δικαστικής τους εξουσίας.
  2. Ο δικαστής ασκεί τη δικαστική του θητεία κατά την εκτέλεση οποιασδήποτε δικαστικής λειτουργίας σύμφωνα με τον νόμο και την κατανομή των δραστηριοτήτων του, εξαιρουμένου όμως του διοικητικού έργου του δικαστικού σώματος, το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου δεν απαλλάσσεται από σώματα ή επιτροπές.
  3. Οι εργασίες κατανέμονται εκ των προτέρων μεταξύ των δικαστών του Δικαστηρίου για την περίοδο που προβλέπει ο ομοσπονδιακός νόμος για την οργάνωση των δικαστηρίων. Ένα ζήτημα που ανατίθεται σε έναν δικαστή σύμφωνα με αυτήν την κατανομή μπορεί να αφαιρεθεί από τη δικαιοδοσία του μόνο με διάταγμα του αρμόδιου τμήματος, σε περίπτωση που απομακρύνεται από την εκπλήρωση των ευθυνών του ή αν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του, λόγω της έκτασής τους, σε εύλογο χρονικό διάστημα.

Άρθρο 87α

  1. Η εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων, τα οποία θα προσδιοριστούν επακριβώς και θα εμπίπτουν στη δικαιοδοσία ενός πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, μπορούν μέσω του ομοσπονδιακού νόμου να ανατεθούν σε ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό της Ομοσπονδίας που δεν είναι δικαστές.
  2. Ο αρμόδιος δικαστής σύμφωνα με την κατανομή των καθηκόντων μπορεί, ωστόσο, ανά πάσα στιγμή να αφήσει ή να αναλάβει την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος.
  3. Το προσωπικό της Ομοσπονδίας που δεν είναι δικαστής δεσμεύεται για την εκτέλεση των εργασιών που ορίζονται στην παράγραφο 1 παραπάνω μόνο με οδηγίες από τον αρμόδιο δικαστή σύμφωνα με την κατανομή των εργασιών. Εφαρμόζεται το άρθρο 20, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 88

  1. Ο ομοσπονδιακός νόμος θα καθορίσει το όριο ηλικίας με το οποίο οι δικαστές θα συνταξιοδοτούνται μόνιμα.
  2. Διαφορετικά, οι δικαστές μπορούν να παυθούν από τα καθήκοντά τους ή να μεταφερθούν ενάντια στη θέλησή τους ή να συνταξιοδοτηθούν μόνο στις περιπτώσεις και τους τρόπους που προβλέπονται από το νόμο και λόγω επίσημης δικαστικής απόφασης. Ωστόσο, αυτές οι διατάξεις δεν ισχύουν για μεταβιβάσεις και συνταξιοδοτήσεις που καθίστανται απαραίτητες μέσω αλλαγής στην οργάνωση των δικαστηρίων. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο νόμος θα ορίσει εντός του χρονικού διαστήματος που οι δικαστές μπορούν να μεταφερθούν και να συνταξιοδοτηθούν τις διατυπώσεις που ορίζονται διαφορετικά.
  3. Η προσωρινή παύση δικαστών από το αξίωμα τους μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με απόφαση του αρχηγού περιφερειακού δικαστηρίου ή προέδρου δικαστηρίου ή της ανώτερης δικαστικής αρχής μαζί με ταυτόχρονη παραπομπή του θέματος στο αρμόδιο δικαστήριο.

Άρθρο 88α

Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει θέσεις αναπληρωματικών δικαστών που έχουν ανατεθεί σε ανώτερο δικαστήριο. Ο αριθμός αυτών των θέσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% του αριθμού των θέσεων δικαστών που έχουν ανατεθεί στα δευτερεύοντα δικαστήρια. Η πρόσληψη των αναπληρωματικών δικαστών που είναι υπεύθυνοι σε δευτερεύοντα δικαστήρια και τελικά στο ίδιο στο ανώτερο δικαστήριο καθορίζεται από το αρμόδιο τμήμα του ανώτερου δικαστηρίου, το οποίο ορίζεται από τον ομοσπονδιακό νόμο. Οι αναπληρωτές δικαστές μπορούν να ανατεθούν μόνο με την αντικατάσταση δικαστών δευτερεύοντος δικαστηρίου ή δικαστών του ανώτερου τακτικού δικαστηρίου και μόνο εάν οι δικαστές αυτοί εμποδίζονται από την εκπλήρωση των καθηκόντων τους ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους, λόγω της έκτασης αυτών, εντός εύλογου χρόνου.

Άρθρο 89

  1. Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά από τις ακόλουθες παραγράφους, τα δικαστήρια δεν έχουν το δικαίωμα να εξετάσουν την εγκυρότητα των δεόντως δημοσιευμένων διατάξεων, διακηρύξεων σχετικά με την αναδημοσίευση ενός νόμου (κρατική συνθήκη), νόμους και κρατικές συνθήκες.
  2. Σε περιπτώσεις όπου ένα γενικό δικαστήριο έχει αμφιβολίες σχετικά με τη χρήση διατάγματος που βασίζεται σε παρανομία, μια ανακοίνωση για την αναδημοσίευση ενός νόμου (κρατική συνθήκη) από παρανομία, ενός νόμου που βασίζεται στην αντισυνταγματικότητα ή μια κρατική συνθήκη λόγω παρανομίας, πρέπει να υποβάλει αίτηση για την κατάργηση αυτής της νομικής διάταξης στο Συνταγματικό Δικαστήριο.
  3. Εάν ο νομικός κανονισμός που θα εφαρμοστεί από το δικαστήριο έχει ήδη παύσει να ισχύει, η αίτηση του δικαστηρίου προς το Συνταγματικό Δικαστήριο πρέπει να ζητήσει απόφαση ότι ο νομικός κανονισμός ήταν αντίθετος προς τον νόμο, αντισυνταγματικός ή παράνομος.
  4. Ο ομοσπονδιακός νόμος καθορίζει τις επιπτώσεις που έχει μια αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2 ή 3 ανωτέρω στις διαδικασίες που εκκρεμούν στο δικαστήριο.

Άρθρο 90

  1. Οι ακροάσεις σε αστικές και ποινικές υποθέσεις στο δικαστήριο είναι προφορικές και δημόσιες. Οι εξαιρέσεις ρυθμίζονται από τον νόμο.
  2. Σε ποινικές διαδικασίες η διαδικασία γίνεται με κατηγορητήριο.

Άρθρο 90α

Οι εισαγγελείς είναι λειτουργοί της δικαιοσύνης. Αντιπροσωπεύουν την έρευνα και τη δίωξη σε υποθέσεις για πράξεις που επιβάλλουν ποινή από το δικαστήριο. Ο ομοσπονδιακός νόμος καθορίζει τους λεπτομερείς κανονισμούς σχετικά με τη δέσμευσή τους στις οδηγίες των ανώτερων λειτουργών τους.

Άρθρο 91

  1. Ο λαός συμμετέχει στη δικαιοδοσία.
  2. Ένα σώμα ενόρκων επιστρέφει ετυμηγορία για την ενοχή των κατηγορουμένων για εγκλήματα που συνεπάγονται αυστηρές ποινές, που καθορίζονται από τον νόμο και σε όλες τις περιπτώσεις πολιτικών κακουργημάτων και κακομεταχείρισης.
  3. Σε ποινικές διαδικασίες για άλλες αξιόποινες πράξεις, οι αξιολογητές συμμετέχουν στην απονομή της δικαιοσύνης εάν η επιβληθείσα ποινή υπερβαίνει ένα όριο που ορίζεται από τον νόμο.

Άρθρο 92

  1. Το Ανώτατο Δικαστήριο είναι το τελεσίδικο δικαστήριο σε αστικές και ποινικές αγωγές.
  2. Τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, μιας κυβέρνησης ενός κρατιδίου, ενός γενικού αντιπροσωπευτικού σώματος ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν μπορούν να είναι μέλη του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Για τα μέλη ενός γενικού αντιπροσωπευτικού οργάνου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκλέγονται για ορισμένη θητεία νομοθεσίας ή αξιώματος, η ασυμβατότητα αυτή συνεχίζεται μέχρι τη λήξη αυτής της θητείας του νομοθετικού σώματος ή του αξιώματος, ακόμη και αν παραιτηθούν πρόωρα από την έδρα τους. Όποιος κατά τη διάρκεια των προηγούμενων πέντε ετών έχει ασκήσει μία από τις προαναφερθείσες λειτουργίες δεν μπορεί να διοριστεί Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Άρθρο 93

Οι γενικές αμνηστία για πράξεις που τιμωρούνται από τα δικαστήρια επεκτείνεται από τον ομοσπονδιακό νόμο.

Άρθρο 94

  1. Οι δικαστικές και διοικητικές εξουσίες είναι διακριτές σε όλα τα επίπεδα της διαδικασίας.
  2. Ο ομοσπονδιακός νόμος ή ο νόμος για τα κρατίδια μπορεί να προβλέπει σε συγκεκριμένα θέματα έφεσης από τη διοικητική αρχή σε δικαστήριο αντί για έφεση στο Διοικητικό Δικαστήριο. Στα θέματα εκτέλεσης της Ομοσπονδίας που δεν αντιμετωπίζονται άμεσα από τις ομοσπονδιακές αρχές, καθώς και στα θέματα των άρθρων 11, 12, 14, παράγραφοι 2 και 3 και 14α, παράγραφοι 3 και 4 μπορούν, σύμφωνα με την πρώτη φράση, να δημοσιεύεται μετά από έγκριση από το κρατίδιο. Για τους νόμους του κρατιδίου σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, το άρθρο 97 παράγραφος 2 του ομοσπονδιακού νόμου περί συντάγματος εφαρμόζεται ανάλογα.

Κεφάλαιο IV. Νομοθέτηση και εκτέλεση από τα κρατίδια Επεξεργασία

Α. Γενικές διατάξεις Επεξεργασία

Άρθρο 95

  1. Η νομοθεσία των κρατιδίων εγκρίνεται από τα κοινοβούλια. Τα κοινοβούλια εκλέγονται με ίση, άμεση, προσωπική, ελεύθερη και μυστική ψηφοφορία βάσει της αναλογικής εκπροσώπησης από τους άνδρες και τις γυναίκες πολίτες του κρατιδίου που σύμφωνα με τους εκλογικούς κανονισμούς του κοινοβουλίου έχουν δικαίωμα ψήφου. Κρατιδιακός νόμος ρυθμίζει τις λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την εκλογική διαδικασία και, εάν χρειάζεται, την υποχρεωτική ψηφοφορία. Αυτός ο νόμος ορίζει συγκεκριμένα τους λόγους για τους οποίους η μη συμμετοχή στις εκλογές, παρά την υποχρεωτική ψηφοφορία, θεωρείται ως δικαιολογία. Το σύνταγμα ενός κρατιδίου μπορεί να προβλέπει ότι οι υπήκοοι, οι οποίοι είχαν κατοικία στο κρατίδιο, πριν μετακομίσουν στο εξωτερικό, έχουν δικαίωμα ψήφου για τη διάρκεια αυτής της παραμονής στο εξωτερικό, για μέγιστη περίοδο δέκα ετών.
  2. Οι εκλογικοί κανονισμοί του κοινοβουλίου ενδέχεται να μην επιβάλλουν αυστηρότερους όρους ψηφοφορίας και εκλογικής επιλεξιμότητας από ό,τι το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα για τις εκλογές στο Εθνικό Συμβούλιο.
  3. Οι ψηφοφόροι ασκούν το δικαίωμα τους σε αυτόνομες εκλογικές περιφέρειες που μπορούν να χωριστούν σε αυτόνομες περιφερειακές εκλογικές περιφέρειες. Ο αριθμός των βουλευτών κατανέμεται μεταξύ των εκλογικών περιφερειών ανάλογα με τον αριθμό των κατοίκων. Οι εκλογικοί κανονισμοί του κοινοβουλίου μπορούν να προβλέψουν μια τελική διαδικασία κατανομής σε ολόκληρο το κρατίδιο, σύμφωνα με την οποία η ισορροπία μεταξύ των εδρών που κατανέμονται στα υποψήφια κόμματα στις εκλογικές περιφέρειες και, επίσης, η κατανομή των ακόμη μη κατανεμημένων εδρών πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικής εκπροσώπησης. Δεν επιτρέπεται η κατανομή του εκλογικού σώματος σε άλλα εκλογικά σώματα.
  4. Οι λεπτομερείς κανονισμοί σχετικά με τη διαδικασία εκλογής καθορίζονται από τις Πάγιες Εντολές του Κοινοβουλίου. Το άρθρο 26 παράγραφος 6 πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως.
  5. Σε δημόσιους υπαλλήλους που θέτουν υποψηφιότητα στο κοινοβούλιο ή οι οποίοι εκλέγονται ως μέλη ενός κοινοβουλίου, κατ' εφαρμογή του άρθρου 59α, είναι αποδεκτοί αυστηρότεροι κανονισμοί. Ο συνταγματικός νόμος του κρατιδίου μπορεί να δημιουργήσει ένα θεσμικό όργανο με τις ίδιες αρμοδιότητες και την ίδια υποχρέωση δημοσίευσης μιας έκθεσης με εκείνη της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 59β.

Άρθρο 96

  1. Τα μέλη ενός κοινοβουλίου απολαμβάνουν την ίδια ασυλία με τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου. Οι διατάξεις του άρθρου 57 εφαρμόζονται ανάλογα.
  2. Οι διατάξεις των άρθρων 32 και 33 ισχύουν ως έχουν και για τις συνεδριάσεις των κοινοβουλίων και των επιτροπών τους.
  3. Κρατιδιακός νόμος μπορεί να καθορίσει διακανονισμό σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφοι 2 έως 4 για τα μέλη του κοινοβουλίου που παραιτούνται από την έδρα τους με την ευκαιρία της εκλογής τους ως μέλους του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου ή της Κυβέρνησης του κρατιδίου.

Άρθρο 97

  1. Ένας κρατιδιακός νόμος απαιτεί την επιψήφιση του κοινοβουλίου, έλεγχο ταυτοποίησης και αντιγραφή σύμφωνα με τις διατάξεις του σχετικού ομόσπονδου κράτους και δημοσίευση από τον κυβερνήτη στην εφημερίδα της νομοθεσίας του κρατιδίου.
  2. Στο μέτρο που ο κρατιδιακός νόμος προβλέπει κατά την εκτέλεσή του τη συνεργασία των ομοσπονδιακών αρχών, απαιτείται η έγκριση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Τέτοιες διατάξεις πρέπει να κοινοποιηθούν αμέσως μετά την απόφαση του κοινοβουλίου από τον Κυβερνήτη στο γραφείο του Ομοσπονδιακού Καγκελάριου. Η έγκριση θεωρείται χορηγηθείσα εάν εντός οκτώ εβδομάδων από την ημέρα παραλαβής του νόμου στην Ομοσπονδιακή Καγκελαρία, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δεν έχει ενημερώσει τον Κυβερνήτη ότι αρνείται τη συνεργασία των ομοσπονδιακών αρχών. Πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, η δημοσίευση του νόμου μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο εάν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση έχει συμφωνήσει ρητά.
  3. Εάν η άμεση θέσπιση μέτρων που απαιτούν συνταγματικά την έγκριση ψηφίσματος από το Κοινοβούλιο καθίσταται απαραίτητη για την αποτροπή πρόδηλης, ανεπανόρθωτης βλάβης στην κοινότητα στο σύνολό της σε περιπτώσεις όπου το κοινοβούλιο δεν μπορεί να συγκληθεί εγκαίρως ή παρεμποδίζεται στη λειτουργία της από γεγονότα πέρα ​​από τον έλεγχό της, η κυβέρνηση του κρατιδίου μπορεί σε συμφωνία με μια επιτροπή του κοινοβουλίου που έχει οριστεί σύμφωνα με την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης να λάβει αυτά τα μέτρα μέσω προσωρινών τροπολογιών του νόμου. Η κυβέρνηση του κρατιδίου πρέπει να ενημερώσει σχετικά την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση χωρίς καθυστέρηση. Το κοινοβούλιο συγκαλείται μόλις παύσει να υφίσταται το εμπόδιο στη σύγκλησή του. Το άρθρο 18 παράγραφος 4 ισχύει αναλόγως.
  4. Οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 παραπάνω μπορεί σε κάθε περίπτωση να μην υποδηλώνουν τροποποίηση των συνταγματικών διατάξεων του κρατιδίου και δεν μπορούν ούτε να περιλαμβάνουν μόνιμη οικονομική επιβάρυνση για το κρατίδιο ούτε οικονομική επιβάρυνση για την Ομοσπονδία ή τους δήμους, ούτε οικονομικές δεσμεύσεις για τους υπηκόους του κρατιδίου, ούτε διάθεση ιδιοκτησίας γης, ούτε μέτρα σχετικά με τα θέματα που ορίζονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 εδάφιο 6, ούτε, τέλος, να σχετίζονται με τις υποθέσεις των σωμάτων εργαζομένων και μισθωτών υπαλλήλων που ασχολούνται με τη γεωργία και τη δασοκομία.

Άρθρο 98

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 99

  1. Το Σύνταγμα του κρατιδίου που θα θεσπιστεί μέσω ενός συνταγματικού νόμου του κρατιδίου μπορεί, εφόσον δεν επηρεάζεται το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα, να τροποποιηθεί με τον συνταγματικό νόμο του κρατιδίου.
  2. Ο συνταγματικός νόμος ενός κρατιδίου μπορεί να ψηφιστεί μόνο παρουσία των μισών μελών του κοινοβουλίου και με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων.

Άρθρο 100

  1. Κάθε κοινοβούλιο μπορεί να διαλυθεί από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο κατόπιν αιτήματος της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και με την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Ωστόσο, μια τέτοια διάλυση μπορεί να αποφασιστεί μόνο μία φορά για τον ίδιο λόγο. Η πρόταση στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο πρέπει να διεξαχθεί παρουσία των μισών μελών και με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των ψηφισάντων. Οι εκπρόσωποι του ομόσπονδου κράτους του οποίου το κοινοβούλιο πρόκειται να διαλυθεί ενδέχεται να μην συμμετέχουν στον διαχωρισμό.
  2. Σε περίπτωση διάλυσης, οι εκλογές πραγματοποιούνται εντός τριών εβδομάδων σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος του κρατιδίου. Η σύγκληση του νεοεκλεγέντος κοινοβουλίου πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός τεσσάρων εβδομάδων μετά τις εκλογές.

Άρθρο 101

  1. Η εκτελεστική εξουσία σε κάθε ομόσπονδο κρατίδιο ασκείται από κυβέρνηση του κρατιδίου που εκλέγεται από το κοινοβούλιο.
  2. Τα μέλη της κυβέρνησης ενός κρατιδίου δεν χρειάζεται να ανήκουν στο κοινοβούλιο. Ωστόσο, μόνο τα άτομα που είναι μπορούν να θέσουν υποψηφιότητα για το κοινοβούλιο μπορούν να εκλεγούν ως μέλη της κυβέρνησης του κρατιδίου.
  3. Η κυβέρνηση του κρατιδίου αποτελείται από τον κυβερνήτη, τον απαραίτητο αριθμό βουλευτών και άλλα μέλη.
  4. Πριν από την ανάληψη της θητείας ο Κυβερνήτης παρουσιάζεται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο, τα άλλα μέλη της Κυβερνήσεως του κρατιδίου καταθέτουν στον Κυβερνήτη όρκο σχετικά με το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Η προσθήκη ενός θρησκευτικού όρκου είναι αποδεκτή.

Άρθρο 101α

Η δημοσίευση των νομικών διατάξεων που θα δημοσιευτούν στην Εφημερίδα του Κράτους μπορεί να γίνει στο πλαίσιο του νομικού συστήματος πληροφοριών της Ομοσπονδίας.

Άρθρο 102

1. Στον τομέα ευθύνης των κρατιδίων, στο βαθμό που δεν υφίστανται ομοσπονδιακές αρχές (άμεση ομοσπονδιακή διοίκηση), ο κυβερνήτης και οι αρχές του κρατιδίου που υπάγονται σε αυτόν ασκούν την εκτελεστική εξουσία της Ομοσπονδίας (έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση). Στον βαθμό που οι ομοσπονδιακές αρχές είναι επιφορτισμένες με την εκτέλεση θεμάτων που ασκούνται ως έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση, αυτές οι ομοσπονδιακές αρχές υπάγονται στον κυβερνήτη και δεσμεύονται από τις εντολές του (άρθρο 20 παράγραφος 1). Εάν και σε ποιο βαθμό αυτές οι ομοσπονδιακές αρχές είναι επιφορτισμένες με εκτελεστικές πράξεις ρυθμίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Αυτά μπορούν, στο μέτρο που δεν αφορούν την εντολή που αναφέρεται στην παράγραφο 2 παρακάτω, να δημοσιεύονται μόνο με την κύρωση του ενδιαφερόμενου κρατιδίου.

2: Τα ακόλουθα ζητήματα μπορούν στο πλαίσιο του συνταγματικά καθορισμένου τομέα αρμοδιοτήτων να ασκούνται άμεσα από τις ομοσπονδιακές αρχές:

οριοθέτηση των συνόρων, εμπόριο αγαθών και ζώων με άλλες χώρες, τελωνεία, κανονισμοί και έλεγχος της εισόδου και εξόδου από την Ομοσπονδιακή επικράτεια, δικαίωμα διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, διαβατήρια, εξορία, και απέλαση, άσυλο, έκδοση, ομοσπονδιακά οικονομικά, μονοπώλια, νομισματικά, πιστωτικά, χρηματιστήριο, τραπεζικές συναλλαγές, σταθμά και μέτρα, πρότυπα και σύστημα χαρακτηριστικών, διοίκηση της δικαιοσύνης, υποθέσεις τύπου, διατήρηση της ειρήνης, της τάξης και της ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης της πρωτογενούς βοήθεια γενικά, αλλά εξαιρουμένων εκείνων της τοπικής διοίκησης δημόσιας ασφάλειας, θέματα που αφορούν την ένωση και το συνεταιρίζεσθαι, την αστυνομία αλλοδαπών και θέματα που αφορούν την εγγραφή κατοικίας, θέματα που αφορούν όπλα, πυρομαχικά και εκρηκτικά, καθώς και τη χρήση πυροβόλων όπλων, αντιμονοπωλιακής νομοθεσία, ζητήματα διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και την προστασία σχεδίων, εμπορικών σημάτων και άλλων περιγραφών εμπορευμάτων, σύστημα κυκλοφορίας, αστυνόμευση ποταμών και πλοήγησης, ταχυδρομείο και το τηλεπικοινωνιακό σύστημα, εξορύξεις, έλεγχος και διατήρηση του Δούναβη, ρύθμιση χειμάρρων, κατασκευή και συντήρηση πλωτών οδών, έρευνα, εργατική νομοθεσία κοινωνικής και συμβατικής ασφάλισης, τροφεία, νομικές διατάξεις περί κοινωνικών επιδομάτων, εμπορικές συναλλαγές σε προϊόντα σπόρων και φυτών, σε ζωοτροφές και λιπάσματα καθώς και σε συντηρητικά φυτών, καθώς και σε συσκευές ασφάλειας φυτών, συμπεριλαμβανομένης της εισαγωγής τους και στην περίπτωση των προϊόντων σπόρου και φυτών, διατήρηση μνημείων, οργάνωση και διοίκηση της ομοσπονδιακής αστυνομίας, επίσης, την αποδοχή τους, στρατιωτικές υποθέσεις, θέματα μη στρατιωτικής θητείας, πολιτική για τον πληθυσμό στο βαθμό που αφορά τη χορήγηση επιδομάτων παιδιών και την οργάνωση της εξισορρόπησης των βαρών για λογαριασμό των οικογενειών, σχολική εκπαίδευση, καθώς και εκπαίδευση σε θέματα που αφορούν ξενώνες σπουδαστών και μαθητών, με εξαίρεση τη γεωργική και δασική εκπαίδευση σε θέματα που σχετίζονται με φοιτητικούς ξενώνες, δημόσιες προσφορές.
3. Η Ομοσπονδία διατηρεί το δικαίωμα να μεταβιβάζει στον Κυβερνήτη την εκτελεστική της εξουσία και στα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παραπάνω.
4. Η ίδρυση ομοσπονδιακών αρχών για θέματα άλλα από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παραπάνω μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με την κύρωση του ενδιαφερόμενου κρατιδίου.
5. Εάν σε ένα κρατίδιο η άμεση θέσπιση μέτρων σε θέματα που σχετίζονται με την άμεση ομοσπονδιακή διοίκηση καθίσταται απαραίτητη για την αποτροπή πρόδηλης, ανεπανόρθωτης βλάβης στην κοινότητα στο σύνολό της σε περιπτώσεις όπου οι ανώτατες αρχές της ομοσπονδιακής διοίκησης παρεμποδίζονται από γεγονότα πέρα από τον έλεγχό τους, ο κυβερνήτης πρέπει να λάβει τα μέτρα για λογαριασμό τους.

