Αττικαί ημέραι/Β
←Α. Ο πνευματισμός | Αττικαί ημέραι Συγγραφέας: Αναφορά των Ουγγρικών ίππων |
Γ. Statu quo ante→ |
Οι υποφαινόμενοι εβόσκομεν αμέριμνοι εις τους πίονας αγρούς και λειμώνας της πατρίδος μας μασσώντες ευδαιμόνως την νεοθαλή πόαν του φθινοπώρου, ότε μας ήλθεν η είδησις περί των εξοπλισμών της Ελλάδος και περί του προσεχούς καταναγκαστικού εκπατρισμού μας. Και κατ' αρχάς η είδησις δεν επιστεύθη· τόσον ήτο απροσδόκητος, ο δε κομίσας αυτήν νεαρός πώλος εδέχθη αρκετά λακτίσματα προς σωφρονισμόν, διότι ενόμισαν ότι ηστεΐζετο. Αλλ' ότε ήλθε μία φορβάς οδυρομένη και άπελπις επικυρούσα την είδησιν και διαβεβαιούσα ότι είδε και τους στρατιωτικούς απεσταλμένους προς ιππωνείαν, τότε συνήλθομεν όλοι και διεσκέφθημεν επί του πρακτέου.
Αν και έχομεν κοινήν με τους εχθρούς υμών την καταγωγήν, ημείς οι κάτοικοι της χώρας ταύτης, εν τούτοις με την υμετέραν χώραν συνδεόμεθα μάλλον φιλικώς. Γνωρίζομεν ότι εις τα ζυθοπωλεία της πρωτευούσης δεν είνε σπανία η εμφάνισις της ευσάρκου καλλονής των ημετέρων συμπολιτίδων, ότι εις τα εστιατόρια το έδεσμα ουγγαρία ευφραίνει τον πεινώντα στόμαχον πολλών πτωχών σπουδαστών και ότι εις τας ιπποδρομίας σας διέπρεψεν άλλοτε ο συμπατριώτης μας Νεφελέτζ. Διά τούτο η συνέλευσις απέκλινε μετά συμπαθείας εις την απόφασιν της μεταναστεύσεως, ότε μας ανεχαίτισε προβάς εις το μέσον γηραιός τις ομόφυλός μας. Ήτο φρικτός και ελεεινός την θέαν, το τρίχωμα του έλειπεν εκ του ενός μέρους και επί των νώτων του εφαίνοντο τα ίχνη φοβερών πληγών· ο είς των οφθαλμών του ήτο εξωρυγμένος, τα δε ώτα και η ουρά του ηκρωτηριασμένα.
«Αδελφοί! είπε, λαμβάνων τον λόγον, ακούσατέ με πριν προβήτε εις την απόφασίν σας και κατέλθετε εις την Ελλάδα. Προ έξ ετών καταληφθείς και εγώ υπό ενθουσιασμού ανεχώρησα μετά πολλών άλλων, ομοφύλων μας αγορασθέντων υπό της ελληνικής κυβερνήσεως. Υπέφερα πάσαν στέρησιν και κακουχίαν προθύμως, εφόνευσα δι' ενός λακτίσματος ένα άπιστον αλγερίνον ίππον, όστις ωρκίζετο εις τον προφήτην του ότι το ελληνικόν άχυρον δεν ήτο νόστιμον, και αφήκα να μου μαδήση την χαίτην ο άπειρος νεοσύλλεκτος, όστις μου έτυχεν ως αναβάτης· έσπασα τας οπλάς μου εις τας παρατάξεις και εις τας επιθεωρήσεις και τα γυμνάσια, ήκουσα αγορεύσεις και λόγους και ηυχαρίστησα τον Ύψιστον διότι καλούμεθα και είμεθα άλογα, αλλά μάχης καπνόν δεν είδα. Μετά τινας μήνας επωλούμην σκληρώς επί δημοπρασίας μετ' άλλων αθλίων συντρόφων μου, εις τόπον καλούμενον Δημοπρατήριον. Περιέπεσα εις χείρας ενός καρραγωγέως και η κατάστασις της ράχεώς μου μαρτυρεί περί της ευσπλαγχνίας του· έπειτα εις ένα μύλον, τον οποίον ηδύνατό τις εξαίρετα ν' αποκαλέση μύλον … της Έριδος, διότι συχνάκις ηρχόμην εις χείρας … δηλαδή εις πόδας, με ένα αυθάδη όνον όστις διεξεδίκει τα πρωτεία. Έπειτα εις την εξουσίαν του ιπποδαμαστού Δερσέν, όστις όμως μ' εξήρεσεν ως σωματικώς ανίκανον και με μετεπώλησεν εις ένα συμπατριώτην μας αγοράζοντα απομάχους ίππους διά το σφαγείον, από τας χείρας δε αυτού εξέφυγα και ευρίσκομαι εδώ. Αδελφοί, αναλογισθήτε τα παθήματά μου και σκεφθήτε πριν αποφασίσετε!»
Χρεμετισμοί επιδοκιμασίας υπεδέχθησαν τους λόγους τούτους και οι πρόκριτοι της ομηγύρεως συνελθόντες ευθύς απεφασίσαμεν να υποβάλωμεν την παρούσαν αναφοράν προς την κυβέρνησιν διά να δηλώσωμεν ότι, αν πρόκειται να πολεμήσωμεν πράγματι, είμεθα έτοιμοι να κατέλθωμεν. Αν πρόκειται όμως να υποβληθώμεν εις κακουχίας χάριν επιδείξεων και παρατάξεων, διά να ποξηρανθή το δέρμα επί των οστών μας ως η σταφίς επί των σπαγοστοιχιών ενός των εφευρετών μιας, των χιλίων μεθόδων της αποξηράνσεως της σταφίδος, αν θα πωληθώμεν εις το Αναβρυτήριον μεταξύ των παλαιών επίπλων, των μαχαιροπηρούνων και των φιλοσοφικών συγγραμμάτων, τότε δεν ερχόμεθα και καλύτερα θα κάμη η κυβέρνησις να προμηθευθή διά μέσου του κ. Μάιφαρτ ίππους εκ των εργοστασίων της Νυρεμβέργης, καταλληλοτέρους από ημάς διά τα μικρά καθώς και διά τα μεγάλα παιγνίδια. Ημείς δεν πωλούμεθα, διότι δεν είμεθα ούτε ψηφοφόροι ούτε δημοσιογράφοι, ούτε ειρηνοδίκαι· δεν στέργομεν δε να υποταχθώμεν εις την βίαν. Φωνάζομεν ευχαρίστως: ζήτω η Ουγγαρία, αλλ' ουδέποτε: ζήτω η Αγγαρεία!
(1885)