Σελίδα:Η βιογραφία του στρατηγού Γεωργίου Καραϊσκάκη.djvu/14

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
12
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

ἀλλὰ τελευταῖον ἐπέβλεψεν εὐμενῶς ἡ τύχη εἰς αὐτόν, καὶ ἔφυγε κρυφίως ἀπὸ τὴν φυλακήν.

Μόλις ᾐσθάνθη τὸν ἑαυτόν τοῦ ἐλεύθερον ἀπὸ τὰ δεσμά, καὶ ἀμέσως ἔδραμεν εἰς Ἄγραφα μὲ τὴν ἐπιθυμίαν τοῦ νὰ ἀναλάβῃ τὸν πρῶτον τρόπον τοῦ ζῆν διὰ νὰ ἐκδικηθῇ καὶ δι’ ὅσα ὑπέφερε. Κατ’ ἐκείνην τὴν ἐποχὴν ἤκμαζον οἱ Κατζαντωναῖοι, οἱ ὁποῖοι ὅσον κατεδιώκοντο, τόσον ἐλαμπρύνοντο μὲ τὰ κατορθώματά των, καὶ ηὔξανον τὰς δυνάμεις των. Ὁ Καραϊσκάκης ὡς τολμηρὸς καὶ φιλότιμος δὲν ἄργησε νὰ γνωστοποιήσῃ διὰ τῶν πράξεων [1] τὰ προτερήματά του καὶ νὰ νομίζεται ὡς εἷς τῆς πρώτης τάξεως (πρωτοπαλήκαρον).

Πολλοὺς κατὰ συνέχειαν χρόνους τὸ σῶμα τοῦτο ἀντέσχεν εἰς τοὺς διωγμοὺς τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ κατέστρεψε τὸν Κατσαντώνην, δὲν κατώρθωσεν ἄλλο, εἰ μὴ νὰ καταστήσῃ λαμπρότερον καὶ ἐπιφοβώτερον τὸ σῶμά του, ὁδηγούμενον ἀπὸ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ Λεπενιώτην. Ὁ Ἀλῆ πασᾶς, ἀφ’ οὗ διά τῆς δυνάμεως δὲν ἠδυνήθη νὰ τὸ καταστρέψῃ, μετεχειρίσθη τὸν δόλον, μέσον διὰ τοῦ ὁποίου κατὰ δυστυχίαν ἐπέτυχεν.

Ἀφ’ οὗ ἐφονεύθη ὁ Λεπενιώτης διωρίσθη γενικὴ καταδρομὴ κατὰ τοῦ σώματός του διὰ νὰ μὴν τοῦ συγχωρηθῇ καιρὸς νὰ λάβῃ μέτρα ὑπερασπίσεως, ἢ νὰ καταστήσῃ τινὰ ἀρχηγόν του. Τὸ σῶμα τοῦτο ἐσύγκειτο τότε ἀπὸ περισσοτέρους τῶν τριακοσίων, καὶ μὴ δυνάμενον νὰ διαμένῃ ὅλον ὁμοῦ, ἐχωρίσθη εἰς κόμματα, ἀλλὰ καὶ οὕτως οἱ Τοῦρκοι τὸ κατεδίωκον μὲ μεγάλην ἐπιμονήν. Μερικὰ ἐξ αὐτῶν ἐσύντριψαν καὶ διέλυσαν, καὶ ἄλλα τὰ ἠνάγκασαν νὰ διαλυθῶσιν ἀφ’ ἑαυτῶν.

Ὁ Καραϊσκάκης τότε εὑρέθη εἰς ἓν σῶμα τὸ πολυανθρωπότερον καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκλεκτοτέρους συγκείμενον, τὸ ὁποῖον μὴ βλέπον ἄλλως τὴν σωτηρίαν του, ἀπεφάσισε νὰ ὑπάγῃ κατ’ εὐθεῖαν νὰ προσκυνήσῃ εἰς τὸν ἴδιον Ἀλῆ πασᾶν. Ὁ τύραννος οὗτος, ὁ ὁποῖος ἐγνώριζε τὴν ἀνδρίαν αὐτῶν, ἀφ’ ἑνὸς μέρους ἐπιθυμῶν νὰ ὠφεληθῇ ἀπ’ αὐτοὺς εἰς τοὺς ὁποίους εἶχε τότε ἀνὰ χεῖρας πολέμους, καὶ ἀφ’ ἑτέρου θέλων μὲ τὸ παράδειγμα τῆς καλῆς πρὸς αὐτούς ὑποδοχῆς νὰ ἑλκύσῃ καὶ τοὺς λοιποὺς ὁμοίους αὐτῶν καὶ νὰ ἐξαλείψῃ οὕτω τὸ σύστημα τῶν κλεπτῶν, τοὺς ἐδέχθη φιλοφρόνως, καὶ τὸν μὲν Τσιώγκαν, τὸν ὁποῖον αὐτοὶ εἶχον παρουσιάσει ὡς ἀρχηγόν των, τὸν ἔκαμε καπιτάνον τῆς Βόνιτσας, τὸν δὲ Καραϊσκάκην ἐκράτησε πλησίον του, συγκατατάξας αὐτὸν εἰς τὴν σειρὰν τῶν σωματοφυλάκων του (τσοχαδαραίων).


  1. Λέγουν ὅτι ἦτον εἷς τῶν τριῶν, οἱ ὁποῖοι πρῶτον ἐτουφέκισαν τὸν Βελῆ Γκέκαν καὶ τὸν ἐφόνευσαν.