Άρθρο 103

  1. Σε θέματα έμμεσης ομοσπονδιακής διοίκησης, ο Κυβερνήτης δεσμεύεται από οδηγίες της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και μεμονωμένους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς (άρθρο 20) και υποχρεούται, προκειμένου να πραγματοποιήσει την εφαρμογή αυτών των οδηγιών, να χρησιμοποιεί επίσης τις εξουσίες που διαθέτει, υπό την ιδιότητά του ως λειτουργού του αυτόνομου τομέα αρμοδιοτήτων του κρατιδίου.
  2. Μια κρατιδιακή κυβέρνηση, όταν καταρτίζει τις διαρκείς εντολές της, μπορεί να αποφασίσει ότι συγκεκριμένες κατηγορίες αρμοδιοτήτων που σχετίζονται με την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση θα διεξάγονται από μέλη της κρατιδιακής κυβέρνησης στο όνομα του κυβερνήτη, λόγω της ουσιαστικής σχέσης τους με τα ανάλογα θέματα, στον αυτόνομο τομέα αρμοδιοτήτων του κρατιδίου. Σε μια τέτοια αρμοδιότητα τα μέλη της κρατιδιακής κυβέρνησης δεσμεύονται εξίσου από τις εντολές του Κυβερνήτη (άρθρο 20) όπως και ο τελευταίος από τις οδηγίες της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή μεμονωμένων ομοσπονδιακών Υπουργών.
  3. Οι οδηγίες που εκδίδονται από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή μεμονωμένους Ομοσπονδιακούς Υπουργούς σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανωτέρω πρέπει επίσης σε περιπτώσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο 2 ανωτέρω να απευθύνονται στον Κυβερνήτη. Ο τελευταίος, εάν ο ίδιος δεν ασκεί τη σχετική δραστηριότητα της έμμεσης ομοσπονδιακής διοίκησης, είναι υπεύθυνος (άρθρο 142 παράγραφος 2 υποπαράγραφος ε) για τη διαβίβαση της εντολής γραπτώς και χωρίς τροποποίηση στο ενδιαφερόμενο μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης και για την εποπτεία της εφαρμογής της. Εάν η εντολή δεν τηρηθεί, παρόλο που ο Κυβερνήτης έχει προβεί στις απαραίτητες ρυθμίσεις, το ενδιαφερόμενο μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης είναι σύμφωνα με το άρθρο 142 υπεύθυνο και για την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.
  4. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 104

  1. Οι διατάξεις του άρθρου 102 δεν ισχύουν για τις υπηρεσίες για την εκτέλεση ομοσπονδιακών αρμοδιοτήτων που ορίζονται στο άρθρο 17.
  2. Παρ' όλα αυτά, ο ομοσπονδιακός υπουργός που είναι επιφορτισμένος με τη διαχείριση των ομοσπονδιακών περιουσιακών στοιχείων μπορεί να αναθέσει την εκτέλεση μιας τέτοιας αρμοδιότητας σε έναν κυβερνήτη και τις αρμόδιες αρχές του. Μια τέτοια ανάθεση μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανακληθεί εν μέρει ή στο σύνολό της. Σε ποιο βαθμό, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Ομοσπονδία αποζημιώνει για το συσσωρευμένο κόστος εκτέλεσης μιας τέτοιας αρμοδιότητας θα ρυθμίζεται από την ομοσπονδιακή νομοθεσία. Το άρθρο 103 παρ. 2 και 3 εφαρμόζεται ανάλογα.

Άρθρο 105

  1. Ο κυβερνήτης εκπροσωπεί το κρατίδιο. Σε θέματα που αφορούν την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση, σύμφωνα με το άρθρο 142, είναι υπεύθυνος έναντι της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Ο κυβερνήτης έχει ένα μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης για να τον αντικαταστήσει (αναπληρωτής κυβερνήτης) που ορίζεται από την κρατιδιακή κυβέρνηση. Ο διορισμός αυτός κοινοποιείται στον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο. Σε περίπτωση ανάγκης υποκατάστασης, το μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης που διορίζεται ως αναπληρωτής, σύμφωνα με το άρθρο 142, είναι επίσης υπεύθυνο έναντι της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης σε θέματα που αφορούν την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση. Η ασυλία δεν αποτελεί εμπόδιο στην ανάληψη αυτής της ευθύνης εκ μέρους του Κυβερνήτη ή του μέλους της κρατιδιακής κυβέρνησης που τον αντικαθιστά. Ομοίως, η ασυλία δεν αποτελεί εμπόδιο στην ανάληψη ευθύνης εκ μέρους ενός μέλους της κρατιδιακής κυβέρνησης σε περίπτωση που προκύπτει από το άρθρο 103 παράγραφος 3.
  2. Τα μέλη της κρατιδιακής κυβέρνησης είναι υπόλογα για στο κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 142.
  3. Η ψήφος για την άσκηση κατηγορίας κατά την έννοια του άρθρου 142 απαιτεί την παρουσία των μισών μελών.

Άρθρο 106

Ένας διοικητικός δημόσιος υπάλληλος με νομική κατάρτιση θα διοριστεί για να αναλάβει τα καθήκοντά του ως διευθύνων σύμβουλος της εσωτερικής διοίκησης των κρατικών υπηρεσιών του κρατιδίου. Είναι επίσης ο επίσημος σύμβουλος του Κυβερνήτη σε θέματα που αφορούν την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση.

Άρθρο 107

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 444/1974)

Β. Η Ομοσπονδιακή Πρωτεύουσα Βιέννη Επεξεργασία

Άρθρο 108

Για την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, τη Βιέννη, υπό την ιδιότητά της ως ομόσπονδου κρατιδίου, το δημοτικό συμβούλιο έχει επιπλέον τη λειτουργία του κοινοβουλίου, η γερουσία της πόλης την λειτουργία της κρατιδιακής κυβέρνησης, ο δήμαρχος τη λειτουργία του κυβερνήτη, η διοίκηση της πόλης τη λειτουργία του γραφείου κρατιδιακής κυβέρνησης, και ο διευθύνων σύμβουλος της διοίκησης της πόλης, τον ρόλος του διευθύνοντο συμβούλου του κρατιδίου.

Άρθρο 109

Το άρθρο 102 παράγραφος 1 ισχύει για την Ομοσπονδιακή Πρωτεύουσα της Βιέννης, με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση της Ομοσπονδίας, στο βαθμό που δεν υπάρχουν ξεχωριστές ομοσπονδιακές αρχές (άμεση ομοσπονδιακή διοίκηση), ασκείται από τον δήμαρχο ως κυβερνήτη και από την υφιστάμενη του διοίκηση της πόλης ως επαρχιακή διοικητική αρχή.

Άρθρο 110

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 490/1984)

Άρθρο 111

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 112

Εξαιρουμένων των άρθρων 108 και 109, οι διατάξεις του Τμήματος Α του πέμπτου κεφαλαίου ισχύουν σε άλλες περιπτώσεις στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα Βιέννη, με εξαίρεση το άρθρο 117 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 119 παράγραφος 4 και το άρθρο 119α. Το άρθρο 142 παρ. 2 εδάφιο ε ισχύει επίσης για τη διεξαγωγή του τομέα αρμοδιοτήτων που ανατίθεται από την Ομοσπονδία στην ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, Βιέννη.

Άρθρο 113

(Καταργήθηκε)

Άρθρο 114

(Καταργήθηκε)

Κεφάλαιο V. Αυτοδιοίκηση Επεξεργασία

Α. Δήμοι Επεξεργασία

Άρθρο 115

  1. Εφόσον στα ακόλουθα άρθρα χρησιμοποιείται ο όρος δήμος, η αναφορά πρέπει να θεωρείται ως τοπική κοινότητα.
  2. Με την επιφύλαξη ρητής αρμοδιότητας της Ομοσπονδίας, η βουλή του κρατιδίου ορίζει νόμους που αφορούν τους δήμους σύμφωνα με τις αρχές των άρθρων που περιέχονται στην παρούσα ενότητα. Η αρμοδιότητα για την επίλυση θεμάτων τα οποία, σύμφωνα με τα άρθρα 118, 118α και 119, πρέπει να εκτελούνται από τους δήμους, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχόμενου αποκλεισμού της έφεσης θα καθοριστεί σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις αυτού του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου.
  3. Η Αυστριακή Ένωση Δήμων (Αυστριακή Κοινοτική Ομοσπονδία) και η Αυστριακή Ένωση Πόλεων και Κωμοπόλεων (Αυστριακή Δημοτική Ομοσπονδία) είναι αρμόδιες για την εκπροσώπηση των συμφερόντων των δήμων.

Άρθρο 116

  1. Κάθε κρατίδιο χωρίζεται σε δήμους. Ο δήμος είναι ένα εδαφικό εταιρικό όργανο που έχει δικαίωμα αυτοδιοίκησης ενώ ταυτόχρονα είναι διοικητική τοπική περιφέρεια. Κάθε τμήμα του κρατιδίου πρέπει να αποτελεί μέρος ενός δήμου.
  2. Ο δήμος είναι μια ανεξάρτητη οικονομική οντότητα. Έχει το δικαίωμα, εντός των ορίων των γενικών νόμων της Ομοσπονδίας και των κρατιδίων, να κατέχει περιουσιακά στοιχεία κάθε είδους, να αποκτά και να τα διαθέτει κατά βούληση, να λειτουργεί οικονομικές επιχειρήσεις καθώς και να διαχειρίζεται τον προϋπολογισμό της ανεξάρτητα στο πλαίσιο των συνταγματικών χρηματοδοτικών διατάξεων και επιβολής φορολογίας.
  3. Σε έναν δήμο με τουλάχιστον 20.000 κατοίκους, κατόπιν αιτήματός του, εάν δεν διακυβεύονται τα συμφέροντα του κρατιδίου, θα του απονέμεται η δική του χάρτα μέσω της βουλής του κρατιδίου (χάρτα της πόλης). Ένα τέτοιο κείμενο μπορεί να δημοσιευτεί μόνο με έγκριση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Αυτό θεωρείται δεδομένο εάν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση εντός οκτώ εβδομάδων από την ημερομηνία παραλαβής του νόμου από το αρμόδιο Ομοσπονδιακό Υπουργείο δεν έχει ενημερώσει τον Κυβερνήτη ότι η έγκριση απορρίπτεται. Μια πόλη με δική της χάρτα εκτελεί εκτός από τα δημοτικά της διοικητικά καθήκοντα και εκείνα της περιφερειακής διοίκησης.
  4. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. No. 490/1984)

Άρθρο 116α

  1. Για την εκπλήρωση των θεμάτων τους, οι δήμοι μπορούν, κατόπιν συμφωνίας, να συνεργάζονται σε ενώσεις δήμων. Μια τέτοια συμφωνία απαιτεί την κύρωση της εποπτικής αρχής. Η κύρωση εκδίδεται με διάταγμα εάν υπάρχει νόμιμη συμφωνία μεταξύ των οικείων δήμων και η σύσταση της δημοτικής ένωσης
    1. δεν θίγει τη λειτουργία των ενδιαφερομένων δήμων ως αυτοδιοικητικών εταιρειών, σε περίπτωση εκτέλεσης θεμάτων που συνδέονται με την κυρίαρχη διοίκηση,
    2. στην περίπτωση εκτέλεσης θεμάτων που έχουν σχέση με τους δήμους ως κατόχους ιδιωτικών δικαιωμάτων, αυτό οφείλεται για λόγους σκοπιμότητας, οικονομικής αποτελεσματικότητας και λιτότητας προς το συμφέρον των ενδιαφερομένων δήμων.
  2. Για λόγους σκοπιμότητας, η αρμόδια νομοθεσία (άρθρα 10 έως 15) μπορεί να προβλέπει την εκτέλεση θεμάτων στον τομέα αρμοδιότητας του δήμου με τη σύσταση δημοτικών ενώσεων, αλλά η λειτουργία των δήμων ως αυτοδιοικητικών εταιρειών και φορέων και οι διοικητικές τοπικές περιφέρειες ενδέχεται να μην τεθούν σε κίνδυνο. Οι ενδιαφερόμενοι δήμοι θα λάβουν ακρόαση μέσω εκτελεστικού μέτρου πριν από τη σύσταση δημοτικών ενώσεων.
  3. Τα όργανα των δημοτικών ενώσεων που αναλαμβάνουν θέματα που αφορούν τον τομέα αρμοδιοτήτων του δήμου πρέπει να διαμορφώνονται σύμφωνα με δημοκρατικές αρχές.
  4. Η Ομοσπονδιακή Βουλή ορίζει την οργάνωση του δημοτικού συλλόγου και, στο πλαίσιο αυτό, προβλέπει ένα συμβούλιο σύνδεσης, το οποίο σε κάθε περίπτωση πρέπει να αποτελείται από εκλεγμένους αντιπροσώπους όλων των δήμων-μελών και έναν πρόεδρο της ένωσης. Επιπλέον, θα θεσπιστούν κανόνες, στην περίπτωση δημοτικών ενώσεων που θα συγκροτηθούν κατόπιν συμφωνίας, όσον αφορά την είσοδο και την απόσυρση από τη δημοτική ένωση καθώς και τη διάλυσή της.
  5. Η αρμοδιότητα ως προς τη ρύθμιση των θεμάτων που πρέπει να αναλάβουν οι δημοτικές ενώσεις διέπεται από τις γενικές διατάξεις αυτού του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου.
  6. Η συγχώνευση δήμων διαφορετικών κρατιδίων σε δημοτικές ενώσεις επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση συμφωνίας μεταξύ των αντίστοιχων κρατιδίων σύμφωνα με το άρθρο 15α, στην οποία πρέπει να περιλαμβάνονται κυρίως διατάξεις σχετικά με την έγκριση του σχηματισμού δημοτικών ενώσεων και την εφαρμογή της εποπτείας.

Άρθρο 116β

Οι δήμοι ενός κρατιδίου μπορούν να συνάπτουν συμφωνίες μεταξύ τους σχετικά με τον αντίστοιχο τομέα αρμοδιότητάς τους, στο βαθμό που το προβλέπει η βουλή του κρατιδίου. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο το κοινοβούλιο πρέπει επίσης να προβλέπει διατάξεις για τη δημοσίευση τέτοιων συμφωνιών καθώς και για τη λύση των διαφωνιών. Το άρθρο 116α παράγραφος 6 εφαρμόζεται ανάλογα με τις συμφωνίες δήμων διαφορετικών κρατιδίων.

Άρθρο 117

  1. Στις αρχές του δήμου περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση:
    1. το δημοτικό συμβούλιο, ως γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο που εκλέγεται από εκείνους που έχουν δικαίωμα ψήφου στον δήμο,
    2. το δημοτικό εκτελεστικό συμβούλιο (δημοτικό συμβούλιο), ή σε πόλεις με δική τους χάρτα τη γερουσία της πόλης,
    3. τον δήμαρχο.
  2. Το δημοτικό συμβούλιο εκλέγεται βάσει της αναλογικής εκπροσώπησης με ίση, άμεση, προσωπική και μυστική ψηφοφορία από τους άνδρες και τις γυναίκες ομοσπονδιακούς υπηκόους που έχουν την κύρια κατοικία τους στον δήμο. Ωστόσο, οι νόμοι των εκλογικών κανονισμών μπορούν να ορίζουν ότι και οι υπήκοοι που έχουν κατοικία, αλλά όχι την κύρια κατοικία τους, στον δήμο, έχουν δικαίωμα ψήφου. Στους εκλογικούς κανονισμούς οι προϋποθέσεις ψηφοφορίας και εκλογικής επιλεξιμότητας ενδέχεται να μην είναι πιο περιοριστικοί από τους εκλογικούς κανονισμούς για το Κοινοβούλιο. Ωστόσο, μπορεί να προβλεφθεί ότι άτομα που δεν έχουν ακόμη διαμείνει για έναν χρόνο στον δήμο δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου ή εκλογής στο δημοτικό συμβούλιο εάν η κατοικία τους στον δήμο είναι προφανώς προσωρινή. Μεταξύ των προϋποθέσεων που πρέπει να καθοριστούν από τον εκλογικό κανονισμό είναι το δικαίωμα ψήφου και η εκλογική επιλεξιμότητα και για τους υπηκόους άλλων ευρωπαϊκών κρατών μελών. Ο εκλογικός κανονισμός μπορεί να προβλέπει ότι οι ψηφοφόροι ασκούν την ψήφο τους σε αυτόνομες εκλογικές περιφέρειες. Δεν επιτρέπεται η κατανομή του εκλογικού σώματος σε άλλα εκλογικά σώματα. Το άρθρο 26 παράγραφος 6 εφαρμόζεται ανάλογα. Οι εκλογικοί κανονισμοί μπορούν, σε περιπτώσεις που δεν υποβάλλονται εκλογικές προτάσεις, να αποφασίσουν ότι τα άτομα των οποίων τα ονόματα εμφανίζονται συχνότερα στα ψηφοδέλτια θα θεωρούνται εκλεγμένα.
  3. Μια απλή πλειοψηφία από τα μέλη που είναι παρόντα σε επάρκεια για να σχηματίσουν απαρτία απαιτείται για την ψηφοφορία από το δημοτικό συμβούλιο. Για ορισμένα θέματα, ωστόσο, μπορούν να παρέχονται και άλλες απαιτήσεις για την έγκριση ψηφισμάτων.
  4. Οι συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου είναι δημόσιες, αλλά μπορούν να προβλεφθούν εξαιρέσεις. Το κοινό δεν μπορεί να αποκλειστεί όταν ο δημοτικός προϋπολογισμός ή οι δημοτικοί απολογισμοί βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.
  5. Τα εκλογικά κόμματα που εκπροσωπούνται στο δημοτικό συμβούλιο έχουν αξίωση εκπροσώπησης στο δημοτικό εκτελεστικό συμβούλιο σύμφωνα με τη δύναμή τους.
  6. Ο δήμαρχος εκλέγεται από το δημοτικό συμβούλιο. Ωστόσο, το σύνταγμα του κρατιδίου μπορεί να ορίζει ότι ο δήμαρχος θα εκλέγεται από εκείνους που έχουν δικαίωμα ψηφοφορίας για το δημοτικό συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή, το άρθρο 26 παράγραφος 6 εφαρμόζεται ανάλογα.
  7. Οι εργασίες των δήμων θα εκτελούνται από το τοπικό διοικητικό γραφείο (διοικητικό γραφείο της πόλης), και αυτές των πόλεων με δική τους χάρτα από τη διοίκηση της πόλης. Διορίζεται δημόσιος υπάλληλος με νομική κατάρτιση για να αναλάβει την ευθύνη ως διευθύνων σύμβουλος των εσωτερικών υπηρεσιών της πόλης.
  8. Η ομοσπονδιακή βουλή μπορεί σε ζητήματα που αφορούν τον τομέα αρμοδιότητας του δήμου να προβλέπει την άμεση συμμετοχή και βοήθεια όσων δικαιούνται να ψηφίσουν στις εκλογές του δημοτικού συμβουλίου.

Άρθρο 118

  1. Ένας δήμος έχει τον δικό του τομέα αρμοδιοτήτων και έναν που του έχει ανατεθεί είτε από την Ομοσπονδία είτε από το κρατίδιο.
  2. Ο δικός του τομέας αρμοδιοτήτων περιλαμβάνει, εκτός από τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 116 παράγραφος 2, όλα τα θέματα αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο ζητήματα της τοπικής κοινότητας, όπως ενσαρκώνεται από έναν δήμο και ταιριάζει στην απόδοση της κοινότητας εντός των τοπικών της ορίων. Η νομοθεσία θα προσδιορίζει ρητά θέματα αυτού του είδους που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του δήμου.
  3. Ένας δήμος έχει εγγυημένη επίσημη ευθύνη στον δικό του τομέα αρμοδιότητας για την εκτέλεση των ακόλουθων θεμάτων ειδικότερα:
    1. διορισμός των δημοτικών αρχών, παρά την αρμοδιότητα των εκλογικών επιτροπών σε υψηλότερο επίπεδο, διευθέτηση των εσωτερικών ρυθμίσεων για την εκτέλεση των δημοτικών λειτουργιών,
    2. διορισμός του δημοτικού προσωπικού και άσκηση της προνομιακής υπηρεσίας έναντι αυτών, παρά την αρμοδιότητα των πειθαρχικών, επιλεξιμότητας και των εξεταστικών επιτροπών σε υψηλότερο επίπεδο,
    3. τοπική διοίκηση δημόσιας ασφάλειας (άρθρο 15 παράγραφος 2), έλεγχος τοπικών εκδηλώσεων,
    4. διοίκηση δημοτικών περιοχών κυκλοφορίας, τοπικής τροχαίας,
    5. αστυνομία προστασίας των καλλιεργειών,
    6. τοπική αστυνόμευση της αγοράς,
    7. τοπική υγειονομική αστυνομία, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης και πρώτων βοηθειών, καθώς και θέματα που σχετίζονται με θανάτους και ταφές.
    8. δημόσια ευπρέπεια,
    9. τοπική αστυνόμευση κτιρίων, τοπική πυροπροστασία, σχεδιασμός τοπικής ανάπτυξης,
    10. δημόσιες υπηρεσίες για εξωδικαστική επίλυση διαφορών,
    11. εκούσια πώληση κινητών στοιχείων.
  4. Ο δήμος ασκεί τα καθήκοντα για τα οποία είναι αρμόδιος στο πλαίσιο των νόμων και διατάξεων της Ομοσπονδίας και του κρατιδίου με δική του ευθύνη, χωρίς οδηγίες και με την εξαίρεση της έννομης προστασίας σε διοικητικές αρχές εκτός του δήμου. Σε θέματα αρμοδιότητας υπάρχει δίαυλος προσφυγής δύο σταδίων. Αυτό μπορεί να αποκλειστεί από τον νόμο. Σε θέματα αρμοδιότητας, η Ομοσπονδία και το κρατίδιο έχουν δικαίωμα εποπτείας επί του δήμου (άρθρο 119α).
  5. Ο δήμαρχος, τα μέλη του δημοτικού εκτελεστικού συμβουλίου (δημοτικό συμβούλιο, γερουσία της πόλης) και, εάν έχουν διοριστεί, άλλοι δημοτικοί υπάλληλοι είναι υπεύθυνοι έναντι του δημοτικού συμβουλίου για την εκτέλεση των καθηκόντων τους σχετικά με τον τομέα αρμοδιοτήτων του δήμου.
  6. Ο δήμος δικαιούται σε θέματα που αφορούν τον δικό του τομέα αρμοδιότητας να εκδίδει με δική του πρωτοβουλία διατάξεις τοπικής αστυνομίας για την πρόληψη των άμεσων ή αναμενόμενων ενοχλήσεων που επηρεάζουν την τοπική κοινοτική ζωή καθώς και να δηλώνουν τη μη συμμόρφωση με αυτές με διοικητική παράβαση. Τέτοιες διατάξεις ενδέχεται να μην παραβιάζουν τους υφιστάμενους νόμους και διατάξεις της Ομοσπονδίας και του κρατιδίου.
  7. Κατόπιν αιτήσεως ενός δήμου, η εκτέλεση ορισμένων θεμάτων στον τομέα αρμοδιότητάς του μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 119α παράγραφος 3, να ανατεθεί με διάταγμα της κυβέρνησης του κρατιδίου ή με διάταγμα του κυβερνήτη σε κρατική αρχή. Εφόσον ένα τέτοιο διάταγμα προορίζεται να αναθέσει αρμοδιότητα σε μια ομοσπονδιακή αρχή, απαιτεί την έγκριση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Εφόσον ένα τέτοιο διάταγμα από τον κυβερνήτη προορίζεται να αναθέσει αρμοδιότητα σε μια κρατιδιακή αρχή, απαιτεί την έγκριση της κυβέρνησης του κρατιδίου. Ένα τέτοιο διάταγμα ακυρώνεται μόλις παύσει ο λόγος για την έκδοσή του. Η ανάθεση δεν επεκτείνεται στο δικαίωμα έκδοσης διατάξεων σύμφωνα με την παράγραφο 6 παραπάνω.
  8. Η ίδρυση μιας δημοτικής χωροφυλακής ή μια αλλαγή στην οργάνωσή της πρέπει να κοινοποιείται στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.

Άρθρο 118α

  1. Ομοσπονδιακός ή κρατιδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει ότι με την έγκριση του δήμου τα μέλη μιας δημοτικής χωροφυλακής μπορούν να έχουν την εξουσία να εκτελούν εκτελεστικές υπηρεσίες για την αρμόδια αρχή.
  2. Με την έγκριση του δήμου, η περιφερειακή διοικητική αρχή μπορεί να εξουσιοδοτήσει τα μέλη ενός δημοτικού αστυνομικού να συμμετέχουν στην εφαρμογή του διοικητικού ποινικού δικαίου στον ίδιο βαθμό με τα άλλα όργανα της υπηρεσίας δημόσιας ασφάλειας. Αυτή η εντολή μπορεί να εκδοθεί μόνο στον βαθμό στον οποίο τα όργανα της υπηρεσίας δημόσιας ασφάλειας πρέπει να εποπτεύουν τη συμμόρφωση με τους διοικητικούς κανονισμούς στο θέμα που αποτελεί το αντικείμενο της διοικητικής ποινικής διαδικασίας ή στον βαθμό στον οποίο το ζήτημα εμπίπτει στο αρμοδιότητα του δήμου.

