Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
24

Ὡς εὐφημίαν ἄκων ἐκβάλλει
ἀπὸ τὸ στόμα πᾶς θεατής,
ὅταν ἀντίπαλον καταβάλλῃ
ἐν τοῖς ἀγῶσιν ὁ παλαιστής,
οὕτω τὸν Μέδοντα εὐφημοῦσι.
Θέλουν ὁ γέρων νὰ ὑπακούσῃ.
Ἀλλ’ ἀναβλέψας φαιδρὸς ἐκεῖνος
πρὸς τὸν δακρύσαντ’ αὑτοῦ υἱόν,
«Μάθε, τῷ εἶπε, πῶς ἀκινδύνως
δὲν θ’ ἀπατήσῃ τις τὸν Θεόν.

«Θέλει τὸ θεῖον τὰς ἐντολάς του
νὰ ἐκτελῶμεν μετὰ χαρᾶς,
καὶ τὰς καρδίας εἰς τὰς βουλάς του
θέλει νὰ κλίνωμεν καθαράς.
Τὴν ἀρετήν σου ἀναγνωρίζω·
τὰς εὐλογίας μου σοὶ χαρίζω·
πλὴν περισσότερος δὲν μᾶς μένει
πρὸς κατανάλωσιν ὁ καιρός.
Πᾶς Ἀθηναῖος ἂς ἀναμένῃ
τὴν σωτηρίαν του σταθερός.»