Ρωτούσα ἐγώ: μὲ τὴ λαμπρή του ἀχτίδα πόθε τ' ὡραῖο στὸν Παλαμᾶ πηγάζει; Ἀλλ' ἐρώτηση τέτοια, εὐθὺς ποῦ σ' εἶδα, ἔπαψε πλέον τὸ στόμα μου νὰ βγάζῃ.