Στον ποιητή
Συγγραφέας:


 
Ζῆ πάντα ἡ ἄδολη πηγὴ κι' ἁπλώνει τὰ νερά της,
τ' ἀνάβρυτά της τὰ νερά, τ' ἀκοίμητα καὶ πλάνα,
σὲ κάθε ρίζα ποὺ διψάει καὶ σπόρο ποὺ προσμένει.
Μὲ σιγαλὸ κελάιδισμα περνάει καὶ μουρμουρίζει
γύρω σ' ἀνθούς, χλωμοὺς ἀνθούς, ἰσκιοθρεμμένους κρίνους
εἴτε γοργὴ καὶ πρόσχαρη στὸ διάπλατο λαγκάδι
τρέχει νὰ δείξη ἀταίριαστα τὰ κάλλη τῆς τὰ μύρια,
καὶ βρέχει τὰ παρθενικὰ κι' ὠριόφαντά της δῶρα
στοὺς κλώνους τῶν κυπαρισσιῶν, στὰ φύλλα τῶν πλατάνων
Ζῆ πάντ' ἀθάνατη ἡ πηγή, καὶ πότε − ὢ τόλμη Θεία!
παίρνει ἕνα δρόμο τ' οὐρανοῦ, τὸν ἥλιο ν' ἀντικρύση
πότε σὲ βάθη ἀπάτητα γυρνάει καὶ λαμπαδίζει.
Κ' εἶν' ἡ θωριά της ἀστραπὴ καὶ πέλαγο ἡ φωνή της
ποὺ μανισμένα κύματα φρυμάζουν στ' ἅπλωμά του…
Ἀκοῦς τὸν ἦχο ποὺ ἔρχεται, τὴ φλόγα ποὺ ἀνεβαίνει;
Θέ! καὶ ποτάμι ἁγνό, τρανό, βαθὺ θὰ γίνῃ ἡ βρύση
ποὺ κάθε βράχο καὶ φραγὴ θὰ σύρη στὴν ὁρμή του,
καὶ θ' ἁπλωθῆ καὶ θὰ χυθῆ τὸν κόσμο νὰ νικήση!

Φλεβάρης 1898

Γιὰ τὴν ἑκατονταετηρίδα τοῦ Σολωμοῦ.