Σελίδα:Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους (Μωραϊτίδης).pdf/52

Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
52
ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ

ροῦσαν, ὅμως καὶ παρεκάλεσε τότε καὶ ἱκέτευσε τοὺς δικαστὰς μὲ πολλὰ δάκρυα, ἀκόμη δὲ καὶ διὰ νὰ κινήσῃ ὅσον τὸ δυνατὸν μεγαλυτέραν διὰ τὸν ἑαυτόν του τὴν συμπάθειαν τῶν δικαστῶν, ἔφερε καὶ παρουσίασεν ἐδῶ εἰς τὸ δικαστήριον καὶ τὰ παιδιὰ του, καὶ εἶπε καὶ ἦλθαν καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του καὶ φίλους, ἐγώ δέ, καθὼς καὶ ἦτο πρέπον δι’ ἐμὲ νὰ τὸ περιμένετε , τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν θὰ κάμω, καὶ μάλιστα ἀφοῦ κατὰ τὰ φαινόμενα διατρέχω τὸν ἔσχατον κίνδυνον τῆς ζωῆς μου.

Ταῦτα λοιπὸν ἀφοῦ συλλογισθῇ κανεὶς ἀπὸ σᾶς τοὺς δικαστάς, ἤθελεν ἴσως ἐξερεθισθῆ περισσότερον ἐναντίον μου καὶ ἐπάνω εἰς τὴν ἀγανάκτησιν του ἐξ αἰτίας αὐτῶν τούτων τῶν ἀναμνήσεων, ἤθελε δώσει μὲ ὀργὴν τὴν ψῆφον του. Ἐὰν ὅμως κανεὶς ἀπὸ σᾶς—ἂν καὶ δὲν ἠμπορῶ νὰ τὸ πιστεύσω — τοιαύτην γνώμην ἔχει, νομίζω ὅτι εἰς αὐτὸν ἠμπορῶ νὰ εἴπω δικαίως· ὦ ἀγαθὲ ἄνθρωπε, ἐγώ μὲν ἴσως δὲν εἶμαι μόνος εἰς τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἔχω καὶ κάποιους συγγενεῖς, διότι ἀκριβῶς κατὰ τὸν ὁμηρικὸν στίχον «ἐγὼ δὲν ἐγεννήθην οὔτε ἀπὸ πέτραν οὔτε ἀπὸ δρῦν»[1] ἀλλ’ ἀπὸ ἀνθρώπους, ὥστε καὶ συγγενεῖς ἔχω καὶ υἱοὺς[2], ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τρεῖς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ὁ ἕνας μέν, ὁ μεγαλύτερος, εἶνε μειράκιον πλέον, οἱ δὲ ἄλλοι δύο παιδία. Ἀλλ’ ὅμως κανένα ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ φέρω ἐδῶ, διὰ νὰ σᾶς παρακαλέσσω νὰ μὲ ἀθῳώσητε ἀπὸ εὐσπλαγχνίαν. Διατί δὲ ἀκριβῶς τίποτε ἀπὸ αὐτὰ δὲν θὰ κάμω; Ὄχι ἀπὸ φαντασμένην ἰσχυρογνωμοσύνην μου, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὔτε ἀπὸ καταφρόνησιν πρὸς σᾶς· ἀλλ’ ἐὰν μὲν ἐγὼ μὲ θαρραλέαν ψυχὴν ἀτενίζω πρὸς τὸν θάνατον ἢ ὄχι, αὐτὸ εἶνε ἄλλο ζήτημα. Τὸ βέβαιον ὅμως εἶνε ὅτι, ὡς πρὸς τὴν ἰδικήν μου τιμὴν καὶ τὴν ἰδικήν σας καὶ ὅλης τῆς πόλεως, δὲν μοῦ φαίνεται ὅτι εἶνε οὔτε ὡραῖον οὔτε ἔντιμον νὰ κάμω κανὲν ἀπὸ αὐτά, ἀφοῦ μάλιστα καὶ τόσον μεγάλην ἡλικίαν ἔχω καὶ φέρω αὐτὴν τὴν ἔνδοξον φήμην


  1. Ὀδυσ. Τ. 163.
  2. Υἱοὶ τοῦ Σωκράτους ἦσαν ὁ Λαμπροκλῆς, ὁ Σωφρονίσκος καὶ ὁ Μενέξενος.