Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/55

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ51

στρατῶνες, νοσοκομεῖα, πτωχοκομεῖα καὶ οἰκονομικὰ μαγειρεῖα. Ταῦτα λέγων οὐδόλως ἐννοῶ ν’ ἀμφισβητήσω τῶν πραγμάτων τούτων τὴν χρησιμότητα καὶ τὴν ἀνάγκην, ἀλλὰ νὰ εἴπω ὅτι δύσκολον εἶνε νὰ µακαρίσωμεν τὸν ἄνθρωπον δι’ ὅσα κατέστησεν ἀναγκαῖα ἢ κακὴ ποιότης τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς του, ἢ νὰ θεωρήσωμεν ὡς μικρὸν πλεονέκτημα τῶν ζώων τὸ νὰ δύνανται νὰ τρώγουν χωρὶς μαγείρους, νὰ ἐνδύωνται χωρὶς ῥάπτας, νὰ νυμφεύωνται χωρὶς παπᾶ, νὰ γεννῶνται ἄνευ τῆς βοηθείας μαμμῆς καὶ ν’ ἀποθνήσκουν ἄνευ τῆς συμπράξεως τοῦ ἰατροῦ ἢ τοῦ δημίου.

Τὰ ἀνωτέρω ἀρκοῦσι, πιστεύομεν, ν’ ἀποδείξωσι πόσον ἀπατῶνται οἱ θεωροῦντες ἄλογα τὰ ζῷα. Ἀληθὲς εἶνε ὅτι πλησιάζει νὰ ἐκλείψῃ ἡ γενεὰ τῶν φιλοσόφων θεωρούντων αὐτὰ ὡς εἶδος µηχανῶν, κινουμένων ὑπὸ μυστηριώδους τινὸς δυνάμεως, καθ’ ὃν περίπου τρόπον κινεῖ ὁ ἀτμὸς τὰς μηχανὰς τῶν ἀτμοπλοίων ἢ στρέφει ὁ ἄνεμος τὰς πτέρυγας τῶν ἀνεμομύλων. Τὴν δύναμιν ταύτην ὠνόμασαν ἔνστικτον, κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν σοφῶν ν’ ἀρκῶνται νὰ βαπτίζωσιν ὅσα δὲν δύνανται νὰ ἐξηγήσωσι, καὶ ἐθεώρουν αὐτὴν ὡς οὐδὲν ἔχουσαν κοινὸν πρὸς τὴν ψυχὴν καὶ τὴν διάνοιαν τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐκ τούτου ἀνεπίδεκτον ἀθανασίας. Ἡ γνώµη αὕτη ἀπηρχαιώθη πρὶν ἢ γηράσῃ, πολλοὶ ὅμως ἀπομένουσιν ἀκόμη οἱ στέργοντες μὲν νὰ παραδεχθῶσιν ὅτι ἔχουσι καὶ τὰ ζῷα ψυχήν, ἀλλὰ πεισματικῶς ἰσχυριζόμενοι ὅτι τὰ πάθη καὶ τὰ αἰσθήματα τῆς ζωικῆς ταύτης ψυχῆς οὐδὲν ἔχουσι κοινὸν πρὸς τὰ τῆς ἀνθρωπίνης. Πρὸς πλήρη ἀπόδειξιν ὅτι κατὰ τοῦτο ἀπατῶνται, ὅτι ὅχι μόνον ἔν συνόλῳ καὶ χονδρικῶς, ἀλλὰ καὶ εἰς αὐτὰς τὰς λεπτοτάτας τοῦ αἱσθήματος ἀποχρώσεις ὁμοιάζουσι πολλάκις ὡς δίδυμοι ἀδελφαὶ αἱ ψυχαὶ τῶν ζώων χαὶ τῶν ἀνθρώπων, νομίζω ἀρκοῦσαν τὴν κατωτέρω ἔκ τοῦ ὀρνιθῶνος µου ἱστορίαν.

Εἰς τὸν ὀρνιθῶνα ἢ μᾶλλον τὴν αὐλὴν τοῦ ἀγροτικοῦ ἐν Χίῳ πύργου, ὅπου ἔμενα τὸ θέρος πρὶν τὸν κρημνίσῃ ὁ σεισμός, συνέζη χαριτωμένου καὶ ἀγαπημένον ἀνδρόγυνον, ἀποτελούμενον ἐκ πετειναρίου καὶ ὀρνιθούλας, τοῦ εἴδους τὸ ὁποῖον ὀνομάζουν λειόπτερον οἱ ὀρνιθολόγοι καὶ ἀγνοῶ πῶς οἱ ὀρνιθοτρόφοι. Διακριτικὰ αὐτοῦ σημεῖα εἶνε τὸ μικρὸν μᾶλλον ἀνάστημα, τὸ λευκὸν χρῶμα, ἡ μεταξίνη τῶν πτερῶν ἁπαλότης, ἡ χάρις καὶ ἡ εὐκινησία. Ὅταν ἐκούρνιαζαν κρύπτοντα τὴν κεφαλήν των, ἐνόμιζέ τις ὅτι βλέπει