Σελίδα:Σκαραβαίοι και Τερρακότες (1919).pdf/115

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
ΚΑΡΔΙΑΣ ΕΡΕΙΠΙΑ
(Fr. Coppée)

Ησουν, καρδιά μου, μιὰ φορὰ Ρωμαϊκό παλάτι
ἀπὸ γρανίτες διαλεχτοὺς μάρμαρα δουλεμένα·
μά ἦρθαν τὰ πάθη, σὰ φυλὴ βαρβαρικὴ ποῦ ἐκράτει
φωτιὰ κι ἀξίνα, χαλασμό, σὲ χέρια ἀφωρεσμένα.

Ἐρείπια τότε κ’ ἐρημιά! καμμιὰ φωνὴ διαβάτη
μόνου κοράκια κι ὄχεντρες· χωρὶς λουλούδι ἕνα
κάμπους καὶ δρόμους κρύψανε τἀγκάθια καὶ οἱ βάτοι
καὶ σκόρπια μάρμαρα παντοῦ θὲ νἄβλεπες σπασμένα.

Νύχτες περνοῦσαν ἄναστρες, ἀνήλια μεσημέρια
καὶ στὰ χαλάσματά μου ἐμπρὸς μὲ σταυρωμένα χέρια
ἐζοῦσα χρόνια μοναχός, βαριὰ σὰν τὸ μολύβι.

Μὰ τέλος μπρόβαλες, ἁγνὴ σὰν τῆς αὐγῆς τὴ δρόσο
καὶ τὸ γλυκό μας ἔρωτα, τῶν δυό, γιὰ νὰ σπιτώσω
ἀπ’ τὰ συντρίμμια παλατιοῦ χτίζω μικρὸ καλύβι!

114