Τὸ σκουληκάκι
Συγγραφέας:


Στάσου, Μαρία! - χαμήλωσε τὰ γαλανά σου μάτια,
σκουλῆκι ἀψήφιστο νὰ ἰδῇς,
ποῦ τὄχουν κάμῃ καταγῆς
τρία, τέσσερα κομμάτια.

Βλέπεις; - καθένα στρίφεται, πάει χώρια, καὶ λαβαίνει
δύναμη πάντα καὶ ζωή,
ὅσο, μὲ ὁλάκερο κορμί,
σκουλῆκι νέο νὰ γένῃ.

Πότε ζωαὶς ἀνθρώπιναις ἀνθρώπου ἀπομεινάρι
στοῦ κόσμου ἐγέννησε τὸ φῶς;
Ὄχι· ὁ περήφανος θνητὸς
δὲν ἔχει τέτοια χάρη.

Νἆταν αὐτό, θὰ σὤλεγα: μὲ μίαν ἀξίνα χύσου
καὶ κόψε με λιανὰ λιανά·
κάθε κομμάτι καὶ καρδιά,
κάθε καρδιά δική σου.