Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/273

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
261


“Ὅποιος δουλεύει τὸν Θεό, δὲν παραργεῖ!
Ἡ προσευχὴ καθ’ ἔργον εὐοδόνει.
Ὅποιος ἐμβαίνει σ’ ἐκκλησιὰ ποῦ λειτουργεῖ,
ἀπὸ κινδύνους κι’ ἀπ’ ἐχθροὺς γλυτόνει!”
Καὶ μὲ θρῃσκεία στὴν καρδιά, Θεὸ στὸν νοῦ,
τὸ μονοπάτι παίρνει τ’ ἁψηλοῦ βουνοῦ·
μὲ φτερωμένα πόδια τ’ ἀναβαίνει,
στὸ παρακκλῆσι προσκυνᾷ κ’ ἐμβαίνει.

Ἕν’ ἀσκητὴν εὑρίσκει, ποῦ τὴν ἱερὴ
μετάληψην ἐπρόθετε κ’ εὐλόγει.
Ἕν’ ἀναγνώστη στὸ στασίδι δὲν θωρεῖ,
κανέναν ἰσοκράτη στ’ ἀναλόγι.
Καὶ οἱ ὀλίγοι Χριστιανοὶ στὴν ἐκκλησιὰ
γιὰ ψάλτη καρτεροῦν μ’ ἀνυπομονησιά.
Ὁ Σοφιανὸς δὲν εἰμπορεῖ ν’ ἀφήσῃ—
Ποιός ἄλλος θἄρθ’ ἐδῶ νὰ βοηθήσῃ;

Στὸν Ὄρθρο, πιάνει τὸν Ἑξάψαλμο λαλεῖ·
Στοὺς Αἴνους, τὴν Δοξολογία ψάλλει.
Στὴν Λειτουργία, μὲ χαρὰ καὶ συστολή,
λαλῶντας τὸν Ἀπόστολο προβάλλει.
Ψάλλει στὸ “Ἄξιόν ἐστιν” ἕνα Εἱρμόν·
διαβάζει τὸ Πιστεύω, τὸ Πάτερ ἡμῶν—
Στὸ “Μετὰ φόβου” μιὰ μετάνοια κάνει,
κι’ ἀπαὶ κινᾷ καὶ στὸ Ντερβένι φθάνει.