Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 386.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
386

Γιὰ τὸν ὀγδοηκοστό του,
Μὲ καλεῖ ’στ’ ἀρχοντικό του.
Νἆμαι, λέει, ἐκεῖ παροῦσα.
Ἡ ἀγαπητή του Μοῦσα.
Γιὰ νὰ μ’ ἀποχαιρετήσῃ
Καὶ γιὰ πάντα νὰ μ’ ἀφήσῃ!
Βλέπεις πῶς μὲ ρεζιλεύει;
Νὰ χωρίσουμε γυρεύει:
Πήαινε, λέει, ’στὸ Σουρῆ,
(Ἄκου φράσι πονηρή!…)
Σῦρε, λέει, νὰ παχύνῃς,
Ὥστε ποῦ καὶ σὺ νὰ γίνῃς
’Σὰ βουτσί, μὲ περιφέρεια,
Ἀφροδίσια κ’ ἐλευθέρια!
Κι’ ἂν ὀρέγουμ’ ἄλλα εἴδη,
Λέει, νὰ πάω στὸ Ῥοΐδη,
Πὤχει τέχνη͵ λέει, μεγάλη…
Βλέπεις τί ντροπαὶς μοῦ ψάλλει;
Μοῦ ἐπαινεῖ καὶ τὸ λεβέντη
Τὸ ζωγράφο Προσαλέντη,
Ποὖνε φίνος στὴν πιτούρα,
Νὰ γενῶ καρικατούρα!
Βλέπεις πῶς μὲ βρίζει χάρισμα;
Εἶμ’ ἐγὼ γιὰ πινελάρισμα;
Μὴν πλησιάσῃς, λέει, τὸ Θέμο…—
Ξαφνικὸ ποῦ µοὖλθε!— Τρέμω,
Τρέμω μὰ τὸν ἅϊ-Γεράσιμο
Ἂν λυσσάξω γιὰ παράσηµο
Καὶ μὲ φάει τέτοια λειχῆνα,
Λέει, νὰ γίνω δημαρχίνα
Καὶ θὰ ξύεται ὁ φαγωμός μου
’Στὸ παράσημο τ’ ἀντρός μου!
Βλέπεις λόγια;… Ἄκου κι’ ἄλλο;