Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/217

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
205


Πότ’ ἐπαίνεσε τοὺς ἤχους,
ποῦ μελάζεις σὺ κ’ ἐγώ;
Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ τοῦ ’ποῦμε,
’γὼ καὶ σὺ κι’ ὁ κὺρ Μητάκος
εἰς τὴν χώραν ὅπου ζοῦμε
πόσ’ ἀπίδια βάλλ’ ὁ σάκκος!

Μὴν τὸν εἶδ’ αὐτὸν κανείς σας
εἰς τὰ θέατρα, καϋμένοι,
τῶν σκηνῶν τὰς βασιλίσσας
μὲ ποιήματα νὰ ῥαίνῃ;
Μὴν ἀκούσθη στὴν Ἀθήνα,
πῶς τοῦ ’πῆρε μιὰ βολά,
σὰν ἑμᾶς, μιὰ θεατρίνα
τὸ πουγγὶ καὶ τὰ μυαλά;
Τί λοιπὸν τὸν καρτεροῦμε,
’γὼ καὶ σὺ κι’ ὁ κὺρ Μητάκος
καὶ δὲν ’πᾶμε νὰ τοῦ ’ποῦμε
πόσ’ ἀπίδια βάλλ’ ὁ σάκκος;

Λέγουν τάχατες, πῶς εἶναι
ἕνας ποῦ γελᾷ καὶ κλαίει·
πῶς τ’ ἀρέσκουν αἱ Ἀθῆναι,
κι’ ὄχ’ ἐμεῖς οἱ Ἀθηναῖοι.
Καὶ θρηνεῖ, πῶς τὴν Ἑλλάδα
τὴν ἀρμέγουν φοβερὰ