Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 171.jpg

Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
171

σει.... ποῦ εἶνε; ποῦ εἶνε;… Αἴ, μὰ εἶνε ἀκριβῶς αὐτὰ ἐδῷ ποῦ κάθησθε....

Φιφιτσα περιχαρής. — Εἶνε ἰδικά σας;

νεοσ Δρελλιασ, ὅστις κύψας ἔλυσε τὸ μανδήλιον αὐτοῦ. — Βεβαίως ἰδοὺ καὶ τὸ μανδῆλί μου. [Προσφέρων τὸ ἑδώλιον τῷ Ξανθῷ Νέῳ] Καθήσατε, σᾶς παρακαλῶ, κύριε Παλαιολόγε.

Φιφιτσα. — Καὶ σεῖς;

νεοσ Δρελλιασ. — Ἐγὼ θὰ εὕρω, κυρία Φιφίτσα, μὴ σᾶς μέλῃ… καὶ ἐπὶ τέλους ἂν δὲν εὕρω, δὲν θὰ χορεύσω.... μικρὸν τὸ κακὸν.... Καθήσατε, παρακαλῶ, κύριε Παλαιολόγε.... Θὰ μὲ ὑποχρεώσετε.

Ξανθοσ Νεοσ χαιρετίζων ἐλαφρῶς καὶ καθήμενος ἐπὶ τοῦ εἰδωλίου ὡς ὁ Μιχαὴλ Παλαιολόγος ὅτε ἐξεθρόνισε τὸν Ἰωάννην Λάσκαριν. — Σᾶς εὐχαριστῶ, κύριε....

νεοσ Δρελλιασ μειδιῶν καὶ κρυφίως πρὸς τὴν Φιφίτσαν. — Τώρα, κυρία Φιφίτσα, πιστεύετε εἰς τὴν εἱλικρίνειαν τῶν λόγων μου;

Φιφιτσα δίδουσα αὐτῷ τὴν χεῖρα. — Ναί.

νεοσ Δρελλιασ σφίγγων τὴν χεῖρα τῆς Φιφίτσας. — Περασμένα ξεχασμένα.

Φιφιτσα μειδιῶσα. — Σᾶς εὐχαριστῶ πολύ.

νεοσ Δρελλιασ ὑψῶν τὴν φωνήν.}} — Ἐμὲ μὲ συγχωρεῖτε, πρέπει νὰ φροντίσω διὰ τὰ καθίσματά μου.... διότι βλέπω ὅτι θ’ ἀρχίσῃ τὸ κοτιλλιόν. [θλίβων τὴν χεῖρα τοῦ Ξανθοῦ Νέου] Κύριέ μου, χαίρω πολὺ ὅτι ἔλαβον τὴν τιμὴν νὰ σᾶς γνωρίσω....

Ξανθοσ Νεοσ ὑπεγειρόμενος ἐλαφρῶς. — Ἐπίσης, κύριε....

κ. Πατεριάδησ κρατῶν ὑπὸ τὸν ἀριστερὸν βραχίονα τὴν σύζυγόν του, ἧς θλίβει τὴν χεῖρα διὰ τῆς δεξιᾶς χειρὸς καὶ ἐξερχόμενος εἰς τὸν κῆπον. — Μπρὲ γυναῖκα, ἔλα, ’πὲς μου πῶς τὰ ἐκατάφερες!…

κυρια Πατεριαδου περιχαρής — Εἰς τὸν Σκαφαρέντζον τὸ χρεωστῶ καὶ αὐτό.

κ. Πατεριαδησ. — Πῶς;

κ. Πατεριαδου. — Νὰ ἰδῆς πῶς.

κ. Πατεριαδησ. — Λαμπρὸς ἄνθρωπος αὐτὸς ὁ Σκαφαρέντζος, δὲν ἠξεύρεις τί εὐγνωμοσύνην τοῦ ἔχω.... διότι ἂν δὲν ἦτον αὐτὸς νὰ σοῦ εἰπῇ ὅτι ἔφαγεν εἰς τὸ ἴδιον ξενοδοχεῖον, ἡμεῖς οὔτε εἴδησιν θὰ εἴχαμεν τοῦ πράγματος καὶ θὰ ἐχάναμεν τὴν περίστασιν.... θὰ τὴν ἐχάναμεν!… Τί λαμπρὸς ἄνθρωπος αὐτὸς ὁ Σκαφαρέντζος!…

κ. Πατεριαδου. — Λοιπὸν αὐτὸς ἔρχεται τρεχᾶτος καὶ μοῦ λέγει ὅτι τοὺς εὗρεν εἰς τὸ περιβόλι καὶ ὡμιλοῦσαν. Ἔτυχε νὰ ζητήσῃ ἡ Φιφίτσα ὀλίγον νερὸν καὶ ὁ Κωνσταντῖνος ἐπετάχθη