Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 236.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
236

Ὁ Ἀρτέμης ἐμάντευσε τὴν στενοχωρίαν μου καὶ ἔδωκε τὸ σημεῖον τῆς ἀναχωρήσεως.

Ὅτε ὁ καθαρὸς τῆς θαλάσσης ἀὴρ μ’ ἐζωογόνησεν, ἠρώτησα μὲ τρέμουσαν φωνὴν τὴν Σοφίαν:

— Καὶ ἡ Ἑλένη;

— Ἄ, ἐκείνη ὑπανδρεύθη.

— Ναί… πῶς ἐχάρηκα· ἠγάπα ἐκείνη τὸν κόσμον. Φαντάζομαι τί εὐτυχῆς ποῦ θὰ εἶνε.

— Κανεὶς δὲν εἰμπορεῖ νὰ γνωρίζῃ ἂν ἡ Ἑλένη εἶναι σήμερον εὐτυχής.

— Μὰ ἀφοῦ ἐξῆλθε ἀπὸ αὐτὸ τὸ σπίτι ὅπου γίνεται κανεὶς χωρὶς νὰ τὸ θέλῃ νευρικός;

— Μήπως ἐμβῆκεν εἰς καλλίτερον;

— Ἄχ ἡ καϋμένη, γιὰ εἰπέ μου τα ὅλα.

Ὁ κ. Δημητριάδης ἦτο ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἂν ἐνυμφεύετο εἰς τὴν νεότητά του εἰμποροῦσε κατὰ τὴν γνώμην τῆς μαμᾶς νὰ λάβῃ ὡς προῖκα καὶ 20,000 λίρας τουρκικάς. Μὰ ἐκεῖνος ἐνόμιζε τὸν γάμον σκλαβιὰ καὶ ἔζησε τὸν βίον του εἰς καθημερινὰς διασκεδάσεις καὶ περιηγήθη τὸν κόσμον ὅλον καὶ ἔγεινε πεντήκοντα ἐτῶν χωρὶς νὰ τὸ ἐννοήσῃ.

Ἡ περιουσία του ἦτο κατεστραμμένη πλέον, ἡ ὑγεία ὄχι πολὺ εὐάρεστος καὶ ἡ γραῖα μήτηρ του ἦτο πρὸ διετίας κλινήρης. Ἐσκέφθη τότε ἢ μᾶλλον ἄλλοι τοῦ ἔδωκαν νὰ ἐννοήσῃ ὅτι ἂν νυμφευθῇ καμμίαν νέαν πτωχὴν ἀλλὰ καλὴν καὶ σώφρονα οἰκοκυράν, θὰ εὕρῃ διέξοδον ἀπὸ τὸν λαβύρινθον ὅπου τὸν ἔρριψεν ἡ ἀσυνεσία τοῦ παρελθόντος.

Διὰ τῶν λειψάνων τῆς περιουσίας του ἐσχημάτισεν ἓν μικρὸν κεφάλαιον τὸ ὁποῖον τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ζήσῃ ἐντίμως· μία συγγενής του ὡς σύζυγον κατάλληλον τὸν συνεβούλευσε νὰ ἐκλέξῃ μίαν ἀπὸ τὴν οἰκογένειαν Δενδράκη. Καμμία δὲν ἐδέχθη· μόνον ἡ Ἑλενίτσα συγκατένευσε.

— Ἄχ, ἐγὼ τὴν ἐννοῶ· ὁ γάμος ἦτο δι’ αὐτὴν ἡ ἀπελευθέρωσις, ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν σκλαβιάν.

— Ναί, ναί· τώρα περιποιεῖται τὴν πενθεράν της καὶ τὸν σύζυγόν της, ὁ ὁποῖος ὑποφέρει ἀπὸ ἀρθρίτιδα. Ποτὲ δὲν παραπονεῖται καὶ ζῇ εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ συζύγου της τὴν ζωὴν τὴν ὁποίαν ἔζησεν εἰς τὴν οἰκίαν τῆς μητρός της.