Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
11
Καὶ πάλι παρακαλεστοὶ οἱ παλιοί μου φίλοι, οἱ θρύλοι,
Λὲς ἀπολνοῦν, σὰ μέλισσες ἀπ’ τὴν ξανθὴ κυψέλη,
Νεραϊδοποῦλες γαλανὲς κι ὅτι ἡ ψυχή μου θέλει,
Καὶ μάγια, καὶ χαμόγελα τοῦ ὀνείρου σ’ ὥριο δεῖλι.
Καὶ πλιά, ποὺ πλάϊ τὰ μάτια σου δὲ λάμπουνε σὰν ἥλιοι
Καὶ στάλα στάλα οἱ λόγοι σου δὲ στάζουνε τὸ μέλι,
Μηδὲ κι οἱ πόθοι ἁπλώνονται, μιὰν ἁπαλὴ νεφέλη,
Ποὺ κρύβει χίλια ἀτέλειωτα φιλιὰ χείλη μὲ χείλη.
Καὶ πλιά, ποὺ πλάϊ καὶ δίπλα μου ξένοι γιὰ μὲ ὅλες κι ὅλοι.
Μέσ’ στ’ ὄνειρο τὴν κύλησα τὴ λύπη ἀγάλια ἀγάλια,
Καὶ μοῦ στολίζει μ’ ἄνθια της πλῆθος τὸ περιβόλι.
Κ’ ἐκεῖ μὲ τὰ παράπονα καὶ μὲ τὰ παρακάλια
Μοῦ λέει πάλι γλυκόλογα—καρδοῦλα!—μιὰ νεράϊδα
Πάλι ἴδια ὡς τὴν ξανάκουσα, πάλι ἴδια ὡς τὴν ξανάειδα.
25