Σελίδα:Η Βάρβιτος.pdf/177

Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
—169—
Ο ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ ΧΕΙΜΩΝ.


Ὅλοι θαυμάζουν,
Ὅλοι φωνάζουν
Ἆ! τί ὡραῖος, λαμπρὸς καιρός!
Τὰ φυτὰ θάλλουν,
Τὰ πτηνὰ ψάλλουν,
Κ’ εἶναι δεκέμβριος ὁ σκληρός.

Αἱ κομψαὶ νέαι
Καὶ αἱ ὡραῖαι
Ὑπάγουν ὅλαι νὰ τρελλαθοῦν.
Οἱ λευκοὶ ὦμοι
Γυμνοὶ ἀκόμη
Δύναντ’ ἐξαίρετα νὰ σταθοῦν.

Μία μ’ εὑρίσκει
Ποῦ ἀποθνήσκει
Δι’ ἐξοχὰς, καὶ μὲ θαυμασμὸν
Ὡς πρώτιστόν της
Χαιρετισμόν της
Δέτε, μὲ λέγει, δέτε χειμών!

—Ἐγὼ πιστεύω,
Κἂν ὑποπτεύω,
Τῆς κάμν’, ὁ φίλος σας ὅτι Ζεὺς