Πῶλε Θρηικίη
Συγγραφέας:
Μεταφραστής: Ηλίας Βουτιερίδης


Πῶλε Θρηικίη, τί δή με
λοξὸν ὄμμασι βλέπουσα
νηλέως φεύγεις, δοκεῖς δέ
μ' οὐδὲν εἰδέναι σοφόν;
ἴσθι τοι, καλῶς μὲν ἄν τοι
τὸν χαλινὸν ἐμβάλοιμι,
ἡνίας δ' ἔχων στρέφοιμί
σ' ἀμφὶ τέρματα δρόμου•
νῦν δὲ λειμῶνάς τε βόσκεαι
κοῦφά τε σκιρτῶσα παίζεις,
δεξιὸν γὰρ ἱπποπείρην
οὐκ ἔχεις ἐπεμβάτην.



Λυγερή μου φοραδούλα, πώς το μάτι σου με βλέπει
κι όλο φεύγεις και νομίζεις, τίποτα δεν ξέρω γώ;
Άκουμ' έχω να σου βάλω χαλινάρι, που σου πρέπει,
να το σφίγγω και στου δρόμου τες στροφές να σ' οδηγώ
τώρα βόσκεις στα λιβάδια, κι ελαφρή πηδάς στα δάση,
τί δεν βρέθηκε 'πιδέξιος καβαλάρης να σε πιάσει.

μετάφραση: Σιμ. Μενάρδος