Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/29

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΑ25

καὶ ἐγὼ νὰ δοκιμάσω τὴν ἐπίδρασιν ἐπὶ τῆς φαντασίας καὶ τῶν αἰσθήσεων παντὸς χρωματισμοῦ τοῦ φωτός. Γλυκὺ ἦτο τὸ ῥόδινον καὶ ποιητικώτατον τὸ θαλασσοπράσινον, ἀλλ’ ἀσυγκρίτως διεγερτικώτερον αὐτῶν τὸ λάμπον διὰ τοῦ ξανθοχρύσου ὑαλίου ἀρχαίας ἐκκλησιαστικῆς κανδήλας.

Κατάλληλος πρὸ τῆς εἰσόδου εἰς τὸ τέμενος τοῦτο μυσταγωγία ἦσαν βεβαίως τὰ ἀρχιερατικὰ δεῖπνα, τὰ ὁποῖα μᾶς παρέθετεν ἡ Μιλανέζα. Πρὸς ἐκτίμησιν τῆς εὐλαβοῦς αὐτῆς προσηλώσεως εἰς τοὺς κανόνας καὶ τὰς παραδόσεις τῆς ὀρθοδόξου μαγειρικῆς ἀρκεῖ νὰ εἴπω, ὅτι τὸν ἀπαιτούμενον πρὸς βράσιμον τῶν αὐγῶν καιρὸν ὥριζεν ἀκριβέστατα διὰ τῆς ἀπαγγελίας δυὸ Aνe Μaria, καὶ πρώτη ἐδίδαξε τὸν εὐνοούμενον αὐτῆς ψαρᾶν νὰ σκοτώνῃ ἅμα ἐξήγοντο τοῦ δικτύου μὲ βελόνην τὰ μπαρμπούνια, πρὶν ἢ πικράνωσι τὴν σάρκαν των οἱ σπασμοὶ μακρᾶς ἀγωνίᾳς. Τὰς συναγρίδας ἔβραζε μὲ παντὸς εἴδους ἀρωματικὰ βότανα ἐντὸς ζωμοῦ ἀώρων πορτοκαλίων, καὶ τοὺς γάλλους, ἤ, ὡς τοὺς λέγουν οἱ Συριανοί, κούρκους ἔτρεφε μὲ μοσχοκάρυδα τρεῖς ἡμέρας πρὶν τοὺς σφάξῃ. Τὸ ἀριστούργημα ὅμως αὐτῆς ἦτο τὸ ἐφευρεθὲν ὑπὸ τοῦ Πάπα Κλήμεντος Γαγκανέλλη capon magro ἢ νηστίσιμον καπόνι, ὀψάριον δηλαδὴ καρυκευμένον μὲ χάβαρα, μύδια, γαρίδας καὶ παντοῖα ἄλλα θαλασσινά. Ἂν καὶ Συριανός, οὔτε λαίμαργος εἶμαι, οὔτε φαγᾶς, τὰ δὲ καλὰ γεύματα ἐξετίμων πρὸ πάντων διὰ τὴν ἔπειτα ἐπερχομένην ἱλαρὰν ἐκείνην τῆς ψυχῆς διάθεσιν, ἥτις μᾶς κάμνει νὰ λησμονῶμεν τὰ βάσανά μας καὶ νὰ βλέπωμεν ὡς διὰ μεγεθυντικοῦ φακοῦ πάσας του βίου τὰς ἀπολαύσεις. Τοιαύτην τινὰ εὐδιαθεσίαν φαίνονται ἐπιδιώκοντες οἱ ῥοφηταὶ ὀπίου καὶ χασίς. Ταῦτα ἔχουσι τὸ πλεονέκτημα νὰ εἶνε πρόχειρα καὶ εὐθηνά, πολὺ ὅμως ἀπέχει ἡ ἐξ αὐτῶν νοσηρὰ διέγερσις ἀπὸ τὴν μακαριότητα ἐκείνην, τὴν ὁποία γεννᾷ ἡ περὶ πολυτελῆ τράπεζαν σύγχρονος ἱκανοποίησις ὅλων ἡμῶν τῶν αἰσθήσεων, τὸ θάλπος τῆς ἑστίας, ἡ ἐπὶ τῶν ἀργυρῶν καὶ κρυσταλλίνων σκευῶν ἀντανάκλασις τοῦ φωτός, αἱ ἀναθυμιάσεις τῆς ἀνθοδόχης, τὸ θαλάσσιον ἄρωμα τῶν ὀστρειδίων, δυὸ ἢ τρία ποτήρια γέροντος οἴνου καὶ ἡ παρουσία νέας γυναικός, τῆς ὁποίας ἀνάπτει βαθμηδὸν ἡ ὄψις καὶ σπινθηρίζει τὸ βλέμμα.

Ὁ χειμὼν ἐπανέφερε τοὺς χοροὺς μὲ ὅλας αὐτῶν τὰς ἐνοχλήσεις καὶ ἀνησυχίας. Ταύτας ὅμως ἐμετρίαζε πολὺ ἡ καθ’ ἡμέραν