Βαλσαμοσ — Ὁ θεῖος σου ἤλλαξε γνώμην!…
Φυκαρησ ἰδίᾳ. — Τὸν μασκαρᾶ! Δὲν ’συχάζει!… Καὶ ’ς τὸν τάφον ἀκόμη ἀλλάζει γνώμας!…
Δικαιοσ ἀδημονῶν. — Λέγε… λέγε, τὶ συμβαίνει;
Βαλσαμοσ. — Μὲ ηὗρεν ὁ συμβολαιογράφος καταφουρκισμένος καὶ μοῦ ἀνήγγειλεν ὅτι εὑρέθη νεωτέρα διαθήκη τοῦ θείου σου, διὰ τῆς ὁποίας σὲ ἀποκληρόνει, διότι τὸν ἔχεις βρίσει κἄποτε σκαιῶς!…
Δικαιοσ πίπτει ἐπὶ καθίσματος. — Ὦ κεραμίδι!… [Συνερχόμενος] Μὰ μήπως…
Φυκαρησ ἰδίᾳ. — Μὰ δὲν ἔλϋωσεν ἀκόμη ὁ βρυκόλακας!
Μαριγουλα ἰδίᾳ. — Ὁ καϋμένος!....
Δικαιοσ. — Μά μήπως δὲν ἐνόησες καλά;
Βαλσαμοσ. — Τί λὲς ἀδελφέ… Νά! μοῦ ’δωσε καὶ τὸ ἀντίγραφον… [Ἐξάγει ἐκ τοῦ θυλακίου τον χάρτην].
Δικαιοσ. — Ὦ! ποῦ νὰ πάρῃ ὁ διάβολος κι’ αὐτὸν καὶ τ’ ἀντίγραφά του!… Τὸν μασκαρᾶ!… Αὐτὰ τ’ ἀντίγραφα καὶ τὰ ἀπόγραφα εἶναι ποῦ μὲ φάγανε… ἀλλ’ αὐτὴν τὴν φορὰν τελείωσε!… Τὸ ἤθελε φαίνεται ἡ Τύχη μου ν’ αὐτοκτονήσω… Μία, δύο, τὴν ἐγλύτωσα ἀλλά… τὴν τρίτην…
Βαλσαμοσ. — Αὐτὰ εἶνε ἐκδίκησις… φρόντισε μόνον νὰ ἐπιστρέψῃς τὰ λιανὰ ποῦ σοῦ δάνεισεν ὁ συμβολαιογράφος γιατ’ εἶναι μανιώδης ἐναντίον σου…
Δικαιοσ. — Ἆ! αὐτοὶ οἱ συμβολαιογράφοι!… Τοὺς ἤξερα τὶ πράγματα εἶναι!… [Τῷ Βαλσάμῳ]. Ἀντώνη, συγχώρα με καὶ ὁ Θεὸς σχωρέσοι!…
Βαλσαμοσ. — Τί; τὶ;.... τί σοῦ ἦρθε;
Δικαιοσ. — Εἶπα ὅτι θὰ αὐτοκτονήσω καὶ τώρα μάλιστα.... [Τῷ Φυκάρῃ]. Κύριε Φυκάρη, λαμβάνω τὴν τιμὴν νὰ σᾶς ζητήσω τὴν χεῖρα τῆς ἀνεψιᾶς σας!…
Φυκαρησ. — Ἐπὶ τέλους!.... Ἦλθες ’ς τὰ λογικά σου…
Μαριγουλα ἰδίᾳ. — Ἐσώθην!....
Βαλσαμοσ ἀναχωρῶν. — Τρέχω ν’ ἀναγγείλω τὴν αὐτοκτονίαν σου!…
Ν. Λασκαρησ