Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
—91—
Ἀλλ’ αἱ χεῖρές των δὲν ἦσαν
Εἰς τὴν πάλην εὐτυχεῖς,
Οὐδὲ ἴση μὲ τὴν λύσσαν
Ἡ ἀνδρία τῆς ψυχῆς.
Ἔφυγαν, καὶ ἦτον αὕτη
Ἡ δευτέρα μου πληγή·
Πότε ἄλλοτε τοιαύτη
Ἠκολούθησεν φυγή;
Ἄμετρον τὸ πλῆθος ἦτον
Ἔλεγες πῶς ζωντανὰ
Ἦσαν κ’ ἔφευγαν μαζῆ των
Πεδιάδες καὶ βουνά.
Ἆ! αἰώνιός μου θρῆνος!
Τῶν Ἑλλήνων ἡ χαρὰ
Λάμπει εἰς τῆς Σαλαμῖνος
Χαραχθεῖσα τὰ νερά!
Ναὶ ἀκόμα διακρίνω,
Θάλασσα ἡρωϊκὴ,
Τὸ μειδίαμα ἐκεῖνο
Τὸ φαιδρόν σου καὶ γλυκύ,
Τὸ ὁποῖον νὰ μὲ τήκῃ,
Καθώς φαίνεται, σκληρῶς,
Ἐνετύπωσεν ἡ Νίκη
Καὶ δὲν σβύνει ὁ Καιρός!