Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/137

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
125


μόνο θλιμμένα καὶ βαριὰ
τὰ χείλη γαργαλεύει:
—Ὤ, δῶστε μ’ εὔσπλαχνη καρδιὰ
ἕν ἄσπρο καὶ σ’ ἐμένα,
νὰ μνημονέψω τὰ παιδιά,
ποῦ μ’ ἔχουν ’σκοτωμένα!-

Ἡ θλίψη ἔσκαψε πολλὰ
στὴν ὄψη της αὐλάκια,
ποῦ τῆς ἐρρεῦσαν τὰ θολὰ
ποτάμι’ ἀπ’ τὰ ’ματάκια.
Ἐχάλασε, κ’ ἔχει σταθῆ
τοῦ νοῦ της τ’ ὡρολόγι.
Στὸ καύκαλό του τὸ βαθὺ
γυρνοῦν μόνον οἱ λόγοι:
—Ὤ, δῶστε μ’ εὔσπλαχνη καρδιὰ
ἕν ἄσπρο καὶ σ’ ἐμένα,
νὰ μνημονέψω τὰ παιδιά,
ποῦ μ’ ἔχουν ’σκοτωμένα!

Σὰν λυσσιασμένα τὰ σκυλιὰ
’χυμήσανε, ’προφθάξαν!
Σὰν ’φίδια ’μπῆκαν στὴν φωλιὰ
καὶ μοῦ τὴν ἐρημάξαν!
Σὰν κουκουβάγια μοναχή,
ποῦ μέσ’ στὸν κάμπο κλαίει,