Άρθρο 119

  1. Ο καθορισμένος τομέας αρμοδιότητας περιλαμβάνει εκείνα τα θέματα τα οποία ο δήμος σύμφωνα με τους ομοσπονδιακούς νόμους πρέπει να αναλάβει κατά την εντολή και σύμφωνα με τις οδηγίες της Ομοσπονδίας ή σύμφωνα με τους νόμους του κρατιδίου κατά τις εντολές και σύμφωνα με τις οδηγίες του κρατιδίου.
  2. Η δραστηριότητα του καθορισμένου τομέα αρμοδιότητας ασκείται από τον δήμαρχο. Με αυτόν τον τρόπο, εμπλέκεται σε θέματα που σχετίζονται με την ομοσπονδιακή εκτέλεση που δεσμεύονται από οδηγίες από τις αρμόδιες ομοσπονδιακές αρχές, σε θέματα που σχετίζονται με την εκτέλεση του κρατιδίου με οδηγίες από τις αρμόδιες κρατιδιακές αρχές. Έχει την ευθύνη σύμφωνα με την παράγραφο 4.
  3. Ο δήμαρχος μπορεί - χωρίς παραίτηση από την ευθύνη του - λόγω της πραγματικής σύνδεσής του με θέματα που αφορούν τον τομέα αρμοδιότητας του δήμου, να μεταφέρει μεμονωμένες κατηγορίες θεμάτων που σχετίζονται με τον καθορισμένο τομέα αρμοδιότητας σε μέλη του δημοτικού εκτελεστικού συμβουλίου (δημοτικό συμβούλιο, γερουσία της πόλης), άλλες αρχές που δημιουργήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 117 παράγραφος 1 ή μέλη επίσημων φορέων για εκτέλεση στο όνομά του. Σε αυτά τα θέματα, οι ενδιαφερόμενες αρχές ή τα μέλη τους δεσμεύονται από τις οδηγίες του δημάρχου και είναι υπεύθυνες σύμφωνα με την παράγραφο 4.
  4. Στον βαθμό που μπορεί να επιβληθεί πρόθεση ή βαριά αμέλεια, οι αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 ανωτέρω μπορούν, λόγω παραβίασης του νόμου, καθώς και λόγω μη συμμόρφωσης με διάταγμα ή εντολή, να κηρυχθούν ότι έχουν καταπέσει το αξίωμά τους, από τον κυβερνήτη εάν ενεργούσαν στον τομέα της ομοσπονδιακής εκτέλεσης, από την κρατιδιακή κυβέρνηση εάν ενεργούσαν στον τομέα της εκτέλεσης του κρατιδίου. Εάν ένα τέτοιο άτομο ανήκει στο δημοτικό συμβούλιο, η ιδιότητα μέλους δεν επηρεάζεται.

Άρθρο 119α

  1. Η Ομοσπονδία και το κρατίδιο ασκούν το δικαίωμα εποπτείας ενός δήμου με σκοπό να μην παραβιάζουν νόμους και διατάξεις κατά τον δικό τους τομέα αρμοδιοτήτων, ιδίως δε υπερβαίνουν τον τομέα της αρμοδιότητάς τους και εκπληρώνουν τα καθήκοντα που νομικά βρίσκονται σε αυτούς.
  2. Το ομόσπονδο κρατίδιο έχει επιπλέον το δικαίωμα να εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση ενός δήμου όσον αφορά την ευπάθεια, την αποτελεσματικότητα και τη σκοπιμότητά του. Το αποτέλεσμα της εξέτασης κοινοποιείται στον δήμαρχο για υποβολή στο δημοτικό συμβούλιο. Ο δήμαρχος ενημερώνει εντός τριών μηνών την εποπτική αρχή για τα μέτρα που έλαβε λόγω του αποτελέσματος του ελέγχου.
  3. Στον βαθμό που ο τομέας αρμοδιότητας ενός δήμου περιλαμβάνει θέματα που απορρέουν από τον τομέα της ομοσπονδιακής εκτέλεσης, το δικαίωμα εποπτείας και ο νομοθετικός του κανονισμός ανήκουν στην Ομοσπονδία, από άλλες απόψεις από τα κρατίδια. Το δικαίωμα εποπτείας ασκείται από τις αρχές της κοινής δημόσιας διοίκησης.
  4. Η εποπτική αρχή έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται για κάθε είδος δημοτικής επιχείρησης. Ο δήμος υποχρεούται να μεταδώσει τις πληροφορίες που απαιτούνται σε μεμονωμένες περιπτώσεις από την εποπτική αρχή και να επιτρέψει τη διεξαγωγή επιτόπιων εξετάσεων.
  5. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)
  6. Ο δήμος ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την εποπτική αρχή για τις διατάξεις που εκδίδονται στη δική του αρμοδιότητα. Η εποπτική αρχή, μετά από ακρόαση του δήμου, ανακαλεί διατάξεις που είναι αντίθετες με τον νόμο και ταυτόχρονα ενημερώνει τον δήμο για τους λόγους.
  7. Στο μέτρο που το αρμόδιο κοινοβούλιο (παράγραφος 3) προβλέπει τη διάλυση του δημοτικού συμβουλίου ως εποπτικό μέτρο, το μέτρο αυτό εναπόκειται στην κυβέρνηση του κρατιδίου κατά την άσκηση του δικαιώματος εποπτείας του κρατιδίου, ενώ ο κυβερνήτης ασκεί το δικαίωμα της ομοσπονδιακής εποπτείας. Το παραδεκτό της πραγματοποίησης υποκατάστασης περιορίζεται σε περιπτώσεις απόλυτης ανάγκης. Οι εποπτικοί σκοποί εφαρμόζονται με τη μεγαλύτερη δυνατή εκτίμηση για τα κεκτημένα δικαιώματα τρίτων.
  8. Τα μεμονωμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν από έναν δήμο στον δικό του τομέα αρμοδιοτήτων, αλλά τα οποία σε ειδικό βαθμό επηρεάζουν τα εξω-τοπικά συμφέροντα, ιδίως όπως έχουν διαφορετικό οικονομικό αντίκτυπο, μπορούν να συνδεθούν από τον αρμόδιο νομοθέτη (παράγραφος 3) κυρώσεις εκ μέρους της εποπτικής αρχής. Μόνο μια κατάσταση που δικαιολογεί κατηγορηματικά την προτίμηση των εξω-τοπικών συμφερόντων μπορεί να ληφθεί υπόψη ως λόγος για την παρακράτηση της κύρωσης.
  9. Ο δήμος συμμετέχει στις διαδικασίες της εποπτικής αρχής και δικαιούται να υποβάλει καταγγελία στο Διοικητικό Δικαστήριο (άρθρα 130 έως 132). Είναι διάδικος ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου και δικαιούται να υποβάλει αίτηση αναθεώρησης στο Διοικητικό Δικαστήριο (άρθρο 133) και καταγγελία στο Συνταγματικό Δικαστήριο (άρθρο 144).
  10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου θα έχουν αντίστοιχη εφαρμογή στην εποπτεία των δημοτικών ενώσεων, στον βαθμό που αυτές εκτελούν θέματα που αφορούν τον τομέα αρμοδιότητας ενός δήμου.

Άρθρο 120

Ο συνδυασμός τοπικών κοινοτήτων σε εδαφικές κοινότητες, η ίδρυσή τους σύμφωνα με το πρότυπο αυτοδιοίκησης και ο καθορισμός άλλων αρχών για την οργάνωση της κοινής δημόσιας διοίκησης στα κρατίδια είναι έργο της ομοσπονδιακής συνταγματικής νομοθεσίας. Η εφαρμογή του εξαρτάται από τα ομόσπονδα κράτη. Ο διακανονισμός της αρμοδιότητας σε θέματα που σχετίζονται με τον κώδικα της υπηρεσίας και τα δικαιώματα εκπροσώπησης του προσωπικού των εργαζομένων της εδαφικής κοινότητας είναι έργο της ομοσπονδιακής συνταγματικής νομοθεσίας.

Β. Άλλες μορφές τοπικής αυτοδιοίκησης Επεξεργασία

Άρθρο 120α

  1. Οι άνθρωποι μπορούν να συνεταιρίζονται σύμφωνα με τον νόμο σε αυτοδιοικούμενους φορείς για να φροντίζουν αυτόνομα τα δημόσια συμφέροντα τα οποία βρίσκονται σστο αποκλειστικό ή υπερισχύον κοινό συμφέρον τους και κατέχουν τις προϋποθέσεις για κοινή διαχείριση από αυτούς.
  2. Η Δημοκρατία αναγνωρίζει το ρόλο των κοινωνικών εταίρων. Σέβεται την αυτονομία τους και υποστηρίζει τον διάλογο των κοινωνικών εταίρων δημιουργώντας όργανα αυτοδιοίκησης.

Άρθρο 120β

  1. Οι αυτοδιοικούμενοι φορείς εξουσιοδοτούνται να αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους με δική τους ευθύνη χωρίς οδηγίες και να εκδίδουν καταστατικό στο πλαίσιο της νομοθεσίας. Η Ομοσπονδία ή το ομόσπονδο κράτος έχουν δικαίωμα εποπτείας επί αυτών βάσει των νομικών κανονισμών σχετικά με τη νομιμότητα του χειρισμού της διοίκησης. Αυτό το δικαίωμα εποπτείας μπορεί επίσης να επεκταθεί και στην σκοπιμότητα του χειρισμού της διοίκησης, εάν αυτό απαιτείται λόγω των καθηκόντων του αυτοδιοικούμενου φορέα. Σύμφωνα με τον νόμο, ενδέχεται να παρέχονται τρόποι συμμετοχής των αυτοδιοικούμενων φορέων στη δημόσια εκτέλεση.
  2. Στους αυτοδιοικούμενους φορείς μπορούν να ανατεθούν καθήκοντα διοίκησης του κράτους. Οι νόμοι πρέπει να δηλώνουν ρητά ότι τέτοια θέματα ανήκουν στην εκτελεστική ευθύνη και να παρέχουν δεσμευτικό αποτέλεσμα των οδηγιών από τις ανώτατες διοικητικές αρχές.
  3. Οι νόμοι μπορούν να παρέχουν μορφές συμμετοχής αυτοδιοικούμενων φορέων στην εκτέλεση κρατικών υποθέσεων.

Άρθρο 120γ

  1. Τα όργανα των αυτοδιοικούμενων οργάνων πρέπει να συγκροτούνται σύμφωνα με δημοκρατικές αρχές από τα μέλη τους.
  2. Η φειδωλή και οικονομική απόδοση των καθηκόντων των αυτοδιοικούμενων φορέων πρέπει να διασφαλίζεται βάσει των νομικών κανονισμών με συνεισφορές των μελών τους ή με άλλα μέσα.
  3. Οι αυτοδιοικούμενοι φορείς είναι ανεξάρτητες επιχειρηματικές οντότητες. Στο πλαίσιο των νόμων μπορούν, προκειμένου να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους, να αποκτήσουν και να διαθέσουν κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία.

Κεφάλαιο VI. Έλεγχος των δημοσίων λογαριασμών και της διοίκησης των δημοσίων πόρων Επεξεργασία

Άρθρο 121

  1. Αρμόδια για την εξέταση της διαχείρισης δημόσιων πόρων από την Ομοσπονδία, τα κρατίδια, τις δημοτικές ενώσεις, τους δήμους και άλλα νομικά πρόσωπα που καθορίζονται από τον νόμο είναι η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου.
  2. Η Δημόσια Υπηρεσία Οικονομικού Ελέγχου καταρτίζει τους τελικούς λογαριασμούς του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού και τους υποβάλλει στο Εθνικό Συμβούλιο.
  3. Όλα τα παραστατικά σχετικά με τα χρηματοοικονομικά χρέη της Ομοσπονδίας, στο βαθμό που αποδίδουν ευθύνη εκ μέρους της Ομοσπονδίας, υπογράφονται από τον Πρόεδρο της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ή, εάν παρακωλύεται, από τον αναπληρωτή του. Η προσυπογραφή εγγυάται μόνο τη νομιμότητα του δανεισμού και τη σωστή εγγραφή στο λογιστικό βιβλίο του εθνικού χρέους.
  4. Κάθε δεύτερο έτος, η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου, στην περίπτωση επιχειρήσεων και οργανισμών που υπόκεινται στον έλεγχό της έχει καθήκον να υποβάλλει στο Εθνικό Συμβούλιο έκθεση σχετικά με το αίτημα παροχής πληροφοριών από τις εν λόγω επιχειρήσεις και οργανισμούς σχετικά με το μέσο εισόδημα, συμπεριλαμβανομένων όλων των πληρωμών κοινωνικής υπηρεσίας, τις εισφορές σε είδος και τις πρόσθετες παροχές συνταξιοδότησης, των μελών του διοικητικού συμβουλίου και του εποπτικού συμβουλίου, καθώς και όλων των υπαλλήλων και αναφέρονται σχετικά στο Εθνικό Συμβούλιο. Τα μέσα εισοδήματα των προαναφερθεισών κατηγοριών προσώπων πρέπει να εμφανίζονται ξεχωριστά για κάθε επιχείρηση και για κάθε οργανισμό.

Άρθρο 122

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξαρτάται άμεσα από το Εθνικό Συμβούλιο. Λειτουργεί ως αντιπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου σε θέματα που σχετίζονται με την ομοσπονδιακή διοίκηση δημόσιων κεφαλαίων και τη χρηματοοικονομική διοίκηση επαγγελματικών επιχειρήσεων στο βαθμό που υπάγονται στην εκτελεστική αρχή της Ομοσπονδίας, ως εκπρόσωπος του κοινοβουλίου που ασχολείται με θέματα που αφορούν τα κρατίδια, τις δημοτικές ενώσεις και τη δημοτική διοίκηση δημόσιων πόρων, καθώς και τη χρηματοοικονομική διοίκηση επαγγελματικών επιχειρήσεων στον βαθμό που υπάγονται στην εκτελεστική εξουσία των κρατιδίων.
  2. Η Υπηρεσία Δημοσίου Οικονομικού Ελέγχου είναι ανεξάρτητη από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και τις Κυβερνήσεις των κρατιδίων και υπόκειται μόνο στις διατάξεις του νόμου.
  3. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου αποτελείται από έναν Πρόεδρο και τους απαραίτητους υπαλλήλους και επικουρικό προσωπικό.
  4. Ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εκλέγεται μετά από πρόταση της Κεντρικής Επιτροπής του Εθνικού Συμβουλίου για περίοδο δώδεκα ετών. Δεν υπάρχει δυνατότητα επανεκλογής. Πριν από την ανάληψη της θητείας του, ορκίζεται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο.
  5. Ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου δεν μπορεί ούτε να ανήκει σε κανένα γενικό όργανο εκπροσώπησης ούτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών δεν κατείχε αξίωμα στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ή σε μια κρατιδιακή κυβέρνηση.

Άρθρο 123

  1. Όσον αφορά την ανάληψη ευθυνών, ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου έχει το ίδιο καθεστώς με τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή των μελών της οικείας κρατιδιακής κυβέρνησης, ανάλογα με το αν η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ενεργεί ως εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου ή ενός Κοινοβουλίου.
  2. Μπορεί να απαλλαγεί από το αξίωμα του με ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου.

Άρθρο 123α

  1. Ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου δικαιούται να συμμετάσχει στη συζήτηση από το Εθνικό Συμβούλιο και τις επιτροπές του (υποεπιτροπές) σχετικά με εκθέσεις της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου, σχετικά με τους τελικούς λογαριασμούς του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, σχετικά με προτάσεις σχετικά με την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων σε εξέταση της Υπηρεσίας Δημοσίου Οικονομικού Ελέγχου σχετικά με τη διαχείριση δημόσιων πόρων, καθώς και για τις κατηγορίες που σχετίζονται με την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου στον Ομοσπονδιακό Οικονομικό Νόμο.
  2. Ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου έχει, σύμφωνα με τις λεπτομερείς διατάξεις του ομοσπονδιακού νόμου για τις πάγιες εντολές του Εθνικού Συμβουλίου, πάντοτε το δικαίωμα, κατόπιν αιτήματός του, να συμμετέχει στις συζητήσεις για τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 παραπάνω.

Άρθρο 124

  1. Εάν ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου κωλύεται από την εκπλήρωση των καθηκόντων του, ο ανώτερος υπάλληλος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου θα ενεργεί γι' αυτόν. Αυτό ισχύει επίσης εάν είναι η θέση του Προέδρου είναι κενή. Το άτομο που ενεργεί στο Εθνικό Συμβούλιο ως αναπληρωτής του Προέδρου της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ρυθμίζεται από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις πάγιες εντολές του Εθνικού Συμβουλίου.
  2. Εάν κάποιος αναπληρώσει τον Πρόεδρο, οι διατάξεις του άρθρου 123 παράγραφος 1 ισχύουν για τον αναπληρωτή.

Άρθρο 125

  1. Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο κατόπιν σύστασης και με την προσυπογραφή του Προέδρου της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου. Το ίδιο ισχύει και για την απονομή των επίσημων τίτλων. Ωστόσο, ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον Πρόεδρο της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου να διορίζει υπαλλήλους ορισμένων κατηγοριών.
  2. Ο Πρόεδρος της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου διορίζει το επικουρικό προσωπικό.
  3. Το προνόμιο της ομοσπονδιακής υπηρεσίας όσον αφορά τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ασκείται από τον Πρόεδρο της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου.

Άρθρο 126

Κανένα μέλος της Δημόσιας Υπηρεσίας Οικονομικού Ελέγχου δεν μπορεί να συμμετέχει στη διεύθυνση και διαχείριση επιχειρήσεων που υπόκεινται σε έλεγχο από τον Δημόσιο Οικονομικό Έλεγχο.

Άρθρο 126α

Εάν προκύψουν αποκλίσεις απόψεων μεταξύ της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου και μιας νομικής οντότητας (άρθρο 121 παράγραφος 1) σχετικά με την ερμηνεία των νομικών διατάξεων που ορίζουν την αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου, το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίζει για το ζήτημα μετά από αίτηση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή κρατιδιακής κυβέρνησης ή του Γραφείου Δημοσίου Οικονομικού Ελέγχου. Όλες οι νομικές οντότητες πρέπει, σύμφωνα με τη νομική γνώμη του Συνταγματικού Δικαστηρίου, να επιτρέψουν έλεγχο από την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου.

Άρθρο 126β

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει το σύνολο της διαχείρισης της Ομοσπονδίας και, επιπλέον, τη χρηματοοικονομική διαχείριση των χρηματοδοτήσεων, των κεφαλαίων και των θεσμών που διαχειρίζονται οι Ομοσπονδιακές αρχές ή πρόσωπα (ομάδες προσώπων) που διορίζονται για το σκοπό αυτό από τις αρχές της Ομοσπονδίας.
  2. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει επίσης τη χρηματοοικονομική διοίκηση επιχειρήσεων στις οποίες η Ομοσπονδία, είτε ως ο μοναδικός συμμετέχων είτε μαζί με άλλες νομικές οντότητες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου, διατηρεί τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό των μετοχών, χρεώγραφα ή μετοχικό κεφάλαιο όταν η Ομοσπονδία είναι ο μόνος ή κοινός φορέας εκμετάλλευσης με άλλα τέτοια νομικά πρόσωπα. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει επίσης τη χρηματοοικονομική διοίκηση επιχειρήσεων των οποίων η Ομοσπονδία, είτε ως ο μοναδικός συμμετέχων είτε μαζί με νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού υΕλέγχου, έχει εκ των πραγμάτων αντιπαραθέσεις με άλλα χρηματοοικονομικά, άλλα οικονομικά ή οργανωτικά μέτρα. Η αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου επεκτείνεται επιπλέον σε επιχειρήσεις οποιασδήποτε επιπρόσθετης κατηγορίας όπου υφίστανται οι προϋποθέσεις σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
  3. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου είναι αρμόδια να εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση εταιρειών σύμφωνα με το δημόσιο δίκαιο χρησιμοποιώντας ομοσπονδιακά κεφάλαια.
  4. Η Υπηρεσία Δημόσιου Ελέγχου υποχρεούται μετά από ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου ή κατόπιν αιτήματος των μελών του Εθνικού Συμβουλίου, να διενεργήσει ειδικά μέτρα έρευνας για τη χρηματοοικονομική διοίκηση που εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητάς της. Ο πιο λεπτομερής κανονισμός θα καθοριστεί από τον ομοσπονδιακό νόμο για τις πάγιες εντολές του Εθνικού Συμβουλίου. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου πραγματοποιεί επίσης τέτοια μέτρα κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή ενός Ομοσπονδιακού Υπουργού και αναφέρει το αποτέλεσμα στην αιτούσα αρχή.
  5. Η εξέταση από την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου καλύπτει την αριθμητική ορθότητα, τη συμμόρφωση με τους υφιστάμενους κανονισμούς, και την αξιοποίηση της λιτότητας, της αποτελεσματικότητας και της σκοπιμότητας.

Άρθρο 126γ

Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου είναι αρμόδια για την εξέταση της οικονομικής διαχείρισης των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης.

Άρθρο 126δ

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου υποβάλλει ετησίως στο Εθνικό Συμβούλιο, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές της. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου μπορεί επιπλέον ανά πάσα στιγμή να αναφέρει στο Εθνικό Συμβούλιο τις παρατηρήσεις της για μεμονωμένα θέματα και, εάν είναι απαραίτητο, να υποβάλει προτάσεις. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου πρέπει ταυτόχρονα με την υποβολή της στο Εθνικό Συμβούλιο να ενημερώνει την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση για κάθε έκθεση. Οι εκθέσεις της Δημόσιας Υπηρεσίας Οικονομικού Ελέγχου δημοσιεύονται μετά την υποβολή τους στο Εθνικό Συμβούλιο.
  2. Το Εθνικό Συμβούλιο διορίζεται διαρκή επιτροπή για να συζητήσει τις εκθέσεις της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου. Ο διορισμός της διακατέχεται από την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης.

Άρθρο 127

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Ελέγχου εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση των κρατιδίων στον αυτόνομο τομέα αρμοδιότητάς τους, καθώς και τη χρηματοοικονομική διαχείριση των κληροδοτημάτων, κεφαλαίων και θεσμών που διαχειρίζονται οι αρχές ενός κρατιδίου ή πρόσωπα (ομάδες ατόμων) που διορίζονται για το σκοπό αυτό από τις αρχές του ομόσπονδου κράτους. Η εξέταση πρέπει να επεκτείνεται στην αριθμητική ορθότητα, τη συμμόρφωση με τους υφιστάμενους κανονισμούς, και την εφαρμογή της λιτότητας, αποτελεσματικότητας και σκοπιμότητας στη χρηματοοικονομική διοίκηση. Δεν περιλαμβάνει, ωστόσο, τα ψηφίσματα που εκδίδονται από τους συνταγματικά αρμόδιους αντιπροσωπευτικούς φορείς σχετικά με τη χρηματοοικονομική διοίκηση.
  2. Οι κρατιδιακές κυβερνήσεις διαβιβάζουν ετησίως στην Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού και τους απολογισμούς του τελικού προϋπολογισμού.
  3. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει επίσης τη χρηματοοικονομική διοίκηση επιχειρήσεων στις οποίες το κρατίδιο είναι είτε ο μοναδικός συμμετέχων είτε κατέχει τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό του μεριδίου, των χρεωγράφων ή του μετοχικού κεφαλαίου μαζί με άλλες νομικές οντότητες που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ή όταν το κρατίδιο είναι ο μοναδικός ή κοινός φορέας εκμετάλλευσης με άλλα τέτοια νομικά πρόσωπα. Όσον αφορά τις εξουσίες εξέτασης σε περίπτωση de facto ελέγχου, το άρθρο 126β, παράγραφος 2 ισχύει αναλόγως. Η αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου επεκτείνεται επιπλέον σε επιχειρήσεις οποιασδήποτε επιπρόσθετης κατηγορίας όπου υφίστανται οι προϋποθέσεις σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
  4. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου είναι αρμόδια να εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση εταιρειών βάσει του δημοσίου δικαίου που χρησιμοποιούν τα ταμεία των κρατιδίων.
  5. Το αποτέλεσμα της εξέτασής κοινοποιείται από την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου στο σχετικό κρατίδιο. Το τελευταίο θα σχολιάσει το θέμα αυτό και εντός τριών μηνών θα ενημερώσει την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου σχετικά με τα μέτρα που έλαβε λόγω του αποτελέσματος της εξέτασης.
  6. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου υποβάλλει ετησίως στο κοινοβούλιο, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες της σχετικά με το κρατίδιο. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου μπορεί επιπλέον ανά πάσα στιγμή να αναφέρει στο κοινοβούλιο τις παρατηρήσεις της για μεμονωμένα θέματα. Η κρατιδιακή κυβέρνηση και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να ενημερώνονται για κάθε έκθεση από την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ταυτόχρονα με την υποβολή της στο κοινοβούλιο. Οι εκθέσεις της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου δημοσιεύονται μετά την υποβολή στο κοινοβούλιο.
  7. Μετά από ψηφοφορία του κοινοβουλίου ή κατόπιν αιτήματος των μελών του κοινοβουλίου, με τον αριθμό τους να διέπεται από το συνταγματικό δίκαιο του κρατιδίου, αλλά δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ένα τρίτο, η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου διεξάγει ειδικά μέτρα έρευνας που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητάς της. Εφόσον η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου δεν υποβάλει έκθεση στο κοινοβούλιο λόγω μιας τέτοιας πρότασης, δεν μπορεί να προταθεί τέτοια πρόταση. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου πρέπει επίσης να προβεί σε τέτοια μέτρα κατόπιν αιτιολογημένης αίτησης μιας κρατιδιακής κυβερνήσεως και να αναφέρει το αποτέλεσμα στην αιτούσα αρχή.
  8. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν επίσης για την εξέταση της οικονομικής διοίκησης του Δήμου της Βιέννης, του δημοτικού συμβουλίου που έχει ρόλο κοινοβουλίου και της γερουσίας της πόλης που έχει ρόλο κρατιδιακής κυβέρνησης.

