Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/135

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
123


Κι’ ἂν θέτε κι’ ἄλλα, αὐτός, τ’ ὀμόνω,
θὰ σᾶς τὰ φέρῃ στὴν στιγμή.
Ἀφῆστε τὴν ζωή μου μόνο,
ἀφῆστε μόνο τὴν τιμή!
Γιατὶ μιὰ κόρη κολασμένη
πῶς νὰ καλέσῃ στὰ χωριά:
—Φέρτε τὰ στέφανα, φέρτε κεριά,
γιατ’ ὁ γαμβρὸς μὲ περιμένει;—

’Ψηλὰ στὴν ὄχθη γονατίζει,
νομίζει κάποιος τὴν κρατεῖ.
Κάποιος τὴν μάχεται νομίζει,
νὰ τὸν ξεφύγ’ ἀδυνατεῖ.
Καὶ κράζει, μ’ ὄψ’ ἀπελπισμένη
καὶ μὲ νεκρόχλωμη θωριά:
—Φέρτε τὰ στέφανα! Φέρτε κεριά,
γιατ’ ὁ γαμβρὸς μὲ περιμένει!

Ἀπὸ τὴν ὄχθη ξεπετιέται,
πέφτει στῆς λίμνης τὰ νερά!
Ἡ λίμν’ ἀνοίγει καὶ σκορπιέται,
καὶ ξανακλείει θλιβερά!..
Κ’ ἔξ’ ἀπ’ τὴν ἄβυσσο δὲν μένει
παρὰ ἡ φωνή της ἡ βαρειά:
—Φέρτε τὰ στέφανα! Φέρτε κεριά,
γιατ’ ὁ γαμβρὸς μὲ περιμένει!..