Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/67

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ63

τῶν Ἰταλίδων, τῆς Βεατρίκης, τῆς Λαύρας καὶ τῆς Ἑλεονώρας θὰ εἶχον οἱ Ἰταλοὶ Δάντη, Τάσσον καὶ Πετράρχαν. Καὶ ὄχι μόνον στίχοι, ἀλλὰ καὶ πολλὰ ἄλλα μεγάλα χρήσιμα ἢ εὔμορφα πράγματα ἔχουσι βεβαίως ἀρχὴν γυναικείαν. Ὅλοι γνωρίζουν ὅτι εἰς τὴν Ροδόπην χρεωστεῖται ἡ ἀνέγερσις τῆς τρίτης πυραμίδος καὶ εἰς τὰς ἔπειτα μετερχομένας τὸ αὐτὸ ἐπάγγελμα ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ με ταξοσκώληκος εἰς τὴν Εὐρώπην, τὰ χρυσᾶ ὑφάσματα τῆς Βεvετίας, ἡ ἁλιεία τῶν μαργαριτῶν, τὸ κυνήγιον τῶν στρουθοκαμήλων καὶ τὸ πελέκημα τῶν ἀδαμάντων. Χωρὶς τὴν Αἰκατερίνην Βʹ δὲν θὰ ἑβλάσταναν πιθανῶς φοίνικες εἰς τὴν Πετρούπολιν, οὔτε θὰ ἐγνωρίζαμεν χωρὶς τὴν κόμησσαν Δουβαρὺ τὴν γλυκύτητα τοῦ παγωμένου καμπανίτου. Καὶ δι’ αὐτὴν τὴν ἀνύψωσίν μας ὑπεράνω ἀπὸ τὰ ἐπίγεια, οὐχὶ τὴν φαντασιώδη τοῦ πνεύματος τῶν ποιητῶν καὶ τῶν παπάδων, ἀλλὰ τὴν πραγματικὴν τοῦ σώματος, πρέπει νὰ ἔχωμεν χάριν εἰς τὴν γυναῖκα. Ὁ πολὺς τῷ ὄντι Μογκολφιέρος, ὁ ὁποῖος, ὡς λέγεται, ἐγυναικοκρατεῖτο, διαταχθεὶς ἡμέραν τινὰ ὑπὸ τῆς γυναικός του νὰ ξηράνῃ τὸ ὑγρόν της μεσοφούστανον εἰς τὴν ἐστίαν, εἶδε τοῦτο κολπωθὲν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ ἀέρος ν’ ἀνυψωθῇ εἰς τὴν ὀροφὴν καὶ ἐφεῦρε τὸ ἀερόστατον τὴν ἐπιοῦσαν.

Οὐδὲν μετὰ ταῦτα τὸ παράδοξον ἄν, ζητήσαντες καὶ ἡμεῖς νὰ μάθωμεν πῶς ἔτυχε μίαν ἡμέραν ν’ ἀποδειχθῶσι καὶ οἱ πεζώτατοι Συριανοὶ ἁρματηλάται, εὕρημεν τὴν αἰτίαν εἰς τὰς Συριανάς. Ἡ Ἑρμούπολις, χάρις εἰς τὴν καλλιτέραν ποιότητα τοῦ ἐδάφους καὶ τῶν δημοτικών της ἀρχόντων, δὲν ἦτο ποτὲ λασπότοπος ὡς αἱ Ἀθῆναι. Εἶναι δὲ καὶ τόσον μικρά, ὥστε δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ εἶναι τις Ποσειδὼν διὰ νὰ τὴν διατρέξῃ μὲ δύο πηδήματα ἀπὸ τὸ Νησάκι ἕως τὰ Βαπόρια. Πλὴν τούτου οἱ ἐξοχικοί της οἶκοι εἶναι ὀλίγοι καὶ οἱ ὅνοι πολλοί. Οὐδεμία λοιπὸν θὰ ἐπαρουσιάζετο κατεπείγουσα χρεία ἅμαξῶν, ἂν δὲν ὑπῆρχε Συριανὴ Λέσχη καὶ δὲν ἐδίδοντο εἰς αὐτὴν χωροί, συνεπάγοντες φορέματα μὲ οὐρὰν καὶ ατλάζινα ὑποδήματα διὰ τὰς κυρίας ὡς καὶ λουστρίνια διὰ τοὺς ἐπιθυμοῦντας νὰ ἀρέσωσιν εἰς αὐτάς. Ἡ λάσπη, ὡς εἴπομεν, δὲν εἶναι ἐκεῖ πολλὴ καὶ σπανίως ὑψώνεται ἄνω τοῦ ἑνὸς δακτύλου. Καὶ τόση όμως ἦτο ἀρκετὴ διὰ νὰ μαυρίζῃ τὰ ἄσπρα καὶ νὰ ἀσπρίζῃ τὰ μαῦρα ὑποδήματα τῶν χορευτών.

Τὸ ζήτημα τῆς κατὰ τὰς βροχερὰς ἑσπέρας μεταβάσεως εἰς