Άρθρο 127α

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση δήμων με τουλάχιστον 10.000 κατοίκους, καθώς και τη χρηματοοικονομική διαχείριση των χρηματοδοτήσεων, κεφαλαίων και θεσμών που διαχειρίζονται οι αρχές ενός δήμου ή πρόσωπα (ομάδες προσώπων) που ορίζονται για τον σκοπό αυτό από αρχές ενός δήμου. Η εξέταση πρέπει να επεκτείνεται στην αριθμητική ορθότητα, τη συμμόρφωση με τους υφιστάμενους κανονισμούς, και την εφαρμογή της λιτότητας, της αποτελεσματικότητας και της σκοπιμότητας στη χρηματοοικονομική διοίκηση.
  2. Ο δήμαρχος διαβιβάζει ετησίως στην Υπηρεσία Δημόσιου Ελέγχου και ταυτόχρονα στην κυβέρνηση της γης τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού και τους λογαριασμούς του τελικού προϋπολογισμού.
  3. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει επίσης τη χρηματοοικονομική διοίκηση επιχειρήσεων όπου ένας δήμος με τουλάχιστον 10.000 κατοίκους είναι είτε ο μοναδικός συμμετέχων είτε κατέχει τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό των χρεωγράφων, του μετοχικού κεφαλαίου ή της κυριότητας μαζί με άλλες νομικές οντότητες που εμπίπτουν στο αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ή όταν ο δήμος είναι ο μοναδικός ή κοινός φορέας εκμετάλλευσής τους με άλλα νομικά πρόσωπα. Όσον αφορά τις εξουσίες εξέτασης σε περίπτωση de facto ελέγχου, το άρθρο 126β, παράγραφος 2 ισχύει αναλόγως. Η αρμοδιότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου επεκτείνεται επιπλέον σε επιχειρήσεις οποιασδήποτε επιπρόσθετης κατηγορίας όπου υφίστανται οι προϋποθέσεις σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.
  4. Η Υπηρεσία Δημοσίου Οικονομικού Ελέγχου είναι αρμόδια να εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση εταιρειών βάσει του δημοσίου δικαίου χρησιμοποιώντας κεφάλαια ενός δήμου με τουλάχιστον 10.000 κατοίκους.
  5. Το αποτέλεσμα της εξέτασής διαβιβάζεται από τη Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου στον δήμαρχο. Ο τελευταίος θα σχολιάσει το αποτέλεσμα και εντός τριών μηνών θα ενημερώσει την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου για τα μέτρα που έλαβε λόγω των αποτελεσμάτων της εξέτασης. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ενημερώνει την κυβέρνηση του κρατιδίου και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σχετικά με το αποτέλεσμα της εξέτασής της στην οικονομική διοίκηση, μαζί με τυχόν σχόλια του δημάρχου.
  6. Η Υπηρεσία Δημόσιου Ελέγχου υποβάλλει ετησίως στο δημοτικό συμβούλιο, το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητές του στο βαθμό που αφορούν τον δήμο. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση πρέπει επίσης να ενημερώνονται για κάθε έκθεση της Υπηρεσίας Δημόσιου Ελέγχου ταυτόχρονα με την υποβολή της στο δημοτικό συμβούλιο. Οι εκθέσεις δημοσιεύονται μετά την υποβολή τους στο δημοτικό συμβούλιο.
  7. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου εξετάζει επίσης, κατόπιν τεκμηριωμένου αιτήματος της κυβέρνησης του κρατιδίου, τη χρηματοοικονομική διοίκηση δήμων με λιγότερους από 10.000 κατοίκους. Οι παράγραφοι 1 και 3 έως 6 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα. Κάθε χρόνο μπορούν να υποβληθούν μόνο δύο τέτοια αιτήματα . Τέτοια αιτήματα επιτρέπονται μόνο για δήμους οι οποίοι, σε σύγκριση με άλλους δήμους, εμφανίζουν εμφανή εξέλιξη των χρεών ή υποχρεώσεων τους.
  8. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου πρέπει να εξετάσει τη χρηματοοικονομική διοίκηση ορισμένων δήμων με λιγότερους από 10.000 κατοίκους μετά από απόφαση της κυβέρνησης του κρατιδίου. Οι παράγραφοι 1 και 3 έως 6 πρέπει να εφαρμόζονται υπό την προϋπόθεση ότι η έκθεση της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου πρέπει επίσης να κοινοποιείται στο Κοινοβούλιο. Κάθε χρόνο μπορούν να υποβάλλονται μόνο δύο τέτοια αιτήματα . Τέτοια αιτήματα επιτρέπονται μόνο για δήμους οι οποίοι, σε σύγκριση με άλλους δήμους, εμφανίζουν εμφανή εξέλιξη των χρεών ή υποχρεώσεων.
  9. Οι διατάξεις που ισχύουν για την εξέταση της οικονομικής διοίκησης των δήμων εφαρμόζονται ανάλογα με την εξέταση της οικονομικής διαχείρισης των δημοτικών ενώσεων.

Άρθρο 127β

  1. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου έχει το δικαίωμα να εξετάζει τη χρηματοοικονομική διοίκηση των επαγγελματικών εταιρειών.
  2. Οι επαγγελματικές εταιρείες διαβιβάζουν ετησίως στην Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού και τους απολογισμούς του τελικού προϋπολογισμού.
  3. Η εξέταση από την Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου καλύπτει την αριθμητική ορθότητα, τη συμμόρφωση με τους υφιστάμενους κανονισμούς, και την αξιοποίηση της λιτότητας και της αποτελεσματικότητας στη χρηματοοικονομική διοίκηση. Αυτή η εξέταση δεν περιλαμβάνει ωστόσο αποφάσεις από τις αρμόδιες αρχές των επαγγελματικών εταιρειών που διέπουν τη χρηματοοικονομική διοίκηση για λογαριασμό καθηκόντων που σχετίζονται με την εκπροσώπηση των συμφερόντων των μελών τους.
  4. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου γνωστοποιεί στον Πρόεδρο της συστατικής αρχής (αντιπροσωπευτικό όργανο) της επαγγελματικής εταιρείας το αποτέλεσμα της εξέτασης μαζί με οποιαδήποτε πιθανή γνώμη σχετικά με τη συστατική αρχή (αντιπροσωπευτικό σώμα) της επαγγελματικής εταιρείας. Η Υπηρεσία Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου ενημερώνει ταυτόχρονα την αρμόδια αρχή στο υψηλότερο επίπεδο εποπτείας της επαγγελματικής εταιρείας όσον αφορά το αποτέλεσμα της εξέτασής της. Οι εκθέσεις της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου δημοσιεύονται μετά την υποβολή τους στη συστατική αρχή (αντιπροσωπευτικός φορέας).

Άρθρο 127γ

Σε περίπτωση που ένα κρατίδιο έχει ιδρύσει Υπηρεσία Δημοσίου Οικονομικού Ελέγχου του κρατιδίου, ο συνταγματικός νόμος του κρατιδίου μπορεί να προβλέπει τις ακόλουθες διατάξεις:

  1. μια διάταξη που αντιστοιχεί στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 126α υπό την επιφύλαξη, ότι το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 126α εφαρμόζεται επίσης στην περίπτωση αυτή,
  2. διατάξεις που αντιστοιχούν στο άρθρο 127α παρ. 1 έως 6 σχετικά με δήμους με λιγότερους από 10.000 κατοίκους,
  3. διατάξεις που αντιστοιχούν στο άρθρο 127α παρ. 7 και 8 σχετικά με δήμους με τουλάχιστον 10.000 κατοίκους,
  4. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 128

Οι πιο λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τη σύσταση και τη δραστηριότητα της Υπηρεσίας Δημόσιου Οικονομικού Ελέγχου θα καθοριστούν από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.

Κεφάλαιο VII. Συνταγματικές και διοικητικές εγγυήσεις Επεξεργασία

Α. Διοικητική δικαιοδοσία Επεξεργασία

Άρθρο 129

Σε όλα τα κρατίδια υπάρχουν διοικητικά δικαστήρια του κρατιδίου. Για την Ομοσπονδία υπάρχει το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας, το οποίο θα ονομαστεί Ομοσπονδιακό Διοικητικό Δικαστήριο και το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας για την Οικονομία το οποίο θα ονομαστεί Ομοσπονδιακό Οικονομικό Δικαστήριο.

Άρθρο 130

  1. Τα Διοικητικά Δικαστήρια αποφασίζουν επί καταγγελιών
    1. κατά των αποφάσεων των διοικητικών αρχών για παρανομία,
    2. κατά της άσκησης άμεσης διοικητικής εξουσίας και εξαναγκασμού για παρανομία,
    3. λόγω παραβίασης της ευθύνης για λήψη απόφασης από διοικητική αρχή,
    4. κατά των οδηγιών σύμφωνα με το άρθρο 81α παράγραφος 4
  2. Η ομοσπονδιακή ή η κρατιδιακή νομοθεσία μπορούν να παρέχουν άλλες αρμοδιότητες στα Διοικητικά Δικαστήρια για απόφαση σχετικά με
    1. καταγγελίες για παράνομη συμπεριφορά διοικητικής αρχής κατά την εκτέλεση του νόμου ή
    2. καταγγελίες για παράνομη συμπεριφορά μιας σύμβασης που αναθέτει η αρχή σε θέματα δημοσίων συμβάσεων ή
    3. διαφορές σε θέματα δημοσίου δικαίου δημοσίων υπαλλήλων

Σε θέματα εκτέλεσης της Ομοσπονδίας, που δεν αντιμετωπίζονται άμεσα από τις Ομοσπονδιακές αρχές, καθώς και στα θέματα των άρθρων 11, 12, 14, παράγραφοι 2 και 3 και 14α, παράγραφοι 3 και 4, σύμφωνα με την υποπαράγραφο 1, μπορούν να δημοσιεύονται μόνο μετά έγκριση από το κρατίδιο.

  1. Εκτός από διοικητικές ποινικές διαδικασίες και νομικά θέματα που αφορούν την αρμοδιότητα του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας για τα Οικονομικά, η παρανομία δεν υπάρχει στο βαθμό που ο νόμος επιτρέπει στη διοικητική αρχή να εφαρμόζει διακριτική ευχέρεια και η αρχή το έχει πράξει κατά την έννοια του νόμου.
  2. Το Διοικητικό Δικαστήριο αποφασίζει στο ίδιο το θέμα για καταγγελίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 σε διοικητικές ποινικές υποθέσεις. Το Διοικητικό Δικαστήριο αποφασίζει για καταγγελίες σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 σε άλλα νομικά ζητήματα ανάλογα με την ουσία εάν
    1. τα σχετικά γεγονότα έχουν αποδειχθεί ή
    2. Η διαπίστωση των σχετικών γεγονότων από το ίδιο το Διοικητικό Δικαστήριο είναι προς το συμφέρον μιας ταχείας διαδικασίας ή συνδέεται με σημαντική εξοικονόμηση πόρων.
  3. Εξαιρούνται από την αρμοδιότητα των Διοικητικών Δικαστηρίων νομικά ζητήματα που σχετίζονται με την αρμοδιότητα των Δικαστηρίων ή του Διοικητικού Δικαστηρίου, εφόσον δεν ορίζεται από αυτόν τον νόμο.

Άρθρο 131

  1. Στον βαθμό που οι παράγραφοι 2 και 3 δεν προβλέπουν διαφορετικά, τα Διοικητικά Δικαστήρια των κρατιδίων εκδίδουν απόφαση επί καταγγελιών σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 1.
  2. Στον βαθμό που η παράγραφος 3 δεν προβλέπει διαφορετικά, το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας εκδίδει απόφαση επί καταγγελιών σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 1 σε νομικά θέματα, σε θέματα εκτέλεσης της Ομοσπονδίας, τα οποία εκτελούνται απευθείας από τις Ομοσπονδιακές αρχές. Στο βαθμό που ένας νόμος παρέχει την αρμοδιότητα στα Διοικητικά Δικαστήρια σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 2 υποπαράγραφος 2, το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας εκδίδει απόφαση σχετικά με καταγγελίες σε νομικά θέματα και θέματα δημοσίων συμβάσεων, τα οποία αφορούν την εκτέλεση από την Ομοσπονδία σύμφωνα με το άρθρο 14β παράγραφος 2 υποπαράγραφος 1. Στο βαθμό που ένας νόμος παρέχει την αρμοδιότητα στα Διοικητικά Δικαστήρια σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 2 υποπαράγραφος 3, το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας εκδίδει απόφαση επί διαφορών σε θέματα δημοσίου δικαίου δημοσίων υπαλλήλων.
  3. Το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας για τα Οικονομικά εκδίδει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 130 παρ. 1 εδάφια 1 έως 3 σε νομικά θέματα, σε θέματα δημοσίων καθηκόντων (με εξαίρεση τα διοικητικά τέλη της Ομοσπονδίας, των κρατιδίων και των δήμων) και το Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο, καθώς και σε άλλα θέματα που καθορίζονται από τον νόμο, στον βαθμό που τα ζητήματα που αναφέρονται αντιμετωπίζονται άμεσα από τις φορολογικές ή φοροεισπρακτικές αρχές της Ομοσπονδίας.
  4. Με ομοσπονδιακό νόμο μπορεί να παρέχεται
    1. αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων των κρατιδίων: σε νομικά θέματα, σε θέματα σύμφωνα με την παράγραφο 2 και 3,
    2. αρμοδιότητα των Διοικητικών Δικαστηρίων της Ομοσπονδίας:
      1. σε νομικά ζητήματα σε θέματα εξέτασης περιβαλλοντικής συμβατότητας για έργα, όπου πρέπει να αναμένονται υλικές επιπτώσεις στο περιβάλλον (άρθρο 10 παρ. 1 υποπαράγραφος 9 και άρθρο 11 παρ. 1 υποπαράγραφος 7),
      2. σε άλλα νομικά ζητήματα σε θέματα εκτέλεσης από την Ομοσπονδία, που δεν αντιμετωπίζονται άμεσα από τις ομοσπονδιακές αρχές, καθώς και στα θέματα των άρθρων 11, 12, 14 παράγραφοι 2 και 3 και 14α παράγραφος 3.

Οι ομοσπονδιακοί νόμοι σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 εδάφιο β μπορούν να δημοσιεύονται μόνο μετά από έγκριση από τα κρατίδια.

  1. Η κρατιδιακή νομοθεσία μπορεί να παρέχει αρμοδιότητα στα Διοικητικά Δικαστήρια της Ομοσπονδίας σε νομικά θέματα, σε θέματα του αυτόνομου τομέα αρμοδιότητας των κρατιδίων. Το άρθρο 97 παράγραφος 2 εφαρμόζεται αναλόγως.
  2. Τα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου, εκδίδουν απόφαση για θέματα σχετικά με καταγγελίες σε νομικά θέματα, στα οποία ένας νόμος παρέχει την αρμοδιότητα στα Διοικητικά Δικαστήρια σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 1 εδάφιο 1. Στον βαθμό που δεν υπάρχει αρμοδιότητα δίνεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, τα Διοικητικά Δικαστήρια των κρατιδίων εκδίδουν απόφαση επί τέτοιων καταγγελιών.

Άρθρο 132

  1. Η καταγγελία κατά της απόφασης διοικητικής αρχής για παρανομία μπορεί να προβληθεί από:
    1. κάποιον που ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του παραβιάζονται,
    2. τον αρμόδιο ομοσπονδιακό υπουργό σε νομικά θέματα σε θέματα των άρθρων 11, 12, 14, παράγραφοι 2 και 3 και 14α, παράγραφοι 3 και 4 ή σε νομικά θέματα, στα οποία η απόφαση ενός κρατιδιακού σχολικού συμβουλίου βασίζεται στην επιτροπή επίλυσης.
  2. Κατά της άσκησης άμεσης διοικητικής εξουσίας ή εξαναγκασμού μπορεί να εγερθεί καταγγελία από οποιονδήποτε ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του παραβιάζονται εξαιτίας αυτών.
  3. Για παραβίαση της ευθύνης για λήψη απόφασης μπορεί να ασκηθεί έφεση από κάποιον που ισχυρίζεται ως διάδικος σε διοικητική διαδικασία ότι δικαιούται να λάβει απόφαση.
  4. Το διοικητικό συμβούλιο του κρατιδίου μπορεί να ασκήσει έφεση κατά των οδηγιών σύμφωνα με το άρθρο 81α παράγραφος 4 βάσει ψηφίσματος της επιτροπής.
  5. Οι ομοσπονδιακοί και κρατιδιακοί νόμοι προβλέπουν ποιος μπορεί να υποβάλει καταγγελία για παρανομία σε άλλες περιπτώσεις πέρα από αυτές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 και σε αυτές τις περιπτώσεις, στις οποίες ο νόμος παρέχει την αρμοδιότητα στα διοικητικά δικαστήρια σύμφωνα με το άρθρο 130 παράγραφος 2.
  6. Σε θέματα αρμοδιότητας των δήμων, η καταγγελία μπορεί να υποβληθεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου μόνο μετά την εξάντληση όλων των προσφυγών.

Άρθρο 133

  1. Το Διοικητικό Δικαστήριο εκδίδει απόφαση σχετικά με:
    1. αναθεωρήσεις κατά της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου για παρανομία,
    2. προτάσεις για καθορισμό προθεσμίας για παραβίαση της ευθύνης για λήψη απόφασης από Διοικητικό Δικαστήριο,
    3. σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ Διοικητικών Δικαστηρίων ή μεταξύ Διοικητικού Δικαστηρίου και του (ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου.
  2. Ο ομοσπονδιακός ή κρατιδιακός νόμος μπορεί να παρέχει άλλες αρμοδιότητες στο Διοικητικό Δικαστήριο για να αποφασίζει σχετικά με αιτήματα δικαστηρίου για να αποδείξει την παρανομία μιας διάταξης ή την απόφαση ενός Διοικητικού Δικαστηρίου.
  3. Η παρανομία δεν υπάρχει στον βαθμό που το Διοικητικό Δικαστήριο έχει εφαρμόσει διακριτική ευχέρεια κατά την έννοια του νόμου.
  4. Η αναθεώρηση κατά της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου είναι παραδεκτή, εάν η λύση εξαρτάται από νομικό ζήτημα ουσιαστικής σημασίας, κυρίως επειδή η απόφαση αποκλίνει από την καθιερωμένη δικαστική πρακτική του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου, δεν υπάρχει τέτοια καθιερωμένη δικαστική πρακτική ή το νομικό ζήτημα που πρέπει να λυθεί δεν έχει απαντηθεί με ομοιόμορφο τρόπο από την ήδη καθιερωμένη δικαστική πρακτική του (ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου. Εάν η απόφαση έχει μόνο μικρή ποινή, ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει ότι η αναθεώρηση είναι απαράδεκτη.
  5. Εξαιρούνται από την αρμοδιότητα του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου νομικά θέματα που σχετίζονται με την αρμοδιότητα του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
  6. Αναθεώρηση κατά απόφασης Διοικητικού Δικαστηρίου για παρανομία μπορεί να προκαλέσει:
    1. οποιοσδήποτε ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του παραβιάστηκαν με την απόφαση,
    2. η αρχή που εμπλέκεται στη διαδικασία ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου,
    3. ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός για τα νομικά θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 132 παράγραφος 1 εδάφιο 2,
    4. Το σχολικό συμβούλιο του κρατιδίου βάσει του ψηφίσματος της επιτροπής για τα νομικά ζητήματα που αναφέρονται στο άρθρο 132 παράγραφος 4.
  7. Για παραβίαση της υποχρέωσης περί απόφασης, κάποιος μπορεί να ζητήσει προθεσμία που ισχυρίζεται ότι έχει δικαίωμα ως διάδικος στη διαδικασία ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου για να αξιώσει την ευθύνη για την απόφαση.
  8. Ομοσπονδιακοί ή κρατιδιακοί νόμοι αναφέρουν ποιος μπορεί να ζητήσει την αναθεώρηση για την παρανομία σε άλλες περιπτώσεις πέρα από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 6.
  9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που εφαρμόζονται στις αποφάσεις τους πρέπει να εφαρμόζονται ανάλογα στις αποφάσεις του Διοικητικού Δικαστηρίου. Ο ειδικός ομοσπονδιακός νόμος που καθορίζει την οργάνωση και τη διαδικασία του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου προβλέπει σε ποιο βαθμό μπορεί να αναθεωρηθεί κατά αποφάσεων των Διοικητικών Δικαστηρίων.

Άρθρο 134

  1. Τα Διοικητικά Δικαστήρια και το (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο αποτελούνται από έναν Πρόεδρο, έναν Αντιπρόεδρο και τον απαραίτητο αριθμό άλλων μελών.
  2. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα λοιπά μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου ενός κρατιδίου διορίζονται από την κυβέρνηση του ομόσπονδου κράτους. Στο μέτρο που δεν αφορά τη θέση του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, πρέπει να ζητήται η εκλογή προτάσεων της ολομέλειας του Διοικητικού Δικαστηρίου ή μιας επιτροπής μεταξύ των μελών της, που αποτελείται από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τουλάχιστον πέντε άλλα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου του Κράτους, που ορίζουν τρεις υποψηφίους. Τα μέλη των Διοικητικών Δικαστηρίων των κρατιδίων πρέπει να έχουν ολοκληρώσει νομικές σπουδές ή νομικές και πολιτικές επιστήμες και να έχουν τουλάχιστον πέντε χρόνια νομικής επαγγελματικής εμπειρίας.
  3. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα άλλα μέλη των Διοικητικών Δικαστηρίων της Ομοσπονδίας διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο μετά από πρόταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Στον βαθμό που δεν αφορά τη θέση του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, πρέπει να ζητούνται προτάσεις της ολομέλειας του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας ή μιας επιτροπής που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της, η οποία αποτελείται από: τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τουλάχιστον πέντε άλλα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας, ορίζοντας τρεις υποψηφίους. Τα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας πρέπει να έχουν ολοκληρώσει νομικές σπουδές ή νομικές και πολιτικές επιστήμες και να έχουν τουλάχιστον πέντε χρόνια νομικής επαγγελματικής εμπειρίας. Τα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας Οικονομικών πρέπει να έχουν ολοκληρώσει τις κατάλληλες σπουδές και να έχουν τουλάχιστον πέντε χρόνια νομικής επαγγελματικής εμπειρίας.
  4. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα άλλα μέλη του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο μετά από πρόταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Στον βαθμό που δεν αφορά τη θέση του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, υποβάλλει τις προτάσεις της βάσει της ολομέλειας του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου ή μιας επιτροπής που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της, η οποία αποτελείται από: τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τουλάχιστον πέντε άλλα μέλη του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου, που ορίζουν τρεις υποψηφίους. Τα μέλη του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου πρέπει να έχουν ολοκληρώσει νομικές σπουδές ή νομικές και πολιτικές επιστήμες και να έχουν τουλάχιστον δέκα χρόνια νομικής επαγγελματικής εμπειρίας. Τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό πρέπει να προέρχεται από επαγγελματικές θέσεις στα κρατίδια, κατά προτίμηση τη διοικητική υπηρεσία των κρατιδίων.
  5. Τα μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης, μιας κρατιδιακής κυβέρνησης, του Εθνικού Συμβουλίου, του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου, ενός Κοινοβουλίου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν μπορούν να ανήκουν στα Διοικητικά Δικαστήρια και το (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο, ενώ επίσης μέλη άλλου γενικού αντιπροσωπευτικού σώματος δεν μπορούν ανήκουν στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο. Η ασυμβατότητα διαρκεί για τα μέλη ενός γενικού αντιπροσωπευτικού σώματος ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που έχουν εκλεγεί για μια συγκεκριμένη περίοδο νομοθετικής περιόδου ή λειτουργίας, έως το τέλος της περιόδου της νομοθετικής περιόδου ή λειτουργίας ακόμη και σε περίπτωση πρόωρης παραίτησης από τη θέση.
  6. Οποιοσδήποτε είχε μία από τις λειτουργίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 τα τελευταία πέντε χρόνια δεν μπορεί να εκλεγεί Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος Διοικητικού Δικαστηρίου ή του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου.
  7. Τα μέλη των Διοικητικών Δικαστηρίων και του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου είναι δικαστές. Το άρθρο 87 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρα 88 παράγραφοι 1 και 2 πρέπει να εφαρμόζονται με την προϋπόθεση ότι το όριο ηλικίας κατά το οποίο τα μέλη των διοικητικών δικαστηρίων των κρατιδίων συνταξιοδοτούνται ή λήγει το καθεστώς υπηρεσίας τους, όπως καθορίζεται από τον κρατιδιακό νόμο.
  8. Ο Πρόεδρος του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου επιβλέπει τους κατώτερους του του.

