ΙΩΑΝΝΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΒΟΕΒΟΔΑ
ΚΡΙΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΣΟΦΟΝ
ἢ διάλεξις τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σώμα
Ἤθελα καὶ ἐπιθύμον (καθώς μου φαίνεται) νά σε γνωρίσω, ὢ μεγάλαυχε, πλάνε, καὶ πρόσκαιρε κόσμε. ποῖος σε ἔκτισε. καὶ τί εἶσαι. καὶ ἀπὸ τί καιρὸν εἶσαι. καὶ ἀφόντις εἶσαι πῶς πορεύεσαι.
Ἐγὼ εἶμαι πόιημα καὶ πλάσμα τοῦ αἲωνίου βασιλέως, καὶ εἶμαι ἕνα περιβόλι γεμάτον ἀπὸ δένδρη. ἢ δένδρα γεμάτα καρποὺς, καὶ ἀληθέστερα, εἶμαι θησαυροφυλάκιον γεμάτον ἀπὸ ὅλα τὰ καλὰ. καὶ εἶναι ζσζ χρόνιοι, ἀφόντις εἰς, τοῦτο τὸ εὔμορφον σχῆμα, ὁ Κύριος μὲ ἐκατασκεύασε. καὶ πορεύομαι μὲ τοὺς ἀνθρώπους, καὶ οἱ ἄνυρωποι μὲ τοῦ λόγου μου
Βέβαια πῶς εἶσαι πλάσμα Θεοῦ τὸ ἠξεύρω Καὶ τὸ πισυτεύω. ὁμοίως καὶ περιβόλι Γεμάτον ἀπὸ ἄνθη, ὅμως καθὼς καταλαμβάνω ἐγὼ, τὰ ἀνθήσου πάλιν ὀγλήγοεα μαραίνονται. Καὶ τὰ δένδρη καὶ οἱ καρποὶ τῶν δένδρων σου. Φοβοῦμαι νὰ μὴν εἶναι ὡσἂν ἐκεῖνο τὸ δένδρον, ὁποῦ ὁ Θεὸς ἐπρόσταξε τὸν ἀδὰμ νὰ μὴ φάγῃ, καὶ αὐτὸς τὴν προσταγὴν τοῦ θεοῦ