Σελίδα:Λόγια της πλώρης (1924).djvu/215

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
Ναυάγια213

ἄμμο. Τὸν ἄνοιξε καλά· ἀπίθωσε πρῶτα τ’ ἀδέρφια, ἔπειτα τὸ ναύκληρο, κατόπιν τοὺς ναῦτες, κύλισε ἀπάνω πέτρες καὶ χάλαρα. Ἔπειτα ἔπιασε πάλι τὴ στράτα του κι’ ἔφτασε στὰ Θεραπειά. Βρίσκει τὸ βαπόρι, ἔφτασε πάλι στὸ μπάρκο του.

— Ἕτοιμα; ρωτᾶ τὸ γραμματικό.

— Ἕτοιμα.

— Βίρα ἄγκουρα!

Ὁ καπετὰν Ξυρίχης ἀμίλητος, ἔπιασε, τὴ θέση του στὸ κάσαρο κι’ ἐξακολουθήσαμε τὸ ταξίδι.