Σελίδα:Μελέτη 1 (1912).djvu/57

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
55
Η ΛΟΛΙΤΑ

(Πλησιάζει εἰς τὸ τραπεζάκι ποῦ εἶναι τὸ καπέλλο του καὶ τὸ πέρνει).

ΦΙΛΙΠΠΟΣ (Πρὸς τὴν Ἰουλίαν, σιγά). — Φεύγετε!... Φεύγετε!

ΙΟΥΛΙΑ (Πρὸς τὸν Φίλιππον, ὁμοίως). — Δὲν ἀκούσατε; (Μ’ ἕνα πικρὸ μειδίαμα). Εἶναι πολὺ ἀργά. (Δίδουσα αὐτῷ τὴν χεῖρα ὑψηλοφώνως). Χαίρετε, Κύριε Φίλιππε.

ΦΙΛΙΠΠΟΣ. — Μὴ μ’ ἀποχαιρετᾶτε ἀκόμη. Θὰ σᾶς συνοδεύσω.

ΚΩΣΤΑΣ (Ἐπανερχόμενος). — Εἰς τὸ ξενοδοχεῖον; Μ’ αὐτὸν τὸν καιρό; Ἀλλὰ εἶναι τρέλλα!

ΦΙΛΙΠΠΟΣ. — Κώστα, σὲ παρακαλῶ!...

ΚΩΣΤΑΣ. (Τονίζων πάντοτε ἑκάστην λέξιν). — Μὰ εἶναι τρέλλα! Εἶναι σωστὴ τρέλλα! Ἔπειτα δὲ’ θὰ μπορέσουμε νὰ φανοῦμε διόλου εὐγενεῖς πρὸς σένα. Ὅταν φεύγῃ κανεὶς σὲ μιὰ ὥρα, ἔχει τόσα πράγματα νὰ κάνῃ!... (Ἀμείλικτα): Ὑγίαινε Φίλιππε.

ΦΙΛΙΠΠΟΣ (Μὲ ἐγκαρτέρησιν). — Ὑγίαινε Κώστα. (Δίδουν τὰ χέρια τους. Μὲ φωνὴ βραχνὴ ἀπὸ συγκίνησιν). Χρηστίνα! Τὸ φῶς! (Πρὸς τὴν Ἰουλίαν ἐτοιμαζομένην νὰ τὸν ἀποχαιρετήσῃ καὶ πάλιν). Θὰ ἔλθω ὥς κάτω. (Μὲ φωνὴ πειὸ βραχνὴ). Χρηστίνα! (Ἐμφανίζεται ἡ Χρηστίνα με μιὰ λάμπα εἰς τὴν θύραν τοῦ βάθους).

ΚΩΣΤΑΣ (Ἐν ᾧ ἀπέρχονται). — Ἂς μὴ λυπόμαστε ἐν τούτοις, Φίλιππε. Εἶναι ἀλήθεια πῶς πᾶμε μακρυὰ καὶ ἴσως νὰ μὴν ξαναϊδωθοῦμε πλέον. Ποιὸς ξέρει ὅμως πάλι; (Κτυπῶν αὐτὸν ἐλαφρὰ εἰς τὸν ὦμον). Μόνο τὰ βουνὰ δὲν σμίγουνε.

(Ἐξαφανίζονται. Καὶ μετ’ ὀλίγον ἀκούεται ὁ θόρυβος ἀπομακρυνομένης ἁμάξης).

ΣΚΗΝΗ ΣΤ΄
ΦΙΛΙΠΠΟΣ καὶ ΧΡΗΣΤΙΝΑ
(Ὁ Φίλιππος ἐπανέρχεται κάτωχρος καὶ ἐν μεγίστῃ νευρικῇ ταραχῇ. Ἡ Χρηστίνα κρατοῦσα πάντοτε τὴν λάμπα, τὸν ἀκολουθεῖ μέχρι τῆς θύρας.)

ΧΡΗΣΤΙΝΑ (Μὲ γλυκύτητα). — Νὰ ἑτοιμάσω τὸ τραπέζι, Κύριε;

ΦΙΛΙΠΠΟΣ (ἠρέμα). — Ἄφησε ἀκόμη. Δὲν εἶναι καιρός.