Εις την ποθητή μου κόρη
Εἰς τὴν ποθητή μου κόρη Συγγραφέας: |
Δημοσιεύθηκε στο Εθνικόν Ημερολόγιον του Έτους 1892 του Κωνσταντίνου Σκόκου |
ΠΕΝΤΕ τελειόνουν σήμερα βασανισµένοι χρόνοι
ποῦ ’δῶ μονάχος μου πονῶ κ’ ἡ μοναξιὰ μὲ λυόνει·
ἄ! πέντε χρόνοι ’πέρασαν ποῦ σ’ ἄφηκα θλιμμένη
καὶ τόσο δακρυσμένη!
Ἑξῆντα μῆνες, κόρη μου, δὲν βλέπω τὴν μορφή σου
καὶ ’ς τὴν καρδιά μου δὲν γροικῶ τὸν ἦχο τῆς φωνῆς σου·
καὶ νἄξερες πώς θλίβομαι γιὰ σὲ... πῶς ὑποφέρω!…
ἄ! μόνος μου τὸ ξέρω.
Καὶ σύ, παιδί μου, αὔξησες, ἐγίνηκες µεγάλη,
ξένοι μοῦ λὲν’ ταὶς χάραις σου, ταὶς ἀρεταίς, τὰ κάλλη,
κ’ ἐγὼ πατέρας, λαχταρῶ κι’ ἀπὸ καρδιᾶς δακρύζω,
γιατὶ δὲν σὲ γνωρίζω!
Κἄποια ’λαφρὴ παρηγοριὰ ζητῶ ’ς τὰ γράμματά σου,
γιατὶ θαρρῶ σὰν νἄκουα τὴν ἴδια τὴν λαλιά σου·
διαβάζω κι’ ὀνειρεύομαι, καὶ τὰ φιλῶ καὶ κλαίω
μὲ τ’ ὄνειρο τ’ ὡραῖο.
Ἤθελ’ ἀκόμα νὰ μοῦ λές, παιδί μου κάθε ὥρα·
θυμᾶσαι τὸν παπάκη σου; τὸν ἀγαπᾶς καὶ τώρα;
θυμᾶσαι σὰν ἐκάναμε μαζὶ τὰ πατερμά σου
κοντὰ μὲ τὴν μαμά σου;
Ἦσαν ἐκεῖνοι μιὰ φορᾶ καιροὶ χαριτωμένοι,
Εἶχαν κι’ αὐτοὶ τὰ πάθη τους, ἀλλ’ ἤμασθ’ ἑνωμένοι!
κι’ ὅταν μαζί σου μαγικὰ ταὶς ὥραις μου ’περνοῦσα,
τὰ πάντα ’λησμονοῦσα.
Ἐλπίζω, ναί, ποῦ γλίγωρα θἄλθω νὰ σ’ ἀγκαλιάσω
καὶ μέραις ἄλλαις ἀκριβαὶς μαζί σου νὰ περάσω,
κι’ ὅλα τὰ πάθη ποῦ περνῶ ’ς τὴν λήθη νὰ τὰ θάψω
κι’ ἀπὸ χαρὰ νὰ κλάψω.
Ἀλλά, καθὼς τὸ σκέπτομαι νὰ φθάσῃ ’κείν’ ἡμέρα
ποῦ θὰ σὲ σφίξω ’ς τὴν καρδιὰ χρυσή μου θυγατέρα,
τέτοιος μὲ πιάνει στεναγμὸς, ποῦ τὴν χαρὰ φοβοῦμαι…
δυστυχισμένος ποὖμαι!
Ἀπὸ Ἀθήνας, 14 Ἰουνίου 1891.
Γ. Μαρτινελησ