Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 270.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
270

Ηροστρατοσ. Δὲν πωλοῦν, Μεγάκλεις. Πωλοῦσι μόνον τεχνητά.

Μεγακλησ. Εὗρον! Ὑπάγωμεν εἰς τῆς Ἀφροδίτης.

Ηροστρατοσ. Εἶναι τόσον μακρὰν ὁ Ὄλυμπος!

Μεγακλησ. Εἰς τῆς Ἀφροδίτης τῆς ρωμαντικῆς. Ἔμαθον παρὰ τῆς θαλαμηπόλου της, ἥτις, ἐν παρενθέσει, δὲν μὲ εὑρίσκει ἄσχημον, ὅτι ἔφθασε χθὲς τὸ ἑσπέρας ὁ… τὸν ἐνθυμεῖσαι βέβαια, ὁ Μυρόεις· ὁ μικρὸς ἐκεῖνος πλούσιος συμμαθητής μας, τὸν ὁποῖον ὁ πατήρ του προορίζει ἀπό τινος διὰ τὴν εὐαίσθητον Ἀφροδίτην. Αὔριον θὰ τὴν ἐπισκεφθῇ. Τώρα, αὐτὸς μὲν εἶναι εἰκοσαετής, ἐκείνη δὲ κατὰ τρία ἔτη νεωτέρα του. Δυνάμεθα νὰ κρυβῶμεν μετ’ αὐτῆς τῆς εἰκόνος. Τίς οἶδεν! ἴσως γίνωμεν μάρτυρες τοῦ πρώτου βλέμματος τοῦ ἔρωτος ὅπερ ρίπτει ἀκουσίως ἡ γυνή· καὶ θὰ τὸ παραβάλωμεν.

Ηροστρατοσ. [λαμβάνων κιθάραν καὶ ἐξαπλούμενος ἐν ἀλλοφροσύνῃ ἐπὶ τοῦ ἀνακλίντρου] Ὅπως θέλεις....


ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ

[Τρία δωμάτια. Τὸ μὲν πρὸς τὰ ἀριστερὰ φέρει ὡς ἔπιπλα καθρέπτην, ψήκτρας καὶ τὰ τοιαῦτα, τὸ ἐν τῷ μέσῳ βιβλιοθήκην, καθρέπτας ἀνάκλιντρα κλπ. τὸ δὲ πρὸς τὰ δεξιὰ εἶναι δωμάτιον θαλαμηπόλου· Ἡ ΑΦΡΟΔΙΤΗ εἰσέρχεται εἰς τὸ μεσαῖον δωμάτιον ἀκτένιστος καὶ ἀτημέλητος, ἐν δὲ τῷ πρὸς δεξιὰ δωματίῳ ΗΡΟΣΤΡΑΤΟΣ καὶ ΜΕΓΑΚΛΗΣ κατοπτεύοντες ὄπισθεν παραπετάσματος.]

Αφροδιτη. [ἱσταμένη ἐνώπιον τῆς βιβλιοθήκης.] «Ὁ ἀπολεσθεὶς παράδεισος τοῦ Μέλτωνος·» ἔκδοσις τετάρτη.... Ὡραῖον ποίημα καθὼς λέγουσιν. Ἄλλο. «Ἰατροῦ Ἀπομνημονεύματα» Ἀλεξάνδρου Δουμᾶ. Οὐφ! Ἐκεῖνος ὁ Γιλβέρτης μὲ τὰς φιλοσοφίας του! Πάντοτε ἐναντίον τῶν γυναικῶν. Τί ἔκαμαν λοιπὸν αἱ γυναῖκες εἰς αὐτοὺς τοὺς ἐγωϊστὰς συγγραφεῖς; Τίς τοὺς πταίει, ἐὰν εἷς χαρίεις πῖλος, ὀλίγον ψιμμύθιον καλῆς ποιότητος, ἓν πέδιλον κομψόν, ἢ εἷς ὡραῖος κεκρύφαλος σαγηνεύει αὐτοὺς τοὺς ἐραστὰς τῶν ἐπιφανειῶν;… Ὁπωςδήποτε ὅμως ἀνάγκη προγυμνάσεως ὀλίγης. Ὁ Μυρόεις ἔφθασε, πρέπει νά με ἀγαπήσῃ. Ὤ! σήμερον πρέπει νὰ γίνω Γαλάτεια, πρέπει νὰ γίνω Βεατρίκη καὶ πρὸ πάντων Σαπφώ. Ὀφθαλμοὶ ἐκλελυμένοι, στάσις νωχελής, αὐτὰ ἀρέσκουσιν εἰς τὸν αἰῶνα μας καὶ εἰς τοὺς αἰσθηματικούς. Ταλαίπωρα βρέφη μὲ ἀνοικτὴν καρδίαν καὶ κεκλεισμένον λογικόν. Ἀγνοοῦσιν ὅτι καθ’ ἣν στιγμὴν ἡ γυνή, δακρύουσα καὶ ἀσθμαίνουσα ἐκ πάθους καὶ ἐρωτικῆς παραφορᾶς,