Άρθρο 135

  1. Τα Διοικητικά Δικαστήρια εκδίδουν απόφαση μέσω μεμονωμένων δικαστών. Ο νόμος περί των διαδικασιών από τα Διοικητικά Δικαστήρια ή την Ομοσπονδιακή ή κρατιδιακή νομοθεσία μπορεί να προβλέπει ότι το Διοικητικό Δικαστήριο εκδίδει απόφαση μέσω τμημάτων. Το μέγεθος των τμημάτων καθορίζεται από τον νόμο για την οργάνωση του Διοικητικού Δικαστηρίου. Τα τμήματα πρέπει να συγκροτούνται από την ολομέλεια ή από μια επιτροπή που θα εκλέγεται μεταξύ των μελών της, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και ορισμένα άλλα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου, τα οποία καθορίζονται από τον νόμο, μεταξύ των μελών του Διοικητικού Δικαστηρίου και, στον βαθμό που ο Ομοσπονδιακός ή ο κρατιδιακός νόμος προβλέπει τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων λαϊκών δικαστών στη δικαιοδοσία μεταξύ ενός αριθμού, που καθορίζεται από τον νόμο, των ειδικών λαϊκών δικαστών. Στο βαθμό που ένας Ομοσπονδιακός νόμος προβλέπει ότι ένα διοικητικό δικαστήριο του κρατιδίου εκδίδει απόφαση σε τμήματα ή ότι οι ειδικοί λαϊκοί δικαστές συμμετέχουν στη δικαιοδοσία, πρέπει να ληφθεί η έγκριση του αντίστοιχου κρατιδίου. Το (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο εκδίδει απόφαση μέσω τμημάτων που θα συγκροτηθούν από την ολομέλεια ή από μια επιτροπή που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και ορισμένα άλλα μέλη του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου, που καθορίζονται από τον νόμο, μεταξύ των μελών του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου.
  2. Οι εργασίες που θα αναλάβει το Διοικητικό Δικαστήριο θα ανατεθούν σε μεμονωμένους δικαστές και τμήματα για την περίοδο που προβλέπει ο νόμος πριν από τη σύνοδο της ολομέλειας ή από επιτροπή που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και ορισμένα άλλα μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου που καθορίζονται από το νόμο. Οι εργασίες που θα αναλάβει το (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο θα ανατεθούν σε τμήμαατα για την περίοδο που προβλέπει ο νόμος πριν από τη σύνοδο της ολομέλειας ή από μια επιτροπή που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της, αποτελούμενη από τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και ορισμένα άλλα μέλη του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου που καθορίζονται από τον νόμο.
  3. Ένα ζήτημα που ανατίθεται σε ένα μέλος μπορεί να απαλλαχθεί από αυτόν μόνο από το όργανο που είναι υπεύθυνο σύμφωνα με την παράγραφο 2 και μόνο σε περίπτωση πρόληψής του ή εάν εμποδιστεί να το χειριστεί εντός εύλογου χρόνου λόγω της έκτασης των καθηκόντων του.
  4. Το άρθρο 89 εφαρμόζεται αναλόγως στα Διοικητικά Δικαστήρια και στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο.

Άρθρο 135α

  1. Ο νόμος περί οργάνωσης του Διοικητικού Δικαστηρίου μπορεί να προβλέπει ότι ορισμένα είδη ζητημάτων, τα οποία θα προσδιοριστούν επακριβώς, μπορούν να ανατεθούν σε ειδικά εκπαιδευμένα άτομα που δεν είναι δικαστές.
  2. Το μέλος του Διοικητικού Δικαστηρίου που είναι αρμόδιο σύμφωνα με την κατανομή του ζητήματος μπορεί, ωστόσο, ανά πάσα στιγμή να επιφυλάσσεται στον εαυτό του ή να αναλάβει την απαλλαγή αυτού του ζητήματος.
  3. Οι υπάλληλοι που δεν είναι δικαστές δεσμεύονται να ασκούν τις δραστηριότητές τους μόνο υπό τις οδηγίες μέλους του Διοικητικού Δικαστηρίου που είναι αρμόδιο σύμφωνα με την κατανομή των αρμοδιοτήτων. Εφαρμόζεται το άρθρο 20 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 136

  1. Η οργάνωση των Διοικητικών Δικαστηρίων των κρατιδίων καθορίζεται από την κρατιδιακή νομοθεσία, και η οργάνωση των Διοικητικών Δικαστηρίων της Ομοσπονδίας από την Ομοσπονδιακή νομοθεσία.
  2. Η διαδικασία των Διοικητικών Δικαστηρίων, με εξαίρεση το Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας των Οικονομικών διέπεται από χωριστό ομοσπονδιακό νόμο. Η Ομοσπονδία πρέπει να παραχωρήσει στα κρατίδια τη δυνατότητα να συμμετάσχει στην προετοιμασία ενός τέτοιου νόμου. Ο ομοσπονδιακός ή κρατιδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει διατάξεις σχετικά με τη διαδικασία των διοικητικών δικαστηρίων, στον βαθμό που είναι απαραίτητος για την οργάνωση του θέματος ή ο ξεχωριστός ομοσπονδιακός νόμος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο παρέχει εξουσιοδότηση για να το πράξει.
  3. Η διαδικασία του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας των Οικονομικών θα διέπεται από τον ομοσπονδιακό νόμο. Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί επίσης να καθορίσει τη διαδικασία εσόδων ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων των κρατιδίων.
  4. Η οργάνωση και η διαδικασία του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου διέπονται από ξεχωριστό ομοσπονδιακό νόμο.
  5. Οι ολομέλειες των Διοικητικών Δικαστηρίων και του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου εκδίδουν Μόνιμες Διατάξεις βάσει των νόμων που θεσπίζονται σύμφωνα με τις ανωτέρω παραγράφους.

Β. Συνταγματική δικαιοδοσία Επεξεργασία

Άρθρο 137

Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει χρηματικές αξιώσεις κατά της Ομοσπονδίας, των κρατιδίων, των δήμων και των δημοτικών ενώσεων που δεν μπορούν να διευθετηθούν με τη συνήθη νομική διαδικασία ούτε να εκκαθαριστούν με απόφαση μιας διοικητικής αρχής.

Άρθρο 138

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει συγκρούσεις αρμοδιοτήτων
    1. μεταξύ δικαστηρίων και διοικητικών αρχών,
    2. μεταξύ δικαστηρίων και Διοικητικών Δικαστηρίων ή μεταξύ του (Ομοσπονδιακού) Διοικητικού Δικαστηρίου καθώς και μεταξύ του ίδιου του Συνταγματικού Δικαστηρίου και όλων των άλλων δικαστηρίων,
    3. μεταξύ της Ομοσπονδίας και ενός κρατιδίου ή μεταξύ των κρατιδίων μεταξύ τους.
  2. Το Συνταγματικό Δικαστήριο καθορίζει επιπλέον, κατόπιν αιτήσεως της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή της Κρατιδιακής Κυβερνήσεως, εάν μια πράξη νομοθεσίας ή εκτέλεσης εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ομοσπονδίας ή των κρατιδίων.

Άρθρο 138α

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπιστώνει, κατόπιν αιτήσεως της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή μιας ενδιαφερόμενης κρατιδιακής Κυβερνήσεως, εάν υφίσταται συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 15α παράγραφος 1 και εάν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από μια τέτοια συμφωνία, εκτός εάν πρόκειται για χρηματικό ζήτημα οι απαιτήσεις, έχουν εκπληρωθεί.
  2. Εάν ορίζεται σε συμφωνία κατά την έννοια του άρθρου 15α παράγραφος 2, το Δικαστήριο αποδεικνύει επίσης, κατόπιν αιτήσεως της ενδιαφερόμενης κυβέρνησης του κρατιδίου, αν υφίσταται τέτοια συμφωνία και εάν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από μια τέτοια συμφωνία, εκτός εάν είναι ζήτημα χρηματικών αξιώσεων, έχουν εκπληρωθεί.

Άρθρο 139

1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει τη νομιμότητα των διατάξεων
    1. κατόπιν αιτήσεως δικαστηρίου,
    2. αυτεπαγγέλτως, εφόσον το δικαστήριο θα πρέπει να εφαρμόσει το διάταγμα σε αγωγή που εκκρεμεί ενώπιόν του,
    3. κατόπιν αίτησης από πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του έχουν παραβιαστεί άμεσα από την παρανομία, εάν το διάταγμα έχει τεθεί σε ισχύ χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση ή έχει εκδοθεί απόφαση για αυτό το πρόσωπο,
    4. μετά από αίτηση προσώπου, το οποίο ισχυρίζεται ότι έχει πληγεί ως διάδικος στα δικαιώματά του λόγω νομικού ζητήματος που αποφασίστηκε από ένα γενικό δικαστήριο σε πρώτο βαθμό με την εφαρμογή παράνομης διάταξης, με την ευκαιρία έφεσης κατά της απόφασης αυτής,
    5. μιας ομοσπονδιακής αρχής επίσης κατόπιν αιτήσεως από μια κρατιδιακή κυβέρνηση ή του Διαμεσολαβητή,
    6. της εξουσίας ενός κρατιδίου κατόπιν αιτήσεως της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή, στον βαθμό που ο συνταγματικός νόμος ενός κρατιδίου έχει κηρύξει αρμόδιο τον Διαμεσολαβητή και για τον τομέα αρμοδιότητας της διοίκησης του αντίστοιχου κρατιδίου, του Διαμεσολαβητή ή ενός οργάνου σύμφωνα με στο άρθρο 148ι παράγραφος 2.
    7. μιας εποπτικής αρχής σύμφωνα με το άρθρο 119α παράγραφος 6, επίσης, κατόπιν αιτήσεως του δήμου του οποίου το διάταγμα ακυρώθηκε.

Το άρθρο 89 παράγραφος 3 εφαρμόζεται ανάλογα με τις αιτήσεις σύμφωνα με τα εδάφια 3 και 4.

1α. Σε περίπτωση που είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ο σκοπός της διαδικασίας ενώπιον ενός γενικού δικαστηρίου, η αίτηση μπορεί να κηρυχθεί άκυρη σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 4 από τον ομοσπονδιακό νόμο. Ο ομοσπονδιακός νόμος ορίζει τον αντίκτυπο της αναφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1 πρόταση 4.
1β. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει κατά της εξέτασης της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 3 ή 4 έως τη δίκη με εντολή, σε περίπτωση που δεν έχει επαρκείς πιθανότητες επιτυχίας.
2. Εάν ο δικαστής σε αγωγή που έχει κατατεθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο, που συνεπάγεται την εφαρμογή διατάγματος από το Συνταγματικό Δικαστήριο, ικανοποιείται, η διαδικασία που κινήθηκε για τον έλεγχο της νομιμότητας του διατάγματος συνεχίζεται.
  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει ένα διάταγμα αντίθετο με τον νόμο μόνο στον βαθμό που ζητήθηκε ρητά η διαγραφή του ή θα έπρεπε να το εφαρμόσει στην εκκρεμότητα αγωγή. Εάν το Δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ολόκληρο το διάταγμα
    1. δεν έχει νομική βάση,
    2. εκδόθηκε από αρχή χωρίς αρμοδιότητα στο θέμα, ή
    3. δημοσιεύθηκε με τρόπο αντίθετο με τον νόμο,

θα ακυρώσει ολόκληρο το διάταγμα ως παράνομο. Αυτό δεν ισχύει εάν η κατάργηση ολόκληρου του διατάγματος είναι προφανώς αντίθετη προς τα νόμιμα συμφέροντα των διαδίκων που έχουν υποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 3 ή 4 παραπάνω ή του οποίου η αγωγή ήταν η ευκαιρία για την αυτεπάγγελτη έναρξη της διαδικασίας εξέτασης του διατάγματος.

4. Εάν το διάταγμα έχει ήδη καταργηθεί κατά την έκδοση της απόφασης από το Συνταγματικό Δικαστήριο και η διαδικασία κινήθηκε αυτεπαγγέλτως ή η αίτηση κατατέθηκε από δικαστήριο ή αιτούντα που ισχυρίζεται ότι τα προσωπικά του δικαιώματα παραβιάστηκαν λόγω παρανομίας του διατάγματος, το Δικαστήριο πρέπει να δηλώσει εάν το διάταγμα αντιβαίνει στον νόμο. Η ανωτέρω παράγραφος 3 ισχύει ανάλογα.
5. Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που καταργεί μια διάταξη αντίθετη προς τον νόμο επιβάλλει στην ανώτατη αρμόδια ομοσπονδιακή ή κρατιδιακή αρχή την υποχρέωση δημοσίευσης της διαγραφής χωρίς καθυστέρηση. Αυτό ισχύει ανάλογα στην περίπτωση μιας δήλωσης σύμφωνα με την παράγραφο 4 παραπάνω. Η απαλλαγή τίθεται σε ισχύ μετά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης, εάν το Δικαστήριο δεν ορίσει προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους έξι μήνες ή εάν είναι απαραίτητες νομικές διατάξεις 18 μήνες, για τη διαγραφή.
6. Εάν ένα διάταγμα έχει ακυρωθεί λόγω παρανομίας ή εάν το Συνταγματικό Δικαστήριο έχει εκδώσει σύμφωνα με την παράγραφο 4 ανωτέρω διάταξη αντίθετη προς τον νόμο, όλα τα δικαστήρια και οι διοικητικές αρχές δεσμεύονται από την απόφαση του Δικαστηρίου, ωστόσο το διάταγμα συνεχίζει να εφαρμόζεται στις περιστάσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την κατάργησή του, η υπό κρίση υπόθεση εξαιρείται, εκτός εάν το Δικαστήριο με την απόφαση αναστολής του αποφασίσει διαφορετικά. Εάν το Δικαστήριο έχει αποφασίσει για την αναθεωρητική του απόφαση προθεσμία σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 5, το διάταγμα εφαρμόζεται σε όλες τις περιστάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, εξαιρουμένης της υπόθεσης, έως τη λήξη της προθεσμίας αυτής.
  1. Για νομικά ζητήματα, τα οποία προκάλεσαν την έκδοση αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 4, ο ομοσπονδιακός νόμος ορίζει ότι η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που κατάργησε το διάταγμα ως παράνομο, επιτρέπει μια νέα απόφαση σχετικά με αυτό το νομικό ζήτημα. Αυτό ισχύει ανάλογα για την περίπτωση ενός αποφθέγματος σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Άρθρο 139α

Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει την παρανομία των δηλώσεων για την αναδημοσίευση ενός νόμου (κρατική συνθήκη). Το άρθρο 139 πρέπει να εφαρμοστεί αναλόγως.

Άρθρο 140

1.Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει την αντισυνταγματικότητα
    1. των νόμων
      1. κατόπιν αίτησης δικαστηρίου,
      2. αυτεπαγγέλτως στον βαθμό που θα πρέπει να εφαρμόσει έναν τέτοιο νόμο σε μια αγωγή που εκκρεμεί ενώπιόν του,
      3. κατόπιν αίτησης από πρόσωπο που ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του έχουν παραβιαστεί ευθέως από αντισυνταγματικότητα, εάν το διάταγμα έχει τεθεί σε ισχύ χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση ή έχει εκδοθεί απόφαση για αυτό το άτομο,
      4. μετά από αίτηση ενός ατόμου, το οποίο ισχυρίζεται ότι τα δικαιώματά του ως διάδικος έχουν πληγεί λόγω νομικού ζητήματος που αποφασίστηκε από ένα γενικό δικαστήριο σε πρώτο βαθμό με την εφαρμογή αντισυνταγματικού νόμου, με την ευκαιρία προσφυγής κατά της απόφασης αυτής
    2. των ομοσπονδιακών νόμων επίσης κατόπιν αιτήσεως από την κυβέρνηση ενός κρατιδίου, του ενός τρίτου των μελών του Εθνικού Συμβουλίου ή του ενός τρίτου των μελών του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.
    3. των νόμων μιας ενός κρατιδίου επίσης κατόπιν αίτησης από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση ή, εάν το προβλέπει ο συνταγματικός νόμος του κρατιδίου, κατόπιν αιτήσεως του ενός τρίτου των μελών του κοινοβουλίου.

Το άρθρο 89 παράγραφος 3 εφαρμόζεται ανάλογα με τις αιτήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 περιπτώσεις 3 και 4.

1α. Σε περίπτωση που είναι απαραίτητο για την προστασία του σκοπού της διαδικασίας ενώπιον ενός γενικού δικαστηρίου, η έκδοση της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 περίπτωση δ μπορεί να κηρυχθεί άκυρη από τον ομοσπονδιακό νόμο. Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να ορίζει την επίπτωση μιας αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1.
1β. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει κατά της εξέτασης αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 περίπτωση 3 ή 4, σε περίπτωση που δεν έχει επαρκείς πιθανότητες επιτυχίας.
2. Εάν ο δικαστής σε αγωγή που έχει κατατεθεί στο Συνταγματικό Δικαστήριο, που συνεπάγεται την εφαρμογή νόμου από το Δικαστήριο, το επιθυμεί, η διαδικασία που κινήθηκε για την εξέταση της συνταγματικότητας του νόμου θα συνεχιστεί.
3. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να ακυρώσει έναν νόμο ως αντισυνταγματικό μόνο στον βαθμό που ζητήθηκε ρητά η διαγραφή του ή το Δικαστήριο θα έπρεπε να εφαρμόσει τον νόμο στην υπόθεση που εκκρεμεί. Εάν, ωστόσο, το Δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ολόκληρος ο νόμος θεσπίστηκε από νομοθετική αρχή χωρίς επιφύλαξη σύμφωνα με την κατανομή αρμοδιοτήτων ή δημοσιεύθηκε με αντισυνταγματικό τρόπο, θα ακυρώσει ολόκληρο τον νόμο ως αντισυνταγματικό. Αυτό δεν ισχύει εάν η κατάργηση όλου του νόμου αντιβαίνει προφανώς στα νόμιμα συμφέροντα των διαδίκων που έχουν υποβάλει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 εδάφιο 1 περίπτωση 3 ή 4 παραπάνω ή του οποίου η αγωγή ήταν η ευκαιρία για την αυτεπάγγελτη έναρξη της διαδικασία εξέτασης του νόμου.
4. Εάν ο νόμος έχει ήδη καταργηθεί κατά τη στιγμή της έκδοσης της απόφασής του από το Συνταγματικό Δικαστήριο και η διαδικασία κινήθηκε αυτεπαγγέλτως ή η αίτηση που κατατέθηκε από δικαστήριο ή έναν αιτούντα για παραβίαση προσωπικών δικαιωμάτων λόγω της αντισυνταγματικότητας του νόμου, το Δικαστήριο πρέπει να διακηρύξει αν ο νόμος ήταν αντισυνταγματικός. Η ανωτέρω παράγραφος 3 ισχύει ανάλογα.
5. Η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που ακυρώνει έναν νόμο ως αντισυνταγματικό επιβάλλει στον Ομοσπονδιακό Καγκελάριο ή στον αρμόδιο Κυβερνήτη την υποχρέωση δημοσίευσης της διαγραφής χωρίς καθυστέρηση. Αυτό ισχύει ανάλογα στην περίπτωση μιας δήλωσης σύμφωνα με την παράγραφο 4 παραπάνω. Η απαλλαγή τίθεται σε ισχύ μετά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης, εάν το Δικαστήριο δεν ορίσει προθεσμία διαγραφής. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δεκαοκτώ μήνες.
6. Εάν ένας νόμος ακυρωθεί ως αντισυνταγματικός με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, οι νομικές διατάξεις που ακυρώθηκαν από τον νόμο που το Δικαστήριο έχει κηρύξει αντισυνταγματικό ισχύουν και πάλι, εκτός εάν η απόφαση εκδοθεί διαφορετικά, την ημέρα έναρξης ισχύος της διαγραφής. Η δημοσίευση σχετικά με την κατάργηση του νόμου θα ανακοινώνει επίσης εάν και ποιες νομικές διατάξεις τίθενται ξανά σε ισχύ.
7. Εάν ένας νόμος έχει ακυρωθεί λόγω της αντισυνταγματικότητας ή εάν το Συνταγματικό Δικαστήριο έχει διακηρύξει σύμφωνα με την παράγραφο 4 ανωτέρω νόμο ως αντισυνταγματικό, όλα τα δικαστήρια και οι διοικητικές αρχές δεσμεύονται από την απόφαση του Δικαστηρίου. Ωστόσο, ο νόμος θα εξακολουθήσει να ισχύει για τις περιστάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την κατάργηση της υπό κρίσης υπόθεσης, εκτός εάν το Δικαστήριο αποφασίσει διαφορετικά. Εάν το Δικαστήριο έχει αποφασίσει με την αναθεωρητική του απόφαση προθεσμία σύμφωνα με την παράγραφο 5 ανωτέρω, ο νόμος εφαρμόζεται σε όλες τις περιστάσεις που έχουν πραγματοποιηθεί και η υπό κρίση υπόθεση εξαιρείται μέχρι τη λήξη αυτής της προθεσμίας.
8. Για νομικό ζήτημα, που ήταν ο λόγος της αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1, εδάφιο 1, περίπτωση 4, πρέπει να ορίζεται από τον ομοσπονδιακό νόμο, ότι η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που καταργεί τον νόμο ως αντισυνταγματικό, επιτρέπει νέα απόφαση αυτού του νομικού ζητήματος. Αυτό ισχύει ανάλογα για την περίπτωση μιας διακήρυξης σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Άρθρο 140α

Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφαίνεται αν οι κρατικές συνθήκες είναι αντίθετες προς τον νόμο. Το άρθρο 140 εφαρμόζεται στις πολιτικές, στις τροποποιήσεις του νόμου και στις πολιτικές τροποποιήσεις του νόμου και στις κρατικές συνθήκες που τροποποιούν τις συμβατικές βάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το άρθρο 139 σε όλες τις άλλες κρατικές συνθήκες με την ακόλουθη διάταξη,

    1. Μια κρατική συνθήκη την οποία θεσπίζει το Συνταγματικό Δικαστήριο, ότι είναι αντίθετη προς τον νόμο ή αντισυνταγματική, δεν θα εφαρμόζεται πλέον από τις αρμόδιες αρχές για την εκτέλεσή της από τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης της απόφασης, εκτός εάν το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφασίσει προθεσμία πριν από την οποία η κρατική συνθήκη θα συνεχίσει να εφαρμόζεται. Η προθεσμία αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα δύο έτη για τις πολιτικές, τροποποιητικές και νομοθετικές τροποποιήσεις του κράτους και τις κρατικές συνθήκες που τροποποιούν τις συμβατικές βάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ένα έτος στην περίπτωση όλων των άλλων κρατικών συνθηκών.
    2. Επιπλέον, μια διάταξη, με την οποία η κρατική συνθήκη πρέπει να εφαρμοστεί με την έκδοση διατάξεων ή ψηφίσματος, ή πως η κρατική συνθήκη πρέπει να εφαρμοστεί με την έκδοση νόμων, καθίσταται άκυρη μετά τη λήξη της ημέρας της δημοσίευσης της απόφασης.

