Στὸ καλό
Συγγραφέας:


Τρέχα, λεβέντη μας
τρέχα, δελφίνι,
πέρα στὴ θάλασσα
τὴν ἀκουστή,
ποῦ πλῆθος αἵματα
καὶ δάκρυα πίνει
ἀπὸ τὸ μαῦρο της
ἀνδρεῖο νησί.

Ἀπόψε ὁλότελα
στὸ περιγιάλι
ἀντάρας χτύπημα
δὲν ἀγροικᾷς·
λὲς καὶ τὸ πέλαγο
βοὴ καὶ ζάλη
γιὰ σένα ἐδάνεισε
ξάφνου 'ς ἐμᾶς.

Φωναὶς ὁλόχαραις,
ἐγκάρδιοι χτύποι,
μάτια κατάβρεχα
σὲ ἀκολουθοῦν·
θαρρεῖς ποῦ θέλησαν
χαρὰ καὶ λύπη
ἀπόψε μέσα μας
ν' ἀγκαλιαστοῦν.

Παρόμοια κλάϋματα
μαζί μας χῦνε,
καὶ πές, Βασίλισσα,
στὸ Βασιλιά:
Κύττα! τὸ τέκνο μας
παιδί τους εἶναι·
ὅλοι τὸ εὐχήθηκαν
μὲ μία καρδιά.

Ἐκεῖ κατάγναντα
ποῦ τὸ φεγγάρι
στὸ κῦμα χάραξε
δρόμο ἀργυρό,
τὸ μέγα Φάντασμα
τ' ἀνδρείου Κανάρη
μ' ἀλαφροπάτημα,
κινάει γοργό.

Ναί· στὰ καράβια σου
κοντοζυγόνει
καὶ τ' ἀστροπέλεκα
ποῦ ἐκεῖνα κλειοῦν,
μὲ μία φλογόβολη
ματιά του μόνη
λὲς κ' ἑτοιμάζονται
νὰ πεταχτοῦν.

Βιάση ἀνυπόμονη
τὸν Ἴσκιο πιάνει
σὲ τέτοιο μέτωπο
βασιλικὸ
νὰ ἰδῇ τῆς δόξας του
τ' ὡραῖο στεφάνι,
καὶ λέει βροντόφωνα
μὲ τὸ λαό:

Τρέχα, λεβέντη μας,
τρέχα, δελφίνι,
πέρα στὴ θάλασσα
τὴν ἀκουστή,
ποῦ πλῆθος αἵματα
καὶ δάκρυα πίνει
ἀπὸ τὸ μαῦρο της
ἀνδρεῖο νησί.