Tristesse D' Olympio
Tristesse D' Olympio Συγγραφέας: |
6.11.1935 |
Ἀνακατεύουμε τὰ πράματα γιατὶ δὲν γνωρίζουμε τὸ θάρρος
Πληρώνουμε μὲ ὑποσχέσεις μ' ἐλπίδες, μὲ γυναικείους στεναγμοὺς
Τὰ κενὰ ποὺ ἀφήνει ἡ σιωπὴ τῶν ὀνείρων μας
Εἴμεθα ὑπηρέτες ἑνὸς ἰδιότροπου Θεοῦ
Ποὺ δὲν ἀποκτᾶ ποτὲ πρόσωπο
Δὲν ἀπαντήσαμε τὴ φωνή του
Σὲ γυρίσματα καὶ σὲ τὶ ταξίδια
Εἴμεθα δάσκαλοι μιᾶς πονηρῆς ἐπιστήμης
Μαθαίνουμε γράμματα καὶ ἀριθμοὺς
Σὲ ὅσους ἀπὸ τὴ γέννα δὲν βολεύει δὲν πιάνει
Τὸ ψωμὶ τῆς γῆς ἡ κατοικία τῶν πατέρων
Λέμε πλήθια ψέματα καὶ μορφασμοὺς
Σ' ἐκείνους ποὺ σπρώχνει ὁ ἀγαθὸς ἄνεμος τῆς ζωῆς
Πρὸς τοὺς ὁρίζοντες καὶ τὴ μιὰ ἀλήθεια
Γιατὶ δὲν ἐπιστρέφουμε κεῖ ἀπ' ὅπου ξεκινήσαμε
Γιατὶ δὲν θὰ ρίξουμε στὸ γκρεμνὸ τοὺς κόπους καὶ τὶς φοβέρες μας
Γιατὶ δὲν θὰ γίνουμε ξανὰ μαθητές;
Φοβούμεθα μήπως ἐξασθενήσει ἡ περιωπὴ τῆς ὅρασης
Ποὺ κατέχουμε σὰν κόσμημα πλούσιο καὶ ἀκριβὸ
ἢ μᾶς τρομάζει μιὰ ἀλλόκοτη καὶ πείσμονη ἔγνοια·
ὁ χρόνος νὰ φύγει νὰ σβήσει κάτω ἀπ' τὰ πόδια μας;
Ἴσως ὁ νοῦς μας γυρεύει μιὰν ἀνοιξιάτικη ἀγκαλιὰ
Μιὰ γαλήνη οὐρανοῦ μιὰ καλοσύνη θάλασσας
Θέλει τὸ αἴσθημα τῆς χαρᾶς
Ποὺ μακριὰ ἐγκυμονεῖ ἡ μέρα
Νὰ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὰ δέντρα καὶ χλόη
Νά τρέχει πίσω ἀπὸ τά σύννεφα.
Καὶ τώρα τὰ στοιχεῖα λουφάζουν
Ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι πονοῦν
Σκεπασμένοι τὰ μοῦτρα μὲ κισσούς...