Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
 13 





Θʹ.

Τὸ βῆμά μου πῶς νὰ τὸ σταματήσω,
Ἄν σεῖς ἀγρύπνιαις μ’ ἔχετε νικήσει,
Δύναμις ἰσχυρὰ πάλε θ’ ἀνθήσει
’Σ τὴν ψυχὴ, ποῦ ποθῶ νὰ καλλωπίσω.

Ἐμπρὸς φτερὰ τῆς διανοίας μου. Ὀπίσω
Ἡ ἄνανδρη καρδιὰ μόνη ἂς γυρίσῃ.
Αὐτὴ ταῖς δάφναις θέλει νὰ μαδήσῃ,
Ἐγὼ μ’ αὐταῖς, ψυχὴ, θὰ σὲ στολίσω.

Ἀνοῖξτε τὸν Παράδεισον, ἀγγέλοι,
Γιατί νὰ μὲ στερῆτε τὴν θωριά της
Ὅταν αὐτὴ ἀπ’ τὸν κόσμο μὲ στερίζῃ;

Ἀνοῖξτε, κ’ ἡ ψυχή μου ἄλλο δὲν θέλει,
Παρὰ νὰ ἰδῇ πῶς ἡ γλυκειὰ θεά της,
Χωρὶς φτερὰ μ’ ἀγγέλους συμβαδίζει!