Άρθρο 141

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφαίνεται
    1. σε ενστάσεις για την εκλογή του Ομοσπονδιακού Προέδρου και για εκλογές για τα γενικά αντιπροσωπευτικά όργανα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τις συστατικές αρχές (αντιπροσωπευτικά όργανα) νόμιμων επαγγελματικών ενώσεων,
    2. σε ενστάσεις για τις εκλογές για μια κρατιδιακή κυβέρνηση και για τις δημοτικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με εκτελεστική εξουσία,
    3. σε αίτηση από ένα γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο για την απώλεια θέσης από ένα από τα μέλη του, και αίτηση τουλάχιστον από τα μισά μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έχουν εκλεγεί για την Αυστρία για απώλεια θέσης από ένα μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,
    4. σε αίτηση από δημοτικό συμβούλιο για απώλεια θέσης μέλους του οργάνου του δήμου, υπεύθυνο για την εκτέλεση, και από συστατικό όργανο (αντιπροσωπευτικό όργανο) νόμιμης επαγγελματικής ένωσης για απώλεια θέσης από ένα από τα μέλη αυτού του οργάνου,
    5. σχετικά με ένσταση του αποτελέσματος δημοψηφίσματος, σφυγμομετρήσεων της κοινής γνώμης και των ομάδων δράσης των Ευρωπαίων πολιτών,
    6. σχετικά με την εγγραφή προσώπων σε εκλογικά μητρώα και τη διαγραφή προσώπων από εκλογικά μητρώα,
    7. σχετικά με ένσταση των ατομικά εφικτών κανονισμών και αποφάσεων των διοικητικών αρχών και, στον βαθμό που ορίζονται από τον ομοσπονδιακό ή τον κρατιδιακό νόμο - των διοικητικών δικαστηρίων στις υποθέσεις των εδαφίων 1 έως 6.
  2. Εάν επιτραπεί μια ένσταση σύμφωνα με το εδάφιο 1 της παραγράφου 1 και καθίσταται αναγκαία η διεξαγωγή εκλογών σε ένα γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή σε μια συστατική αρχή μιας νόμιμης επαγγελματικής ένωσης, εν όλω ή εν μέρει, τα ενδιαφερόμενα μέλη του αντιπροσωπευτικού οργάνου χάνουν την έδρα τους τη στιγμή που αναλαμβάνονται από εκείνους που εκλέγονται κατά την ψηφοφορία, η οποία πρέπει να διεξαχθεί εντός εκατό ημερών από την έκδοση της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
  3. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 142

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδικάζει αγωγές που προβλέπουν τη συνταγματική ευθύνη των ανώτατων ομοσπονδιακών και κρατιδιακών αρχών για νομικές παραβάσεις που προκύπτουν από την επίσημη δραστηριότητά τους.
  2. Αγωγές μπορούν να γίνουν:
    1. κατά του Ομοσπονδιακού Προέδρου, για παράβαση του Ομοσπονδιακού Συντάγματος: με ψήφο της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης,
    2. κατά μελών της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης και των αρχών που έχουν αναλάβει ευθύνη ισότιμη ​​με αυτά, για παράβαση του νόμου: με ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου,
    3. κατά ενός αυστριακού αντιπροσώπου στο Συμβούλιο για παράβαση του δικαίου σε θέματα που αφορούν νομοθεσία για την Ομοσπονδία: με ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου, για παράβαση του δικαίου σε θέματα όπου η νομοθεσία αφορά τα κρατίδια: με πανομοιότυπες ψήφους όλων των κοινοβουλίων,
    4. εναντίον μελών μιας κρατιδιακής κυβερνήσεως και των αρχών που ορίζονται από τον παρόντα Νόμο ή το Σύνταγμα του κρατιδίου όσον αφορά την ισότιμη ευθύνη με αυτούς τους, για παράβαση του νόμου: με ψήφο του αρμόδιου κοινοβουλίου,
    5. εναντίον Κυβερνήτη, αναπληρωτή του (άρθρο 105 παρ. 1) ή μέλους της Κυβέρνησης του κρατιδίου (άρθρο 103 παρ. 2 και 3) για παράβαση του νόμου καθώς και για μη συμμόρφωση με διατάξεις ή άλλες οδηγίες της Ομοσπονδίας σε θέματα που σχετίζονται με την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση, στην περίπτωση μέλους της κρατιδιακής κυβέρνησης και σε σχέση με τις οδηγίες του κυβερνήτη σε αυτά τα θέματα: με ψήφο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης,
    6. εναντίον των αρχών της Ομοσπονδιακής πρωτεύουσας Βιέννης, στον βαθμό που ασκούν αυτόνομα αρμοδιότητες από τον τομέα της ομοσπονδιακής εκτελεστικής εξουσίας, για παράβαση του νόμου: με ψήφο της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης,
    7. εναντίον Κυβερνήτη για μη συμμόρφωση με οδηγία σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 8: με ψήφο της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης,
    8. εναντίον ενός προέδρου ή εκτελεστικού προέδρου μιας σχολικής επιτροπής ενός κρατιδίου, για παράβαση του νόμου καθώς και για μη συμμόρφωση με διατάξεις ή άλλες οδηγίες της Ομοσπονδίας: με ψήφο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης,
    9. κατά μελών της κυβέρνησης ενός κρατιδίου για παράβαση του νόμου και για παρακώλυση των εξουσιών που ανατίθενται από το άρθρο 11 παράγραφος 9, και όσον αφορά τα θέματα του άρθρου 11 παράγραφος 1 παράγραφος 8: με ψηφοφορία του Εθνικού Συμβουλίου ή της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης.

Η ένσταση σύμφωνα με τα εδάφια 1, 2, 5, 6 και 7 μπορεί να βασιστεί στην υποτιθέμενη παρανομία της διαδικασίας, στην αίτηση σύμφωνα με τα εδάφια 3 και 4 για έναν λόγο που προβλέπει ο νόμος για την απώλεια της συμμετοχής σε γενικό αντιπροσωπευτικό σώμα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε μια δημοτική αρχή επιφορτισμένη με εκτελεστική εξουσία, ή σε μια συστατική αρχή (αντιπροσωπευτικό όργανο) μιας νόμιμης επαγγελματικής ένωσης. Το Συνταγματικό Δικαστήριο επιτρέπει την αμφισβήτηση εάν η φερόμενη παρανομία έχει αποδειχθεί και είχε επιρροή στο αποτέλεσμα της διαδικασίας. Σε διαδικασίες ενώπιον της διοικητικής αρχής, το γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο και το νόμιμο όργανο (αντιπροσωπευτικό όργανο) της νόμιμης επαγγελματικής ένωσης έχουν ένδικα μέσα.

  1. Εάν σύμφωνα με την παράγραφο 2 εδάφιο 5 ανωτέρω, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ασκήσει αγωγή μόνο εναντίον Κυβερνήτη ή αναπληρωτή του και αποδεικνύεται ότι ένα άλλο μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης σύμφωνα με το άρθρο 103 παράγραφος 2 ασχολείται με θέματα που αφορούν την έμμεση ομοσπονδιακή διοίκηση είναι ένοχος για αδίκημα κατά την έννοια της παραγράφου 2 εδάφιο 5 παραπάνω, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση μπορεί ανά πάσα στιγμή, μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση, να διευρύνει την αγωγή της για να συμπεριλάβει αυτό το μέλος της κρατιδιακής κυβέρνησης.
  2. Η καταδίκη του Συνταγματικού Δικαστηρίου καταδικάζει την έκπτωση αξιώματος και, σε ιδιαίτερα επιβαρυντικές περιστάσεις, επίσης προσωρινή στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Σε περίπτωση μικρών νομικών παραβάσεων στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2, εδάφια 3, 5, 7 και 8 ανωτέρω, το Δικαστήριο μπορεί να περιοριστεί στη δήλωση περί παραβίασης του νόμου. Από τη στέρηση του αξιώματος του προέδρου της σχολικής επιτροπής του κρατιδίου προκύπτει η κατάπτωση του αξιώματος με το οποίο συνδέεται σύμφωνα με το άρθρο 81α παράγραφος 3 εδάφιο 2.
  3. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί να κάνει χρήση του δικαιώματος που του έχει ανατεθεί σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 2 εδάφιο 3 μόνο κατόπιν αιτήματος του εκπροσώπου ή των αντιπροσωπευτικών οργάνων που ψήφισαν υπέρ της κατάθεσης της αγωγής, αλλά εάν η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση έχει ψηφίσει υπέρ της κατάθεσης της αγωγής μόνο κατόπιν αιτήσεώς της, και σε όλες τις περιπτώσεις μόνο με την έγκριση του εναγομένου.

Άρθρο 143

Μπορεί να ασκηθεί αγωγή εναντίον των ατόμων που αναφέρονται στο άρθρο 142, επίσης, σχετικά με τις αγωγές που συνεπάγονται ποινικές διαδικασίες που σχετίζονται με τη δραστηριότητα του ατόμου που πρέπει να καταδικαστεί. Στην περίπτωση αυτή, η αρμοδιότητα ανήκει αποκλειστικά στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Κάθε έρευνα που εκκρεμεί ήδη στα τακτικά ποινικά δικαστήρια εμπίπτει σε αυτήν. Το Δικαστήριο μπορεί σε τέτοιες περιπτώσεις, εκτός από το άρθρο 142 παράγραφος 4, να εφαρμόσει τις διατάξεις του ποινικού δικαίου.

Άρθρο 144

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδίδει αποφάσεις Διοικητικού Δικαστηρίου στο μέτρο που ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι αυτές παραβιάζονται με την απόφαση ενός συνταγματικά εγγυημένου δικαιώματος ή βάσει της παράνομης διάταξης, παράνομης απόφασης για την αναδημοσίευση ενός νόμου (κρατική συνθήκη), ενός αντισυνταγματικού νόμου ή μιας παράνομης συνθήκης.
  2. Το Συνταγματικό Δικαστήριο μπορεί να απορρίψει τη διεκπεραίωση της ένστασης έως την ακρόαση με απόφαση εάν δεν φαίνεται επαρκώς επιτυχές ή εάν δεν αναμένεται από την απόφαση να αποσαφηνιστεί ένα συνταγματικό πρόβλημα.
  3. Σε περίπτωση που το Συνταγματικό Δικαστήριο διαπιστώσει ότι η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου δεν παραβίασε δικαίωμα κατά την έννοια της παραγράφου 1, οφείλει, κατόπιν προσφυγής του αναιρεσείοντος, να αποφασίσει εάν ο αναιρεσείων έχει παράβαση σε άλλο δικαίωμα, να προωθήσει την καταγγελία στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο. Σε ψηφίσματα σύμφωνα με την παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο πρέπει να εφαρμόζεται ανάλογα.
  4. Για αποφάσεις των Διοικητικών Δικαστηρίων, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου που πρέπει να εφαρμόζονται στις αποφάσεις τους πρέπει να εφαρμόζονται αναλόγως. Ο ειδικός νόμος που καθορίζει την οργάνωση και τη διαδικασία του Συνταγματικού Δικαστηρίου προβλέπει, σε ποιο βαθμό μπορούν να υποβληθούν καταγγελίες κατά αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου.
  5. Στον βαθμό που η απόφαση ή το ψήφισμα του Διοικητικού Δικαστηρίου αφορά το παραδεκτό της αναθεώρησης, η προσφυγή σύμφωνα με την παράγραφο 1 δε γίνεται παραδεκτή.

Άρθρο 145

Το Συνταγματικό Δικαστήριο εκδίδει απόφαση για παραβάσεις του διεθνούς δικαίου σύμφωνα με τις διατάξεις ενός ειδικού ομοσπονδιακού νόμου.

Άρθρο 146

  1. Η εκτέλεση των αποφάσεων που εκδίδονται από το Συνταγματικό Δικαστήριο που εκδόθηκαν σύμφωνα με τα άρθρα 126α, 127γ υποπαράγραφος 1 και 137 πραγματοποιείται από τα τακτικά δικαστήρια.
  2. Η εκτέλεση άλλων αποφάσεων από το Συνταγματικό Δικαστήριο εναπόκειται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο. Η εφαρμογή σύμφωνα με τις οδηγίες του εναπόκειται στις ομοσπονδιακές αρχές ή στις αρχές των κρατιδίων, συμπεριλαμβανομένου του ομοσπονδιακού στρατού, που ορίζονται κατά την κρίση του για το σκοπό αυτό. Το αίτημα προς τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο για την εκτέλεση τέτοιων αποφάσεων υποβάλλεται από το Συνταγματικό Δικαστήριο. Οι προαναφερθείσες οδηγίες του Ομοσπονδιακού Προέδρου απαιτούν, εάν πρόκειται για εκτελεστικές πράξεις κατά της Ομοσπονδίας ή κατά ομοσπονδιακών αρχών, να μην προσυπογραφεί σύμφωνα με το άρθρο 67.

Άρθρο 147

  1. Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποτελείται από έναν Πρόεδρο, έναν Αντιπρόεδρο, δώδεκα επιπλέον μέλη και έξι αναπληρωματικά μέλη.
  2. Ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, έξι επιπλέον μέλη και τρία αναπληρωματικά μέλη διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο μετά από σύσταση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης. Αυτά τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη επιλέγονται μεταξύ δικαστών, διοικητικών υπαλλήλων και καθηγητών με νομική έδρα. Τα υπόλοιπα έξι μέλη και τρία αναπληρωματικά μέλη διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο βάσει προτάσεων που υποβάλλονται από το Εθνικό Συμβούλιο για τρία μέλη και δύο αναπληρωματικά μέλη και από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο για τρία μέλη και ένα αναπληρωματικό μέλος. Τρία μέλη και δύο αναπληρωματικά μέλη πρέπει να έχουν την κατοικία τους έξω από την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, Βιέννη. Οι διοικητικοί υπάλληλοι σε ενεργή υπηρεσία που διορίζονται μέλη ή αναπληρωματικά μέλη απαλλάσσονται, με την αμοιβή τους να διακόπτεται, από όλα τα επίσημα καθήκοντα. Αυτό δεν ισχύει για διοικητικούς υπαλλήλους που διορίζονται αναπληρωματικά μέλη τα οποία, για τη διάρκεια αυτής της εξαίρεσης, έχουν απαλλαγεί από όλες τις δραστηριότητες κατά την άσκηση των οποίων δεσμεύονται από οδηγίες.
  3. Τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου πρέπει να έχουν ολοκληρώσει νομικές σπουδές ή σπουδές νομικής και πολιτικής επιστήμης και να έχουν δέκα χρόνια επαγγελματικής εμπειρίας.
  4. Οι ακόλουθοι δεν μπορούν να ανήκουν στο Συνταγματικό Δικαστήριο: μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή κρατιδιακής κυβέρνησης, μαζί με μέλη ενός γενικού αντιπροσωπευτικού οργάνου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Για μέλη ενός γενικού αντιπροσωπευτικού οργάνου ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι οποίοι έχουν εκλεγεί για ορισμένη θητεία νομοθεσίας ή αξιώματος, η ασυμβατότητα αυτή συνεχίζεται μέχρι τη λήξη αυτής της θητείας της περιόδου ή θητείας. Τέλος, άτομα που εργάζονται ή ασκούν καθήκοντα σε πολιτικό κόμμα δεν μπορούν να ανήκουν στο Συνταγματικό Δικαστήριο.
  5. Οποιοσδήποτε κατά τη διάρκεια των προηγούμενων πέντε ετών έχει ασκήσει μία από τις λειτουργίες που ορίζονται στην παράγραφο 4 ανωτέρω δεν μπορεί να διοριστεί Πρόεδρος ή Αντιπρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
  6. Τα άρθρα 87 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 88 παράγραφος 2 ισχύουν για τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου. Λεπτομερείς διατάξεις θα ορίζονται στον ομοσπονδιακό νόμο που θα εκδοθεί σύμφωνα με το άρθρο 148. Η 31η Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο το μέλος ή το αναπληρωματικό μέλος ολοκληρώνει το εβδομηκοστό έτος της ζωής του ορίζεται ως το όριο ηλικίας για το τέλος της θητείας του.
  7. Εάν ένα μέλος ή αναπληρωματικό μέλος αγνοήσει χωρίς ικανοποιητική δικαιολογία τρία διαδοχικά αιτήματα για συμμετοχή σε ακρόαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, το Δικαστήριο δημοσιοποιεί επισήμως το συμβάν αφού ακούσει την κατάθεσή του. Η δημοσίευση του συμβάντος συνεπάγεται απώλεια της ιδιότητας μέλους ή αναπληρωματικού μέλους.
  8. Ο Πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου επιβλέπει τους υπαλλήλους του Συνταγματικού Δικαστηρίου.

Άρθρο 148

Λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την οργάνωση και τις διαδικασίες του Συνταγματικού Δικαστηρίου θα ορίζονται από ειδικό ομοσπονδιακό νόμο και με διαρκείς εντολές που θα ψηφίζονται από το Συνταγματικό Δικαστήριο βάσει αυτού.

Κεφάλαιο VIII. Συμβούλιο Διαμεσολαβητή Επεξεργασία

Άρθρο 148α

  1. Ο καθένας μπορεί να υποβάλει καταγγελία στο συμβούλιο του Διαμεσολαβητή (Επιτροπή Καταγγελιών από το κοινό) για φερόμενη κακοδιοίκηση από την Ομοσπονδία, συμπεριλαμβανομένης της δραστηριότητάς της ως κατόχου ιδιωτικών δικαιωμάτων, κυρίως για φερόμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, υπό την προϋπόθεση ότι επηρεάζονται από τέτοια κακοδιοίκηση και στον βαθμό που δεν έχουν ή δεν έχουν πλέον δυνατότητα προσφυγής σε ένδικα μέσα. Όλες αυτές οι καταγγελίες πρέπει να διερευνηθούν από το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή. Ο καταγγέλλων ενημερώνεται για το αποτέλεσμα της έρευνας και τι μέτρα, εάν είναι απαραίτητο, έχουν αναληφθεί.
  2. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή έχει αυτοδικαίως δικαίωμα διερεύνησης των υποψιών κακής διοίκησης από την Ομοσπονδία, συμπεριλαμβανομένης της δραστηριότητάς της ως κατόχου ιδιωτικών δικαιωμάτων, κυρίως για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που αναλαμβάνει.
  3. Για την προστασία και την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εναπόκειται στο Συμβούλιο του Διαμεσολαβητή και στις επιτροπές που έχει ορίσει (άρθρο 148h παρ. 3) στον τομέα της διοίκησης της Ομοσπονδίας, συμπεριλαμβανομένης της δραστηριότητάς της ως κατόχου ιδιωτικών δικαιωμάτων
    1. να επισκέπτεται και να ελέγχει τη θέση της στέρησης της ελευθερίας,
    2. να παρακολουθεί και να ελέγχει με συμβουλευτικό τρόπο τη συμπεριφορά των οργάνων που είναι εξουσιοδοτημένα να ασκούν άμεση διοικητική εξουσία και καταναγκασμό
    3. για έλεγχο, να επισκέπτεται αντίστοιχα ορισμένα ιδρύματα και προγράμματα για άτομα με ειδικές ανάγκες
  4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οποιοσδήποτε μπορεί να υποβάλει καταγγελία στο συμβούλιο του Διαμεσολαβητή για φερόμενη καθυστέρηση του Δικαστηρίου να ακροαστεί μια υπόθεση, εάν επηρεάζεται προσωπικά. Η παράγραφος 2 ισχύει αναλόγως.
  5. Επιπλέον, εναπόκειται στο συμβούλιο του Διαμεσολαβητή να βοηθήσει στη διάθεση αναφορών και ομαδικών καταγγελιών που υποβλήθηκαν στο Εθνικό Συμβούλιο. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τις πάγιες εντολές του Εθνικού Συμβουλίου ορίζει τις λεπτομέρειες.
  6. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή είναι ανεξάρτητο κατά την άσκηση της εξουσίας του.

Άρθρο 148β

  1. Όλες οι ομοσπονδιακές, κρατιδιακές, δημοτικές αρχές και δημοτικές ενώσεις καθώς και άλλοι αυτοδιοικούμενοι φορείς υποστηρίζουν το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, του επιτρέπουν την επιθεώρηση των αρχείων τους και, κατόπιν αιτήματος, παρέχουν τις απαιτούμενες πληροφορίες. Η επίσημη εμπιστευτικότητα δεν ισχύει προς το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή.
  2. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή πρέπει να τηρεί την επίσημη εμπιστευτικότητα στον ίδιο βαθμό με την αρχή στην οποία προσέγγισε κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων της. Ωστόσο, το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή δεσμεύεται από την τήρηση του επίσημου απορρήτου στις εκθέσεις του προς το Εθνικό Συμβούλιο μόνο στον βαθμό που αυτό απαιτείται για λογαριασμό του συμφέροντος των ενδιαφερομένων μερών ή της εθνικής ασφάλειας.
  3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται ανάλογα στα μέλη των επιτροπών και στα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Άρθρο 148γ

Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή μπορεί να αναφέρει στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με τις υψηλότερες διοικητικές συστάσεις της Ομοσπονδίας μέτρα που πρέπει να ληφθούν εντός ή λόγω μιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Σε θέματα αυτόνομης διοίκησης ή διοίκησης από υπαλλήλους που δεν υπόκεινται σε οδηγίες, το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή μπορεί να εκδίδει συστάσεις προς την αυτόνομη διοικητική αρχή ή στον οργανισμό που δεν υπόκειται σε οδηγίες. Η ανώτατη διοικητική αρχή της Ομοσπονδίας θα πρέπει επίσης να εφιστά την προσοχή της σε τέτοιες συστάσεις, η ενδιαφερόμενη αρχή πρέπει εντός προθεσμίας να διευθετηθεί από την ομοσπονδιακή νομοθεσία είτε να συμμορφώνεται με τις συστάσεις και να ενημερώνει σχετικά το συμβούλιο του διαμεσολαβητή ή να δηλώνει γραπτώς τους λόγους για τους οποίους δεν έχουν τηρηθεί οι συστάσεις. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή μπορεί, σε συγκεκριμένη περίπτωση, σε περίπτωση συγκεκριμένης υπόθεσης, να ζητήσει προθεσμία για τη θεραπεία της καθυστέρησης από δικαστήριο (άρθρο 148α παράγραφος 4) και να προτείνει μέτρα εποπτικού ελέγχου.

Άρθρο 148δ

  1. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή υποβάλλει ετησίως στο Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο έκθεση σχετικά με τη δραστηριότητά του. Επιπλέον, το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή μπορεί να υποβάλλει έκθεση για ξεχωριστές παρατηρήσεις ανά πάσα στιγμή στο Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο. Οι εκθέσεις του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή, αφού υποβληθούν στο Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, πρόκειται να δημοσιευθούν.
  2. Τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν στις συζητήσεις του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου και των επιτροπών τους (υποεπιτροπές) σχετικά με τις εκθέσεις του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή και σε κάθε περίπτωση να λαμβάνουν, κατόπιν αιτήσεώς τους, ακρόαση. Τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή έχουν αυτό το δικαίωμα και για τις συζητήσεις του Εθνικού Συμβουλίου και των επιτροπών του (υποεπιτροπές) σχετικά με τα κεφάλαια του Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου σχετικά με το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή. Λεπτομέρειες ορίζονται στον ομοσπονδιακό νόμο για τις πάγιες εντολές του Εθνικού Συμβουλίου και τις πάγιες εντολές του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου.

Άρθρο 148ε

(Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 51/2012)

Άρθρο 148στ

Εάν προκύψουν διαφορές απόψεων μεταξύ του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή και της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή ενός Ομοσπονδιακού Υπουργού σχετικά με την ερμηνεία των νομικών διατάξεων, το Συνταγματικό Δικαστήριο μετά από αίτηση της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή αποφασίζει για το θέμα.

Άρθρο 148ζ

  1. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή έχει την έδρα του στη Βιέννη και αποτελείται από τρία μέλη, ένα εκ των οποίων ενεργεί με τη σειρά του ως πρόεδρος. Η θητεία διαρκεί έξι χρόνια. Απαγορεύεται η επανεκλογή των μελών του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή περισσότερες από μία φορές.
  2. Τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή εκλέγονται από το Εθνικό Συμβούλιο βάσει κοινής σύστασης που καταρτίζει η Κεντρική Επιτροπή παρουσία τουλάχιστον των μισών μελών της. Καθένα από τα τρία κόμματα με τον μεγαλύτερο αριθμό μελών στο Εθνικό Συμβούλιο έχει το δικαίωμα να ορίσει ένα μέλος σε αυτή την πρόταση. Σε περίπτωση ίσου αριθμού μελών, ο αριθμός των ψήφων στις τελευταίες εκλογές του Εθνικού Συμβουλίου είναι καθοριστικός. Τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή ορκίζονται στον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους.
  3. Η προεδρία του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή εναλλάσσεται ετησίως μεταξύ των μελών με τη σειρά του αριθμού των ψήφων, και σε περίπτωση ίσου αριθμού ψήφων με τη σειρά των ψήφων που κατέχουν τα κόμματα που τα έχουν διορίσει. Αυτή η ακολουθία παραμένει αμετάβλητη κατά τη διάρκεια της θητείας του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή.
  4. Εάν ένα μέλος του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή αποχωρήσει πρόωρα, το κόμμα που εκπροσωπείται στο Εθνικό Συμβούλιο το οποίο όρισε αυτό το μέλος διορίζει ένα νέο μέλος. Οι νέες εκλογές για το υπόλοιπο της θητείας θα πραγματοποιηθούν σύμφωνα με την παράγραφο 2 παραπάνω. Η κατανομή των καθηκόντων που ισχύει πρέπει να εφαρμοστεί στο νέο μέλος έως ότου οριστεί μια ενδεχόμενη νέα κατανομή των καθηκόντων.
  5. Τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή πρέπει να έχουν δικαίωμα εκλογής στο Εθνικό Συμβούλιο και να γνωρίζουν την οργάνωση και τη λειτουργία της διοίκησης και να έχουν γνώσεις στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, δεν μπορούν να ανήκουν ούτε σε γενικό αντιπροσωπευτικό όργανο ούτε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να είναι μέλη της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης ή της κυβέρνησης ενός κρατιδίου και να ασκούν οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα.

