Ἀνάθεμά τον τὸν Χειμό,
τὸν γέρο τὸν Γενάρη!
Δὲν ἔχει γι’ ἄρρωστους καϋμό,
γι’ ἀγαπημένους χάρη.
Μόν’ κάμνει παγωνιὰ πολλή,
κλεῖ μέσα τὴν κυρά μου·
κ’ ἐγὼ στεροῦμαι τὸ φιλί,
κι’ αὐτὴ τὴν συντυχιά μου!
Παππᾶ, τὸ χέρι σου φιλῶ -
Ποῦ νἄχω τὴν εὐχή σου!
Καὶ τὸν Θεὸ παρακαλῶ
νὰ σώσῃ τὴν ψυχή σου.
Μὲ παίρνεις τώρα τῶν Φωτῶ’
μαζί σου νὰ γυρίσω,
τὸν Ἁγιασμὸ νὰ σοῦ κρατῶ,
νὰ σοῦ κρατῶ τὸ ἴσο;