Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 137.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
137

γλυφον, ἐξιστορεῖ τὰ τῆς ἱερείας Κυδίππης ἥτις παρακαλέσασα τὴν Ἥραν νὰ ἐπιδαψιλεύσῃ

Τὴν καλλίτερη εὐτυχία
Ὁποῦ βρίσκεται ’ς τὴ γῆ

εἰς τὰ τέκνα τῆς, ζευχθέντα, ὡς γνωστόν, εἰς τὸ ἇρμα τῆς μητρὸς καὶ σύραντα αὐτὴν μέχρι τοῦ ναοῦ, ἀντὶ τῶν βραδυνάντων βοῶν,

Ἔκαμ’ ἔπειτα νὰ φύγη
Καί, γυρνῶντας ταπεινά,
Τὰ δυὸ τέκνα της ξανοίγει
Χάμου ἀκίνητα, νεκρά!

Μέχρι τοῦδε ἐγνωρίζαμεν μετὰ τῶν πολλῶν ὅτι ἡ ἰδέα τῆς θεᾶς, οὕτω σκληρῶς ἐνεργούσης, ἦτο νά τα παραλάβῃ ἐκ τοῦ κακοῦ καὶ κινδυνώδους αὐτοῦ κόσμου ἐν τῇ στιγμῇ ἐκείνῃ ἀμέσως, πρὶν ἤθελον ἀμαυρώσει τὴν μεγάλην αὐτῶν πρᾶξιν, δι’ ἧς εὐηρέστησαν τοῖς θεοῖς, μὲ ἄλλην τινὰ ταπεινήν. Ἀλλ’ ὁμολογοῦμεν ὅτι μᾶς ἤρεσε καλλίτερα ἡ ἐξήγησις τοῦ κ. Μητσάκη[1] ὅστις ἀγνοῶν ἴσως τὴν πρώτην, ἐδυνήθη νὰ διΐδῃ ἐν τῷ δωρήματι τῆς θεᾶς τὴν ἀληθινὴν πράγματι εὐτυχίαν, ὅλα τὰ θέλγητρα τοῦ μηδενὸς καὶ τῆς ἀνυπαρξίας τὴν ὑπερτάτην ἡδονήν.

Τὸ ὡραιότερον ἐξ ὅλων αὐτῶν τῶν μικρῶν εἶνε οἱ Θησαυροὶ τοῦ Ἀλήπασσα, αἶνος μὲ ἔξοχον ἀλληγορικὴν τέχνην γεγραμμένος πρὸς τὴν Ἐλευθερίαν, ἧς ἡ ὄψις μόνη ἀρκεῖ νἀναδείξῃ ὅλα τἀγαθά, τὰ ὁποῖα θάπτει καὶ μαραίνει εἰς ἕνα τόπον ἡ σκλαβιά. Ἀκούσατε τὸ τέλος τῆς ὁμιλίας τοῦ γέροντος, ἀποτρέποντος τὰ παιδιὰ ἀπὸ μάταιον κόπον, διότι δὲν ἦταν ἐκεῖ ποῦ ἔσκαπταν τὴν νύκτα, ἐκλαμβάνοντα τὸν θρύλλον κυριολεκτικῶς, οἱ θησαυροὶ τ’ Ἀλήπασσα κρυμμένοι. Καὶ ὅμως, καθὼς τὸν εἶχε βεβαιώσει τὸν γέροντα αὐτόν, ὅταν ἦτο νέος, ἕνας καλόγερος ἅγιος καὶ σοφός,

Μῦθος δὲν εἶνε! Ὁ Τύραννος ἀμέτρητο λογάρι
Ἔθαψε κάπου, τρέμοντας μήπως ἐχθρὸς τὸ πάρει.
Μόν’ ἡ κατάρα τοῦ θεοῦ τὸ ἀστροπελέκι ἀνάφτει
Καὶ τὰ κρυμμένα πλούτη του λαβρίζει καὶ ξεθάφτει.
Μὲ μιᾶς παντοῦ στὴν Ἤπειρο σὰ φύλλα μαραμένα
Σφοδρὸς ἀνεμοστρόφιλος πατάει τ’ ἀσβολωμένα.

  1. Ἀττικὸν Μουσεῖον, Ἔτος Γ′, φυλλ. 4.