Άρθρο 148η

  1. Οι υπάλληλοι του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή διορίζονται από τον Ομοσπονδιακό Πρόεδρο κατόπιν σύστασης και με την προσυπογραφή του προέδρου του Διαμεσολαβητή. Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος μπορεί ωστόσο να του εξουσιοδοτήσει να διορίσει υπαλλήλους σε ορισμένες κατηγορίες. Το βοηθητικό προσωπικό διορίζεται από τον πρόεδρο, ο οποίος σε αυτόν τον βαθμό είναι η ανώτατη διοικητική αρχή και ασκεί αυτές τις εξουσίες από μόνος του.
  2. Το προνόμιο της υπηρεσίας της Ομοσπονδίας όσον αφορά τους υπαλλήλους του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή ασκείται από τον πρόεδρο του Διαμεσολαβητή.
  3. Προκειμένου να εκπληρώσει τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 148α παράγραφος 3, το συμβούλιο Διαμεσολαβητή πρέπει να διορίσει επιτροπές και να δημιουργήσει Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως σύμβουλό του. Το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αποτελείται από έναν πρόεδρο, έναν αναπληρωτή πρόεδρο και άλλα μέλη και αναπληρωματικά μέλη που διορίζονται από το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή. Ο ομοσπονδιακός νόμος προβλέπει σε ποιο βαθμό το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή δεσμεύεται από προτάσεις άλλων θεσμικών οργάνων για τον διορισμό μελών και αναπληρωματικών μελών του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ο Πρόεδρος, ο Αναπληρωτής Πρόεδρος και τα άλλα μέλη του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν δεσμεύονται από οδηγίες για την άσκηση της δραστηριότητάς τους.
  4. Το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή λειτουργεί με βάση πάγιες εντολές και σχετικά με την κατανομή των εργασιών, που πρέπει κυρίως να παρέχει, ποια καθήκοντα πρέπει να χειρίζονται μεμονωμένα τα μέλη του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή. Το ψήφισμα σχετικά με τις πάγιες εντολές και την κατανομή των καθηκόντων απαιτεί ομοφωνία των μελών του συμβουλίου του Διαμεσολαβητή.

Άρθρο 148θ

  1. Ο συνταγματικός νόμος των κρατιδίων μπορεί να ανακηρύξει το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή αρμόδιο και στον τομέα της συγκεκριμένης διοίκησης του κρατιδίο. Σε αυτήν την περίπτωση το άρθρο 148στ εφαρμόζεται ανάλογα.
  2. Εάν τα κρατίδια δημιουργήσουν γραφεία στον τομέα της διοίκησης των κρατιδίων με καθήκοντα παρόμοια με το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή, ο συνταγματικός νόμος του κρατιδίου μπορεί να ορίσει μια διάταξη που αντιστοιχεί στο άρθρο 148στ παραπάνω.
  3. Ένα κρατίδιο που δεν κάνει χρήση της εξουσιοδότησης της παραγράφου 1 σχετικά με τα καθήκοντα σύμφωνα με το άρθρο 148α παρ. 3, πρέπει να δημιουργήσει μέσω του συνταγματικού του νόμου μια υπηρεσία για καθήκοντα παρόμοια με το άρθρο 148α παράγραφος 3 για τον τομέα διοίκησης του κρατιδίου και να παρέχει τις αντίστοιχες διατάξεις για να χειριστεί τις εργασίες σύμφωνα με τα άρθρα 148γ και 148δ.

Άρθρο 148ι

Λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με την εφαρμογή αυτού του κεφαλαίου θα γίνουν από την ομοσπονδιακή νομοθεσία.

Κεφάλαιο IX. Τελικές διατάξεις Επεξεργασία

Άρθρο 149

  1. Εκτός από τον παρόντα νόμο, οι ακόλουθοι νόμοι, με τις τροποποιήσεις που επιβλήθηκαν από τον εν λόγω νόμο, κατά την έννοια του άρθρου 44 παράγραφος 1 θεωρούνται ως συνταγματικοί νόμοι:
Βασικός νόμος της 21ης ​​Δεκεμβρίου 1867, RGBl. εδάφιο 142, σχετικά με τα γενικά δικαιώματα των υπηκόων στα βασίλεια και τα κρατίδια που εκπροσωπούνται στο Συμβούλιο του Βασιλείου
Νόμος της 27ης Οκτωβρίου 1862, RGBl. εδάφιο 88, σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων της οικίας,
Ψήφισμα της Προσωρινής Εθνοσυνέλευσης της 30ής Οκτωβρίου 1918, StGBl. εδάφιο 3,
Νόμος της 3ης Απριλίου 1919, StGBl. εδάφιο 209, αναφορικά με την απομάκρυνση και τη διάλυση του Οίκου των Αψβούργων-Λωραίνης,
Νόμος της 3ης Απριλίου 1919. StGBl. εδάφιο 211, σχετικά με την κατάργηση της αριστοκρατίας, τις κοσμικές τάξεις της ιπποσύνης, των ανδρών και των γυναικών, και ορισμένων τίτλων και αξιών.
Τμήμα V του μέρους ΙΙΙ της Συνθήκης του Σαιν-Ζερμαίν της 10ης Σεπτεμβρίου 1919, StGBl. εδάφιο 303 του 1920.
  1. Το άρθρο 20 του βασικού νόμου της 21ης ​​Δεκεμβρίου 1867, RGBL. 142, καθώς και ο νόμος της 5ης Μαΐου 1869, RGBl. 66, που εκδόθηκε βάσει αυτού του άρθρου, παύει να ισχύει.

Άρθρο 150

  1. Η μετάβαση στο Ομοσπονδιακό Σύνταγμα που θεσπίζεται με αυτόν τον νόμο θα ορίζεται σε ειδικό νόμο που θα τεθεί σε ισχύ ταυτόχρονα με τον παρόντα νόμο.
  2. Οι νόμοι σύμφωνα με μια νέα διατύπωση ομοσπονδιακών συνταγματικών διατάξεων μπορούν να εκδοθούν από τη θέσπιση του συνταγματικού νόμου που καθιστά την αλλαγή έγκυρη. Εντούτοις, ενδέχεται να μην τεθούν σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος των νέων ομοσπονδιακών συνταγματικών νομικών διατάξεων, στον βαθμό που δεν ορίζουν αποκλειστικά τα απαραίτητα μέτρα για την αρχική τους εφαρμογή κατά την έναρξη ισχύος των νέων διατάξεων του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου.

Άρθρο 151

1. Τα άρθρα 78δ και 118 παρ. 8, όπως διατυπώνονται στον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο που δημοσιεύεται στο BGBl. εδάφιο 565 του 1991, αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 1992. Η ύπαρξη χωροφυλακών την 1η Ιανουαρίου 1992 παραμένει ανεπηρέαστη. Η διάταξη αυτή τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1992.
2. Το άρθρο 10 παράγραφος 1 εδάφιο 7, το άρθρο 52α, τα άρθρα 78α έως 78γ, το άρθρο 102 παράγραφος 2 καθώς και οι αλλαγές στην ονομασία στο Κεφάλαιο III και στο άρθρο 102, όπως διατυπώνονται στον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο που δημοσιεύθηκε στο BGBl. εδάφιο 565 του 1991, αρχίζουν να ισχύουν την 1η Μαΐου 1993.
3. Το άρθρο 102 παράγραφος 5 δεύτερο εδάαφιο καθώς και οι παράγραφοι 6 και 7 καταργούνται από τα μεσάνυχτα της 30ής Απριλίου 1993. Οι λέξεις «, εξαιρουμένης της τοπικής διοίκησης ασφαλείας», στο άρθρο 102 παράγραφος 2 καταργούνται από τα μεσάνυχτα της 30ής Απριλίου 1993.
4. Τα άρθρα 26, 41 παρ. 2, 49β παρ. 3, 56 παρ. 2 έως 4, 95 παρ. 1 έως 3, 96 παρ. 3, και επιπλέον η νέα ονομασία της παραγράφου 1 στο άρθρο 56, όπως διατυπώθηκε στον Ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο που δημοσιεύθηκε στο BGBl. εδάφιο 470 του 1992, αρχίζει να ισχύει την 1η Μαΐου 1993.
5. Το άρθρο 54, όπως διατυπώνεται στον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο που δημοσιεύεται στο BGBl. εδάφιο 868 του 1992, τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1993.
6. Οι ακόλουθες διατάξεις, όπως διατυπώνονται στον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο που δημοσιεύθηκε στο BGBl. εδάφιο 508 του 1993, τίθεται σε ισχύ ως εξής:
    1. τα άρθρα 10 παρ. 1 εδάφιο 9, 11 παρ. 1 εδάφιο 7 καθώς και 11 παρ. 6, 7, 8 και 9 την 1η Ιουλίου 1994,
    2. Τα άρθρα 28 παράγραφος 5, άρθρο 52 παράγραφος 2, ο ορισμός του πρώην άρθρου 52 παρ. 2 και 3 ως παραγράφους 3 και 4, καθώς και το άρθρο 52β την 1η Οκτωβρίου 1993,
    3. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 114/2000)
7. (Σημείωση: καταργήθηκε από τον F.L.G. I No. 127/2009)
7α. Το άρθρο 102 παρ. 2, στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl I Αρ. 2/1997, τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1994. Το άρθρο 102 παρ. 2, στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. 532/1993, παύει να ισχύει ταυτόχρονα.
8. Το άρθρο 54 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. Αρ. 268/1994 τίθεται σε ισχύ την 1η Απριλίου 1994.
9. Τα άρθρα 6 παρ. 2 και 3, 26 παρ. 2, 41 παρ. 2, 49β παρ. 3 και 117 παρ. 2 πρώτο εδάφιο, στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. Αρ. 504/1994 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 1995. Στους ομοσπονδιακούς και νομικούς κανονισμούς ο όρος «κατοικία» σε όλες τις γραμματικές του εκδόσεις αντικαθίσταται από τον όρο «κύρια κατοικία» από την 1η Ιανουαρίου 1996 εκτός εάν ο όρος «κατοικία» αντικαθίσταται από τον όρο «κύρια κατοικία» έως τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου 1995. Ο όρος «κατοικία» δεν πρέπει να χρησιμοποιείται πλέον στους ομοσπονδιακούς και κρατιδιακούς νομικούς κανονισμούς από την 1η Ιανουαρίου 1996. Για όσο διάστημα ο κρατιδιακός νόμος δεν προβλέπει ότι οι βουλευτικές ή δημοτικές εκλογές δεν εξαρτώνται από την κύρια κατοικία ή από την κατοικία που εξαρτάται από την κατοικία. Όσον αφορά τον καταμερισμό του αριθμού των βουλευτών μεταξύ των εκλογικών περιφερειών (εκλογικά όργανα) και των περιφερειακών εκλογικών περιφερειών (άρθρο 26 παρ. 2) και την εκπροσώπηση των κρατιδίων στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (άρθρο 34) η κατοικία όπως καθορίστηκε από την τελευταία γενική απογραφή διατηρείται ως κύρια κατοικία μέχρι τη στιγμή που θα είναι ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της επόμενης γενικής απογραφής.
10. Τα άρθρα 87 παρ. 3 και 88α στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. Αρ. 506/1994 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιουλίου 1994.
11. Τα ακόλουθα ισχύουν για την έναρξη ισχύος των διατάξεων που διατυπώθηκαν πρόσφατα ή εισήχθησαν από τον Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Νόμο που δημοσιεύθηκε στο BGBl. Αρ. 1013/1994. Η κατάργηση των διατάξεων που ανακαλούνται από τον ίδιο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Νόμο καθώς και τη μετάβαση στο νέο νομικό καθεστώς:
    1. ο τίτλος αυτού του νόμου, τα άρθρα 21 παρ. 6 και 7, 56 παρ. 2 και 4, 122 παρ. 3 έως 5, 123 παρ. 2, 123α παρ. 1, 124, 147 παρ. 2 δεύτερο εδάφιο έως άρθρο 150 παράγραφος 2 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 1995.
    2. Η επικεφαλίδα του Κεφαλαίου Ι, η επικεφαλίδα του Τμήματος Α στο Κεφάλαιο Ι, το άρθρο 10 παράγραφος 1 υποπεράδα 18, το άρθρο 16 παράγραφος 4, το Τμήμα Β του κεφαλαίου Ι, το άρθρο 30 παράγραφος 3, το άρθρο 59, το άρθρο 73 παράγραφος 2, το άρθρο 117 παρ. 2, το άρθρο 141 παρ. 1 και 2, άρθρο 142 παράγραφος 2 εδάφιο γ και ονομασίες των εφεξής υποπαραγράφων δ έως θ, καθώς και το άρθρο 142 παράγραφοι 3 έως 5 τίθενται σε ισχύ ταυτόχρονα με τη Συνθήκη για την προσχώρηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
    3. Το άρθρο 10 παρ. 4 έως 6 και το άρθρο 16 παρ. 6 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 276/1992 παύει να ισχύει ταυτόχρονα με την έναρξη ισχύος των διατάξεων που καθορίζονται στην υποπαράγραφο 2.
    4. Το άρθρο 122 παράγραφος 1 και το άρθρο 127β τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1997. Εφαρμόζονται σε πράξεις διαχείρισης δημόσιων πόρων μετά τις 31 Δεκεμβρίου 1994.
    5. Εφόσον οι εκπρόσωποι της Αυστρίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχουν εκλεγεί σε εθνική ψηφοφορία, θα ανατίθενται από το Εθνικό Συμβούλιο μεταξύ των μελών της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης. Αυτή η αντιπροσωπεία συγκροτείται βάσει προτάσεων των κομμάτων που εκπροσωπούνται σύμφωνα με την ισχύ τους σύμφωνα με την αρχή της αναλογικής εκπροσώπησης. Για την περίοδο της θητείας τους, τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου και του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου μπορούν ταυτόχρονα να είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Εάν ένα μέλος του Εθνικού Συμβουλίου που έχει αναλάβει καθήκοντα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παραιτηθεί από την έδρα του ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, εφαρμόζονται τα άρθρα 56, παρ. 2 και 3. Τα άρθρα 23β παράγραφοι 1 και 2 ισχύουν επίσης ανάλογα.
    6. Το εδάφιο 5 τίθεται σε ισχύ στις 22 Δεκεμβρίου 1994.
11α. Το άρθρο 112 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl αρ. 1013/1994 και το άρθρο 103 παράγραφος 3 και το άρθρο 151 παράγραφος 6 υποπαράγραφος 3 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. αρ. 8/1999 τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1995.
12. Το άρθρο 59α, το άρθρο 59β και το άρθρο 95 παρ. 4 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. Αρ. 392/1996, αρχίζουν να ισχύουν την 1η Αυγούστου 1996. Μέχρι να εκδοθούν οι νόμιμοι κανονισμοί των κρατιδίων σύμφωνα με το άρθρο 59α και το άρθρο 95 παράγραφος 4, οι κατάλληλοι ομοσπονδιακοί νομικοί κανονισμοί θα ισχύουν αναλόγως στο σχετικό κρατίδιο, εκτός εάν τ κρατίδιο έχει ήδη εγκρίνει κανονισμούς σύμφωνα με τα άρθρα 59α και 95 παράγραφος 4.
13. Το άρθρο 23ε παράγραφος 6 και το άρθρο 28 παράγραφος 5, στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 437/1996, αρχίζει να ισχύει στις 15 Σεπτεμβρίου 1996.
14. Το άρθρο 49 και το άρθρο 49α παρ. 1 και 3, στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 659/1996, αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1997.
15. Το άρθρο 55, στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 2/1997, τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1997. Το άρθρο 54 καταργείται ταυτόχρονα.
16. Το άρθρο 147 παράγραφος 2, στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. 64/1997, τίθεται σε ισχύ την 1η Αυγούστου 1997.
17. Το άρθροο 69 παρ. 2 και 3, το άρθρο 73 παρ. 1, το άρθρο 73 παρ. 3 και το άρθρο 148δ στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. I 87/1997, αρχίζει να ισχύει την 1η Σεπτεμβρίου 1997. Το άρθρο 129, το τμήμα Β του κεφαλαίου VI, το άρθρο 131 παράγραφος 3 και οι νέες ονομασίες των ενοτήτων στο κεφάλαιο VI τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1998.
18. Το άρθρο 9α παράγραφος 4, στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. 30/1998, τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1998.
19. Το άρθρο 23στ τίθεται σε ισχύ ταυτόχρονα με τη Συνθήκη της Νίκαιας. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος θα ανακοινώσει την ημερομηνία αυτή στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
20. Στο άρθρο 149 παράγραφος 1, καταργούνται τα ακόλουθα τμήματα:
    1. η προσθήκη του Συνταγματικού Νόμου της 30ής Νοεμβρίου 1945, BGBl. Νο. 6 του 1946, σχετικά με το νόμο περί προστασίας της προσωπικής ελευθερίας της 27ης Οκτωβρίου 1862, RGBl. 87, στη διαδικασία ενώπιον του Λαϊκού Δικαστηρίου μετά τη λήξη της 30ής Δεκεμβρίου 1955,
    2. οι λέξεις «Νόμος της 8ης Μαΐου 1919, StGBl. Αριθ. 257, σχετικά με το οικόσημο και τη σφραγίδα του κράτους της Δημοκρατίας της Γερμανίας-Αυστρίας, με τις τροποποιήσεις που πραγματοποιούνται από τα άρθρα 2, 5 και 6 του νόμου της 21ης Οκτωβρίου 1919, StGBl No. 484», κατά τη λήξη της 31ης Ιουλίου 1981.
21. Οι λέξεις «ή μέσω της άσκησης άμεσης διοικητικής εξουσίας και καταναγκασμού» στο άρθρο 144 παράγραφος 3 καταργούνται από τα μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου 1990.
22. Το άρθρο 10 παρ. 1 υποπαράγραφος 14, το άρθρο 15, παρ. 3 και 4, το άρθρο 18 παρ. 5, 21, το άρθρο 37 παρ. 2, το άρθρο 51β παρ. 6, το άρθρο 52β παρ. 1, το άρθρο 60 παρ. 2, το άρθρο 78δ παρ. 2, το άρθρο 102 παρ. 1, ο νέος χαρακτηρισμός του άρθρου 102 παράγραφος 6 και το άρθρο 118 παρ. 8, το άρθρο 118α και το άρθρο 125 παρ. 3, στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 8/1999 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 1999. Το άρθρο 102 παράγραφος 5 καταργείται μετά τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 1998.
23. Τα άρθρα 30 παρ. 3 πρώτο εδάριο, 127γ, 129γ παρ. 4, 147 παρ. 2 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο, και 147 παρ. 6 πρώτο εδάφιο, στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. αρ. 148/1999 τίθενται σε ισχύ την 1η Αυγούστου 1999.
24. Το άρθρο 8 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 68/2000 αρχίζει να ισχύει την 1η Αυγούστου 2000.
25. Το άρθρο 11 παρ. 8 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. 114/2000 αρχίζει να ισχύει την 1η Δεκεμβρίου 2000. Το άρθρο 151 παράγραφος 6 εδάφιο 3 παύει να ισχύει μετά τη λήξη της 24ης Νοεμβρίου 2000.
26. Στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 121/2001 τίθενται σε ισχύ:
    1. Το άρθρο 18 παρ. 3 και το άρθρο 23ε παρ. 5 την 1η Ιανουαρίου 1997.
    2. Το άρθρο 21 παρ. 1 και παρ. 6 την 1η Ιανουαρίου 1999.
    3. Το άρθρο 147 παρ. 2 πρώτο εδάφιο την 1η Αυγούστου 1999.
    4. Το άρθρο 18 παρ. 4, το άρθρο 23β παρ. 2, το άρθρο 39 παρ. 2 και το άρθρο 91 παρ. 2 την 1η Ιανουαρίου 2002.
    5. Το άρθρο 23στ παρ. 1 έως 3 ταυτόχρονα με τη συνθήκη της Νίκαιας. Ο Ομοσπονδιακός Καγκελάριος πρέπει να δημοσιεύσει αυτήν την ημερομηνία στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
27. Τα άρθρα 14β, 102 παρ. 2 και 131 παράγραφος 3 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. αρ. 99/2002 τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2003. Τα άρθρα 2, 4 παράγραφος 1, 5 και 6 παρ. 1 και 2 του νόμου περί μετάβασης BGBl. 368/1925 ισχύουν αναλόγως. Ένας κρατιδιακος νόμος που έχει καταστεί ομοσπονδιακός νόμος σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο την 1η Ιανουαρίου 2003 παύει να ισχύει με την έναρξη ισχύος ενός κρατιδιακού νόμου που ψηφίστηκε βάσει του άρθρου 14β παράγραφος 3, το αργότερο μετά τη λήξη της 30ής Ιουνίου 2003. Ταυτόχρονα οι αντίστοιχοι κανονισμοί του Ομοσπονδιακού Νόμου περί Προσφορών 2002, BGBl. Αρ. 99/2002 τίθενται σε ισχύ αυτή τη στιγμή.
28. Τα άρθρα 23α παρ. 1 και 3, 26 παρ. 1 και 4, 41 παρ. 2, 46 παρ. 2, 49β παρ. 3 και 60 παρ. 3 πρώτο εδάφιο στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. αρ. 90/2003 τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2004.
29. Το άρθρο 11 παρ. 8 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. I αρ. 114/2000 και BGBl. 100/2003 τίθεται σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου 2000, το άρθρο 151 παρ. 7 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 100/2003 κατά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης αυτού του ομοσπονδιακού νόμου. Τα άρθρα 7 παρ. 1, 8, 8α, 9α, 10 παρ. 1 υποπαράγραφος 10, 13 παρ. 1, 14 παρ. 1, παρ. 5 υποπαράγραφος α και παρ. 8, 14α, 15 παρ. 4, 18 παρ. 4 και 5, 23 παρ. 1 και 5, 23στ παρ. 6, 26, 30 παρ. 2, 34 παρ. 2, 35 παρ. 1, 42 παρ. 4, 47 παρ. 1, 48, 49, 49α, 51, 51α, 51β, 51γ, 52β, 57, 71, 73, 81α παρ. 1, 4 και 5, 87α, 88α, 89, 97 παρ. 1 και 4, 102 παρ. 2, 112, 115, 116, 116α, 117, 118, 118α, 119, 119α, 126α, 126β παρ. 2, 127 παρ. 3, 127α, 127γ, 134 παρ. 3, 135, 136, 137, 139, 139α, 140, 140α, 144, 146 παρ. 1, 147 παρ. 3, 148, 148α, 148β, 148ε έως 148ι και 149, καθώς και οι επικεφαλίδες και οι άλλοι κανονισμοί στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. Αρ. 100/2003 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2004.
30. Το άρθρο 11 παρ. 1 εδάφια 7 και 8, καθώς και η παράγραφος 9 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. αρ. 118/2004 αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2005, ωστόσο όχι πριν από τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης του ομοσπονδιακού νόμου που αναφέρεται στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας. Στον βαθμό που η ομοσπονδιακή νομοθεσία δεν προβλέπει διαφορετικά, ταυτόχρονα οι ισχύοντες κρατιδιακοί κανονισμοί στα θέματα του άρθρου 11 παρ. 1 εδάφιο 8 παύουν να ισχύουν.
31. Το άρθρο 10 παρ. 1 εδάφιο 9 και το άρθρο 151 παράγραφος 7 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. I αρ. 153/2004 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2005.
32. Τα άρθρα 14 παρ. 5α, 6, 6α, 7α και 10 και τα άρθρα 14α παρ. 7 και 8 τίθενται σε ισχύ μετά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 31/2005 στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας.
33. Στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. αρ. 81/2005 τίθενται σε ισχύ:
    1. Το άρθρο 151 παράγραφος 31 κατά τη λήξη της 30ής Δεκεμβρίου 2004,
    2. Το άρθρο 8 παρ. 3 μετά τη λήξη του μήνα δημοσίευσης του παρόντος Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου.
33α. Τα άρθρα 129α, 129β και 129γ παράγραφοι 1, 3, 5 και 7 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. 100/2005 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2006.
34. Τα άρθρα 9α παρ. 3 και 4, 10 παρ. 1 εδάφιο 15 και 102 παρ. 2 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. I αριθ. 106/2005 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2006.
35. Το άρθρο 88α στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 121/2005 αρχίζει να ισχύει την 1η Νοεμβρίου 2005.
36. Τα ακόλουθα ισχύουν για την έναρξη ισχύος των κανονισμών που τροποποιήθηκαν ή προστέθηκαν από τον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο BGBl. 27/2007 και για την παύση ισχύος των κανονισμών που καταργούνται μέσω αυτού του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου καθώς και για τη μετάβαση για τη νέα νομική κατάσταση:
    1. Τα άρθρα 23α παρ. 1, 3 και 4, 26 παρ. 1, 4, 6 και 8, 30 παρ. 3, 41 παρ. 3, 46, 49β παρ. 1 πρώτο εδάφιο και παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, 60 παρ. 1 και παρ. 3 πρώτο εδάφιο, 95 παρ. 1, 2, 4 και 5, 117 παρ. 2 και 6 καθώς και το άρθρο 151 παράγραφος 33α τίθενται σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2007. Ταυτόχρονα τα άρθρα 23 παρ. 5 και 6 παύουν να ισχύουν. Οι κρατιδιακοί κανονισμοί πρέπει να προσαρμοστούν στη νέα νομική κατάσταση έως τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2007.
    2. Το άρθρο 26α τίθεται σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2007. Η τροποποίηση της Ομοσπονδιακής Εκλογικής Επιτροπής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πρέπει να πραγματοποιηθεί έως τη λήξη της 31ης Αυγούστου 2007. Οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται από τους εκλογικούς κανονισμούς του Εθνικού Συμβουλίου.
    3. Το άρθρο 27 παράγραφος 1 τίθεται σε ισχύ στις αρχές της 24ης νομοθετικής περιόδου.
37. Τα ακόλουθα ισχύουν για την έναρξη ισχύος των κανονισμών που προστέθηκαν ή μεταβλήθηκαν από το άρθρο 1 του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. I No.1 / 2008:
    1. Τα άρθρα 13 παρ. 2 και 3, 51 στην έκδοση της υποπαραγράφου 4, 51α, 51β στην έκδοση της υποπαραγράφου 7 έως 9α, 123α, παράγραφος 1 και 148δ τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2009. Ο ομοσπονδιακός νόμος για τα οικονομικά έτη 2009 έως 2012 και ο ομοσπονδιακός νόμος περί οικονομικών για το οικονομικό έτος 2009 πρέπει να καταρτιστούν και να εγκριθούν ήδη βάσει αυτών των κανονισμών. Το σχέδιο του ομοσπονδιακού νόμου για τα οικονομικά έτη 2009 έως 2012 θα υποβληθεί στο Εθνικό Συμβούλιο το αργότερο ταυτόχρονα με το προσχέδιο του Ομοσπονδιακού Οικονομικού Νόμου για το οικονομικό έτος 2009.
    2. Το άρθρο 51 στην έκδοση της υποπαραγράφου 5, το άρθρο 51β στην έκδοση της υποπαραγράφου 10, τα άρθρα 51γ και 51δ τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2013. Το άρθρο 51 στην έκδοση της υποπαραγράφου 4 και το άρθρο 51β στην έκδοση της υποπαραγράφου 7 έως 9α παύσουν να ισχύουν μετά τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2012. Αυτή η νομική κατάσταση ισχύει ήδη για την προετοιμασία του ομοσπονδιακού χρηματοοικονομικού νόμου για τα οικονομικά έτη 2013 έως 2016, καθώς και του ομοσπονδιακού χρηματοοικονομικού νόμου για το οικονομικό έτος 2013 και έγκριση του νόμου από το Εθνικό Συμβούλιο.

