Σελίδα:Athides Aurai Georgios Vizyinos.djvu/131

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
119


Γιατ’ εἶναι μόνο κι’ ἀκριβό,
καὶ τὤχω μάθει γράμματα·
καὶ ζῶ, κ’ ἐλπίζω, καὶ τραβῶ
τὰ βαρετὰ γεράματα,
—σὰν μ’ ἄφηκες ’δῶ κάτου
σὰν γιώτα μοναχή—
νὰ ’βρῶ στὴν ἀγκαλιά του
ὀλίγ’ ἀναψυχή.—

Κάποιος στὴν θύρα της χτυπᾷ!—
Δυὸ λόγια τῆς ἐγράψανε:
Xωρὶς ’βαγγέλιο καὶ παππᾶ
τ’ ἀγόρι της τὸ ’θάψανε!..
Δὲν ’πρόφθασε νὰ πάρῃ
τὴν εἴδησ’ ἡ πικρή,
’σωριάσθ’ ἀχνὸ κουφάρι,
κι’ ἀπέμεινε νεκρή!