Σελίδα:Τα ψηλά βουνά, 1918.djvu/174

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
172


1. Νανάρισμα.

Ὕπνε ποὺ παίρνεις τὰ μικρά, ἔλα, πάρε καὶ τοῦτο,
μικρὸ μικρὸ σοῦ τόδωσα, μεγάλο φέρε μού το·
μεγάλο σὰν ψηλὸ βουνό, ἴσιο σὰν κυπαρίσσι,
κι οἱ κλῶνοι του ν’ ἁπλώνωνται σ’ ἀνατολὴ καὶ δύση.




2. Τὸ ἀηδόνι.

Μέσα στὸ δάσος περπατῶ
κι ἀκούω τὰ πουλάκια.
Κάθε κλωνὶ
καὶ μιὰ φωνή,
σὲ κάθε δέντρο μουσική
χαρὲς καὶ τραγουδάκια.



Μὰ κεῖ ποὺ ἄλλα τραγουδοῦν
κι ἄλλα κρατοῦν τὸν ἴσο,
ἕνα πουλὶ
μικρὸ λαλεῖ
σὰ νὰ τοὺς λέη: «σωπᾶτε σεῖς,
ἐγὼ θὰ τραγουδήσω!»



Σωπάσαν ὅλα... Τὸ μικρὸ
πουλὶ τ’ ἀποστομώνει.
Εἶχαν λαλιὰ
τ’ ἄλλα πουλιά,
μὰ ἕνα ἦταν μοναχὰ
ἀπ’ ὅλα τους τ’ ἀηδόνι.