Το άρθρο 51α στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 100/2003 εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2012.

38. Τα άρθρα 2 παρ. 3, 3 παρ. 2 έως 4, 9 παρ. 2, 10 παρ. 3 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, 20 παρ. 1 και 2, 23στ παρ. 1 τελευταίο εδάφιο και παρ. 3, 50, 52 παράγραφος 1α, το έκτο εδάφιο του τμήματος Α του τρίτου κεφαλαίου, τα άρθρα 67α, 88 παρ. 1, 90α, 112, οι επικεφαλίδες πάνω από το άρθρο 115, τμήμα Β του (νέου) πέμπτου κεφαλαίου, οι επικεφαλίδες πάνω από το άρθρο 121 και το άρθρο 129, το άρθρο 134 παρ. 6, η επικεφαλίδα πάνω από το άρθρο 148α, το άρθρο 148α παρ. 3 έως 5, το άρθρο 148γ τελευταίο εδάφιο και η επικεφαλίδα πάνω από το άρθρο 149 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. αρ. 2/2008 τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2008. Οι αναγκαίοι ομοσπονδιακοί και κρατιδιακοί νόμοι για την προσαρμογή στο άρθρο 20 παρ. 2 τελευταίο εδάφιο και το άρθρο 120β παρ. 2 πρέπει να ψηφιστούν το αργότερο έως τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2009.
39. Τα άρθρα 10 παρ. 1 εδάφιο 1, 3, 6 και 14, 78δ παρ. 2, 102 παρ. 2, 129, το τμήμα Β του (νέου) έβδομου κεφαλαίου, τα άρθρα 132α, 135 παρ. 2 και 3, 138 παρ. 1, 140 παρ. 1 πρώτο εδάφιο και 144α στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. Αρ. 2/2008 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιουλίου 2008. Για τη μετάβαση στη νέα νομική κατάσταση ισχύουν τα εξής:
    1. Την 1η Ιουλίου 2008, το πρώην ανεξάρτητο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Ασύλου γίνεται Δικαστήριο Ασύλου.
    2. Μέχρι τον διορισμό του προέδρου, του αντιπροέδρου και των άλλων μελών του Δικαστηρίου Ασύλου, ο πρώην πρόεδρος, ο πρώην αναπληρωτής πρόεδρος και τα προηγούμενα άλλα μέλη του ανεξάρτητου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου Ασύλου συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους. Τα απαραίτητα μέτρα για τον διορισμό του προέδρου, του αντιπροέδρου και των άλλων μελών του Δικαστηρίου Ασύλου, καθώς και η πρόσληψη επιπλέον δικαστικών υπαλλήλων ενδέχεται να έχουν ήδη ληφθεί κατά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. αρ. 2/2008.
    3. Τα μέλη του ανεξάρτητου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου Ασύλου, που υποβάλλουν αίτηση για διορισμό ως μέλους του δικαστηρίου ασύλου και έχουν τα προσωπικά και επαγγελματικά προσόντα για διορισμό, έχουν δικαίωμα διορισμού. Οι απαιτήσεις του άρθρου 129δ παράγραφος 3 θεωρείται ότι πληρούνται από αυτούς τους αιτούντες. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αποφασίζει για τον διορισμό αυτών των αιτούντων.
    4. Οι υποθέσεις που εκκρεμούν την 1η Ιουλίου 2008 στο ανεξάρτητο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Ασύλου θα συνεχιστούν από το Δικαστήριο Ασύλου. Οι υποθέσεις για καταγγελίες κατά αποφάσεων του ανεξάρτητου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου Ασύλου στο Διοικητικό Δικαστήριο ή στο Συνταγματικό Δικαστήριο συνεχίζονται από αυτούς με την προϋπόθεση ότι το Δικαστήριο Ασύλου θεωρείται ως εμπλεκόμενη αρχή.
    5. Από τις 28 Νοεμβρίου 2007, σε υποθέσεις που εκκρεμούν στο Ανεξάρτητο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Ασύλου, η καταγγελία για παραβίαση της ευθύνης της απόφασης δεν είναι πλέον παραδεκτή. Οι υποθέσεις που εκκρεμούν ήδη στο Διοικητικό Δικαστήριο για παραβίαση της ευθύνης της απόφασης του ανεξάρτητου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου Ασύλου θεωρείται ότι έχουν ανασταλεί κατά τη λήξη της 30ής Ιουνίου 2008. Οι υποθέσεις στις οποίες αναφέρεται η καταγγελία για παραβίαση της ευθύνης της απόφασης συνεχίζονται από το Δικαστήριο Ασύλου.
40. Τα άρθρα 27, παρ. 2, 92 παρ. 2, 122 παρ. 5, 134 παρ. 4 και 5, καθώς και το άρθρο 147 παρ. 4 πρώτο εδάφιο και παράγραφος 5 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. αρ. 2/2008 αρχίζουν να ισχύουν στην αρχή της 24ης νομοθετικής περιόδου. Για άτομα, τα οποία στην αρχή της 24ης νομοθετικής περιόδου έχουν ήδη αναλάβει καθήκοντα σύμφωνα με τα άρθρα 92 παρ. 2, 122 παρ. 5, 134 παρ. 4 και 5, καθώς και το άρθρο 147 παρ. 4 πρώτο εδάφιο και της παραγράφου 5, οι κανονισμοί που πρέπει να εφαρμόζονται έως την ημερομηνία αυτή εξακολουθούν να ισχύουν.
41. Το άρθρο 28 παρ. 4 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. αρ. 31/2009 τίθεται σε ισχύ την 1η Απριλίου 2009.
42. Το άρθρο 20 παρ. 2 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 50/2010 αρχίζει να ισχύει την 1η Οκτωβρίου 2010.
43. Τα άρθρα 23γ, 23δ παρ. 2, παρ. 3 πρώτο και δεύτερο εδάφιο και παρ. 5 πρώτο εδάφιο, τα άρθρα 23ε έως Άρθρα 23ια και τα άρθρα 73 παρ. 2 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. αρ. 57/2010 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Αυγούστου 2010.
44. Τα άρθρα 127α παρ. 1, 3, 4 και 7 έως 9, 127γ και 146 παρ. 1 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. αρ. 98/2010 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2011.
45. Τα άρθρα 6 παρ. 4, 26 παρ. 5 και 60 παρ. 3 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. Νο. 43/2011 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Οκτωβρίου 2011. Η κατάργηση του άρθρου 60 παρ. 3 δεύτερο εδάφιο μέχρι στιγμής δεν επηρεάζουν τον νόμο σχετικά με την απέλαση του Οίκου Αψβούργων-Λόθρινγκεν και την εξαγορά των περιουσιακών τους στοιχείων, StGBl. Αρ. 209/1919.
46. Τα άρθρα 10 παρ. 1 εδάφιο 11 και 102 παράγραφος 2 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 58/2011 θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2012. Για τη μετάβαση στη νέα νομική κατάσταση ισχύουν τα εξής:
    1. Οι διατάξεις των κρατιδιακών νόμων που διέπουν τη συγκέντρωση χρημάτων γίνονται ομοσπονδιακοί νόμοι κατά την έννοια αυτού του νόμου.
    2. Οι διατάξεις που έχουν εκδοθεί βάσει των νόμων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο 1 γίνονται διατάξεις της Ομοσπονδίας και θεωρούνται τροποποιημένες ανάλογα με τον βαθμό που αντιβαίνουν στις οργανωτικές διατάξεις αυτού του νόμου.
    3. Ο ομοσπονδιακός νόμος προβλέπει, σε ποιο βαθμό, οι νόμοι και οι διατάξεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο 1 και στην υποπαράγραφο 2 εξακολουθούν να εφαρμόζονται σε διαδικασίες που εκκρεμούν την 1η Ιανουαρίου 2012. Η εκτέλεση τέτοιων διαδικασιών είναι καθήκον των κρατιδίων. Οι διατάξεις αυτού του νόμου που θα εφαρμοστούν σε θέματα του Άρθρου 11 πρέπει να εφαρμόζονται αναλόγως σε αυτόν τον βαθμό.
    4. Ο ομοσπονδιακός νόμος μπορεί να προβλέπει λεπτομερείς διατάξεις για τη μετάβαση στη νέα νομική κατάσταση.
    5. Ο αρμόδιος ομοσπονδιακός υπουργός υποβάλλει αναφορές στο Εθνικό Συμβούλιο και το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014 σχετικά με την εκτέλεση σε θέματα συγκέντρωσης χρημάτων.
47. Τα άρθρα 15 παρ. 10 δεύτερο εδάφιο, 116α παρ. 1 πρώτο εδάφιο, 116α υποπαρ. 1 και 2, 116α παρ. 2, παρ. 3 και 6 και 116β στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. Αρ. 60/2011 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Οκτωβρίου 2011.
48. Τα άρθρα 22, 148α, 148β παρ. 1 πρώτο εδάφιο και παρ. 3, 148γ τελευταίο εδάφιο, 148δ, 148ζ παρ. 2 έως 5, 148η παρ. 3 και 4 και 148θ παρ. 3 στην έκδοση του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου BGBl. 1/2012 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιουλίου 2012. Τα μέτρα οργάνωσης και προσωπικού που είναι απαραίτητα για την έναρξη της δραστηριότητας των επιτροπών και του Συμβουλίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων μπορούν ήδη να ληφθούν από το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή κατά τη λήξη της ημερομηνίας δημοσίευσης του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. Νο. 1/2012. Εάν σε ένα ομόσπονδο κράτος είναι σε ισχύ συνταγματικός νόμος την 1η Ιουλίου 2012, με τον οποίο το συμβούλιο του Διαμεσολαβητή έχει κηρυχθεί επίσης αρμόδιο στο πλαίσιο του κρατιδίου σύμφωνα με το άρθρο 148 παρ. 1, θεωρείται ως κρατίδιο που έχει χρησιμοποιήσει αυτήν την εξουσιοδότηση επίσης σχετικά με εργασίες σύμφωνα με το άρθρο 148α παράγραφος 3 στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl I αρ. 1/2012. Οι συνταγματικοί νόμοι των κρατιδίων σύμφωνα με το άρθρο 148θ παρ. 3 θα ψηφιστούν το αργότερο έως τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2012.
49. Τα άρθρα 10 παρ. 1 υποπαρ. 1α και 17, 26 παρ. 3 πρώτο εδάφιο, 26α πρώτο εδάφιο και 141 παρ. 3 πρώτο εδάφιο στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 12/2012 θα τεθούν σε ισχύ την 1η Απριλίου 2012. Ταυτόχρονα το άρθρο 10 παρ. 1 υποπαρ. 18 καταργείται.
50. Τα άρθρα 15 παρ. 3 και 4, 78α παρ. 1, 78β, 78γ, 78δ παρ. 2 και 102 παρ. 1 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Νόμου BGBl. αρ. 49/2012 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Σεπτεμβρίου 2012. Ταυτόχρονα το διάταγμα της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης για τη σύσταση Ομοσπονδιακών Αστυνομικών Διευθύνσεων και τον καθορισμό της περιφερειακής αρμοδιότητας (Διάταγμα της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας), BGBl. II αρ. 56/1999, καταργείται.
51. Για την έναρξη ισχύος των διατάξεων που έχουν τροποποιηθεί ή εισαχθεί από τον ομοσπονδιακό νόμο BGBl. 51/2012 και για την ακύρωση των διατάξεων που καταργούνται από αυτόν τον ομοσπονδιακό νόμο καθώς και για τη μετάβαση στη νέα νομική κατάσταση, πρέπει να εφαρμοσστούν τα ακόλουθα:
    1. Τα μέτρα οργάνωσης και προσωπικού που είναι απαραίτητα για την έναρξη της δραστηριότητας των Διοικητικών Δικαστηρίων μπορούν να ληφθούν ήδη κατά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 51/2012. Για το διορισμό των μελών των Διοικητικών Δικαστηρίων πριν από την 1η Ιανουαρίου 2014, το άρθρο 134 παρ. 2, 3, 5 και 6 στην έκδοση του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. αρ. 51/2012 ισχύει με την προϋπόθεση ότι οι τριπλές προτάσεις της ολομέλειας του Διοικητικού Δικαστηρίου αντιστοίχως δεν απαιτούν επιτροπή που θα εκλεγεί μεταξύ των μελών της.
    2. Δικαίωμα διορισμού ως μέλους του αντίστοιχου Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας έχει:
      1. όποιος είναι Πρόεδρος, Αναπληρωτής Πρόεδρος ή Πρόεδρος τμήματος του Ομοσπονδιακού Νομισματικού Γραφείου την 1η Ιουλίου 2012 και υποβάλλει αίτηση για διορισμό μέλους του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας και έχει τα προσωπικά και επαγγελματικά προσόντα για την εκπλήρωση των καθηκόντων που συνδέονται με τη θέση αυτή,
      2. όποιος είναι μέλος της Ανεξάρτητης Οικονομικής Γερουσίας την 1η Ιουλίου 2012 και ζητά να διοριστεί μέλος του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας Οικονομικών και έχει τα προσωπικά και επαγγελματικά προσόντα για την εκπλήρωση των καθηκόντων που συνδέονται με την θέση αυτή.
    3. Ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας διορίζονται από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση εντός έξι εβδομάδων μετά τη λήξη της ημέρας δημοσίευσης του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. 51/2012.
    4. Η αίτηση για διορισμό ως άλλου μέλους του αντίστοιχου Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας μπορεί να κατατεθεί έως τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2012. Οι προϋποθέσεις του άρθρου 134 παρ. 3 τελευταίο εδάφιο θεωρείται ότι πληρούνται για αυτούς τους αιτούντες. Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση αποφασίζει για τον διορισμό αυτών των αιτούντων έως τη λήξη της 28ης Φεβρουαρίου 2013. Τα άτομα, των οποίων η αίτηση απορρίπτεται, έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν έφεση κατά της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 130 παρ. 1 υποπαρ. α στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο και σύμφωνα με το άρθρο 144 στο Συνταγματικό Δικαστήριο.
    5. Το δικαίωμα διορισμού μελών για τα Διοικητικά Δικαστήρια των κρατιδίων και η διαδικασία διορισμού καθορίζονται από το κρατιδιακό δίκαιο βάσει ίσων αρχών.
    6. Τα άρθρα 10 παρ. 1 υποπερ. 3, 10 παρ. 1, υποπαρ. 8, 11 παρ. 2, 14α παρ. 5 πρώτο εδάφιο, 14β παρ. 5 δεύτερο εδάφιο, 15 παρ. 6 τελευταίο εδάφιο, 18 παρ. 5, 22, 23στ παρ. 2, 42α, 43, 49 παρ. 2, 50 παρ. 2 και 3, 97 παρ. 2 και 4, 101α, 102 παρ. 2, 117 παρ. 8, 118 παρ. 3 υποπαρ. 9, 127γ υποπαρ. 3, 140α, 147 παρ. 3, 148α παρ. 3 υποπαρ. 3 και 148β παρ. 1 πρώτο εδάφιο στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. 51/2012 καθώς και το άρθρο 131 παρ. 3 στην έκδοση του άρθρου 1 υποπερ. 61 και το άρθρο 134 παρ. 3 στην έκδοση του άρθρου 1 υποπερ. 62 αυτού του ομοσπονδιακού νόμου αρχίζουν να ισχύουν μετά τη λήξη του μήνα της έκδοσης. Ταυτόχρονα, τα άρθρα 15 παρ. 5, 98 και 127γ παύουν να ισχύουν. Τα άρθρα 10 παρ. 1 υποπαρ. 1, 11 παρ. 9 (νέα παρ. 7), 12 παρ. 4 (νέα παρ. 2), 20 παρ. 2, 21 παρ. 1 τελευταίο εδάφιο, 81β παρ. 3 πρώτο εδάφιο, ο τίτλος του κεφαλαίου Β του τρίτου κύριου μέρους, τα άρθρα 82 παρ. 1, 83 παρ. 1, 86 παρ. 1, 87 παρ. 3, 88 παρ. 2 και 3, 88α, 89 παρ. 1 έως 3 και 5, 90 παρ. 1 , 90α, 94, 109, 112, 115 παρ. 2, 118 παρ. 4, 119α παρ. 9, τα άρθρα 129 έως 136 συμπεριλαμβανομένων των τίτλων των κεφαλαίων (κεφάλαιο Α νέο του έβδομου κύριου μέρους), τον τίτλο του κεφαλαίου Δ (νέο κεφάλαιο Β) του έβδομου κύριου μέρους, τα άρθρα 138 παρ. 1 υποπερ. 2, 139 παρ. 1, 3 και 4 πρώτο εδάφιο, 139α, 140 παρ. 1, 3 τελευταίο εδάφιο και 4 πρώτο εδάφιο, 141 παρ. 1, 144, 147 παρ. 8, 148θ παρ. 1 και 2 και το τεκμήριο στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. αρ. 51/2012 αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2014. Ταυτόχρονα τα άρθρα 11 παρ. 7 και 8, 12 παρ. 2 και 3, 14β παρ. 6, 15 παρ. 7, 81α παρ. 4 τελευταίο εδάφιο, 81γ παρ. 3, 103 παρ. 4, 111, 119α παρ. 5, 141 παρ. 3, 144α και 148ε καθίστανται άκυρα.
    7. Την 1η Ιανουαρίου 2014, το Δικαστήριο Ασύλου γίνεται Διοικητικό Δικαστήριο της Ομοσπονδίας. Τα μέλη του Δικαστηρίου Ασύλου γίνονται μέλη του Διοικητικού Δικαστηρίου της Ομοσπονδίας.
    8. Την 1η Ιανουαρίου 2014 διαλύονται οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Γερουσίες των κρατιδίων, το Ομοσπονδιακό Γραφείο Διαγωνισμών και η Ανεξάρτητη Γερουσία Οικονομικών (Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές). Επιπλέον, οι Διοικητικές Αρχές που αναφέρονται στο τεκμήριο (άλλες Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές) διαλύονται. Η δικαιοδοσία για τη συνέχιση της διαδικασίας που εκκρεμεί κατά τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2013 σε αυτές τις αρχές, καθώς και η διαδικασία που εκκρεμεί στις εποπτικές αρχές για τις αντιπροσωπεύσεις (άρθρο 119α παράγραφος 5) παραπέμπνται στα Διοικητικά Δικαστήρια. Αυτό ισχύει επίσης για διαδικασίες που εκκρεμούν σε άλλες αρχές στις οποίες αυτές οι αρχές μπορεί να είναι ανώτερη αρχή επί της ουσίας ή Ανώτερη Αρχή κατά τη διάρκεια της προσφυγής, με εξαίρεση τα όργανα του δήμου.
    9. Τα Διοικητικά Δικαστήρια αντικαθιστούν τις Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, άλλες Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές και, στο βαθμό που αφορούν τις διαδικασίες καταγγελίας, όλες τις άλλες Διοικητικές Αρχές, εκτός από εκείνες των Διοικητικών Αρχών που έχουν αποφασίσει σε πρώτο και τελευταίο στάδιο ή είχαν αναλάβει την ευθύνη να αποφασίσουν, ως καθώς και με εξαίρεση τα όργανα του δήμου, να αντικαταστήσουν τα Διοικητικά Δικαστήρια σε διαδικασίες που εκκρεμούν στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο και στο Συνταγματικό Δικαστήριο κατά τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2013. Μετά την περάτωση της διαδικασίας ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου σχετικά με την απόφαση ή την έλλειψη απόφασης μιας Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής ή ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου σχετικά με την απόφαση αυτής, η διαδικασία πρέπει τελικά να συνεχιστεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου.
    10. Το άρθρο 131 παρ. 3 στην έκδοση του άρθρου 1 υποπερ. 61 του Ομοσπονδιακού Νόμου BGBl. αρ. 51/2012 εξακολουθεί να εφαρμόζεται στις διαδικασίες καταγγελίας που εκκρεμούν στο (Ομοσπονδιακό) Διοικητικό Δικαστήριο κατά τη λήξη της 31ης Δεκεμβρίου 2013.
    11. Περαιτέρω λεπτομέρειες σχετικά με τη μετάβαση δικαιοδοσίας θα καθοριστούν από ομοσπονδιακό νόμο.
52. Τα άρθρα 50α έως 50δ στην έκδοση του ομοσπονδιακού νόμου BGBl. αρ. 65/2012 θα τεθούν σε ισχύ ταυτόχρονα με τη συμφωνία για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
53. Το άρθρο 10 παρ. 1 εδάφια 11 και 15 καθώς και το άρθρο 102 παρ. 2 όπως τροποποιήθηκε από τον ομοσπονδιακό νόμο BGBI. αρ. 59/2013 θα εκδοθεί έως το τέλος του μήνα μετά την έκδοση αυτού του ομοσπονδιακού νόμου.
54. Με τον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο BGBI.I αρ. 114/2013 όπως τροποποιήθηκε, τα ακόλουθα καθίστανται έγκυρα ή άκυρα:
    1. παρ. 51 υποπαρ. 4 και 6 από τις 6 Ιουνίου 2012,
    2. το άρθρο 49 παρ. 2 υποπαρ. 1 από την 1η Ιουλίου 2012,
    3. τα άρθρα 7 παρ. 4, 12 παρ. 1 υποπαρ. 1, 14α παρ. 1, 16 παρ. 5, 52 παρ. 4, 59β παρ. 1 υποπαρ. 2, 81α παρ. 1, 127 παρ. 8, 147 παρ. 6, 148στ καθώς και η υποσημείωση «*» στην παρ. 11 υποπαρ. 2 και η υποσημείωση σχετικά με τη διάταξη, έως το τέλος του μήνα της διακήρυξης αυτού του ομοσπονδιακού συνταγματικού νόμου,
    4. το άρθρο 94 παρ. 2 από την 1η Ιανουαρίου 2014,
    5. τα άρθρα 89 παρ. 2 έως 4, 139 παρ. 1, 1α, 1β, τρίτο εδάφιο, 4 και 7 και 140 παρ. 1, 1α, 1β, τρίτο εδάφιο, 4 και 8 από την 1η Ιανουαρίου 2015.
55. Τα άρθρα 6 παρ. 4, 10 παρ. 1 υποπαρ. 1, 130 παρ. 5 και 141 παρ. 1 υποπαρ. ζ όπως τροποποιήθηκε από τον ομοσπονδιακό συνταγματικό νόμο BGBI. αρ. 115/2013 αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2014.
56. Μαζί με τη σχολική αρχή - νόμος για τη μεταρρύθμιση της διοίκησης 2013, τίθεται σε ισχύ ο νόμος BGBI. αρ. 164/2013:
    1. το άρθρο 14 παρ. 5 περιπτώσεις α και β καθώς και εισαγωγική πρόταση του άρθρου 81β παρ. 1 με το τέλος της ημέρας δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Ομοσπονδιακής Νομοθεσίας,
    2. το άρθρο 81α παρ. 1 την 1η Σεπτεμβρίου 2013,
    3. τα άρθρα 14 παρ. 3 περίπτωση α, παρ. 4 περίπτωση α, άρθρο 81α παρ. 2 και 3, 81β παρ. 1 (εφόσον δεν αφορά το εδάφιο 1), 132 παρ. 1 και 4 καθώς και 133 παρ. 6 από την 1η Αυγούστου 2014.

Άρθρο 152

Η εκτέλεση αυτού του νόμου ανατίθεται στην Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση.