Της Δέσπως
Δημοτικό τραγούδι


Ἀχὸς βαρὺς ἀκούεται, πολλὰ τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σὲ γάµο ῥήχνονται, μήνα σὲ χαροκόπι;
Οὐδὲ σὲ γάµο ῥήχνονται οὐδὲ σὲ χαροχόπι,
ἡ Δέσπω κάνει πόλεµο μὲ νύφαις καὶ μ’ ἀγγόνια.
Ἀρβανιτιὰ τὴν πλάκωσε ’ς τοῦ Δημουλᾶ τὸν πύργο.
«Γιώργαινα, ῥῆξε τἄρµατα, δὲν εἶν’ ἐδῶ τὸ Σοῦλι.
Ἐδῶ εἶσαι σκλάβα τοῦ πασᾶ, σκλάβα τῶν Ἀρβανίτων.
Τὸ Σοῦλι κι’ ἂν προσκύνησε, κι’ ἂν τούρκεψε νἡ Κιάφα,
Ἡ Δέσπω ἀφέντες Λιάπηδες δὲν ἔκαμε, δὲν κάνει».
Δαυλὶ ’ς τὸ χέρι νἄρπαξε, κόραις καὶ νύφαις κράζει.
«Σκλάβαις Τουρκῶν μὴ ζήσωμε, παιδιὰ μ’, μαζί µου ἑλᾶτε».
Καὶ τὰ φυσέκια ἀνάψανε, κι’ ὅλοι φωτιὰ γενῆκαν.