Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 365.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
ΚΑΙ ′Σ ΤΟΝ ΥΠΝΟ ΜΟΥ

ΑΠΟΨΕ ’ς τ’ ὄνειρό μου σ’ ἐκρατοῦσα
Ὠσὰν τρελλὸς ’ς τὴν ἔρμη μου ἀγκαλιὰ
Καὶ μὲ φιλιὰ τὴν εὐωδιὰ ἐρροφοῦσα
Ποῦ τὰ χρυσᾶ σου ἐχύνανε μαλλιά.

Σ’ τὸ στῆθος μου τοῦ στήθους σου ἀγροικοῦσα
Ἀνήσυχα κτυπῶντας τοὺς παλμούς,
Κ’ ἓν ἅγιο φῶς ἀγάπης ἐθωροῦσα
Εἰς τοὺς γλυκούς σου ἀνάμεσα ὀφθαλμούς.

Τὴν εὐωδιὰ τοῦ μήλου ἡ πνοή σου
Σ’ τα χείλη μου ’σκορποῦσε μὲ φιλιά,
Καὶ σἄν τὸν ἦχο ἔτρεμε ἡ φωνή σου
Σ’ τὴ φλογισμένη ἐπάνω μου ἀγκαλιά.

Μὲ δακρυσμένα μάτια τοὺς καϋμούς μου
Ἀγροίκαγες καὶ σὺ προσεκτικὰ
Καὶ ’ς τοὺς πικροὺς τοῦ στήθους στεναγμούς μου
Σ’ τὴν ἀγκαλιά σου μ’ ἔσφιγγες γλυκά.

Ἀλλοίμονο! καὶ ’ς τ’ ὄνειρό μου ἀκόμα
Ἡ τύχη μου δὲ φέρνει ἀπ’ ἀσπλαγχνιὰ
Γιὰ νὰ μὴ βρίσκῃ τὸ πτωχό μου σῶμα
Οὔτε ’ς τὸν ὕπνο ἀνάπαυσι γλυκιά.
Ζάκυνθος

Δ. Ηλιακοπουλοσ