Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
51
Σ’ ἕνα κοφίνι διαλεχτό,
στὸ πιὸ καλὸ κυψέλι,
λάμπει κι’ ἀστράφτει κἄτι τί.
Ξανθὸ κερὶ δὲν εἶν’ αὐτό,
γλυκὸ δὲν εἶναι μέλι,
εἶν’ ἐκκλησιὰ πελεκητή!
Οἱ τροῦλοι λές κι’ εἶν’ οὐρανοί,
πυκνά οἱ στύλοι δάση,
καὶ Οἰκουμέν’ ἡ πατωσιά.
Ποτὲ χριστιανικὴ φωνὴ
Θεὸ δὲν θὰ δοξάσῃ
σὲ πιὸ καλήτερ’ ἐκκλησιά!
Μὲ τὴν ’ματιά του προχωρεῖ
μέσ’ στ’ Ἅγιο-βῆμα μνίσκει,
ποῦ τὸ φωτίζει μι’ ἀντηλιά·
στὴν Ἅγια-τράπεζα θωρεῖ,
στὸν Ἀστερίσκο ’βρίσκει
τ’ ἀντίδωρο τοῦ βασιλιᾶ!
Στὸν θρόνο ’μπρὸς μὲ συστολὴ
βαθειὰ μετάνοια κάνει,
δείχνει τὸ σχέδιο τοῦ ναοῦ.
—Εἴμεθα ὅλ’ ἁμαρτωλοί,
κανένας μας δὲν φθάνει
τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ.
Ε 2