Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/205

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
193


ποῦ γυρνᾷς μὲ περισσὴ
’ξιππασιὰ μὲσ’ στὸ κεφάλι;

Κι’ ἀπὸ μιὰ μπουκιὰ παιδί,
μοῦ φορᾷς τὸ καλαμάρι,
καὶ βαρᾷς κάθε χορδὴ
μὲ τὸ δόλιο σου δοξάρι;—

Σὰν μ’ ἐρώτησεν αὐτὰ
μὲ τὰ χείλη σαλιασμένα,
τὴν κυττάζω θαρρετά,
καὶ τῆς λέγω πεισμωμένα.

—Τί θαρρεῖς! Σὰν τὰ παιδιά,
ποῦ ζαρόνουν σταὶς γωνιαίς σας;
’Γὼ ’χω νοῦ, κ’ ἔχω καρδιά,
κ’ εἶμαι γυιὸς τὴς Μιχαλιέσσας!

Καί, σὰν θέλ’ ἡ Παναγιά,
θενὰ γείνω δίχως ἄλλο
μέσ’ στῆς Θρᾴκης τὰ χωριὰ
ὑποκείμενο μεγάλο!

—Βρέ, βρέ, βρέ! Ἄμ’ τί θὰ ’πῇ!
Καὶ γιατὶ δὰ τάχατ’ ὄχι;
Αὐτὸ εἶναι προκοπή!
Βλέπεις, ἡ γενιά σας τὤχει.

Ο