Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 179.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
179

ξας, ὑπηρέτας, θὰ δίδη συναναστροφὰς κ’ ἐγώ θὰ τὴν καμαρώνω.... καὶ ᾑ ἄλλαις θὰ σκάζουν!.. θὰ εἶνε ἡ πρώτη μέσ’ ’ς τήν Ἀθήνα.... μὲ τέτοιον ἄντρα πῶς νὰ μὴν εἶνε ἡ πρώτη; τί θὰ εἰπῇ; Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος εἶνε αὐτός!

κ. Πατεριαδησ ἰδίᾳ κεκλεισμένα ἔχων τὰ βλέφαρα καὶ τὴν χεῖρα τοῦ Σκαφαρέντζου πάντοτε κρατῶν. — Ἐκεῖ ποῦ θὰ ζητήσω εἴκοσι χιλιάδες δραχμαὶς δὲν ζητῶ καλλίτερα ἑβδομῆντα; τί ὀγδοῆντα τί ἑκατὸν πενῆντα;… διότι ἑκατὸν πενῆντα πρέπει νὰ τῆς δώσω… Ὁ Σκαφαρέντζος θὰ μοῦ εὕρῃ τὸ δάνειον, αὐτὸς μοῦ ηὗρε τὸν γαμπρὸ καὶ δὲν θὰ μοῦ εὕρῃ ἑβδομῆντα χιλιάδες δραχμαίς;… Αὐτὸς δὲν θὰ τῇς δεχθῇ, διότι εἶνε ἑκατομμυριοῦχος, ἀλλ’ ἐγὼ πρέπει νὰ δείξω ὅτι ἡ κόρη μου ἔχει τὴν προῖκά της.... Μὰ ἂν πρόκειται νὰ μὴν τῇς δεχθῇ, ὅπως καὶ δὲν θὰ τῆς δεχθῇ, ἀφοῦ εἶνε ἑκατομμυριοῦχος, διατί τότε νὰ μὴν τῇς κάμω διακόσιαις χιλιάδες; μήπως θὰ χάσω τίποτε; τὸν τόκον μόνον ποῦ θὰ πληρώσω δι’ ὀλίγας ἡμέρας!… Διακόσιαις ὀλίγαις εἶνε.... καλλίτερα τριακόσιαις.... κτυποῦν περισσότερον εἰς τὰ μάτια.... Ναί, μὰ ἂν ἔξαφνα κατὰ στραβοῦ διαβόλου τῇς δεχθῇ; ἂν ἔξαφνα τὴν πάθω; τί γινόμεθα ὕστερα; Ὄχι, ὄχι… ἂς μείνωμεν εἰς τὰ πρῶτα.... εἰς τῇς ὀγδοήκοντα χιλιάδες!… Καλὰ ἔκαμε ἡ γυναῖκά μου καὶ τοῦ εἶπεν ὁγδοήκοντα.... μὲ βγάζει κ’ ἐμένα ἀπὸ χίλιους μπελλιάδες… Ἐπὶ τέλους ἐγὼ εἶμαι Πατεριάδης καὶ αὐτὸς εἶνε Παλαιολόγος!… ὁ καθεὶς μὲ τὰ μέσα του!…

γερων Σκαφαρεντζοσ ἰδίᾳ κεκλεισμένα ἔχων τὰ βλέφαρα. — Ἐγώ, ἐγώ, ἐγὼ τὰ κατώρθωσα.... ναί, ἐγώ, μάλιστα.... καὶ ἀπόδειξις ὅτι ὁ Πατεριάδης δὲν ἐννοεῖ ν’ ταφήσῃ τὸ χέρι μου… ὅλον μ’ εὐχαριστεῖ.... Νομίζω ὅτι κοιμᾶται καὶ ὀνειρεύεται, ἔχει σπασμούς, διότι ὅλην τὴν ὥραν μοῦ σφίγγει τὸ χέρι.... Ἐγὼ τὰ κατώρθωσα, διότι ἐγὼ ἔφαγα μαζῆ του εἰς τὸ ξενοδοχεῖον, ἐγὼ τὸν εἶδα εἰς τὸν χορόν, ἐγὼ τὸν ἔδειξα εἰς τὴν Πατεριάδαινα, ἐγὼ τῆς εἶπα τί νὰ κάμῃ, ἐγὼ τὰ ἐτελείωσα καὶ δὲν θὰ μοῦ εἶνε εὐγνώμονες καὶ δὲν θὰ τοῦ πουλήσω δέκα χιλιάδες Λαύρεια; Μὰ ἂν δὲν τὰ ἀγοράσῃ θὰ εἷνε πολὺ μασκαρᾶς. Διότι ἐπὶ τέλους εἰς ἐμὲ θὰ χρεωστῆ τὴν εὐτυχίαν της ἡ Φιφίτσα. Τὴν κάνω Παλαιολογίνα, ὅπως ἔλεγεν ὁ Δρέλλιας καὶ πρέπει νὰ εἶνε πολὺ σπουδαῖον πρᾶγμα διὰ νὰ τὸ λέγῃ ἔστι.... καὶ τέλος πάντων τῆς δίδω ἑκατομμύρια, διότι ἐγὼ τῆς τὰ δίδω, ἐγώ, ἐγώ....

Φιφιτσα, ἥτις αἰσθανθεῖσα ψῦχος εἰσῆλθε πρὸ μικροῦ καὶ ἐκάθησε πλησίον τοῦ Σκαφαρέντζου ἰδίᾳ καὶ τὰ βλέφαρα ἔχουσα κεκλεισμένα. — Τὸ ὄνειρόν μου συνεπληρώθη!… ὡραῖος, πλούσιος.... εὐπατρίδης!… Καὶ τί εὐγένεια; αἰώνων εὐγένεια!… Οἱ Ἁψβοῦργοι τῆς Αὐστρίας ἀνῆλθον