Σελίδα:13 Σονέττα (Ραμάς 1916).djvu/25

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
10

Φεγγάρι φέγγει ὁλόγιομο τὴ μαγεμένη πλάση,
Ἀχνόλευκοι ἴσκιοι ἁπλώνονται καὶ πλάϊ χλωμὲς μαυρίλες,
Καὶ ξεχωρίζουν ἁπαλὲς τῶν λόφων οἱ καμπύλες,
Γαληνεμένοι ὅλοι οἱ καημοὶ κι οἱ πόθοι ἔχουν φωλιάσει.
Σιωπὴ βαθειά, ποὺ καὶ τ’ αὐτὶ ξανοίγει μεσ’ στὰ δάση
Νὰ ρέουν στὸν κορμὸ οἱ χυμοί, στὰ φύλλα ἀνατριχίλες.
Τέτοια βραδιὰ μοῦ ἀνοίξανε τοῦ παραδείσου οἱ πύλες
Κι ἀνθοὺς μὲ τὴν ἀγάπη μου γιὰ μιὰ ζωὴ εἶχα μάσει.
Κ’ ἔδωσα στὰ λουλούδια της τὸ στῆθος μου γιὰ βάζο·
Καὶ θέλω τ’ ὄνειρο νὰ ζεῖ, τὸν πόνο νὰ σωπαίνει·
Καὶ τὰ κρυφὰ μελλούμενα γιὰ φανερὰ τὰ κράζω.
Κι ὅτι ἂν ἀπάντεχο συμβεῖ-τὦπε ἡ ξενιτεμένη-
Θ’ ἀνθεῖ ἡ ἀγάπη ἀμάραντη, τὸ νοιώθω καὶ τὸ τάζω,
Κι ἀκόμα ἂν ἔξαφνα φανεῖ πέρ’ ἀπ’ τὰ ξένα ξένη.

23