Ταξειδεύτραις περιστέραις

Ταξειδεύτραις περιστέραις
Συγγραφέας:


Ψηλὰ στὸν αἰθέρα
τί πᾷς νὰ ζητήσῃς,
ἁγνὴ περιστέρα,
στολίδι τῆς φύσης;
Ξανάγυρε, ὡς πράζουν
αὐταὶς ποῦ σοῦ μοιάζουν.

Ἰδε ταις! - ἀπ' ὅπου
στὰ ξένα ταὶς παίρνουν,
γυρνοῦν καὶ τ' ἀνθρώπου
μηνύματα φέρνουν,
μὲ ἀμέριμνη βία
γιὰ ζέσταις καὶ κρύα.

Πατῶντας τὸ νόμο
τ' ἀνίλεου Θανάτου,
μὲ ἀντίστροφο δρόμο
γυρίζοντας κάτου,
μίαν εἴδηση δός μου
τοῦ ἀγνώριστου κόσμου.

Σὰν ἕνας τὴ μαύρη
ζωοῦλα του πάψῃ,
μὴν ἴσως, γιὰ ναὔρῃ
αὐτοὺς πὤχει κλάψει
πετάῃ δίχως κόπο
στὸν ἄπειρο τόπο;

Μὴν ὅσοι ἀνεβοῦνε
στὰ οὐράνια παλάτια
'ς αὐτοὺς ὁποῦ ζοῦνε
γυρίζουν τὰ μάτια,
καὶ τ' ἄνθια ζηλεύουν
ποῦ ἐδῶ ξαγναντεύουν;

Ἤ λούλουδα μύρια,
ποῦ φύλλο δὲν κλίνουν
γιὰ χιόνια ἢ λιοπύρια,
μαγεύουν καὶ σβύνουν
τὴ μνήμη τους ὅλη
στὸ θεῖο περιβόλι;

Γυρεύω ἀπὸ σένα
θεάρεστη πράξη.
Ὁ Χάρος, ὠϊμένα,
πολλοὺς μὤχει ἁρπάξει
στὴν ἄμετρη χώρα
ποῦ βρίσκεσαι τώρα.

Τοῦ πόνου μου ἡ φλέβα,
τὸ βλέπεις, ἀνοίγει.
Κατέβα! κατέβα!
Κ' ἐκεῖ ποῦ μὲ πνίγει,
μίαν εἴδηση δός μου
τοῦ ἀγνώριστου κόσμου.