Το ζωντόρφανο κοράσι

Τὸ ζωντόρφανο κοράσι
Συγγραφέας:


Στ' ἅγιο σπίτι, ποῦ, μόλις γεννημένο,
τ' ἀθῶο παιδὶ τῆς ἁμαρτίας φωλιάζει,
ἑφτάχρονο κοράσι ἀσθενισμένο
λυόνει ὡς κερί· στὸ τέλος του πλησιάζει.

Γιὰ ναὔρῃ κἄποιο πλάσμα ὀνειρεμένο
ἐδῶ κ' ἐκεῖ μ' ἀνησυχία κυττάζει,
καί – πεθαινω, τὸ αἰσθάνομαι, πεθαίνω -
λέει τοῦ Παπᾶ, ποῦ ἀγάλια τὸ διαβάζει.

- Στὸ λαιμό μου ὁ σταυρὸς πάλε ἂς γυρίσῃ,
ὡς κρεμασμένος ἤτανε τὸ βράδυ,
ποῦ κάποιοι μέσα ἐδῶ μ' ἔχουν ἀφήσει.

Μ' ἐκεῖνο τ' ἅγιο ἀλάθευτο σημάδι,
- Τί λές, Παπᾶ; - δὲ θέλει μὲ γνωρίσει,
ὅταν ἔρθῃ καὶ ἡ μάνα μου στὸν ἅδη;