Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 199.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
199

Αλεξανδροσ ὀλοφυρόμενος. — Ἐ-κεῖ μέ-σα;… Ἆ, δι-α-τί νὰ μὴν τὴν µπαλ-μπαλ-σα-μώ-μώ-μώ-σω κ’ ἐ-γὼ-γὼ-γώ…

Ελενη στένουσα βαθέως. — Ἄχ!…

Αλεξανδροσ ὁμοίως. — Ὤχ!…

Ελενη λυρικῶς. — Ἤμεθα τόσον εὐτυχεῖς!… μὲ ἠγάπα…

Αλεξανδροσ ἀφελῶς. — Ἔτσι αἴ;

Ελενη. — Ἆ, πῶς μὲ ἠγάπα!… ἤμουν ἡ πρώτη του ἀγάπη, ἡ πρώτη…

Αλεξανδροσ. — Ἦτο νέος;

Ελενη. — Νεώτατος… πενῆντα χρόνων!…

Αλεξανδροσ. — Δηλαδὴ ὄχι καὶ τόσον…

Ελενη. — Ἀλλ’ ἦτον ὡραῖος, γλυκύς, ἔξυπνος… Ἄχ!…

Αλεξανδροσ. — Μὴν κλαίῃς, Ἑλένη … αὐτὰ ἔχει ὁ κόσμος… Μήπως ὑπάρχει δυστυχέστερος ἄνθρωπος ἀπὸ ἐμὲ;

Ελενη. — Ἐγώ…

Αλεξανδροσ. — Ποτέ!… ἦτο ἄγγελος ἡ Κόριννα.

Ελενη ἀφελῶς. — Πῶς τὴν ἔλεγαν;

Αλεξανδροσ. — Κόρινναν.

Ελενη. — Τί περίεργον ὄνομα…

Αλεξανδροσ. — Σπάνιον πρὸ πάντων… Καὶ ἦτο τόσον ὡραία, ἆ, τί πλᾶσμα ἦτο!… ποτὲ δὲν μ’ ἐπίκρανε, ποτὲ δὲν μοῦ εἶπε λόγον κακόν… μὲ ἠγάπα, Ἑλένη, μ’ ἐλάτρευε… καὶ ἔπειτα ἀπὸ ἔξη μῆνας μ’ ἄφησεν ἔρημον, μόνον, ἀπαρηγόρητον…

Ελενη. — Ἐμένα ἔπειτα ἀπὸ ἕνα χρόνον.

Αλεξανδροσ. — Ἕνα χρόνον; αἴ;

Ελενη. — Ἆ, τὶ σχέδια ἐκάμναμεν…

Αλεξανδροσ. — Ἀμ’ ἐμεῖς;

Ελενη. — Τώρα δὲν μοῦ μένει ἄλλο παρὰ νὰ γείνω καλόγρῃα.

Αλεξανδροσ. — Ἀλήθεια;

Ελενη. — Βέβαια.

Αλεξανδροσ. — Λαμπρὰ ἰδέα… δὲν τὸ εἶχα σκεφθῆ, θὰ γείνω καλόγηρος.

Ελενη. — Τί εἷνε πλέον ὁ κόσμος δι ἡμᾶς;

Αλεξανδροσ. — Τίποτε.

Ελενη. — Ὅλα τὰ βλέπω μαῦρα.

Αλεξανδροσ. — Ὅλα μοῦ ἐνθυμίζουν τὴν Κόρινναν, καὶ λυποῦμαι καὶ καίεται ἡ καρδιά μου…

Ελενη κλαίουσα. — Ἔχεις δίκαιον.

Αλεξανδροσ κλαίων. — Ἆ, μόνος μου τοὐλάχιστον εἰς τὸν