Σελίδα:13 Σονέττα (Ραμάς 1916).djvu/15

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
5

Μέρες καὶ μῆνες διάβαιναν γοργὰ ὅλο ἡσυχία,
Στρωτὰ ἀψεγάδιαστα νερὰ σὲ ἀκύμαντα πελάγη·
Τοὺς γύρο κόσμους κ’ ἐδικοὺς ξεχνᾶμε οἱ λωτοφάγοι,
Ζώντας τῆς μέθης τὰ ὄνειρα σὲ πόθων ἀναρχία.
Μὰ τὸ βαθὺ ἀποκάρωμα δὲν κράζεται εὐτυχία,
Ἄν τ’ ὄνειρο δὲν πιάνεται στῆς γνώσης τὴν ἁρπάγη,
Κι ἂν δὲν ἀγγίξουν τὴν ψυχὴ μὲ τὸ ραβδὶ κι οἱ μάγοι,
Ποὺ δείχνοντάς το ἡ ὀμορφιὰ μαγεύει τὰ στοιχεῖα.
Τρέχει ὁ καιρός! Καὶ μονομιᾶς τινάχθηκε ἀπ’ τὸ πάθος
Σὰ σπίθα, κάπιο κάκιωμα, κι ὅλα τοῦ νοῦ τὰ φῶτα
Φεγγοβολῆσαν κ’ ἔδειξαν πᾶσα ὀμορφιὰ στὸ βάθος.
Καὶ πιὰ δὲν ξεχαστήκαμε στὴν ἡσυχία σὰν πρῶτα,
Τὶ ὁλομερὶς παλαίβαμε νὰ χτίσομε τὸ φράχτη
—τοῦ κάκου!—στὸν ἀσπέδιστο τοῦ πάθους καταρράχτη.

13