Το τραγούδι της Βρύσης

Το τραγούδι της Βρύσης
Συγγραφέας:


                                   
Της νερομάνας το στοιχειό
σαν παλληκάρι βγαίνει,
βγαίνει στον ήλιο να λιαστεί,
να παίξει και να χτενιστεί
με τ’ασημένοι χτένι.

Στης νερομάνας τήν ποριά
ομορφονιά διαβαίνει
και στο στοιχειό που νίβεται
την βλέπει και ευτύς κρύβεται
κι αλησμονάει το χτένι.

Μέσ’ στα καθάρια τα νερά
ξανοίγ η νια το χτένι,
μαζί το παίρνει και περά
και με τρανή κρυφή χαρά
για το χωριό πααίνει.

Της νερομάνας το στοιχειό
βγαίνει να βρεί το χτένι,
όμως του κάκου γύρεψε.
Κι οχ’ ! τότε η Μάνα στείρεψε.
στάλα νερό δε μένει.

Και το στοιχειό με το νερό
μέσα στης γής εμπαίνει.
Μπαίνει και πάει γοργά γοργά
της νιάς τα πόδια όπου νογά
πάει για να βρεί το χτένι.

Γροίκησε απόγειο το βουητό
βοσκός στο ρημοκκλήσι
και με την γκλίτσα χτύπησε
κι εδώ που η γής ετρύπησε,
ανάβρυσεν η βρύση.